Παράσταση για ένα ρόλο ή, αλλιώς «Τα παιδιά της πιάτσας» σε σύγχρονη έκδοση. Χωρίς τον μακαρίτη τον Ψαθά, αλλά με συγγραφέα και πρωταγωνιστή ένα «παιδί της πιάτσας», τον αμίμητο παλαιοπώλη Παντελή Λουδάρο, αυτόπτη μάρτυρα στην εκτέλεση Σιπαχίογλου, που κυριάρχησε με το λόγο και με την κίνησή του. Ο λόγος του Λουδάρου, βέβαια, δεν μεταφέρεται σε ρεπορτάζ. Διαβάστε τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά στο Διαδίκτυο για να τον απολαύσετε. Μετάφραση δεν θα χρειαστείτε, γιατί έγινε με διευκρινιστικές ερωτήσεις από την Εδρα. Θα έχετε την ευκαιρία να μάθετε ότι «σκατιέρα» είναι το μικρό Σουζούκι με το οποίο έφυγαν οι δράστες, «κουτάλα» το χέρι, «παντόφλα» το πιστόλι κ.λπ. Είχε απ’ όλα. Για την καταγωγή του από τη Σύρο, για το Βαμβακάρη και τις καντάδες («διότι είμαστε και αισθηματίες»), ακόμα και για το πώς γλιτώνει το γράψιμο όταν περνάει με κόκκινο: έχει τα δημοσιεύματα των εφημερίδων από την πρώτη δίκη και λέει στον τροχονόμο ότι φοβάται πως τον κυνηγάνε. Εχει και καναδυό μπρελόκ της Αστυνομίας για… βοήθεια! Περιβόλι ο τύπος…
Αλλά τα μπρελόκ και τα σβησίματα των κλήσεων κάνουν κακό στην… εντιμότητα. Και ο Λουδάρος αυτή τη φορά εμφανίστηκε πολύ πιο περιγραφικός από την προηγούμενη. Πώς ήταν ο δράστης; «Ψηλός, 1.90, ωραίο παιδί, με το μαλλάκι του, το παπουτσάκι του και το κροκοδειλάκι του, αν ήμουν γυναίκα θα τον ερωτευόμουνα». Αναγνωρίζει κανέναν; «Αν γυρίσω και πω “αυτός είναι”, θα μου πουν “ρε καραγκιόζη, τι μας ήρθες εδώ;”… Αν πω “ετούτος είναι”, δε θα γίνω ρόμπα; Δε θα γίνω ξεφτίλας;». Γιατί θα γίνετε ρόμπα; τον ρώτησε ο πρόεδρος. «Γιατί θα πω ψέματα. Είχα 12 μποφόρ θολούρα εκείνη την ώρα. Ο,τι είπαμε είναι στάνταρ. Αυτός είναι ο αρσενικός». Η εισαγγελέας, όμως, ήταν πιο πιεστική. Του ζήτησε να γυρίσει και να κοιτάξει το χώρο όπου κάθονται οι κατηγορούμενοι. Ο Λουδάρος αρχψικά το αρνήθηκε («τι να δω, εγώ σας έκανα την περιγραφή, βάλτε εσείς το όνομα»), η εισαγγελέας επέμεινε, αυτός γύρισε, έριξε μόνο μια ματιά και απεφάνθη: «Δεν είναι εδώ». «Λείπει», συμπλήρωσε με νόημα η εισαγγελέας, «φωτογραφίζοντας» το Σάββα Ξηρό.
Τι έγινε και ο κατηγορηματικά αρνητικός σε οποιαδήποτε αναγνώριση Λουδάρος της πρώτης δίκης έγινε υπαινικτικός και ταλαντευόμενος στη δεύτερη; Κακές παρέες… Πέραν τούτου, όμως, σημασία έχει η διάψευση του περιπτερά σε δυο σημεία: πρώτον ότι αυτός (ο περιπτεράς) βγήκε από το περίπτερο και δεύτερο ότι τον απείλησαν με όπλο (αυτό έχει σημασία για τον Κονδύλη). Ο Λουδάρος ήταν κατηγορηματικός: κρατώντας τον Σιπαχίογλου στα χέρια του άρχισε να βρίζει τον εκτελεστή («μωρή κουφάλα, ρε πούστη» και λοιπά… γαλλικά), τον ακολούθησε, αυτός δυο-τρεις φορές κούνησε το χέρι με το πιστόλι, χωρίς να του ρίξει, αν και μπορούσε, μπήκε στο Σουζούκι και έφυγε με τους συνεργούς του, τους οποίους ο Λουδάρος δεν είδε.
Ο μάρτυρας Γρηγορόπουλος, υπάλληλος στα γραφεία της ΕΟΚ, κατέθεσε ότι κινδύνεψε από την έκρηξη και για λίγα δευτερόλεπτα θα μπορούσε να είχε σκοτωθεί. Ο Δ. Κουφοντίνας ξεκαθάρισε αυτό που είναι γνωστό από τότε. Η 17Ν ειδοποίησε έγκαιρα την «Ελευθεροτυπία» και η «Ελευθεροτυπία» ειδοποίησε αμέσως την Αστυνομία να αδειάσει το χώρο, για να μην κινδυνεύσει κανένας. Η Αστυνομία, όμως, δεν έκανε τίποτα. Αυτό το διαπίστωσε ο ίδιος ο δημοσιογράφος της «Ελευθεροτυπίας» που πήγε στο χώρο. Ετσι, αναγκάστηκε να κάνει ο ίδιος τον αστυνομικό και να ειδοποιεί τους ανθρώπους να απομακρυνθούν γιατί θα γίνει έκρηξη. Γιατί η Αστυνομία δεν εκκένωσε το χώρο; Ισως να ήθελε να υπ΄ρξουν θύματα, για να συκοφαντηθεί η 17Ν.
Ο μάρτυρας Π. Νικήτας, που εργαζόταν στην τσιμεντοβιομηχανία «Χάλυψ», κατέθεσε ότι ειδοποιήθηκαν τηλεφωνικά από τη 17Ν και στη συνέχεια και από την «Ελευθεροτυπία»), ότι σε ένα τέταρτο θα γίνει έκρηξη. Σταμάτησαν τη δουλειά και βγήκαν όλοι έξω. Υποθέτει ότι πρέπει να είχε ειδοποιηθεί και η Αστυνομία, γιατί είδε να έχουν σταματήσει τη διέλευση των αυτοκινήτων στο δρόμο. Στην προανακριτική του είχε καταθέσει ότι από την «Ελευθεροτυπία» τους είπαν να πάρουν στα σοβαρά το τηλεφώνημα και να βγουν έξω και ότι πήραν και τρίτο τηλεφώνημα, από την Αμεση Δράση, που τους κάλεσε να βγουν έξω.
Ο μάρτυρας αυτός προσπάθησε να βάλει και μπόλικο παραμύθι στην κατάθεσή του. Ισχυρίστηκε ότι εκεί δίπλα υπήρχε ένα σιλό με άνθρακα, που αν το χτυπούσε η ρουκέτα θα εκρηγνυόταν ο άνθρακας και θα καιγόταν η μισή Ελλάδα. Ισχυρίστηκε ακόμα, ότι πολύ κοντά βρισκόταν πετρελαϊκές εγκαταστάσεις, που επίσης εγκυμονούσαν τον κίνδυνο έκρηξης με συνέπειες σε ανθρώπους. Η μπουρδολογία αυτή εξόργισε τον Δ. Κουφοντίνα που ζήτησε να του κάνει ερωτήσεις. Αποδείχτηκε, λοιπόν, ότι η ρουκέτα στόχευσε και βρήκε στο κέντρο ενός μεγάλου σιλό με τσιμέντο, διαμέτρου τουλάχιστον 15 μέτρων, και δεν υπήρχε περίπτωση να αστοχήσει και να πάει αλλού. Αποδείχτηκε ακόμα, ότι το εργοστάσιο δεν έχει τίποτα μέτρα προστασίας στο σιλό με τον άνθρακα, γιατί βέβαια ο άνθρακας δεν είναι εκρηκτικό. Ακόμα και η ανάφλεξή του είναι δύσκολη. Τέλος, αποδείχτηκε ότι τα διυλιστήρια απέχουν 800 μέτρα από το εργοστάσιο «Χάλυψ». Ακόμα και αν αστοχούσε η ρουκέτα, το βεληνεκές της δεν είναι τέτοιο που να έφτανε στις δεξαμενές των διυλιστηρίων.
Ο Δ. Κουφοντίνας έκλεισε τις ερωτήσεις του μ’ ένα σύντομο σχόλιο: «Η προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων από την Εισαγγελία αγγίζει τα όρια του παραλογισμού. Υπάρχει εδώ ένα σιλό, πάχους όπως είπε 15 μέτρων, το οποίο στοχεύθηκε από 50 μέτρα και πέτυχε ακριβώς στο κέντρο. Δεν κινδύνεψε κανένας. Τώρα, να έρχονται και να μας λένε, ότι το κάρβουνο που ήταν πιο πέρα θα εκραγόταν, θα γινόταν έκρηξη εκεί ή θα ξέφευγε η ρουκέτα και θα πήγαινε ένα χιλιόμετρο παραπέρα που είναι τα διυλιστήρια Ασπροπύργου, για να σκάσει, αυτό είναι πραγματικά φτηνή προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων».
Η ίδια προσπάθεια, πάντως, καταβλήθηκε και στην επόμενη υπόθεση (ρουκέτα στις εγκαταστάσεις της Λεβενμπρόι), με ερωτήσεις της εισαγγελέα περί κινδύνου έκρηξης και πλήγματος στον γειτονικό οικισμό. Τρεις ερωτήσεις έκανε ο Δ. Κουφοντίνας στον ένα από τους δυο μάρτυρες: Η μπίρα εκρήγνυται; Οχι. Η αμμωνία εκρήγνυται; Οχι. Σε πόση απόσταση βρίσκεται το χωριό; Δύο χιλιόμετρα. Με τέσσερις λέξεις (όχι – όχι – δυο χιλόμετρα) ειπώθηκαν όλα. Οπως είπε καταληκτικά ο Δ. Κουφοντίνας, η ρουκέτα ήταν μία (και όχι δύο, όπως κατέθεσε ο ένας μάρτυρας), γεγονός που προκύπτει και από τη δικογραφία, και δεν κινδύνεψε κανείς, γιατί υπήρξε ειδοποίηση μισή ώρα πριν και οι εργαζόμενοι βγήκαν έξω.
Ο διευθυντής της αντιπροσωπείας της αμερικάνικης αυτοβιομηχανίας «GM Detroit Motors» περιέγραψε αυτά που είδε, όταν τα χαράματα ειδοποιήθηκε να πάει στο χώρο που είχε χτυπηθεί με ρουκέτες. Δεν προσπάθησε να «φουσκώσει» τα πράγματα, ούτε έκανε κρίσεις. Ηταν αξιοπρεπής. Είδε μόνο υλικές ζημιές στο κτίριο και τα αυτοκίνητα που ήταν στο συνεργείο (όχι στην έκθεση). Δεν υπήρξε κανένας κίνδυνος για γειτονικά κτίρια ή ανθρώπους, γιατί δεν υπήρχαν. Ιδια ήταν η στάση και του επικεφαλής του συνεργείου της εταιρίας.
Σαφής ήταν και ο μάρτυρας Ρακιτζόπουλος, υπεύθυνος ασφαλείας στη Citybank Δροσοπούλου. Η ρουκέτα τρύπησε το τζάμι της τράπεζας και δεν εξερράγη, αλλά «κάθισε» σ’ ένα συρτάρι στο εσωτερικό της τράπεζας. Από ό,τι είχε ακούσει, αυτή ήταν ρουκέτα αντιαρματικού τύπου, που δεν προκαλεί έκρηξη αλλά διάτρηση. Ζημιές σε γύρω κτίρια ή αυτοκίνητα δεν θυμόταν να υπήρξαν, πέρα από το τζάμι της τράπεζας που έσπασε. Ο Δ. Κουφοντίνας δήλωσε ότι «δεν υπήρξε προειδοποίηση, επειδή η εκτόξευση της ρουκέτας δεν έγινε με ωρολογιακό μηχανισμό αλλά απευθείας. Οι σύντροφοι που ήταν εκεί και έκαναν την εκτόξευση ελέγχανε όλο το χώρο».