Ικανοποιητική η παρουσία των φοιτητών στο συλλαλητήριο της προηγούμενης βδομάδας για μια πρώτη αρχή, πολύ πίσω όμως από τις ανάγκες των καιρών και σε σχέση με τον αριθμό των φοιτητικών συλλόγων που δήλωσαν συμμετοχή και τον πανελλαδικό χαρακτήρα της κινητοποίησης.
Αυτό είναι ένα μικρό πρώτο σχόλιο για το πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο της Αθήνας, που ναι μεν είχε παλμό απ’ την πλευρά της νεολαίας, πλην όμως δεν απέφυγε τα καθιερωμένα. Ο Περισσός με το ΠΑΜΕ, αφού πρώτα μάντρωσε και περιχαράκωσε τους δικούς του και όσους συλλόγους ελέγχει, έκανε ξεχωριστή πορεία, μην τυχόν και συμπέσει με τους «μη ελεγχόμενους» και τους «αναρχικούς». Οι άλλοι πορεύτηκαν προς το υπουργείο Παιδείας, όπου τους περίμεναν οι γνωστές κλούβες των ΜΑΤάδων, που τους έφραζαν το δρόμο. Διάθεση για κάτι περισσότερο δεν υπήρχε, παρότι ο κόσμος ήταν αρκετός και οι συνεχείς εκκλήσεις για «αλυσίδες» και «ετοιμασίες ελεγχόμενης σύγκρουσης» έπεφταν στο κενό.
Οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες αντιπροσωπεύτηκαν στην κυριολεξία από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία (και όχι όλη) των διοικήσεών τους και από ελάχιστους εκπαιδευτικούς -κυρίως της πρωτοβάθμιας- που κινούνται στο χώρο των συσπειρώσεων-παρεμβάσεων. Τελείως διεκπεραιωτικά και «για τα μάτια» ήταν η συμμετοχή τους, αφού οι γραφειοκράτες δε δούλεψαν καθόλου για την επιτυχία της κινητοποίησης. Δεν υπήρξε ούτε καν η στοιχειώδης ενημέρωση στα σχολεία, ενώ είναι αλήθεια ότι όπου μαθεύτηκε το συλλαλητήριο, προσέκρουσε πάνω στον τοίχο της αδιαφορίας και του έντονου ατομικισμού που έχει υψωθεί στο χώρο των εκπαιδευτικών.
Λες και τα προβλήματα δεν τους πνίγουν, λες και δεν διαισθάνονται αυτό που γίνεται γύρω τους και αυτό που έρχεται. Καθηλωμένοι μισθοί, γελοίες αυξήσεις, εξευτελιστικές συντάξεις, περικοπή ακόμη και αυτών των πενιχρών αποδοχών σε όσους φοιτούν στη μετεκπαίδευση ή είναι σε εκπαιδευτικές άδειες, αδιοριστία, ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων, αυταρχισμός, επαναφορά του επιθεωρητισμού, κ.λπ.
Αλλά και στο χώρο της φοιτητικής νεολαίας, παρότι υπάρχει κάποια σχετική κινητικότητα, τα πράγματα δεν είναι πολύ καλύτερα.
Τα νέα παιδιά, που μπαίνουν με πολλά όνειρα στα Πανεπιστήμια, φαίνεται να μην έχουν συνειδητοποιήσει τις βαθύτατες αλλαγές που θα ανατρέψουν πλήρως την εικόνα των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Εγκλωβισμένα στα καθημερινά προβλήματα, που αντιμετωπίζουν στις πόλεις που σπουδάζουν -και που βέβαια δεν είναι λίγα, ούτε αμελητέα (ακριβή στέγη, σίτιση, κακογραμμένα συγγράμματα, προβλήματα στη λειτουργία των ιδρυμάτων, περιεχόμενο σπουδών που δεν τους καλύπτει και ικανοποιεί απόλυτα κ.λπ.)- έχουν στην πλειοψηφία τους άγνοια για τις αντιδραστικές εξελίξεις που έχουν ήδη δρομολογηθεί, με πρώτα βιολιά τις ιμπεριαλιστικές χώρες της ΕΕ και συνοδοιπόρους όλες τις υπόλοιπες.
Προχθές ακόμη ο Καραμανλής απ’ τη βουλή προδιέγραψε την καθιέρωση του τριετούς προπτυχιακού κύκλου σπουδών, την αξιολόγηση των Πανεπιστημίων, δηλαδή την κατηγοριοποίησή τους και τη χρηματοδότηση βάσει συμπεφωνημένων, και συμφώνησε με τον Παπανδρέου στην προώθηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων, παρακάμπτοντας το σύνταγμα. Προχθές ακόμη και οι δυο τους διακήρυξαν επανειλημμένα τη σταθερή απόφασή τους για την πλήρη υποταγή της Παιδείας στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και των καπιταλιστικών επιχειρήσεων.
Και χθες ακόμη ο καινούργιος πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (ΕΣΥΠ), Θ. Βερέμης, χτύπησε δυνατά την καμπάνα για τους «αιώνιους φοιτητές», για τα παιδιά δηλαδή εκείνα των χαμηλόμισθων στρωμάτων, που για οικονομικούς κυρίως λόγους εξαναγκάζονται να διακόπτουν περιστασιακά τις σπουδές τους.
Ο πρόεδρος του ΕΣΥΠ, με ύφος πολύ «προβληματισμένο» αναφέρθηκε και στην αναγκαιότητα «αλλαγών» στην Παιδεία, που όμως δεν τις αποδέχονται οι φοιτητές και γι’ αυτό εξέφρασε την απορία και τη λύπη του. Οχι τυχαία ο Θ. Βερέμης δεν αναφέρθηκε σε αυτές τις «αλλαγές».
Γιατί πλην κάποιων ρυθμίσεων, που λειτουργούν κυρίως επικοινωνιακά, που δεν θα αλλάξουν την ουσία και που η κατάσταση δεν πάει άλλο (πχ ο τρόπος επιλογής των υποψήφιων για τα ΑΕΙ-ΤΕΙ), όλες οι υπόλοιπες αλλαγές θα διαλύσουν στην κυριολεξία ό,τι έχει απομείνει από τη δημόσια δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Κατ’ αρχήν, με γρήγορους ρυθμούς προωθείται η «διασφάλιση της ποιότητας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης», δηλαδή η αξιολόγηση των Πανεπιστημίων. Το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο η κυβέρνηση επείγεται να το ψηφίσει για να πάει μ’ αυτό στις βαλίτσες της στην συνάντηση των υπουργών Παιδείας της ΕΕ τον προσεχή Μάιο (σε συνέχεια της Μπολόνιας). Ανάλογο πλαίσιο είχε φέρει και το ΠΑΣΟΚ, που όμως δεν πρόλαβε να το υλοποιήσει.
Το μοτίβο είναι γνωστό: Εσωτερική (αυτοαξιολόγηση) και εξωτερική αξιολόγηση των Ιδρυμάτων και χρηματοδότηση βάσει συμπεφωνημένων. Για αρχή, το μενού θα περιλαμβάνει, σύμφωνα με όσα διαρρέουν, μόνο «μπόνους» και όχι «μάλους», για να χρυσωθεί το χάπι και να μην υπάρξουν αντιδράσεις.
Για την επιβολή της εξωτερικής αξιολόγησης θα χρησιμοποιηθεί σαν όχημα η βουλή, για να δοθεί το άλλοθι της «ανεξάρτητης» και «αδέκαστης» αρχής, που θα ορίζει τα μέλη του Οργάνου της αξιολόγησης. Κερασάκι θα είναι η συμμετοχή των φοιτητών στην αξιολόγηση των καθηγητών τους (εδώ ισχύει το: η συμμετοχή είναι συνενοχή). Η συνταγή θα δέσει με την πολυδιαφημιζόμενη «αυτονομία» των Πανεπιστημίων, που θα λειτουργεί μέσα σ’ ένα γενικευμένο κλίμα του «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Το αποτέλεσμα θα είναι ο διαχωρισμός των Ιδρυμάτων σε «κέντρα αριστείας» για την ελίτ και σε πανεπιστήμια για τους παρίες, που θα παράγουν «επιστήμονες» με ημερομηνία λήξης.
Οι επόμενες δύο αλλαγές, που απορρέουν από τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Ελλάδα έναντι της ΕΕ (Διακήρυξη της Μπολόνιας), είναι η καθιέρωση δυο κύκλων σπουδών, εκ των οποίων ο πρώτος, ο προπτυχιακός, θα έχει ελάχιστη διάρκεια 3 ετών και ο δεύτερος, ο μεταπτυχιακός, θα οδηγεί σε master (2 χρόνια) ή διδακτορικό(3 χρόνια) και η ενθάρρυνση των κοινών πτυχίων ελληνικών και ξένων ΑΕΙ.
Ο γραμματέας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας Αθ. Κυριαζής δήλωσε ως προς αυτά ότι η Ελλάδα διαθέτει ήδη έναν προπτυχιακό κύκλο σπουδών διάρκειας 4 ετών και έναν μεταπτυχιακό διάρκειας ενός ή δύο ετών και ότι θα εξεταστεί το ζήτημα από κοινού με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν παρόμοιο πρόβλημα.
Ομως ο γραμματέας του ΥΠΕΠΘ ψεύδεται. Πρώτον, γιατί η τουλάχιστον τετραετής διάρκεια των σπουδών στην Ελλάδα δεν είναι «κύκλος σπουδών» αλλά οι σπουδές που οδηγούν στο πτυχίο. Οι μεταπτυχιακές σπουδές είναι προαιρετικές και ούτε αποτελούν «κύκλο σπουδών». Η θέσπιση «κύκλων» οδηγεί αναπόφευκτα στη διάσπαση των σπουδών και σε πτυχία πολλών ταχυτήτων. Η καθιέρωση δε τριετούς προπτυχιακού κύκλου σημαίνει ντε-φάκτο υποβάθμιση των πανεπιστημιακών σπουδών, που θα προσιδιάζουν περισσότερο σε κατάρτιση.
Δεύτερον, γιατί η σύνοδος των υπουργών Παιδείας της ΕΕ στο Βερολίνο το Σεπτέμβρη του 2003, στην οποία συμμετείχε και προσυπέγραψε τις αποφάσεις της και η Ελλάδα, εξομοίωσε ήδη τα πανεπιστημιακά πτυχία διάρκειας 4 ετών με τον τριετή πρώτο κύκλο σπουδών. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την απόφαση, κάθε χώρα διατηρεί το δικαίωμα να προσδιορίζει η ίδια τη διάρθρωση και διάρκεια των σπουδών στα πανεπιστήμιά της. Ομως όλες οι χώρες που έχουν τετραετείς κύκλους σπουδών θα έχουν συγκεκριμένο αριθμό διδακτικών μονάδων που θα είναι κοινός μεταξύ τους. Το ίδιο ισχύει και για τις χώρες με τριετή πρώτο κύκλο σπουδών. Οι μονάδες των τετραετών και των τριετών κύκλων σπουδών θα είναι μεν διαφορετικές, πλην όμως θα είναι ισότιμες μεταξύ τους, καθώς όλες θα οδηγούν σε πτυχίο ιδρύματος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Τρίτον, γιατί στην ίδια σύνοδο συμφωνήθηκε και η εισαγωγή τρίτου κύκλου σπουδών, που θα καλύπτει τις σπουδές διδακτορικών τίτλων. Αυτό είναι ένα ακόμη βήμα στην εφαρμογή του συστήματος 3-2-3 (προπτυχιακός κύκλος 3χρόνια, μεταπτυχιακός που οδηγεί σε master 2 χρόνια, διδακτορικό 3 χρόνια).
Συνεπώς, παρόλο που δηλώνεται ότι όλα αυτά είναι υπόθεση του μέλλοντος και μάλιστα υπό εξέταση, εμείς διαπιστώνουμε ότι είναι εξελίξεις που ήδη τρέχουν.
Το συμπέρασμα ενισχύεται και από πλήθος άλλων ενεργειών της προηγούμενης και της τωρινής κυβέρνησης, όπως η «ανωτατοποίηση» των ΤΕΙ (διάρκεια σπουδών 3 έτη), τα ΠΔ 165 και 385, το νομοσχέδιο για το ΔΙΚΑΤΣΑ κ.λπ.
Η κυβέρνηση βέβαια επέλεξε την τακτική της σαλαμοποίησης. Κατ’ αρχήν θα πάει με την καθιέρωση του Συστήματος Μεταφοράς Διδακτικών Μονάδων, που θα οδηγήσει στην πολυδιάσπαση των πτυχίων και του Συμπληρώματος Διπλώματος, που είναι το ατομικό φακέλωμα του φοιτητή και το «πρόσωπό» του απέναντι στον μελλοντικό εργοδότη του, ενώ παράλληλα θα προσπαθεί να μας αποκοιμίσει με τον ψευδεπίγραφο «διάλογο».
Εμείς όμως πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα στο σύνολό τους, να ξεφύγουμε απ’ την αδράνεια και τις αυταπάτες και να σημάνουμε εγερτήριο.
Γιούλα Γκεσούλη








