Μια συνεδρίαση γεμάτη ένταση η σημερινή, αποκάλυψε ότι η δίκη βρίσκεται σ’ ένα κομβικό σημείο.
Με την έναρξή της, η έδρα διάβασε μια σειρά έγγραφα αλληλογραφίας μεταξύ των ελληνικών, των ελβετικών και των γερμανικών αρχών, σε μια προσπάθεια να αποδείξει πως όσες καταθέσεις των Ντε Μαρσέλους είχε διαβάσει στην προηγούμενη συνεδρίαση προήλθαν από διαδικασίες δικαστικής συνδρομής. Ανάμεσά τους, όμως, υπήρχαν και έγγραφα που αφορούσαν την απόπειρα κατά του σαουδάραβα πρέσβη, που έχει παραγραφεί. Στις διαμαρτυρίες που υπήρξαν, ο εισαγγελέας προσπάθησε να απαντήσει με το γνωστό επιχείρημα ότι για την ανακάλυψη της αλήθειας πρέπει να εξεταστούν τα πάντα. Και πάνω στην επιχειρηματολογία του, ανέφερε –δήθεν τυχαία– και το περιβόητο έγγραφο από τα λεγόμενα αρχεία Στάζι, που αποδίδεται στον Βάινριχ και γράφει NAME OF ANDREW TSIGARIDAS. Είναι –είπε– γνήσιο έγγραφο, διότι έχι γίνει γραφολογική πραγματογνωμοσύνη και αποδίδεται στον Βάινριχ.
Ο Χρ. Τσιγαρίδας απάντησε στην εισαγγελική πρόκληση με τον τρόπο που έχει απαντήσει και παλιότερα. Εχετε –είπε– ένα παλιόχαρτο σε φωτοτυπία και εγώ έγω καθήσει και έχω φτιάξει με το Photoshop ένα ίδιο ακριβώς, παίρνοντας ένα-ένα τα γράμματα από ένα έγγραφο που πράγματι είναι του Βάινριχ. Και στο δικό μου κατασκεύασμα να κάνετε γραφολογική, το ίδιο θα πει. Στο διάλογο που ακολούθησε ο εισαγγελέας έκανε πως δεν καταλάβαινε και τουλάχιστον δυο φορές υπήρξε αγενέστατος, γεγονός που σχολίασε αργότερα ο Τσιγαρίδας, αναγκάζοντας τον εισαγγελέα να ζητήσει εμμέσως συγνώμη.
Ακολούθησε ο σχολιασμός των καταθέσεων Ντε Μαρσέλους.
Η Μ. Δαλιάνη είπε πως όλα αυτά τα έγγραφα νομικά δεν έχουν καμιά αξία και διαβάστηκαν μόνο για ένα λόγο: για να ανοίξει ο δρόμος να μπουν από την πίσω πόρτα τα έγγραφα της Στάζι. Φανερά ενοχλημένη η πρόεδρος, έφτασε στο σημείο να ρωτήσει αν η συνήγορος ξέρει καλύτερα νομικά από τους δικαστές (!), για να εισπράξει την πληρωμένη απάντηση, ότι ο καθένας ξέρει αυτά που ξέρει και εκθέτει τα νομικά του επιχειρήματα.
Ο Δ. Τσοβόλας, αφού επιχειρηματολόγησε και πάλι νομικά πάνω στους λόγους για τους οποίους δεν έπρεπε να γίνει η ανάγνωση αυτών των καταθέσεων, κατέληξε ότι οι νομικοί κανόνες αγνοήθηκαν προκειμένου να δημιουργηθεί μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Ο Μ. Καλογήρου παρατήρησε ότι η ανάγνωση ειδικά αυτή τη χρονική στιγμή δεν είναι τυχαία. Καταβάλλεται προσπάθεια να ξαναγραφεί μια απόφαση σε βάρος του Κ. Αγαπίου και στρώνεται το έδαφος για τη συγγραφή ενός νέου μυθιστορήματος για την «τρομοκρατία». Παρατήρησε, δε, πως με την απόφασή τους να αναγνώσουν καταθέσεις ανθρώπων γνωστής διαμονής στο εξωτερικό, οι οποίοι δεν αδυνατούσαν αλλά αρνήθηκαν να έρθουν να καταθέσουν, δημιουργείται νέα νομολογία, η οποία ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί σε υποθέσεις όπως το σκάνδαλο Siermens. Η Ε. Κουβέλη μίλησε για διαστροφή δικαστικού συλλογισμού, παρατήρησε που ξεσήκωσε την οργή της προέδρου, η οποία ζητούσε από τη συνήγορο να ανακαλέσει, πράγμα που δεν έγινε, και μετά να γραφεί η παρατήρησή της στα πρακτικά!
Ιδιαίτερα οξύς ο Χρ. Τσιγαρίδας, αφού θύμισε ότι στην Ελλάδα οι εισαγγελείς υποτίθεται πως διερευνούν την αλήθεια, ενώ στις ΗΠΑ έχουν το ρόλο της πολιτικής αγωγής και γι’ αυτό κάθονται στην ίδια θέση με τους συνηγόρους, αφού παρατήρησε πως η έως τώρα συμπεριφορά των εισαγγελέων είναι συμπεριφορά πολιτικής αγωγής και ότι ψάχνουν ένα καλούπι για καταδικαστική πρόταση, αδιαφορώντας για κάθε υπερασπιστικό επιχείρημα που ακούγεται, τους κάλεσε να κατέβουν από την έδρα και να καθήσουν στα έδρανα της πολιτικής αγωγής. Η πρώτη, καταδικαστική απόφαση –είπε– είχε τρία βάθρα. Την Κυριακίδου, το Ζήση με τη Στάζι και τους Ντε Μαρσέλους. Στη δεύτερη δίκη και σ’ αυτή εδώ η Κυριακίδου ξεμπροστιάστηκε εντελώς, αποδείχτηκε ψευδομάρτυρας. Ο Ζήσης εξαφανίστηκε, όπως κάνει πάντοτε. Εμφανίζεται για λίγο στις μεγάλες δίκες και μετά εξαφανίζεται. Σας έμειναν μόνο οι Ντε Μαρσέλους, μέσω των οποίων ανοίγετε το δρόμο για τη Στάζι.
Η Ειρ. Αθανασάκη είπε πως θέλουν να ξαναδικάσουν τον Αγαπίου νεκρό και παρέδωσε έναν κατάλογο με 50 ονόματα κατοίκων της Αττικής που έχουν το απώνυμο Αγαπίου! Ο Κανάς αναφέρθηκε και πάλι στη σε βάρος του σκευωρία και στην προσπάθεια πάση θυσία καταδίκης του, την οποία συνέδεσε και με την εκτέλεση του αστυνομικού φρουρού της Κυριακίδου.
Στη συνέχεια, ο Κανάς υπέβαλε αίτημα να κληθούν να καταθέσουν ο Ζήσης και οι Παπαθεμελής, Χρυσοχοΐδης και Σύρος. Ο Τσοβόλας πρότεινε να κληθούν και οι Κάρλος και Βάινριχ, εφόσον και αυτών έχουν παρθεί καταθέσεις με δικαστική συνδρομή.
Ο τακτικός εισαγγελέας, αφού είπε πως δεν είναι εύκολο στους αστυνομικούς να βρουν τον Ζήση (!), πρότεινε να απορριφθεί το αίτημα κλήτευσης των Κάρλος-Βάινριχ, ενώ για τους Παπαθεμελή-Χρυσοχοΐδη-Σύρο είπε πως αν προκύψει ανάγκη από τη διαδικασία να εξεταστεί τότε το αίτημα. Ο αναπληρωτής εισαγγελέας, αφού έκανε μια μακροσκελή ανάλυση, κατέληξε σε κάτι που αν το ξανασκεφτεί ίσως να μετανιώσει που το είπε. Αν όλοι αυτοί –είπε– που λένε ότι έχουν στοιχεία, πράγματι είχαν, θα τα είχαν προσκομίσει. Εφόσον δεν το έκαναν, σημαίνει πως δεν έχουν.
Μετά το διάλειμμα για ν’ αποφασίσει το δικαστήριο, ο Κανάς έδωσε στην πρόεδρο το κινητό του, λέγοντάς της ότι είναι ο Ζήσης και μπορεί να του μιλήσει! Η πρόεδρος έγινε έξω φρενών και αρνήθηκε κάθε επικοινωνία. Το δικαστήριο έκανε δεκτή την πρόταση των εισαγγελέων: να κλητευθεί με βίαιη προσαγωγή ο Ζήσης, να μη κλητευθούν οι Κάρλος-Βάινριχ και αν προκύψει ανάγκη να εξεταστεί τότε το αίτημα για Παπαθεμελή-Χρυσοχοΐδη-Σύρο.
Ετσι, η δίκη διακόπηκε για την Τρίτη 30 Ιούνη, με μάρτυρα τον Ζήση, αν έρθει φυσικά.