Αυτό είναι είδηση! Κατέθεσε ως μάρτυρας η μητέρα του Σαράντου Νικητόπουλου και ο εισαγγελέας της έδρας δεν δημιούργησε σκάνδαλο. Οχι μόνο δεν δημιούργησε σκάνδαλο, αλλά και με ορισμένες ερωτήσεις τη βοήθησε να ανασύρει από τη μνήμη της κάποιες λεπτομέρειες, γνωστές από προηγούμενες φάσεις της δίκης, οι οποίες αποκαλύπτουν πώς στήθηκε η «δουλειά» σε βάρος του Νικητόπουλου.
Αλλαξε στάση ο εισαγγελέας; Δεν νομίζουμε. Μάλλον τρόμαξε και ο ίδιος από την τόσο απροκάλυπτη παρέμβασή του υπέρ της κατηγορίας στην προηγούμενη συνεδρίαση και είπε να ισορροπήσει λίγο τις εντυπώσεις. Εμείς τουλάχιστον, με αυτά που έχουμε δει και ακούσει μέχρι τώρα, είμαστε πεπεισμένοι ότι ο κ. Λιόγας δεν δίνει δεκάρα για την αλήθεια, αλλά πιστεύει… εις ένα θεόν, πατέρα, παντοκράτορα: την Αντιτρομοκρατική.
Σχετικά σύντομη η σημερινή συνεδρίαση (λιγότερο από δίωρο), αναλώθηκε με τις καταθέσεις των πέντε τελευταίων μαρτύρων υπεράσπισης του Σ. Νικητόπουλου.
Ο Κ.Σ. δήλωσε πως το γεγονός ότι έχει κατηγορηθεί και ο ίδιος με παρόμοιες κατηγορίες πριν από πολλά χρόνια και η άποψη που έχει για την αλληλεγγύη, τον έφεραν μάρτυρα στη δίκη. Η αλληλεγγύη, είπε, πρέπει να εκφράζεται χωρίς διαχωρισμούς και χωρίς προϋποθέσεις, είτε αφορά αγωνιστές που έχουν αναλάβει την ευθύνη και σηκώνουν το βάρος της αναμέτρησης με το καθεστώς είτε αφορά αγωνιστές που διώκονται λόγω του φρονήματος και των συντροφικών τους σχέσεων. Κατά την άποψή του, και οι δύο κατηγορίες ενώνονται στον αγώνα ενάντια στο σάπιο καπιταλιστικό σύστημα. Τον Σ. Νικητόπουλο των γνώρισε το Δεκέμβρη του 2008, στη διάρκεια των κινητοποιήσεων ενάντια στη δολοφονική απόπειρα κατά της Κωνσταντίνας Κούνεβα. Ηταν από τους νέους αγωνιστές σ’ αυτό το κίνημα και χαρακτηριζόταν από ήθος και αγωνιστικότητα. Κατέθεσε ακόμη ότι γνωρίζει από παλιά τον Νίκο Μαζιώτη, ο οποίος διακρίνεται για το ήθος και την αγωνιστική του συνέπεια. Είχε καταθέσει ως μάρτυράς του στην παλιά δίκη, γιατί ο Μαζιώτης είχε υπερασπιστεί το δικαίωμα στη ζωή των κατοίκων της Ολυμπιάδας, ζήτημα που είναι επίκαιρο και σήμερα καθώς ξαναγίνονται αγώνες ενάντια στην εγκατάσταση μεταλλουργίας χρυσού. Κλείνοντας, αναφέρθηκε στην ανυπαρξία στοιχείων, την οποία η Αντιτρομοκρατική προσπάθησε να αντικαταστήσει με τη δημιουργία εντυπώσεων. Ο καθένας θα μπορούσε να βρεθεί με συντρόφους και φίλους του στο αναψυκτήριο της Καισαριανής, ενώ πάρα πολλοί έχουν αντιασφυξιογόνες μάσκες στο σπίτι τους, για ν’ αντιμετωπίσουν τον χημικό πόλεμο της αστυνομίας στις διαδηλώσεις.
Ο Σ.Μ. δήλωσε ότι γνωρίζει τον Σαράντο από τα μαθητικά τους χρόνια ως άνθρωπο με ξεχωριστό ήθος. Οταν έμαθε από την τηλεόραση για τη σύλληψή του, είπε «αποκλείεται να ισχύει». Αυτή η πρώτη αντίδραση έγινε βεβαιότητα, όταν ο Σαράντος τοποθετήθηκε για τις κατηγορίες με επιστολή που έστειλε από τη φυλακή. Αν ο Σαράντας είχε κάνει μια δήλωση καταδίκης της οργάνωσης και δεν αντιδρούσε στη λήψη DNA, δε θα ήταν εδώ, εκτίμησε, συμπληρώνοντας πως και ο ίδιος, μολονότι δεν συμμετέχει στο χώρο, το ίδιο θα έκανε αν βρισκόταν στη θέση του Σαράντου.
Ο δημοσιογράφος Ι.Γ. κατέθεσε ότι γνώρισε τον Σαράντο το 2003, όταν έκανε ρεπορτάζ σε συνελεύσεις για τις κινητοποιήσεις ενάντια στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ στη Θεσσαλονίκη. Ανήκει, είπε, στην ενεργή νεολαία που αγωνίζεται και ρισκάρει βάζοντας μπροστά τα όνειρά της. Πρόκειται για απόλυτα ηθικό στοιχείο. Αναφέρθηκε στα εμφανιζόμενα σαν στοιχεία, σημειώνοντας ότι στο σπίτι ενός δημοσιογράφου μπορεί να βρει κανείς περισσότερα. Τέλος, θύμισε στους δικαστές την υπόθεση του γερμανολιβανέζου Αλ Μάσρι, ο οποίος επί 8 χρόνια περιφερόταν από φυλακή σε φυλακή κατηγορούμενος για «τρομοκρατία», μέχρι να αθωωθεί τελικά. Εκείνο που έχει σημασία είναι πως επίσημα έχει γίνει αποδεκτό πλέον, πως η γερμανική κυβέρνηση γνώριζε από την πρώτη στιγμή πως ο άνθρωπος αυτός δεν είχε καμιά σχέση με τις κατηγορίες, δεν έκανε τίποτα, όμως, για να μην τα χαλάσει με τους Αμερικανούς.
Ο Α.Σ. εργάζεται επί 23-24 χρόνια στον ελδοτικό οίκο της οικογένειας Νικητόπουλου, στον οποίο εργαζόταν και ο Σαράντος, τον οποίο γνωρίζει από τότε που ήτα 12 ετών. Γνωρίζει τις πολιτικές του ιδέες και ως χαρακτήρα τον περιέγραψε ως πολύ ήπιο, χαμηλών τόνων, με αξίες και αισθήματα κατά της κοινωνικής αδικίας, ως άνθρωπο που εκπέμπει θετική ενέργεια.
Με μια ήρεμη, χωρίς κορόνες και εξάρσεις, αλλά απολύτως συγκροτημένη κατάθεση, η μητέρα του Σ. Νικητόπουλου, Λένα, αναφέρθηκε στον καφκικό εφιάλτη που βιώνει η οικογένειά τους, ξεκαθαρίζοντας από την αρχή ότι σ’ αυτή την αίθουσα διεξάγονται στην πραγματικότητα δυο δίκες. Μπορεί να είναι κοινό το κατηγορητήριο, δεν είναι όμως ενιαίες οι επιλογές των κατηγορούμενων. Τον Σαράντο αυτό το κατηγορητήριο δεν τον αφορά. Στη συνέχεια, περιέγραψε αναλυτικά όσα βίωσε η ίδια εκείνη την αποφράδα, όπως τη χαρακτήρισε, μέρα, του Σαββάτου 2.4.2010. Αυτό που επί σχεδόν ένα 24ωρο γινόταν στο σπίτι τους θα ήταν ιλαρό, αν δεν ήταν τραγικό για τον Σαράντο. Δεκάδες ασφαλίτες να ψάχνουν μπας και βρουν κάποιο στοιχείο και ο επικεφαλής τους να τηλεφωνεί διαρκώς, στον Παπαθανασάκη ίσως, και να λέει «τίποτα, τίποτα». Επρεπε σώνει και καλά να βρουν κάτι. Και βρήκαν φωτογραφία του αδερφού της να κάνει στα νιάτα του σκοποβολή με νεροπίστολο, βρήκαν μια αποκριάτικη περούκα, ενώ δεν παρέλειψαν να πάρουν από το δικό της δωμάτιο άφθονο έντυπο πολιτικό υλικό από τη συμμετοχή της στις Κινήσεις Αλληλεγγύης στους Πολιτικούς Κρατούμενους και να το χρεώσουν στον Σαράντο. Ηθελαν πάση θυσία κάτι που να μπορεί όχι να συνδέσει τον Σαράντο με την κατηγορία, αλλά να συνδράμει στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας που να υπονοεί εμπλοκή του. Δεκατρείς μέρες αργότερα έκαναν έρευνα και σ’ ένα μικρό διαμέρισμα της Μπενάκη, όπου η ίδια διατηρούσε την πλούσια βιβλιοθήκη του πρόωρα χαμένου αδερφού της. Εκεί βρήκαν και το περιβόητο φύλλο του «Ποντικιού», από εκεί πήραν και τις γόπες από τα τσιγάρα που καπνίζουν η ίδια και ο Σαράντος (διαφορετικές μάρκες).
Δεν υπήρξε κανένα εύρημα που να συνδέει τον Σαράντο με το κατηγορητήριο, όμως η ανακρίτρια έδειξε ευεπίφορη στις πιέσεις των διάφορων τηλεοπτικών ρουφιάνων που λειτουργούσαν ως βραχίονας της κρατικής καταστολής. Ο Σαράντος δεν υπήρξε ευεπίφορος στος πιέσεις. Αρκούσε μια δήλωσή του καταδίκης για να μην βρίσκεται εδώ. Αρνήθηκε, βάσει του αξιακού του κώδικα που έχει πολύ ψηλά τις λέξεις αξιοπρέπεια και αλληλεγγύη. Δεν την έκανε και εγώ σαν μάνα είμαι περήφανη, τόνισε η Λ. Νικητοπούλου, εκφράζοντας στο τέλος την ελπίδα ή την προσδοκία ότι ο Σαράντος απ’ αυτή την αίθουσα θα φύγει ελεύθερος.
Ο εισαγγελέας ζήτησε να ξαναδιευκρινιστεί το θέμα της κάρτας της συνηγόρου Αννυς Παπαρρούσου, που είχε πάνω του ο Σαράντος. Δεν την κουβαλούσε μαζί του φοβούμενος ότι θα συλληφθεί και αυτός, αλλά του την έδωσε η συνήγορος που κλήθηκε και ήταν παρούσα σε ένα μεγάλο μέρος της έρευνας. Ρώτησε, ακόμη, για την –επίσης γνωστή– γνωριμία του Σαράντου με τον Λάμπρο Φούντα, στο σπίτι του οποίου βρέθηκε αποτύπωμά του. Γνωρίζονταν από το 1995, απάντησε η Λ. Νικητοπούλου. Και εμείς το ξέραμε το παιδί. Είχαν και φιλική και συντροφική σχέση, όχι με την έννοια που πληροφορηθήκαμε μετά το θάνατό του και μετά την ανάληψη ευθύνης από τα μέλη του ΕΑ. Τέλος, ο εισαγγελέας ξαναρώτησε –σαν να απολογούνταν για τη γκάφα του προ ημερών– για την αφιέρωση του Δ. Κουφοντίνα σε βιβλίο που είχε μεταφράσει. Ηταν αφιέρωση στη Λένα και όχι στον Σαράντο, μολονότι –όπως δήλωσε η μάρτυρας– θα μπορούσε να είχε γίνει και στον Σαράντο, ο οποίος επίσης δραστηριοποιούνταν στο κίνημα αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους.
Η δίκη θα συνεχιστεί την Πέμπτη, 3 Γενάρη 2013.