Τον Απρίλιο του 2024, το κυπριακό σάιτ philenews.com, ενημέρωνε πως «Αντιπροσωπεία του Μετσόβιου Πολυτεχνείου βρέθηκε αρχές Απριλίου στη Λάρνακα και είχε συναντήσεις τόσο με τον δήμαρχο Λάρνακας, όσο και με άλλους τοπικούς φορείς και παράγοντες της πόλης. Η επιθυμία τους, όπως αναφέρθηκε στην εφημερίδα μας, είναι να δημιουργήσουν παράρτημα με έδρα τη Λάρνακα με πολλές από τις σχολές του Πολυτεχνείου». Στην αντιπροσωπεία του ΕΜΠ προτάθηκε ως χώρος στέγασης του παραρτήματος το κτήριο του Κοινοτικού Συμβουλίου της Ορόκλινης, ενώ την είδηση επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης μιλώντας στα εγκαίνια του Πάρκου Καλλιτεχνών «Μεσόγειος».
Σε σχετικό δημοσίευμά μας με τίτλο «Παραρτήματα από ΕΜΠ και ΕΚΠΑ στην Κύπρο: οι Πρυτάνεις δεν είναι ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια», σημειώναμε τα εξής:
Οι διοικήσεις των ελληνικών ΑΕΙ, ειδικά μετά και τον νέο τρόπο ορισμού τους (Συμβούλια Διοίκησης και εκλογή Πρυτανικών Αρχών απόλυτα ελεγχόμενη) έχουν ξεσαλώσει, αξιοποιώντας διατάξεις που προωθούν το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο, δηλαδή το άρθρο 6 του νόμου-πλαίσιο Κεραμέως (ν. 4957/2022) και την τροποποίησή του με το άρθρο 39 του νόμου Πιερρακάκη για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια (ν. 5094/2024).
Με κινήσεις, όπως αυτή της ίδρυσης παραρτημάτων σε άλλες χώρες, οι διοικήσεις των ΕΜΠ και ΕΚΠΑ ομολογούν ξεκάθαρα ότι δεν είναι ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, παρά τα μισόλογα που έλεγαν την περίοδο που ο Μητσοτάκης με τον Πιερρακάκη προωθούσαν τον σχετικό εκτρωματικό νόμο, για να μην τους πάρουν με τις πέτρες οι φοιτητές, το μεγάλο μέρος των πανεπιστημιακών και οι εργαζόμενοι. Κοντολογίς, προτίθενται να δημιουργήσουν στην Κύπρο μια καλυμμένη μορφή ιδιωτικού πανεπιστήμιου, καθαρά κερδοσκοπική.
Οι λόγοι στους οποίους βασίζαμε αυτήν μας την εκτίμηση είναι οι εξής:
Τα ίδια τα πανεπιστήμια έχουν δηλώσει δημόσια ότι αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στα έξοδα λειτουργίας και περαιτέρω ανάπτυξής τους. Εχουν δημοσιεύσει στοιχεία, που αποδεικνύουν το τεράστιο μέγεθος των απωλειών που υπέστησαν τα τελευταία 15 χρόνια. Χαρακτηριστικά, στις 13 Γενάρη 2024, δηλαδή όχι σε μια μακρινή ημερομηνία, το Συμβούλιο Διοίκησης του Μετσόβιου Πολυτεχνείου υπογραμμίζει ότι «την τελευταία 15ετία το ΕΜΠ υποχρεώθηκε σταδιακά να λειτουργεί με προϋπολογισμό μειωμένο κατά 63.6%, καθηγητικό προσωπικό μειωμένο κατά 36%, άλλο προσωπικό μειωμένο κατά 1.6% και αριθμό σπουδαστών αυξημένο κατά 20.7%».
Επίσης, με βάση στοιχεία που αντλήσαμε από τις εισηγητικές εκθέσεις του τακτικού προϋπολογισμού όσον αφορά τις επιχορηγήσεις των ΑΕΙ από το 2006 ως και το 2010 και με βάση τους άξονες Πιερρακάκη όσον αφορά την τακτική και έκτακτη επιχορήγηση των ΑΕΙ από το 2013 έως και το 2023, αποδείξαμε σε άρθρο μας με τίτλο «Απάτη η ενίσχυση των δημόσιων ΑΕΙ» ότι «η επιχορήγηση για την οποία πανηγυρίζει ο Πιερρακάκης το 2023 -τη χρονιά που υποτίθεται ότι η ελληνική καπιταλιστική οικονομία έχει πάρει τα πάνω της και την επικροτούν όλοι οι ιμπεριαλιστές εταίροι και οι ‘’διεθνείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης’’-, είναι μόλις 133,52 εκατ. ευρώ! Πάρα πολύ πίσω δηλαδή ακόμη και από αυτήν του 2013 (157,90 εκατ. ευρώ) ή του 2014 (138,70 εκατ. ευρώ), όπου σοβούσε η οικονομική κρίση και ο ελληνικός καπιταλισμός είχε δεθεί χειροπόδαρα με τα Μνημόνια».
Στο ίδιο άρθρο αποδείξαμε ότι η υπόσχεση Πιερρακάκη για εφάπαξ χρηματοδότηση 1 δισ. των ΑΕΙ είναι «πέτσινη», καθώς στην Εκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που συνοδεύει το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια διαπιστώνουμε ότι: Η χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ απουσιάζει παντελώς. Και όσον αφορά το Ταμείο Ανάκαμψης, η χρηματοδότηση από αυτό δεν είναι δεδομένη αλλά δυνατή (άρθρο 61 του νόμου Πιερρακάκη, το οποίο τροποποιεί το άρθρο 84 του νόμου πλαίσιου Κεραμέως).
Με λίγα λόγια τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια δεν «έχουν μαντήλι να κλάψουν», πόσω μάλλον να στηρίξουν με ίδιους πόρους παραρτήματά τους στην αλλοδαπή.
Συμπερασματικά φρονούμε ότι τα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ, και εν προκειμένω το ΕΜΠ και το ΕΚΠΑ, που θα επιδιώξουν να δημιουργήσουν παραρτήματα στην Κύπρο, θα συμπεριφερθούν ακριβώς όπως πράττει ένα ιδιωτικό κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο. Οπως π.χ. το ιδιωτικό Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, το οποίο προτίθεται να ιδρύσει Iατρική στην Αθήνα συμπράττοντας με το αμερικανικό fund CVC Capital.
Είμαστε πεπεισμένοι, δηλαδή, ότι χωρίς τη βοήθεια ιδιωτικών κεφαλαίων, επιχειρηματικών ομίλων ένα παράρτημα ελληνικού δημόσιου πανεπιστήμιου δεν μπορεί να σταθεί στην αλλοδαπή, ιδιαίτερα μετά τα όσα αναφέραμε για τις τραγικά μειωμένες κρατικές επιχορηγήσεις. Και βεβαίως θα επιβάλλει δίδακτρα, τα οποία, όμως, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος. Αλλωστε και η ίδια η νομοθεσία που θέσπισαν Κεραμέως και Πιερρακάκης λέει ξεκάθαρα ότι η ίδρυση παραρτημάτων ελληνικών ΑΕΙ δεν επιβαρύνει τον τακτικό προϋπολογισμό των Ιδρυμάτων, αλλά «καλύπτεται αποκλειστικά από ιδιωτικούς, διεθνείς ή ίδιους πόρους του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Έρευνας του Α.Ε.Ι…».
Τα παραρτήματα-ιδιωτικά πανεπιστήμια θα χρησιμοποιήσουν επίσης τις ποικίλες διευκολύνσεις που θα τους παρέχει η χώρα υποδοχής, προκειμένου και αυτή, ως χώρα του καπιταλισμού, να οργανώνει την δημαγωγική προπαγάνδα της περί «ανάπτυξης» και πράσινα άλογα, κάτι που κάνει ακριβώς και ο Μητσοτάκης με τον Πιερρακάκη, με αφορμή την ίδρυση και στην Ελλάδα παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων, χρησιμοποιώντας μάλιστα αναφανδόν το παράδειγμα της Κύπρου.
Το συμπέρασμά μας ότι το παράρτημα του ΕΜΠ ή του ΕΚΠΑ ή οποιουδήποτε άλλου ελληνικού δημόσιου πανεπιστήμιου στην αλλοδαπή θα είναι στην ουσία ένα ιδιωτικό κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο -δεδομένης και της ελαχιστότατης κρατικής χρηματοδότησης από τον ελληνικό κρατικό κορβανά-, τεκμαίρεται επίσης από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν «μη κερδοσκοπικά» ιδιωτικά πανεπιστήμια. Ολα τούτα έχουν ευνοϊκή μεταχείριση, πλούσιες επιδοτήσεις από τον κρατικό κορβανά, φοροαπαλλαγές, νομή ολόκληρων κρατικών επικερδών «φιλέτων» κ.λπ. Πολύ αποκαλυπτικό είναι το παράδειγμα των ΗΠΑ, που είναι ο παράδεισος των ιδιωτικών πανεπιστημίων, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία παρουσιάζονται ως «μη κερδοσκοπικά».
Ενα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο που υπογραμμίζαμε είναι το ζήτημα της ποιότητας των προσφερόμενων σπουδών, που ασφαλώς έχει να κάνει και με την ποιότητα του επιστημονικού διδακτικού προσωπικού. Θα επιλέξει, δηλαδή, ένα μέλος ΔΕΠ του ΕΜΠ π.χ. να παραιτηθεί από καθηγητής πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και να γίνει μερικής απασχόλησης ώστε να μπορεί να διδάξει στο παράρτημα της Κύπρου (με τι απολαβές και με ποιο κόστος ζωής);
Ή τελικά το παράρτημα θα λειτουργήσει με καθηγητές-«μεταγραφές αεροδρομίου» σαν αυτές που χρησιμοποιούν ήδη τα κυπριακά ιδιωτικά πανεπιστήμια; Με καθηγητές της ποιότητας του «συνεργαζόμενου καθηγητή» των νόμων Κεραμέως-Πιερρακάκη, που δεν έχουν ως απαραίτητη προϋπόθεση την κατοχή έστω διδακτορικού τίτλου σπουδών; (θυμίζουμε ότι όλα τα ιδιωτικά μαγαζιά των εμπόρων της γνώσης της Κύπρου αναγνωρίστηκαν ακαδημαϊκά από την Ελλάδα, όταν π.χ. η ιδιωτική Κτηνιατρική του Πανεπιστήμιου Λευκωσίας τον διδακτορικό τίτλο σπουδών δεν τον θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση, αλλά επιθυμητή).
Κοντολογίς, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος υποβάθμισης της ποιότητας των σπουδών στα παραρτήματα, γεγονός που θα πλήξει ανεπανόρθωτα το όνομα και την αξιοπιστία των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων.
Τα όσα επισημαίναμε σε εκείνο το δημοσίευμα τα επιβεβαιώνει τώρα η απόφαση της Εκτακτης Γενικής Συνέλευσης του Συλλόγου ΔΕΠ ΕΜΠ, στην οποία αναφέρονται μεταξύ άλλων:
«Τα μέλη της πολυτεχνειακής κοινότητας ενημερώθηκαν εξωθεσμικά για σχετικές πρωτοβουλίες μέσω διαρροών στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία συζήτηση σε κανένα αρμόδιο ακαδημαϊκό όργανο…
Η Ε.Γ.Σ. του Συλλόγου ΔΕΠ ΕΜΠ εκφράζει επίσης την έντονη διαφωνία της επί της αρχής σχετικά με την ίδρυση Ιδιωτικού Παραρτήματος του ΕΜΠ: – Η ύπαρξη διδάκτρων, ήδη από το στάδιο των Προπτυχιακών Σπουδών, ως βασικού στοιχείου της λειτουργίας του Ιδιωτικού Παραρτήματος καταργεί την ισότητα στη δυνατότητα πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση ανεξαρτήτως οικονομικής ικανότητας. Επιπλέον, δημιουργεί έναν παράλληλο τρόπο εισαγωγής σε ένα Ίδρυμα με το κύρος του ΕΜΠ, σύμφωνα με τον οποίο οι έχοντες οικονομική δυνατότητα θα μπορούν να εισαχθούν σε αυτό, ανεξαρτήτως προσπάθειας και προσόντων…
Το προτεινόμενο σχέδιο Καταστατικού προβληματίζει ως προς την ποιότητα σπουδών που θα παρέχει το Ιδιωτικό Παράρτημα. Οι ελάχιστες απαιτήσεις για τουλάχιστον 10 μέλη ΔΕΠ ανά σχολή, χωρίς μάλιστα καμία αναφορά στην αναγκαιότητα ισχυρού υποβάθρου σε Μαθηματικά, Φυσική και Μηχανική για τους Μηχανικούς, καθώς και η λειτουργία χωρίς εργαστήρια, που είναι συστατικό και αναπόσπαστο στοιχείο των πολυτεχνικών σπουδών ειδικά στο επίπεδο που θεραπεύονται στο ΕΜΠ, παραπέμπουν σε ένα χαμηλής ποιότητας Ιδιωτικό Εκπαιδευτήριο, με κίνδυνο ακαδημαϊκής δυσφήμισης του ΕΜΠ…
– Η ίδρυση του Ιδιωτικού Παραρτήματος δεν προσφέρει τίποτα στο ΕΜΠ, το οποίο έχει κατακτήσει, με το μόχθο των διδασκόντων, των ερευνητών και των φοιτητών του, περίοπτη θέση στον διεθνή ακαδημαϊκό χώρο. Ένα θυγατρικό Ίδρυμα, με χαλαρή σύνδεση με το μητρικό Ίδρυμα, στο οποίο κληροδοτείται, ουσιαστικά άνευ όρων, το κύρος του ΕΜΠ, δεν έχει να προσφέρει κανένα ουσιαστικό όφελος στο ίδρυμα. Αντίθετα η ανάπτυξη του Παραρτήματος, όπως περιγράφεται, εγκυμονεί κινδύνους για την ποιότητα των αποφοίτων του ενώ θα έχει και αρνητική επίδραση στο μέχρι τώρα επίπεδο διεθνών συνεργασιών που περιλαμβάνουν ορισμένα από τα παγκοσμίως σημαντικότερα Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα. Επιπρόσθετα, το ΕΜΠ, θα ζημιωθεί από απώλεια διδακτικών και ερευνητικών πόρων (τόσο προσωπικού, όπως μεταδιδάκτορες και ερευνητές, όσο και χρόνου χρήσης των εργαστηρίων του).
Η Ε.Γ.Σ. του Συλλόγου ΔΕΠ ΕΜΠ δηλώνει την αταλάντευτη προσήλωσή της στο ρόλο του Δημόσιου Λειτουργού και στην υπηρεσία του ιστορικού ρόλου και της αποστολής του ΕΜΠ για την παροχή υψηλού επιπέδου δημόσιας και δωρεάν ακαδημαϊκής εκπαίδευσης και για την παραγωγή νέας γνώσης για την ελληνική κοινωνία και στη βάση αυτή απορρίπτει συνολικά την πρόταση ίδρυσης Ιδιωτικού Παραρτήματος του ΕΜΠ στην Κύπρο».