Κατά την έναρξη της συνεδρίασης, όταν η πρόεδρος του τρομοδικείου εκφώνησε το όνομα του βαριά τραυματισμένου και διασωληνωμένου Π. Αργυρού, παρενέβη ο συνήγορός του Φρ. Ραγκούσης και υπέβαλε αίτημα διακοπής της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 348 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατ’ απαίτηση του πατέρα του, που του δήλωσε ότι δεν είναι δυνατόν το παιδί του να βρίσκεται στην Εντατική και να συνεχίζεται η δίκη. Οι γονείς και τ’ αδέλφια του μου ζήτησαν να θέσω θέμα οκταήμερης διακοπής, κατέληξε ο συνήγορος.
Στη συνέχεια, η πρόεδρος διάβασε δηλώσεις των διορισμένων συνηγόρων της Ο. Οικονομίδου, σύμφωνα με τις οποίες δεν μπορούν πλέον να την εκπροσωπούν, μετά την δήλωσή της ότι ανακαλεί την αποδοχή του διορισμού τους. Επί του ζητήματος αυτού, αν δηλαδή θα γίνει αποδεκτό το αίτημα της Ο. Οικονομίδου για ανάκληση του διορισμού των δύο συνηγόρων, τοποθετήθηκε και ο εισαγγελέας Σ. Μπάγιας. Κατά την άποψή του, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να ζητήσει την ανάκληση του διορισμού και των δύο συνηγόρων, ενώ επιπλέον το αίτημα δεν υπήρξε βάσιμα αιτιολογημένο και πρέπει να απορριφθεί!
Αμέσως μετά, η πρόεδρος δήλωσε με προκλητικό τρόπο, ότι οι υπόλοιποι συνήγοροι δεν νομιμοποιούνται να τοποθετηθούν επί του ζητήματος της ανάκλησης ή μη του διορισμού των δύο συνηγόρων της Ο. Οικονομίδου. Η δήλωση αυτή ήταν επόμενο να προκαλέσει την αντίδραση τόσο του Σ. Φυτράκη όσο και του Φρ. Ραγκούση. Μιλώντας με ποδοσφαιρικούς όρους, η πρόεδρος έχασε την μπάλα και αναγκάστηκε να πάρει πίσω τη δήλωσή της και να επιτρέψει στους συνηγόρους να τοποθετηθούν.
Ο Φρ. Ραγκούσης ζήτησε από το δικαστήριο να μη βγάλει απόφαση επί της ανάκλησης ή μη των διορισμένων συνηγόρων, πριν αποφασίσει επί του παρεμπίπτοντος αιτήματος για διακοπή της δίκης λόγω του βαριά τραυματισμένου Π. Αργυρού. Δήλωσε, ακόμη, ότι εάν το δικαστήριο δεχτεί το αίτημα για διακοπή της δίκης, τότε η Ο. Οικονομίδου θα ανακαλέσει το αίτημά της για ανάκληση του διορισμού των συνηγόρων. Κάθε βδομάδα, δήλωσε ο Σπ. Φυτράκης, αλλάζουν τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και οι αλλαγές αυτές, επί το αυστηρότερον, δεν συνάδουν με το δικονομικό μας σύστημα. Ο συνάδελφος σας έκανε μια ενδιάμεση πρόταση, δεχτείτε την για να απεμπλακούμε, κατέληξε.
Το διακαστήριο διέκοψε με σκοπό να επικοινωνήσει με τις διορισμένες συνηγόρους και να τις καλέσει να παραστούν στη συνεδρίαση. Μετά τη διακοπή, η πρόεδρος δήλωσε ότι, επειδή δεν είναι δυνατή η παρουσία των δύο συνηγόρων, πρέπει κάποιος από τους παριστάμενους να αναλάβει την εκπροσώπηση της Ο. Οιονομίδου. Την ανέλαβε ο συνήγορος Φρ. Ραγκούσης. Τέλος, η πρόεδρος έστειλε απειλητικό μήνυμα στους διορισμένους συνηγόρους, ότι οφείλουν να παρίστανται στις συνεδριάσεις, γιατί διαφορετικά η απουσία τους θα καταγράφεται στα πρακτικά της δίκης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το δικαστήριο επιφυλάχτηκε ν’ αποφασίσει στην επόμενη συνεδρίαση, τη Δευτέρα 21 Γενάρη, και για τα δύο θέματα, δηλαδή για την ανάκληση του διορισμού των συνηγόρων της Ο. Οικονομίδου και τη διακοπή της δίκης λόγω του βαριού τραυματισμού του Π. Αργυρού. Ο εισαγγελέας Σ. Μπάγιας, σε μια επίδειξη δικονομικού εξυπνακισμού, δήλωσε ότι το αίτημα διακοπής της δίκης έγινε στην ουσία δεκτό και απομένει μόνο να οριστεί το χρονικό διάστημα της διακοπής και η μέρα της επόμενης συνεδρίασης!
ΥΓ. Για μια ακόμη φορά αλγεινή εντύπωση προκάλεσε με όσα είπε ο συνήγορος Θ. Μαντάς. Πριν παραθέσουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα της τοποθέτησή του, πρέπει να εκφράσουμε τη δική μας άποψη αρχών. Ως δημοσιογράφοι και ως επαναστατική εφημερίδα δεν επεμβαίνουμε και δεν αντιλέγουμε στην υπερασπιστική γραμμή κάθε κατηγορούμενου και των συνηγόρων του, φτάνει αυτή να μην πλήττει άλλους κατηγορούμενους και ιδιαίτερα εκείνους που αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή τους στην ένοπλη επαναστατική οργάνωση. Με την σημερινή του τοποθέτηση ο Θ. Μαντάς μπήκε σε ξένα χωράφια και το κυριότερο χώρισε τους κατηγορούμενους σε «αθώους» και «ενόχους», θεωρώντας τη δεύτερη κατηγορία υπεύθυνη του ότι, με την προβολή δικονομικών ζητημάτων καθυστερεί το πέρασμα της δίκης στην αποδεικτική διαδικασία και δημιουργεί προβλήματα σε άλλους κατηγορούμενους. Παραθέτουμε απομαγνητοφωνημένα αποσπάσματα:
«Κυρία πρόεδρε, οφείλω να σας πω ότι επιτέλους, εάν υπάρχει ένα νομοθέτημα το οποίο κυριολεκτικά με προχειρότητα αντιμετωπίστηκε είναι ο νόμος 4055 του 2012… Από εκεί και μετά, όμως, κυρία πρόεδρε, έχουμε την συγκεκριμένη ρύθμιση, εισφέρθηκε με τρόπο δογματικό στις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και δυστυχώς η υφιστάμενη σήμερα κατάσταση δεν αφήνει περιθώριο πρότασης διαφορετικής – στην δογματική της ερμηνεία αναφερόμεθα πάντοτε – απ’ αυτήν που διατυπώθηκε από τον κύριο εισαγγελέα…
Περισσότερα, όμως, κυρία πρόεδρε, και το λέω ευθέως, απευθυνόμενος και στο δικαστήριό σας και απευθύνομαι, μου επιτρέπεται, με ταπεινότητα και στους συναδέλφους μου, αλλά και στους ίδιους τους κατηγορούμενους, δράττομαι της ευκαιρίας να πάρω τον λόγο για το θέμα το δικονομικό που αναφύεται προκειμένου να διατυπώσω προτροπή – διορθώνω, έκκληση – σ’ όλους τος παράγοντες της δίκης, να απεμπλακούμε το ταχύτερο δυνατό από τα δικονομικά ζητήματα που αναφύονται και να περάσουμε στην αποδεικτική διαδικασία. Και τούτο διότι πιστεύω με τρόπο απόλυτο, κυρία πρόεδρε, ότι από την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας και μετά θα αποδομείται σημείο-σημείο αλλά και στο σύνολό της η κατηγορία. Εχω απόλυτη βεβαιότητα ότι η εξέλιξη της ακροαματικής διαδικασίας στο επίπεδο της ουσιαστικής έρευνας της κατηγορίας θα αποδεικνύει την ένδεια του αποδεικτικού υλικού, του τεκμηριωτικού της κατηγορίας, έτσι όπως αποδίδεται, υλικού. Θα πάψουν στην πρόοδο της δίκης οι κατηγορούμενοι, εάν θέλετε σωστότερα κάποιοι κατηγορούμενοι, να είναι σε καθεστώς ομηρίας».
Κατέληξε ότι, εάν άρχιζε και συνεχίζονταν η αποδεικτική διαδικασία, θα ακυρώνονταν τα πειστήρια του υλικού της δικογραφίας και δε θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πάλι από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς ενάντια σε ανθρώπους που είχαν συλληφθεί και είχαν αφεθεί ελεύθεροι εδώ και δεκαέξι μήνες.
Δε θα συμπληρώσουμε τίποτα πέραν των όσων αναφέραμε στην αρχή. Παραδίδουμε αυτή την τοποθέτηση-παρέμβαση στην κρίση των αναγνωστών μας και του κινήματος αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους.