Τη στιγμή που ετοιμαζόταν ν’ ανέβει στο βήμα ο πρώτος μάρτυρας υπεράσπισης του Δ. Κουφοντίνα, ανοίγοντας έτσι τον τελευταίο κύκλο του υπερασπιστικού έργου, ο εκπρόσωπος των Αμερικανοβρετανών στη δίκη προχώρησε στην πιο προκλητική μέχρι στιγμής παρέμβασή του. Υπέβαλε αίτηση των εντολίδων του Ελένης Βελούτσου και Στέφανι Τσάντες για κατάρτιση ακριβούς χρονοδιαγράμματος της από δω και πέρα εξέλιξης της δίκης (δηλαδή χρονόμετρο σε μάρτυρες υπεράσπισης, κατηγορούμενους και συνηγόρους) και επιμήκυνση του ωραρίου, σε τρόπο ώστε η δίκη «να προχωρήσει με ικανοποιητικό ρυθμό» και να ολοκληρωθεί στο πρώτο δεκαήμερο του Νοέμβρη.
Ο Δ. Κουφοντίνας είπε ότι ο εκπρόσωπος των Αγγλων και Αμερικανών πιέζει απροκάλυπτα το δικαστήριο να καταπατήσει τα δικαιώματα των κατηγορούμενων, τώρα που αρχίζουν οι καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης και οι απολογίες (η λεγόμενη απολογία σε ό,τι με αφορά). Ξεκαθάρισε ότι δε θα δεχτεί κανένα περιορισμό στις καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης, όπως δεν έγινε στους μάρτυρες κατηγορίας Αντιπρότεινε δε συνεδρίαση μέρα παρά μέρα, επειδή είναι μεγάλος ο φόρτος που αντιμετωπίζουν οι συνήγοροι.
Οι Γ. Κούρτοβικ και Γ. Γκουντούνας συμπλήρωσαν τον Δ. Κουφοντίνα στο πολιτικό σκέλος και αναφέρθηκαν και στη νομική πλευρά. Μίλησαν για την ανάγκη να συνεχιστεί η δίκη όπως από την αρχή και αναφέρθηκαν στο θεσμό της παραγραφής, το περιεχόμενο του οποίου δε μπορεί να αντιστρέφεται και να μετατρέπεται σε μοχλό πίεσης πάνω στα δικαιώματα των κατηγορούμενων και της υπεράσπισης.
Ο Γιάννης Σερίφης είπε ότι ουσιαστικά ο Αναγνωστόπουλος ζήτησε να καταργηθούν οι μάρτυρες και οι απολογίες. Ξεκαθάρισε ότι θέλει οι μάρτυρές του να καταθέσουν χωρίς καμιά πίεση, αλλιώς να του το πουν για να καθορίσει τη στάση του. «Μήπως να φέρουμε και κάνα στρώμα να κοιμόμαστε εδώ;», κατέληξε σαρκαστικά ο Χρ. Ξηρός, αφού πρώτα στηλίτευσε την αμερικανοβρετανική πίεση.
Η εισαγγελέας προσπάθησε να ακροβατήσει, μιλώντας για τα δικαιώματα των καηγορούμενων και για τα δικαιώματα των παθόντων, στο «διά ταύτα», όμως, πρότεινε να γίνει προσπάθεια επιτάχυνσης της δίκης. Να ξεκινάει αυστηρά στις 9 το πρωί και να παραταθεί το ωράριο κατά μια ώρα!
Οι εντολείς μας θα σας έλεγαν ότι ταυτίζεστε με τον εκπρόσωπο, σχολίασε η Γ. Κούρτοβικ. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά ότι ήδη απέδωσαν οι πιέσεις, προσέθεσε ο Δ. Κουφοντίνας. Κούρτοβικ και Γκουντούνας ξεκαθάρισαν ότι στις 3 η ώρα θα αποχωρούν, γιατί αυτό προβλέπει η απόφαση του Συλλόγου τους.
Το δικαστήριο επιφυλάχτηκε να αποφασίσει, όμως τα «όργανα» άρχισαν αμέσως μόλις ανέβηκε στο βήμα ο Βαγγέλης Πισσίας, πρώτος μάρτυρας υπεράσπισης. Ο πρόεδρος, χρησιμοποιώντας ακόμα και απαξιωτικές φράσεις («εδώ δεν είναι βήμα για διαλέξεις ούτε Χάιντ Παρκ κόρνερ»!!), θέλησε να περιορίσει το μάρτυρα, πριν καν αρχίσει, σε δύο πεδία: αν ξέρει τίποτα συγκεκριμένα για τις πράξεις που δικάζονται και τι έχει να πει για την προσωπικότητα του Δ. Κουφοντίνα! Κουφοντίνας και Κούρτοβικ αντέδρασαν έντονα:
Κουφοντίνας: Εδώ πέρα δε γίνεται μια ποινική δίκη. Όπως και να το θέλετε εσείς, όπως και να το κάνετε εσείς, εδώ πέρα, αντικειμενικά, διεξάγεται μια ιστορική πολιτική δίκη. Δικάζεται ένα τμήμα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και εγώ όσο με αφορά δικάζομαι ως μέλος της Επαναστατικής Οργάνωσης 17 Νοέμβρη, που έχω αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη δράση της και για τις θέσεις της. Οι μάρτυρες υπεράσπισης που έχω καλέσει θα μιλήσουν πάνω σ’ αυτό, πάνω στον πολιτικό χαρακτήρα της υπόθεσης, θα μιλήσουνε πάνω στις αιτίες γένεσης αυτού του φαινομένου της πολιτικής βίας στην Ελλάδα, θα μιλήσουνε και σε απλά ερωτήματα που θα έπρεπε να τους κάνετε εσείς, πώς κάποιος, όπως έλεγε και ο πρόεδρος του προηγούμενου δικαστηρίου, οπλίζεται για να χτυπήσει την καθεστηκυία τάξη. Σ’ αυτά θα ‘ρθούν να καταθέσουν οι μάρτυρές μου. Αν εσείς το απαγορεύσετε αυτό, εγώ αυτό το εισπράττω, ότι υποτάσσεστε στις πιέσεις των Αμερικανών και των Αγγλων. Αν εσείς θέλετε να διεξάγετε τη δίκη ως μια στενή ποινική δίκη, τότε εγώ θα αποσύρω τους μάρτυρές μου και θα φύγω και γω από τη δίκη.
Πρόεδρος: Για την προσωπικότητα του κ. Κουφοντίνα…
Κούρτοβικ: Δεν τον κάλεσα γι’ αυτό, κ. πρόεδρε, και δε θέλω καμιά αξιολόγηση σε τέτοια βάση.
Πρόεδρος: Σας παρακαλώ
Κούρτοβικ: Εγώ σας παρακαλώ. Μας στερείτε το δικαίωμα; Από τον εντολέα μου τίθεται ένα ζήτημα, αποχώρησής μας από τη δίκη.
Κουφοντίνας: Το επιδιώκετε να αποχωρήσουμε από τη δίκη. Εσείς θα έχετε την ευθύνη.
Πρόεδρος: Αφήστε τα αυτά…
Κουφοντίνας: Εσείς να τ’ αφήσετε. Εσείς θέλετε να μας φιμώσετε, υπακούοντας στις απαιτήσεις των Αμερικάνων και των Αγγλων, που σας τις μετέφερε ο κ. εκπρόσωπος.
Πρόεδρος: Αφήστε τα αυτά.
Κουφοντίνας: Δεν τ’ αφήνω, εσείς να τα’ αφήσετε.
Πρόεδρος: Ακούστε, να είστε ευπρεπής.
Κουφοντίνας: Ακούστε κάτι, ο σεβασμός δεν επιβάλλεται, κατακτάται. Αν είστε άξιοι σεβασμού, πρέπει να το αποδείξετε.
Πρόεδρος: Κατακτάται όμως από εκείνους οι οποίοι συμμετέχουν και μπορούν να έχουν επίγνωση που βρίσκονται.
Κουφοντίνας: Εγώ ξέρω που βρίσκομαι, εσείς ξέρετε πού βρίσκεστε; Γνωρίζετε τι δικάζετε;
Πρόεδρος: Ελάτε σας παρακαλώ, κ. Πισσία.
Ο εκβιασμός δεν πέρασε και ο Β. Πισσίας προχώρησε κανονικά στην τοποθέτησή του, που υπήρξε εκτενέστατη, με τον ειρμό που εκείνος είχε επιλέξει, χωρίς διακοπές και άσκηση πίεσης. Μάλιστα, ο πρόεδρος έκανε ερωτήσεις και ζήτησε απαντήσεις πάνω στα θέματα που προηγούμενα είχε προσπαθήσει να εξοβελίσει από την κατάθεση του μάρτυρα (εννοούμε όλα τα κρίσιμα πολιτικά ζητήματα)! Προκαταβολικά το λέμε και ισχύει για όλους τους πολιτικούς μάρτυρες υπεράσπισης, ότι το ρεπορτάζ δε μπορεί να μεταφέρει την τοποθέτησή τους. Ενα περίγραμμα μόνο μπορεί να δώσει, εν είδει τίτλων κεφαλαίων.
Ο Πισσίας, λοιπόν, ξεκίνησε την τοποθέτησή του με αναλυτική αναφορά στο παγκόσμιο σχίσμα της Αριστεράς, ανάμεσα σ’ ένα ρεφορμιστικό-θσμικό και σ’ ένα επαναστατικό κομμάτι, που κινείται έξω από τις κανονικότητες και τη νομιμότητα του καπιταλιστικού συστήματος, δρώντας με στόχευση την κοινωνική ανατροπή. Πέρασε στη συνέχεια σε μια ανάλυση των κοινωνικών και πολιτικών όρων με τους οποίους αποκρυσταλλώθηκαν πολιτικές οργανώσεις, όπως η 17Ν. Χρονικά τοποθέτησε αυτούς τους όρους στην περίοδο της δικτατορίας, τότε που ο κόσμος της Αριστεράς βίωσε μια ήττα με κατεβασμένα τα χέρια. Εκείνη την περίοδο ένα κομμάτι της νεολαίας οδηγήθηκε σ’ ένα πολιτικό σχέδιο μακριά από το μεταρρυθμιτισμό. Περνώντας στη μεταπολίτευση και τους κοινωνικοπολιτικούς όρους που διαμορφώθηκαν, στάθηκε στην πρώτη ενέργεια της 17Ν, την εκτέλεση του υπερπράκτορα Γουέλς, η οποία αντιμετωπίστηκε θετικά από την κοινωνική πλειοψηφία.
Ο πρόεδρος παρενέβη για να ρωτήσει: Είπατε ότι τη 17Ν την έφτιαξαν τα ξερονήσια. Ομως τα ξερονήσια κάποια στιγμή σταμάτησαν. Γιατί συνεχίστηκε η δράση αυτών των οργανώσεων; Ο Πισσίας απάντησε εκτενώς για το σχίσμα ανάμεσα στα δυο βασικά ρεύματα της Αριστεράς, που αφορούσε το πολιτικό σχέδιο για την ανατροπή του καπιταλισμού. Μίλησε για την εμπειρία της Χιλής (ειρηνικός δρόμος) και τη σκληρή αντιπαράθεση ρεφορμιστών-επαναστατών. Αναφέρθηκε στην αμερικανοκρατία, στις απόπειρες πραξικοπημάτων και στην αστάθεια που το ίδιο το κοινοβουλευτικό καθεστώς αισθανόταν. Η αλλαγή που έγινε –κατέληξε- δεν ήταν καν σταθερή και βέβαια δεν ήταν η αλλαγή που προέβλεπε το πολιτικό σχέδιο της Αριστεράς. Αναφέρθηκε ακόμα στην ανάγκη για τη διατήρηση της φλόγας της επαναστατικής ανατροπής, που τροφοδοτούσε τη δράση οργανώσεων όπως η 17Ν, που προσπαθούσαν να δημιουργήσουν το δικό τους πολιτικό χώρο: τη διατήρηση της προοπτικής της επαναστατικής ανατροπής, όταν ωριμάσουν οι συνθήκες.
Ο Β. Πισσίας αναφέρθηκε στο φαινόμενο των ένοπλων επαναστατικών οργανώσεων παγκοσμίως και προσδιόρισε τη 17Ν ως μια οργάνωση που, εκτός των άλλων, άσκησε βία χαμηλής έντασης, έκανε εξαιρετικά μεγάλη οικονομία στη χρήση της βίας. Κινήθηκε στη σφαίρα του συμβολικού, του παραδειγματικού, με στόχο να επηρεάσει το λαό προς αυτή την κατεύθυνση. Η 17Ν χρησιμοποίησε αντιβία και πραγματοποίησε εκτελέσεις. Στόχευσή τους δεν ήταν π.χ. το αδυνάτισμα του ευαγούς ιδρύματος της CIA, η αλλαγή των συσχετισμών, αλλά είχε συμβολική σημασία. Εστελνε ένα μήνυμα ότι αυτό το πολιτικό προσωπικό εδώ σ’ αυτή τη χώρα είναι ανεπιθύμητο κι ας γίνεται δεκτό μετά τιμών από το καθεστώς.
Ποια είναι η βία που ασκεί το κράτος, ώστε να καθίσταται αναγκαία η αντιβία, όπως τη λέτε; ρώτησε ο πρόεδρος. Ο Πισσίας αναφέρθηκε στη διάχυτη κοινωνική βία (π.χ. θάνατοι στη δουλειά χάρη στο κυνηγητό του κέρδους, αλλά και στη θεσμική αστυνομική βία, στους θανάτους διαδηλωτών, που μένουν πάντα ατιμώρητοι, στη βία των διαδηλώσεων, στο πνίξιμό τους στα χημικά και στα όσα υφίστανται ακόμα κιαι άρρωστοι άνθρωποι. Να μη πάει αυτός (σ.σ. όποιος δεν αντέχει τα δακρυγόνα) στη διαδήλωση, απάντησε ο πρόεδρος! Τι να κάνει η πολιτεία, ν’ αφήσει να ρημάζονται τα μαγαζιά; Και οι άλλοι με τις κουκούλες; συμπλήρωσε η εισαγγελέας…
Η εισαγγελέας δήλωσε ότι μολονότι έχει πολλές ερωτήσεις, θα κάνει μόνο μία ! (προφανώς για να μην την κατηγορήσει ο εκπρόσωπος ότι… παρελκύει τη δίκη). Και ποια ήταν η ερώτηση; Χαρακτηρίσατε τη 17Ν επαναστατική οργάνωση. Οι επαναστάτες ληστεύουν και αγοράζουν βίλες και ζουν με αστικό τρόπο και πηγαίνουν σε καλά εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία και έχουν σπίτια με τζάκια;!!!
Ο Πισσίας, αφού σημείωσε ότι η 17Ν δεν έχει αναλάβει την πολιτική ευθύνη για καμιά ληστεία, αναφέρθηκε εν εκτάσει στον τρόπο που ιστορικά και διεθνώς οι παράνομες οργανώσεις εξασφαλίζουν τα απαραίτητα για τη δράση τους, αλλά και στο φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας, όπως το έχουν αναλύσει εξέχοντες θεωρητικοί, Ελληνες και αλλοδαποί (π.χ. Χομπσμπάουμ). Και είναι επαναστατικό ή του κοινού ποινικού δικαίου να σκοτώνεις το φρουρό που αντιστέκεται; επανήλθε η κ. Κουτζαμάνη, νομίζοντας ότι θα πιάσει λαβράκι. Ο Πισσίας απάντησε και σ’ αυτό αναλυτικά, χωρίς να παραλείψει να επισημάνει το γεγονός ότι οι κλέφτες των τραπεζών, οι τραπεζίτες δηλαδή, βάζουν ένοπλους φρουρούς και κακώς το κράτος το επιτρέπει. Αυτό το χαρακτήρισε απίστευτη υποκρισία, έγκλημα. Να θυσιάζονται ανθρώπινες ζωές για λεφτά των τραπεζών, που είναι ασφαλισμένα. Οσο για τη σπέκουλα περί πολυτελούς ζωής, ο Β. Πισσίας φανερά ενοχλημένος, απάντησε ότι ο Κουφοντίνας ζούσε μια στερημένη, περιθωριακή ζωή. Θα ήταν πολύ πιο εύκολο γι’ αυτόν να γίνει στέλεχος μιας τράπεζας και να ζει πολυτελέστατα.
Ο «κύριος εκπρόσωπος» αρνήθηκε να κάνει ερωτήσεις, μουρμούρισε μόνο –εκτός μικροφώνου, για να μη καταγραφεί- ότι θα μεταφέρει στους εντολείς του πως οι μάρτυρες θεωρούν δικαιολογημένο το θάνατο των δικών τους. Ο Β. Πισσίας προτίμησε να μη κάνει σχόλιο και ο Δ. Κουφοντίνας ακούστηκε να λέει: «Είναι πολλά τα λεφτά, κύριε εκπρόσωπε»!
Απαντώντας στις ερωτήσεις της Γ. Κούρτοβικ, ο Β. Πισσίας είχε τη δυνατότητα να σταθεί πιο λεπτομερειακά σε κομβικά ζητήματα της υπόθεσης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η τοποθέτησή του για την εκτέλεση Μπακογιάννη από τη 17Ν. Αναφέρθηκε όχι μόνο στο πολιτικό φόντο της εποχής της εκτέλεσης (συγκυβέρνηση και κρίση στην καθεστωτική Αριστερά), αλλά και στη διαδρομή του Μπακογιάννη, με σημαντικά στοιχεία από τις ζυμώσεις, τις απόψεις και τις πληροφορίες που κυκλοφορούσαν την περίοδο της δικτατορίας, μέχρι την εποχή της συνεργασίας του με τον Κοσκωτά.
Ηταν τρομοκρατική οργάνωση η 17Ν; ρώτησε η Κούρτοβικ. Ο Πισσίας, αφού αναφέρθηκε στους πάνω από 80 ορισμούς που κυκλοφορούν για τον όρο «τρομοκρατία» και στο διαφορετικό περιεχόμενο που αυτός παίρνει (για παράδειγμα, στη Λατινική Αμερική μιλούν για αγώνα ενάντια στην τρομοκρατία εννοώντας τις ΗΠΑ και τις απειλές τους ακόμα και κατά ηγετών κρατών, όπως ο Τσάβες, στην Παλαιστίνη και στο Λίβανο αναφέρονται στην ισραηλινή τρομοκρατία), κατέληξε –το λέμε περιφραστικά- πως τρομοκρατία είναι μόνο η τυφλή βία και όχι η νόμιμη αντιβία λαών, κινημάτων και οργανώσεων. Υπάρχουν και επαναστατικές οργανώσεις που βάζουν βόμβες σε μαζικούς χώρους, αποσκοπώντας στην παραγωγή τρόμου (π.χ. η Αλ-Κάιντα αδιαφορεί αν τη χαρακτηρίζουν τρομοκρατική και διακηρύσσει ότι έχει ως στόχο της να προκαλέσει τρόμο στις δυτικές κοινωνίες), όμως στην περίπτωση της 17Ν έχουμε καθαρή πολιτική βία, χωρίς το σκοπό της παραγωγής τρόμου.
Η τελευταία ερώτηση αφορούσε τον Δ. Κουφοντίνα ως πρόσωπο. Ο Δ. Κουφοντίνας –απάντησε ο Β. Πισσίας- είναι μια σημαντική προσωπικότητα της ιστορικής μας συνείδησης. Είναι ένας έντιμος άνθρωπος, περισσότερο έντιμος από τους περισσότερους από εμάς. Φορτώθηκε την πολιτική ευθύνη μιας οργάνωσης, μιας δράσης και πληρώνει το τίμημα γι’ αυτό. Τον τιμώ και είναι τιμητικό που δέχτηκε να καταθέσω ως μάρτυρας υπεράσπισής του. Θα περάσουν τα χρόνια και η ελληνική κοινωνία πάντα θα έχει μια διαφορετική άποψη από την καθεστωτική. Το μόνο που θα μπορούσε να του καταλογίσει κάποιος είναι το «Δημήτρη, έκανες λάθος». Εγώ δε φτάνω ούτε σ’ αυτό, κατέληξε.
Ο Γ. Γκουντούνας έκανε ερωτήσεις σχετικές με τον Χρ. Ξηρό. Ο Β. Πισσίας αναφέρθηκε στη γνωριμία του με το Χρ. Ξηρό, στο ΚΚΕ(μ-λ) και στις μετωπικές του οργανώσεις (ο Χριστόδουλος ήταν στέλεχος στον εργατικό τομέα και στις τοπικές οργανώσεις – Ικαρία). Περιέγραψε με γλαφυρό τρόπο τις διαφορές πολιτικής κουλτούρας που διαμορφώνονταν την εποχή της μεταπολίτευσης στις οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Χριστόδουλος είναι απίθανο να πέρασε από το συγκεκριμένο πολιτικό χώρο στη 17Ν. Στάθηκε στο περιεχόμενο της φερόμενης ως απολογίας του, για να πει πως αυτό αποκλείεται να το έχει γράψει ο Χριστόδουλος και οποιοσδήποτε σαν το Χριστόδουλο, ούτε να είναι αποτέλεσμα διήγησής του σε κάποιον τρίτο που έγραφε. Οι συγκεκριμένες αναφορές ενόχλησαν τον πρόεδρο, που αμφισβήτησε τις αναφορές του μάρτυρα σε βασανιστήρια και σε σκευωρίες με ερωτήματα του τύπου: έχετε άμεση γνώση, ήσασταν μπροστά; Ο Πισσίας απάντησε με τα εργαλεία της λογικής και επικαλούμενος τη διεθνή εμπειρία του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Εμπειρία βγαλμένη μέσα από ντοκουμέντα, από καταγγελίες αστικών οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μπορώ –είπε- να έρθω με τρία χαρτοκιβώτια γεμάτα με δημοσιεύσεις που υπάρχουν στο Ιντερνετ και αποκαλύπτουν βασανιστήρια για κάθε περίπτωση, για κάθε προσωπικότητα. Είναι αστείο –κατέληξε- να θεωρήσει κανείς ότι το κράτος είχε στα χέρια του το «λαβράκι» που λεγόταν Σάββας και του συμπεριφέρθηκε με νόμιμο τρόπο, αδιαφορώντας για την αποτελεσματικότητά του στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Μίλησε ακόμα για υποθέσεις δικαστικής πλάνης διεθνώς. Θύμισε την αληθινή ιστορία της υπόθεσης που έγινε ταινία με τον τίτλο «Εις το όνομα του πατρός» και αναφέρθηκε αναλυτικά στη στημένη δίκη του Οτέλο ντε Καρβάλιο στην Πορτογαλία, που έχει ξετιναχτεί και δικαστικά.
Δεύτερος μάρτυρας ήταν ο Γιώργος Σιάνης, παλιός γνώριμος του Δ. Κουφοντίνα, με σχέση πολιτική και προσωπική. Τον γνώρισε το 1975, στους μαθητές του ΠΑΣΟΚ. Στην πρώτη τους συνάντηση, σε μια ομιλία στα κεντρικά του ΠΑΣΟΚ, του έκανε εντύπωση το βαθύ στοχαστικό του βλέμμα και στη συνέχεια τον ξεχώρισε από το περιεχόμενο των ερωτήσεων που υπέβαλε στον ομιλητή. Μαζί ξεκίνησαν τη δημιουργία οργάνωσης της ΠΑΜΚ στου Γκύζη. Συνεργάστηκαν επί 1,5 χρόνο και αυτό το διάστημα περιλαμβάνει μερικές από τις καλύτερες αναμνήσεις της ζωής του. Ο Κουφοντίνας ήταν το εμβληματικό πρόσωπο όλων όσων αναμίχτηκαν τότε στην πολιτική, συνδικαλιστική και πολιτιστική ζωή της γειτονιάς. Αναφέρθηκε στις αριστερές καταβολές του Κουφοντίνα, στον ενθουσιασμό και ις επαναστατικές του ιδέες. Αναφέρθηκε χαρακτηριστικά στο «μπουκάρισμα» του Κουφοντίνα σε μια κλούβα, για να δει αν έχει συλληφθεί η αδερφή του, ενέργεια που οδήγησε στη σύλληψή του και στην παραπομπή του σε δίκη. Στην ολιγάρκεια που τον χαρακτήριζε ως άτομο και στο βαθύ αίσθημα αλληλεγγύης που τον διέκρινε. Αναφέρθηκε στη βαθμιαία διολίσθηση από την οραματική στην τεχνοκρατική αντίληψη της πολιτικής, που δε χωρούσε ανθρώπους όπως ο Κουφοντίνας. Επίσης, στο σοκ που υπέστη όταν έμαθε ότι καταζητείται ο Κουφοντίνας. Δεν έπεσε, όμως, από τα σύννεφα, γιατί ήξερε ότι αυτό το παιδί ήταν τόσο προσηλωμένο στα επαναστατικά οράματα, μολονότι ως χαρακτήρας δεν ήταν καθόλου βίαιος, αλλά χαρακτηριζόταν από αυτοσυγκράτηση και σεβασμό προς το συνομιλητή. Η εμμονή του στο όραμα της σοσιαλιστικής αλλαγής φώτιζε όλη τη διαδρομή του στο κίνημα.
Ηταν μια συγκινητική κατάθεση ψυχής ενός ανθρώπου που αψήφισε την τρομοϋστερία και ήρθε να καταθέσει το δικό του κομμάτι αλήθειας. Και όμως, από την έδρα δεν έγιναν ερωτήσεις, πλην μιας τυπικής ερώτησης του προέδρου. Προφανώς, δεν ενδιαφέρει η διερεύνηση της προσωπικότητας του κατηγορούμενου που δικάζουν. Αντίθετα, ο «κύριος εκπρόσωπος» νόμισε πως βρήκε την ευκαιρία να κάνει σπέκουλα για τα «αθώα και ανυποψίαστα θύματα» και τους «τρομοκράτες που εκτελούσαν με ασφάλεια και χωρίς ρίσκο». Πήρε, όμως, πληρωμένες απαντήσεις και δεν το συνέχισε. Η Γ. Κούρτοβικ με τις ερωτήσεις διευκόλυνε το μάρτυρα να αναπτύξει καλύτερα τις σκέψεις του πάνω στις κοσμογονικές ζυμώσεις και αλλαγές της μεταπολίτευσης και στην προδοσία, στη συνέχεια, των οραμάτων των νέων ανθρώπων για κοινωνική αλλαγή, αλλά και να μιλήσει για την προσωπικότητα του Δ. Κουφοντίνα. Θα μπορούσε –είπε- να κάνει μεγάλη πολιτική καριέρα, όχι μόνο λόγω της πολιτικής του ικανότητας, αλλά και επειδή ήταν κοινής αποδοχής. Τον αποδέχονταν και όσοι είχαν διαφορετικές απόψεις. Το ότι προτίμησε το ρίσκο της ένοπλης πάλης και μια ζωή γεμάτη κινδύνους και στερήσεις δείχνει ότι παρέμεινε στον πυρήνα του ο ίδιος Κουφοντίνας που ήταν το 1975. Εντιμος, συνεπής, με πίστη στα οράματά του. Αυτό το αναγνωρίζουν σήμερα ακόμα και εκείνοι που διαφωνούν κάθετα πολιτικά μαζί του. Θα τον όριζα σαν τον απόλυτα ηθικό άνθρωπο, που κινείται πολιτικά με όρους ηθικότητας, όχι με όρους τρέχουσας ηθικής!