Ο Γιάννης Ιωαννίδης άνοιξε τον κύκλο των αγορεύσεων της υπεράσπισης Γιάννη Σερίφη,σημειώνοντας ότι η περίπτωση του Γ. Σερίφη «συμπυκνώνει ορισμένες από τις πιο ενδιαφέρουσες, τις πιο κρίσιμες και τις πιο σημαντικές περιπτώσεις όπου το δίλημμα “ασφάλεια ή δικαιώματα” και η προσπάθεια από πλευράς κράτους να προαχθεί το υποτιθέμενο αγαθό της ασφάλειας, έχει δημιουργήσει συνθήκες μοναδικές για την περίπτωση του Γιάννη Σερίφη». Συνέκρινε δε το κατηγορητήριο κατά Σερίφη με το κατηγορητήριο κατά του Σωκράτη,ανακαλύπτοντας «εκπληκτικές ομοιότητες». Όπως ο Σωκράτης –είπε- σύρθηκε καικαταδικάστηκε σε μια δίκη που αποδείχτηκε μια από τις μεγαλύτερες δικαστικές πλάνες στην Ιστορία, έτσι και ο Σερίφης δεν κατηγορείται για καμιά πράξη, αλλά για συμμετοχή σε μια Οργάνωση, που πότε είναι η 17Ν, πότε ο ΕΛΑ και ξανά η 17Ν.
Τόσους μήνες διαδικασίας –συνέχισε ο Γ. Ιωαννίδης, τόσοι μάρτυρες, τόσα αναγνωστέα έγγραφα και για τον Γ. Σερίφη ουδέν. Καμιά αναφορά, ούτε μια λέξη. Κάποια στιγμή σκεφτήκαμε να παραιτηθούμε από τους μάρτυρες υπεράσπισης. Αν η δίκη δεν είναι μόνο μια εκτίμηση της προδικασίας, εάν η δίκη δε σταμάτησε με τις προανακριτικές απολογίες του 2002, ακούσατε μια επιβαρυντική έστω λέξη για τον Γ. Σερίφη; Η εισαγγελική πρόταση πάσχε σε δικονομικό επίπεδο αντιβαίνοντας στο άρθρο 6 παρ. 3δ της ΕΣΔΑ, διότι αξιοποιεί καταθέσεις προδικαστικές συγκατηγορούμενων που δεν εμφανίστηκαν ή αρνήθηκαν να απαντήσουν. Ερχεται επίσης σε αντίθεση με το άρθρο 211Α του ΚΠΔ.
Ο συνήγορος διάβασε τα βασικά σημεία της πρωτόδικης αθωωτικής για τον Γ. Σερίφη απόφασης και έθεσε το ερώτημα: τι απ’ αυτά είναι λάθος και ξαναπερνάει τις μέρες του στον Κορυδαλλό; Αναφέρθηκε ακόμα στις καταθέσεις δεκάδων μαρτύρων υπεράσπισης (έκανε μνεία στους βουλευτές Ιωαννίδη και Καμμένο και στον δημοσιογράφο Βότση), που κατέδειξαν ότι «το πολιτικό υπόβαθρο του Γιάννη Σερίφη δε συμβαδίζει με τη δραστηριότητα που επέδειξε η 17Ν στην 27χρονη πορεία της». Επίσης, τόνισε το σημείο εκείνο της πρωτοβάθμιας απόφασης που αναφέρει: «Η αντίθεση των ιδεολογικοπολιτικών θέσεων του Γιάννη Σερίφη και ιδίως η στάση του έναντι του τρόπου δράσης των μελών της (Οργάνωσης) είναι ιδιαίτερα εμφανής σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “Eθνος” στην οποία χαρακτηρίζει ως ανιστόρητη τη δολοφονία Μπακογιάννη, δήλωση που αν πράγματι υπήρξε ιστορικό μέλος της Επαναστατικής Οργάνωσης 17Ν, τουλάχιστον θα είχε αποφύγει». Yπάρχει βέβαια και μια μειοψηφία, η οποία το μόνο που επικαλείται είναι το ομοχώριον και η συγγένεια, σκεπτικόπου δεν τιμά τη Δικαιοσύνη! Προέκυψε τίποτα καινούργιο στη δεύτερη δίκη; Τίποτα απολύτως.
Στη συνέχεια, ο Γ. Ιωαννίδης ασχολήθηκε αναλυτικά με τις νομικές πτυχές της αξιοποίησης καταθέσεων
συγκατηγορούμενων, αναφερόμενος στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «τα μόνα στοιχεία που υπάρχουν για την κατηγορία δεν είναι ικανά, δεν μπορούν να αξιοποιηθούν από το Δικαστήριό σας». Το ίδιο έκανε και για το 211Α ΚΠΔ, σημειώνοντας ότι οι δικαστές υποχρεούνται να είναι πιο αυστηροί στην τήρηση αυτής της αποδεικτικής απαγόρευσης, όταν προβλέπονται ευεργετήματα γι’ αυτόν που δίνει την επιβαρυντική κατάθεση.
Σε ένα μόνο θα διαφωνήσουμε με τον Γ. Ιωαννίδη. Χρησιμοποίησε ως υπερασπιστικό επιχείρημα αποσπάσματα από βιβλίο του Γιάγκου Ανδρεάδη, σύμφωνα με τα οποία οι αγωνιστές της αντιδικτατορικής αντίστασης,ακόμακαι των ένοπλων μορφών της, δεν θα μπορούσαν να συμμετέχουν σε οργανώσεις σαν τη 17Ν και τον ΕΛΑ. Σημείωσε δε ο συνήγορος, ότι ο Ανδρεάδης ήταν στην οργάνωση «20 Οκτώβρη», όπως και ο Σερίφης. Όμως, ηγετική μορφή της «20 Οκτώβρη» ήταν ο Χρήστος Κασίμης, ο οποίος δολοφονήθηκε στη διάρκεια επιχείρησης του ΕΛΑ, του οποίου επίσης ήταν ηγετική μορφή. Είναι τουλάχιστον προσβολή στη μνήμη τέτοιων αγωνιστών η υιοθέτηση τέτοιων έωλων επιχειρημάτων. Τα χρησιμοποιούν διάφοροι νεοαστοί διανοούμενοι (ο Ανδρεάδης δεν είναι ο μόνος), ας μη χρησιμοποιούνται και ως υπερασπιστικά επιχειρήματα ανθρώπων που δηλώνουν αντιεξουσιαστές.
Ακολούθησε η Ζωή Κωνσταντοπούλου που άρχισε λέγοντας ότι αν έδινε έναν τίτλο στην αγόρευσή της θα ήταν «μια αγόρευση που δεν θα έπρεπε να γίνει». Διότι «αποτελεί όνειδος για το δικαιϊκό μας σύστημα, για τον νομικό μας πολιτισμό, ένας άνθρωπος επί σαράντα χρόνια να στοχοποιείται, ο διωκτικός και ο δικαστικός μηχανισμός να ενεργοποιείται επιλεκτικά προς εξουθένωσή του, παραπέμποντάς τον ξανά και ξανά σε δίκες όχι για εγκλήματα, όχι για κατηγορίες, αλλά για τις ιδέες του, για τις αξίες που πρεσβεύει, για τον αγώνα του, για τη συμμετοχή του στα κοινωνικά κινήματα και για το γεγονός ότι όλα αυτά δεν τα εξαργύρωσε με έναν θώκο, με μία καρέκλα, με μία θέση».
Η συνήγορος σκιαγράφησε με θερμά λόγια το κοινωνικό πορτρέτο του Γ. Σερίφη, καθώς και τον πολύχρονο διωγμό του, πάντα χωρίς στοιχεία, πάντα με μια αθώωση στο τέλος, που έχει υποβάλει σε τεράστια ταλαιπωρία τον ίδιο και την οικογένειά του. Μίλησε για την τρομοϋστερία του καλοκαιριού του 2002, την εμπλοκή του Σερίφη σ’ αυτή και τη στάση του ίδιου, όπως εκδηλώθηκε με δηλώσεις και συνεντεύξεις. Για την προκλητική συμπεριφορά των εισαγγελέων που κάνουν προτάσεις και ύστερα τις παίρνουν πίσω με νέες προτάσεις. «Είναι ακραία και κυνική περιφρόνηση στο κράτος δικαίου αυτή η νέα παραπομπή του, διότι οι εισαγγελείς οι ίδιοι που την ζητούν είναι αυτοί που με αυτονόητο τρόπο και με δικανική σκέψη ζήτησαν την απαλλαγή του. Κι είναι ακραία και κυνική η περιφρόνηση διότι ουδέν νεότερο στοιχείο προέκυψε από την αγόρευση των εισαγγελέων μέχρι την έκδοση της απόφασης και μέχρι την έφεσή τους. Διότι βεβαίως οι δηλώσεις αμερικανών πολιτών, συγγενών θυμάτων, όπως ο Γουέλς, οι ανακοινώσεις του State Department, που προέκυψε ότι έγιναν στο μεσοδιάστημα από την έκδοση της απόφασης μέχρι την έφεση των εισαγγελέων, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να θεωρούνται νεότερα στοιχεία που δικαιολογούν και νομιμοποιούν τη νέα παραπομπή ενός ανθρώπου για να δικαστεί για κατηγορία για την οποία έχει αθωωθεί».
Η Ζ. Κωνσταντοπούλου υποστήριξε ότι το μαρτύριο που τραβάει ο Γ. Σερίφης από τα 67 μέχρι τα 69 του χρόνια συνιστά σκληρή και απάνθρωπη μεταχείριση, παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ. Χαρακτήρισε έλλειψη σεβασμού απέναντί του τη νέα παραπομπή αλλά και την εισαγγελική πρόταση σ’ αυτή τη δίκη. Οσο για την παραγραφή (εισαγγελική πρόταση) η συνήγορος ήταν απόλυτη: «Δεν υπάρχει τίποτε επί της ουσίας για να παραγραφεί. Δεν μπορεί πράγματα για τα οποία δεν κατηγορείται ο Γιάννης Σερίφης, πράγματα για τα οποία δεν μπορεί να αμυνθεί, διότι δεν αποτελούν στοιχείο της κατηγορίας και δεν του δίνεται η ευκαιρία να την αντικρούσει, να αποτελέσουν στοιχεία επιβαρυντικών και αυτοτελώς προσβλητικών κρίσεων εις βάρος του. Διότι είναι αυτοτελώς προσβλητικό για ένα άνθρωπο ο οποίος δεν κατηγορήθηκε γι’ αυτά, αλλά και ο οποίος απέδειξε την αθωότητά του, να λέγεται ότι “ήταν μέλος, ότι συμμετείχε μέχρι ενός σημείου αλλά παρεγράφησαν”. Αυτό αποτελεί ακραία και κατάφορη παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας κατ’ αρχήν οποιουδήποτε ανθρώπου, πόσο μάλλον αυτού του ανθρώπου, που το τεκμήριο αθωότητάς του πια το έχει ενισχύσει μέσα από επανειλημμένες και απανωτές αθωωτικές αποφάσεις. Πώς θα πείτε για ένα άνθρωπο που δεν τον δικάσατε για συγκεκριμένες κατηγορίες, ότι υπήρχε συμμετοχή αλλά υπάρχει παραγραφή;». Η συνήγορος έθεσε το δικαστήριο προ των ευθυνών του, θυμίζοντας ότι η αθώωση λόγω παραγραφής αφήνει τον Γ. Σερίφη στη διάθεση των Αμερικανών, που δεν αναγνωρίζουν παραγραφή και έχουν δείξει πώς ενεργούν, με τα Γκουαντανάμο, τις απαγωγές και τις μυστικές πτήσεις της CIA. «Μια περί παραγραφής παράνομη κρίση του Δικαστηρίου σας, είναι σαφές ότι θα ανοίξει την πόρτα μιας εφιαλτικής συνέχισης της περιπέτειας του Γιάννη Σερίφη και είναι επίσης σαφές ότι ζητείται με όλους τους τρόπους που σας περιέγραψα, από τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Με σκληρό τρόπο η συνήγορος αναφέρθηκε στην εισαγγελική πρόταση και ειδικά στην υιοθέτηση των όσων περιλαμβάνονται στην προανακριτική του Π. Σερίφη και στην προκλητική αποφυγή κάθε ερώτησης προς τον Π. Σερίφη για τις κραυγαλέες αντιφάσεις του. Αντιφάσεις που γίνονται ακόμη πιο κραυγαλέες υπό το φως του προανακριτικού υλικού της υπόθεσης Γουέλς,την οποία δεν εξέτασε το δικαστήριο καθώς έγινε σε παραγεγραμμένο χρόνο. Ενα μόνο θα πούμε: αν έχει στοιχειώδη ευθιξία, μετά από την ανάλυση που έκανε η Ζ. Κωνσταντοπούλου, η κ. Κουτζαμάνη οφείλει να δευτερολογήσει και να απαντήσει σημείο προς σημείο. Αν δεν το κάνει, τότε μας δίνει το δικαίωμα να της προσάψουμε σωρεία χαρακτηρισμών.
«Από την ενώπιόν σας παραπομπή του Γιάννη Σερίφη –είπε η συνήγορος- δοκιμάζεται το κράτος δικαίου, δοκιμάζεται ο νομικός μας πολιτισμός όπως έχει αποκρυσταλλωθεί από την εποχή του Διαφωτισμού μέχρι σήμερα. Η διαδικασία δίωξής του, είναι διαδικασία συνθλιπτική, διαδικασία εξουθένωσης. Και οι υπερατλαντικές πιέσεις είναι δεδομένες. Από το δικαστήριό σας δε ζητούμε παρά το αυτονόητο: Να εφαρμόσετε το Σύνταγμα, το νόμο και τις Διεθνείς Συμβάσεις. Να σεβαστείτε αυτό τον άνθρωπο. Υπάρχουν δικαστήρια που ανθίστανται και δικαστήρια που διεκπεραιώνουν. Τα πρώτα δικαιολογούν την ύπαρξή τους και το ρόλο τους, τα δεύτερα δικαιολογούν τα αδικαιολόγητα. Ακόμη και στις ΗΠΑ, τα δικαστήρια και οι ανώτατοι δικαστές έχουν αποδείξει ότι ανθίστανται».
«Ελπίζω να είναι η τελευταία φορά που αγορεύω για τον κ. Σερίφη», ήταν τα πρώτα λόγια του Σπύρου Φυτράκη, που έκλεισε τον κύκλο. Η πρωτόδικη απόφαση –είπε- όσον αφορά τον Σερίφη είναι «πλήρως αιτιολογημένη, έχει σωστές, πραγματικές σκέψεις και νομικά αιτιολογημένη». Αναφέρθηκε στα «τρελά και παράλογα» των διαδοχικών διώξεων κατά Σερίφη, για να καταλήξει: «Εφιστώ στο δικαστήριό σας, γιατί είμαστε σε μια τελευταία φάση,, να μην ανοίξουμε άλλες ιστορίες, ότι με το Σερίφη πρέπει για λόγους κύρους του δικού μας δικαστικού μηχανισμού να σταματήσουμε, να τελειώσουμε με το Σερίφη. Να πάει στο σπίτι του και να ησυχάσουμε». Θύμισε ακόμη τη δίωξη
του Σερίφη για τον ΕΛΑ, μολονότι η ίδια η Αντιτρομοκρατική χαρακτήρισε αναξιόπιστο το μάρτυρα και ο εφέτης ειδικός ανακριτής έκλεισε το φάκελο χωρίς να τον καλέσει σε απολογία. «Τα ίδια θα κάνουμε;», ήταν το εύλογο ερώτημά του.
Απολαυστικός ήταν ο Φυτράκης όταν αναφέρθηκε στον Παύλο Σερίφη, περιγράφοντας με τον αμίμητο τρόπο του τις παλινωδίες του: «Ερχεται στο δικαστήριο και λέει αυτά που λέει. Απολύεται για λόγους υγείας, καλά τα είπε η Ευρώπη, δεν ξέρω, και κάθε μέρα καταδικάζει την τρομοκρατία. Σιγά βρε παιδιά, τι την καταδικάζει κάθε μέρα; Μια κι έξω φτάνει, δεν έχουμε και δικτατορία της 21ης Απριλίου, που ίσως το πρώτο πρόσωπο που πρέπει να το βγάζουμε να καταδικάζει και να καταδικάζει τον κομμουνισμό κτλ. Φτάνει. Τι δείχνουν αυτά; Και τι μας είπε και προχθές, απ’ ό,τι διάβασα εκεί σε μια εφημερίδα, γιατί δε παίρνω τα πρακτικά εδώ όλη μέρα: “O,τι θέλετε κάνετε,, ό,τι σας αρέσει, ό,τι δε σας αρέσει, ό,τι θέλετε πάρτε το αλήθεια, ό,τι θέλετε πάρτε το ψέματα”. Για σταθείτε, να σοβαρευτούμε. Είτε αλήθεια λέει είτε ψέματα ή οτιδήποτε, εφ’ όσον δεν κάνουμε τη διαδικασία επί της ουσίας του θέματος που κρίνεται, για να δούμε αν αυτά που λες συμπίπτουν με την αντικειμενική πραγματικότητα εκείνη, εφ’ όσον έχω αυτή την αντιφατική συμπεριφορά και κατάθεση του προσώπου, θα πω ότι με φτάνει αυτό για να κηρύξω ένοχο κατηγορούμενο;». Ποιους έφερε ως αντίβαρο ο Φυτράκης; Τους δεκάδες μάρτυρες υπεράσπισης του Γ. Σερίφη, μεταξύ των οποίων σημαίνοντα στελέχη των κομμάτων του κοινοβουλευτικού φάσματος.
Σχετικά με την πρόταση για παραγραφή ο Φυτράκης αναφέρθηκε στην υπόθεση Ρασίντ και στο γκανγκστερικό τρόπο που συμπεριφέρθηκαν οι Αμερικάνοι, μολονότι οι ίδιοι είχαν νομιμοποιήσει με τη συμμετοχή τους τη δίκη του στην Ελλάδα. Ζήτησε λοιπόν καθαρή απόφαση «αθώωση γιατί δεν αποδείχτηκε», για τρεις λόγους: «Πρώτο, για το δικό σας κύρος. Δεύτερο, για να μην εμπλακούμε σε διεθνείς διαδικασίες. Και κυρίως γιατί δεν έχω -με βάση το δικονομικό σύστημα που έχω κατοχυρώσει, έστω και κατασταλτικό- στοιχεία για να στηρίξω την κατηγορία κατά του Σερίφη».