Ντόμπρος, μπεσαλής, ιδιαίτερα κοινωνικός, πολιτικοποιημένος, ψυχούλα, ειλικρινής, έντιμος, σκληρά εργαζόμενος. Χαρακτηρισμοί των συναδέλφων του για τον Θωμά Σερίφη. Των συναδέλφων του στην ΕΘΕΛ, που δεν δίστασαν να έρθουν να τον υπερασπιστούν και να καταθέσουν την αλήθεια τους για έναν άνθρωπο με τον οποίο μοιράστηκαν μερικά χρόνια τη σκληρή δουλειά του οδηγού στις αστικές συγκοινωνίες.
Εκείνο που κατέθεσαν όλοι είναι ότι ο Θωμάς πάντοτε έκανε και δεύτερη δουλειά για να τα βγάλει πέρα και ότι η ζωή του ήταν λιτή, όπως και όλων των εργαζόμενων του κύκλου του. Γνώριζαν ότι εργάζεται σε ταβέρνες στα ρεπό του και όποτε μπορούσε τα Σαββατοκύριακα. Το κατέθεσε και ο μάρτυρας Λ. Κασιώνης, ιδιοκτήτης ταβέρνας: «Και μετά που έπιασε δουλειά στα λεωφορεία, ερχόταν και μας βοηθούσε όποτε είχε ρεπό». Καταθέσεις καθοριστικές όχι μόνο για τον Θωμά, αλλά και για άλλους κατηγορούμενους, που φέρονται να συμμετέχουν στη 17Ν για να παίρνουν χρήματα.
Δεν είχαν επίσης καμιά αμφιβολία, ότι τα όσα ο ίδιος έχει πει για τη συμμετοχή του στη 17Ν και την αποχώρησή του από την οργάνωση είναι η αλήθεια. Είχε την παλικαριά να αναλάβει την ευθύνη της συμμετοχής του, ήταν πάντα έντιμος άνθρωπος και αναλάμβανε τις ευθύνες του. Και το κυριότερο: ανέλαβε έντιμα και αντρίκεια την ευθύνη για τη συμμετοχή του σε πράξη που δεν είχε κατηγορηθεί. Γιατί λοιπόν να πει ψέματα για τη διάρκεια της συμμετοχής του στην οργάνωση;
Ουδείς από τους μάρτυρες απαξίωσε την οργάνωση. Τα κίνητρα ανθρώπων σαν τον Θωμά, που συμμετείχαν σ’ αυτή, ήταν αγνά ιδεολογικά κίνητρα. Πάλευαν για ν’ αλλάξουν την κοινωνία. Η εισαγγελέας επέμεινε να μάθει από τους μάρτυρες αν είχαν ακούσει ποτέ τον Θωμά να εκφράζει άποψη για κάποια ενέργεια της 17Ν. Οι άνθρωποι, βέβαια, δεν θυμούνταν κάτι σχετικό, όμως «πληρωμένη» απάντηση της έδωσε ο Ι. Κιούσης, προϊστάμενος κίνησης στην ΕΘΕΛ και συνδικαλιστής: «Τον Θωμά δεν τον θυμάμαι, αλλά θυμάμαι άλλους συναδέλφους που έλεγαν, ειδικά για τον Σόντερς, “καλά του έκαναν”». Οσο για τον ισχυρισμό του Θωμά ότι έμεινε στην οργάνωση δυο χρόνια, ο ίδιος μάρτυρας ήταν κατηγορηματικότατος: «Θεωρώ πολύ σημαντική αυτή τη δήλωση. Δείχνει μια έντιμη αυτοκριτική στάση. Ετσι την εκτίμησαν και όλοι οι πολιτικοποιημένοι εργαζόμενοι στην ΕΘΕΛ. Εκτίμησαν την ανάληψη των ευθυνών του και το γεγονός ότι αποχώρησε δείχνει ότι έχει κάνει την αυτοκριτική του».
Ιδια η εικόνα και από φίλους και συγχωριανούς. Αναφορές για την καλοσύνη, τη ντομπροσύνη, την εντιμότητα του Θωμά. Για «μίγμα ευφυΐας και ευαισθησίας» μίλησε ο συγγενής και στενός φίλος του Κ. Σερίφης. Οσο για την οικονομική του κατάσταση, ίδια μ’ αυτή κάθε εργάτη: φτώχεια και αγώνας για την επιβίωση.
Μετά τους εννέα μάρτυρες υπεράσπισης του Θ. Σερίφη, συνεχίστηκαν οι καταθέσεις μαρτύρων υπεράσπισης του Χρ. Ξηρού.
Ο Δ. Καρακώστας αναφέρθηκε στη γνωριμία του με τον Χρ. Ξηρό στο πλαίσιο του ΚΚΕμ-λ, του οποίου ο μάρτυρας υπήρξε στέλεχος. Το ΚΚΕμ-λ –είπε- συμμετείχε στον πολιτικό διάλογο που πάντοτε αναπτυσσόταν μετά από κάθε ενέργεια της 17Ν και την κυκλοφορία των προκηρύξεών της. Είχε πάντοτε κριτική στάση έναντι αυτής της οργάνωσης και ουδέποτε ο Χριστόδουλος εξέφρασε διαφορετική άποψη απ’ αυτή του ΚΚΕμ-λ. Γι’ αυτό και εκτιμώ ότι δεν μπορεί να υπήρξε μέλος της 17Ν. Οσο για τη φερόμενη ως απολογία του Χριστόδουλου, ο μάρτυρας δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι «υπήρξε προϊόν βίας». Το ίδιο το περιεχόμενό της, η γλώσσα, οι διατυπώσεις, δεν του αφήνουν αμφιβολία ότι πρόκειται για κείμενο που η Αστυνομία ετοίμασε και ο κατηγορούμενος εξαναγκάστηκε να υπογράψει. Η τοποθέτηση –φυσικά- δεν άρεσε καθόλου στην εισαγγελέα, η οποία επί ένα τέταρτο περίπου ταλαιπώρησε τον μάρτυρα (και τη νοημοσύνη μας), προσπαθώντας να αποδείξει, ότι μπορεί ο Χριστόδουλος να ανήκε ταυτόχρονα και στο ΚΚΕμ-λ και στη 17Ν (!) και οι σύντροφοί του στην πρώτη οργάνωση να μη το είχαν πάρει χαμπάρι!!! Και πού εδραζόταν η αμφισβήτηση του μάρτυρα; Στο ότι αυτός δεν γνώριζε ότι ο Χριστόδουλος κάποια στιγμή άνοιξε εργαστήριο οργανοποιίας στην Αθήνα! Λες και η πολιτική σχέση κάποιων ανθρώπων προϋποθέτει ότι ο ένας γνωρίζει κάθε πτυχή της προσωπικής ζωής του άλλου. Εν πάση περιπτώσει, όλα αυτά διευκρινίστηκαν με τις ερωτήσεις του Γ. Γκουντούνα. Τι διευκρινίστηκαν; Τα αυτονόητα, αυτά που γνωρίζει όποιος έχει και την ελάχιστη επαφή με την πολιτική. Για παράδειγμα, ότι δε μπορεί να είναι κάποιος στέλεχος παράνομου μηχανισμού και την ίδια στιγμή να εκτίθεται στις διωκτικές αρχές με προκλητικό τρόπο. ‘Η ότι δε μπορεί να είναι επαγγελματικό στέλεχος μιας οργάνωσης και ταυτόχρονα να δουλεύει σαν το σκυλί για να ζήσει.
Ο Δ. Καρακώστας κατέθεσε, επίσης, για την πολύχρονη γνωριμία του με τον Γιάννη Σερίφη και τον συνεχή διωγμό του τελευταίου από τις αστυνομικές αρχές. Αποκορύφωμα αυτού του διωγμού θεωρεί την εμπλοκή του Γ. Σερίφη στις υποθέσεις 17Ν και ΕΛΑ.
Κατέθεσαν ακόμη ο Δ. Φωτιάδης, η Μ. Παίδου, ο Ι. Ξενίας, η Ε. Κουντούπη (ιδιοκτήτρια της πολύ γνωστής ταβέρνας «Αυλή» στα Εξάρχεια) ο Ι. Καρναβάς, ο Μ. Κουντούπης, που αναφέρθηκαν στη ζωή του Χριστόδουλου στην Ικαρία αλλά και στην Αθήνα. Μίλησαν για την κοινωνικότητά του, για το πνεύμα αλτρουϊσμού και αλληλεγγύης που τον διέκρινε, για το γλεντζέδικο χαρακτήρα του, για το χιούμορ του («όσο άγριος φαίνεται τόσο καλός είναι», είπε χαρακτηριστικά η Μ. Παίδου), αλλά και για τη συμμετοχή του σε όλες τις κινητοποιήσεις στην Αθήνα πρώτα («όλη η Αστυνομία τον γνώριζε», κατέθεσε ο Μ. Κουντούπης) και στην Ικαρία όταν μετακόμισε. Μίλησαν για τη σκληρή δουλειά που έκανε (μαραγκός, οργανοποιός, αλλά και στις οικοδομές όταν χρειαζόταν), αλλά και για τις πολιτικές του πεποιθήσεις: «Ολοι ξέραμε ότι ήταν στην άκρα Αριστερά, ήταν μαοϊκός». Και άλλοι μάρτυρες (Δ. Φωτιάδης, Μ. Κουντούπης) κατέθεσαν ότι το δεκαπενταύγουστο του ’88 ο Χριστόδουλος ήταν στην Ακαμάτρα (και όχι στην εισβολή κομμάντο της 17Ν στο ΑΤ Βύρωνα. Το θυμούνταν, λόγω και της παρουσίας του αδερφού του Δημήτρη, που εκείνη τη χρονιά ήταν φαντάρος στην Ικαρία και τον είχαν πάρει να βοηθήσει στο μαγείρεμα.
Ο Μ. Κουντούπης, που έζησε χρόνια με τον Χριστόδουλο στο ίδιο σπίτι, κατέθεσε και ένα άλλο χαρακτηριστικό γεγονός. Τη βραδιά της εκτέλεσης του Μομφεράτου, ΟΝΝΕΔίτες πήγαν να λιντσάρουν έναν Ικαριώτη. Γλίτωσε επειδή χώθηκε ανάμεσα στα ΜΑΤ και στη συνέχεια τον πολιόρκησαν στο ΑΤ στη Σωκράτους. Τους μεν ΟΝΝΕΔίτες συμμάζεψε ο τότε πρόεδρός τους Ε. Μεϊμαράκης, τον δε συμπατριώτη τους συνόδευσαν κατά την αποχώρησή του καμιά δεκαριά Ικαριώτες, ανάμεσα στους οποίους και ο Χριστόδουλος. Το γεγονός επιβεβαίωσε ο ίδιος ο παθών, ο Λεων. Πηλούδης (ιδιοκτήτης οινοποιείου στην Ικαρία), που ακολούθησε. Περιέγραψε την περιπέτειά του, που ξεκίνησε από έναν καυγά με αφιονισμένους ΟΝΝΕΔίτες. Διαβεβαίωσε το δικαστήριο όχι μόνο ότι ο Χριστόδουλος ήταν παρών, αλλά ότι έπαιζε τάβλι μαζί του, από τις 5 το απόγευμα περίπου, και αυτό μπορούν να το βεβαιώσουν καμιά εικοσαριά άτομα που ήταν στο καφενείο των Ικαριωτών. Ανέφερε μια ολόκληρη σειρά από ονόματα και πρότεινε στο δικαστήριο να τους καλέσει να το επιβεβαιώσουν.
Εννοείται πως και αυτή η μαρτυρία αμφισβητήθηκε (από τον πρόεδρο τυπικά, από την εισαγγελέα με το γνωστό φανατισμό). Ξέρετε γιατί; Γιατί ο μάρτυρας δεν είχε αναφερθεί στο γεγονός πρωτοδίκως. Ο άνθρωπος, βέβαια, εξήγησε αναλυτικά ότι τότε δεν είχε δώσει σημασία στο γεγονός, ούτε είχε μιλήσει με τους συνηγόρους του Χριστόδουλου πριν έρθει να καταθέσει. Για την εισαγγελέα, όμως, ο μάρτυρας καταθέτει ψέματα: «Βρήκαμε τις εφημερίδες, είδαμε ότι είχε γίνει διαδήλωση, ας βάλουμε κι ένα μάρτυρα να πει ότι έπαιζε ταβλάκι με το Χριστόδουλο»! Ο μάρτυρας αντιπαρήλθε την προσβολή και με ήρεμο τόνο επικαλέστηκε τους 20-25 ανθρώπους που ήταν παρόντες και που εκτιμά ότι κανένας δεν θα αρνηθεί να επιβεβαιώσει το γεγονός. Αλήθεια, γιατί δεν τους καλεί η εισαγγελέας, όπως έχει δικιαίωμα; Μήπως επειδή φοβάται ότι όλοι θα επιβεβαιώσουν το γεγονός, ενώ χωρίς αυτούς μπορεί να αμφισβητεί τη μαρτυρία του κ. Πηλούδη δημιουργώντας εντυπώσεις; Τόσο πολύ την ενδιαφέρει η αλήθεια! Ο Λ. Πηλούδης ανέφερε ακόμα ότι ο Χριστόδουλος ήταν ανάμεσα σε κείνους που πήγαν και τον πήραν το βράδυ από το ΑΤ Κολωνακίου, όπου τον είχαν μεταφέρει κρυφά οι αστυνομικοί, γιατί το ΑΤ Σωκράτους είχε περικυκλωθεί από τους ΟΝΝΕΔίτες. Επίσης, ο κ. Πηλούδης υπήρξε σαφής: Αν ο Χριστόδουλος έλειπε μια χρονιά από το πανηγύρι, θα λέγαμε: «Τη χρονιά που έλειπε ο Χριστόδουλος». Τόσο πολύ ταυτισμένος ήταν με το πανηγύρι. Η απουσία του δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει απαρατήρητη. Οσο για την παρουσία του Χριστόδουλου στην Αθήνα, ήταν τόσο γνωστή που ο μάρτυρας τον χαρακτήρισε «καμμένο», ακατάλληλο δηλαδή για παράνομη δουλειά.
Λεπτομέρεια: Οπως κατέθεσε ο μάρτυρας, ήταν μέλος του ΚΚΕες. (στη συνέχεια της ΕΑΡ και σήμερα του ΣΥΝ). Ανήκα πάντοτε στη νόμιμη, τη δημοκρατική Αριστερά είπε. Επί χούντας συνελήφθη και έβγαλε πέντε χρόνια φυλακή. Κάτι λέει κι αυτό, δε νομίζετε; Λέτε ένα μέλος του ΣΥΝ, που δεν κρύβει τις απόψεις του, να επιστρατεύτηκε ως ψευδομάρτυρας για να προσφέρει άλλοθι σ’ έναν κατηγορούμενο ως μέλος της 17Ν; (Το ερώτημα απευθύνεται σε μη εμπαθείς ανθρώπους μόνο και σε όχι σε όσους πρέπει πάση θυσία να επιβεβαιώσουν το κατηγορητήριο).