Ο πληθωρισμός που διαχρονικά παρουσιάζουν οι κυβερνήσεις όλων των χρωμάτων είναι πλασματικός, γιατί στηρίζεται στην περιβόητη Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ), που βασίζεται στις δαπάνες των νοικοκυριών της μπουρζουαζίας και των καλοστεκούμενων στρωμάτων που είναι συνοδοιπόροι της. Οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς του χωριού και της πόλης συνυπολογίζονται από ελάχιστα μέχρι καθόλου. Η ΕΛΣΤΑΤ παραδέχεται μεν στις ΕΟΠ ότι υπάρχουν πολλά καταναλωτικά πρότυπα στα ελληνικά νοικοκυριά, αλλά κατασκευάζει ένα ιδεατό καταναλωτικό πρότυπο που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα.
Από τη δεκαετία του ‘50 και μέχρι το 2021 έχουν διεξαχθεί 22 Ερευνες Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ). Από το 2008 καθιερώθηκε να γίνεται κάθε χρόνο από την ΕΛΣΤΑΤ Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών και να δημοσιεύεται (από το 2013) τον Σεπτέμβρη ή Οκτώβρη της επόμενης χρονιάς. Στις ΕΟΠ στηρίζεται η ΕΛΤΣΑΤ για να βγάλει το Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και παραπέρα τον πληθωρισμό για κάθε μήνα του έτους. Ο πληθωρισμός, όπως τον παρουσιάζει η ΕΛΣΤΑΤ, είναι η διαφορά του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή σε ετήσια βάση (για παράδειγμα, σύγκριση Οκτώβρη του 2022 με τον Οκτώβρη του 2021).
Μελετήσαμε τις περισσότερες ΕΟΠ από το 2008 μέχρι την τελευταία, του 2021. Στις ΕΟΠ του 2020 και του 2021 το δείγμα των νοικοκυριών των οποίων η ΕΛΣΤΑΤ επεξεργάζεται τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς ήταν 6.256 και 6.053, αντίστοιχα. Από τη μελέτη αυτή αναδείχτηκαν πολλές πτυχές, από τις οποίες πιστοποιείται ότι η ΕΛΣΤΑΤ στις έρευνές της ουσιαστικά επεξεργάζεται Οικογενειακούς Προϋπολογισμούς νοικοκυριών που ο επικεφαλής τους ανήκει ως επί το πλείστον στην εργατική αριστοκρατία, στους λεγόμενους αυτοαπασχολούμενους που εκμεταλλεύονται εργάτες, στους λεγόμενους αυτοαπασχολούμενους που δεν εκμεταλλεύονται εργάτες, στους εισοδηματίες από ακίνητα και στους ανέργους. Στην τελευταία κατηγορία θα αναφερθούμε παρακάτω. Το γεγονός ότι στο δείγμα που επεξεργάζεται η ΕΛΣΤΑΤ συμμετέχουν νοικοκυριά μόνο αυτών των κατηγοριών πιστοποιείται από όλες τις ΕΟΠ και όχι μόνο απ’ αυτές που θα παραθέσουμε στο τέλος.
Επειδή οι πτυχές είναι αρκετές, δε θα τις παρουσιάσουμε όλες μονομιάς, γιατί αυτό θα απαιτούσε μεγάλη έκταση και η ανάγνωση θα γινόταν κουραστική. Στο τέλος παραθέτουμε τις ΕΟΠ του 2010 (δημοσιεύτηκε στις 2.11.2012) και του 2020 (δημοσιεύτηκε στις 29.9.2021).
Η ΕΛΣΤΑΤ, θέλοντας να συγκαλύψει τα πραγματικά κριτήρια με τα οποία επέλεξε το δείγμα των νοικοκυριών βάσει των οποίων διεξάγει την ΕΟΠ, προβάλλει το γενικόλογο και ασαφή ισχυρισμό ότι «βασίζεται σε δισταδιακή στρωματοποιημένη δειγματοληψία νοικοκυριών από πλαίσιο δειγματοληψίας, που έχει δημιουργηθεί με βάση τα στοιχεία για το Μόνιμο Πληθυσμό της [τελευταίας] Απογραφής». Αυτός ο αόριστος και ασαφής ισχυρισμός είναι καταχωρημένος στο τέλος της ΕΟΠ στο κεφάλαιο με τίτλο Επεξηγηματικές Σημειώσεις.
Οπως προείπαμε, με αυτόν τον ισχυρισμό η ΕΛΣΤΑΤ θέλει να συγκαλύψει τα πραγματικά κριτήρια με τα οποία επέλεξε. Αυτό αποδεικνύεται από τα στοιχεία που παρουσιάζει στους Πίνακές της. Οι Πίνακες που θα χρησιμοποιήσομε είναι και στις δύο ΕΟΠ (2010 και 2020) οι ίδιοι. Αλλάζουν μόνο τα αριθμητικά δεδομένα.
Προτού συνεχίσουμε θεωρούμε απαραίτητες δύο διευκρινίσεις:
Πρώτο, στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς υπολογίζονται οι δαπάνες για 12 ομάδες αγαθών και υπηρεσιών (εμπορεύματα).
Δεύτερο, ενώ η ΕΛΣΤΑΤ παραδέχεται ότι υπάρχουν «διαφορετικά πρότυπα κατανάλωσης που παρατηρούνται ανάλογα με τον τύπο νοικοκυριού» (σελίδα 5 της ΕΟΠ του 2020), στην πραγματικότητα διαχρονικά στη μελέτη των ΕΟΠ δεν υπολογίζει τις δαπάνες, όχι μόνο του καταναλωτικού προτύπου της εργατικής τάξης και της φτωχολογιάς της πόλης και του χωριού, αλλά ούτε και των τεσσάρων τύπων νοικοκυριού που χρησιμοποιεί.
Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2020
Στον Πίνακα 8 της ΕΟΠ του 2020 αναφέρεται ότι η μέση δαπάνη των νοικοκυριών σε τρέχουσες τιμές είναι 1.331,83 ευρώ. Η μέση δαπάνη των νοικοκυριών με επικεφαλής μισθωτό ορίζεται στα 1.677,27 ευρώ, με επικεφαλής αυτοαπασχολούμενο με μισθωτούς στα 2.499,39 ευρώ, με επικεφαλής αυτοαπασχολούμενο χωρίς μισθωτούς στα 1.526,36 ευρώ και με επικεφαλής μη οικονομικά ενεργό ή άνεργο στα 1.134,17 ευρώ. Η ΕΛΣΤΑΤ σκόπιμα δεν αναφέρει πόσα είναι τα νοικοκυριά στις τέσσερις κατηγορίες, ενώ έχει τα πλήρη στοιχεία μετά την ολοκλήρωση της έρευνας.
Ακόμη και τα παπαγαλάκια της κυβερνητικής προπαγάνδας δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των νοικοκυριών της εργατικής τάξης και των μικροαστικών μισθωτών στρωμάτων (πρώτη κατηγορία) μπορεί να δαπανούσε το 2020 για την αγορά των δώδεκα ομάδων αγαθών και υπηρεσιών σχεδόν 1.700 ευρώ το μήνα! Ο κατώτατος μισθός μέχρι και το τέλος του 2021 ήταν 650 ευρώ μεικτά και σ’ αυτό το επίπεδο κινούνταν η συντριπτική πλειοψηφία της εργατικής τάξης, καθώς με την αντεργατική πολιτική που ασκήθηκε απ’ όλες τις κυβερνήσεις οι καταβαλλόμενοι μισθοί κινούνταν γύρω από τον κατώτατο.
Αφήνουμε τις δύο κατηγορίες των αυτοαπασχολούμενων και πάμε στην κατηγορία με επικεφαλής μη ενεργό οικονομικά πληθυσμό ή άνεργο. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί στα σοβαρά, ότι ένας άνεργος μπορούσε το 2021 να αγοράσει τις 12 ομάδες αγαθών και υπηρεσιών δαπανώντας 1.134,17 ευρώ το μήνα; Για τον οικονομικά μη ενεργό έχουμε να πούμε ότι για να δαπανά αυτό το ποσό το μήνα πρέπει να έχει εισοδήματα από ακίνητα. Και βέβαια, αυτή η κατηγορία των νοικοκυριών δεν προέρχεται σίγουρα από την εργατική τάξη και τη φτωχολογιά της πόλης και του χωριού.
Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2010
Σύμφωνα με τον Πίνακα 7 της ΕΟΠ του 2010, η μέση δαπάνη των νοικοκυριών σε τρέχουσες τιμές ήταν 1.956,42 ευρώ. Η μέση δαπάνη των νοικοκυριών με επικεφαλής μισθωτό ορίζεται στα 2.251,97 ευρώ, με επικεφαλής αυτοαπασχολούμενο με μισθωτούς στα 3.702,69 ευρώ, με επικεφαλής αυτοαπασχολούμενο χωρίς μισθωτούς στα 2.423,57 ευρώ και με επικεφαλής μη οικονομικά ενεργό ή άνεργο στα 1.499.49 ευρώ. Και στην ΕΟΠ του 2010 ΕΛΣΤΑΤ σκόπιμα δεν αναφέρει πόσα είναι τα νοικοκυριά στις τέσσερις κατηγορίες, ενώ έχει τα πλήρη στοιχεία μετά την ολοκλήρωση της έρευνας.
Στεκόμαστε πάλι μόνο στον πρώτο και τον τέταρτο τύπο νοικοκυριών. Για να μην επαναλαμβάνουμε όσα αναφέραμε παραπάνω για το 2020, σημειώνουμε ότι ο κατώτατος μισθός το 2009 και το 2010 ήταν 751 ευρώ μεικτά και η ΕΛΣΤΑΤ «βρήκε» ότι το 2010 τα νοικοκυριά με επικεφαλής μισθωτό δαπανούσαν για τις 12 ομάδες αγαθών και υπηρεσιών 2.251,97 ευρώ το μήνα και τα νοικοκυριά με επικεφαλής άνεργο δαπανούσαν 1.498,49 ευρώ το μήνα!
Από τον Πίνακα 16 της ΕΟΠ του 2010 και τον Πίνακα 18 της ΕΟΠ του 2020 πιστοποιείται ότι η ΕΛΣΤΑΤ έχει στοιχεία για τα καταναλωτικά πρότυπα των φτωχών και μη φτωχών νοικοκυριών (σύμφωνα με τα δικά της κριτήρια), που οι δαπάνες τους είναι πολύ μικρότερες από αυτές των τεσσάρων τύπων νοικοκυριών που αναφέρει. Αρα, έχει και καταναλωτικά πρότυπα με βάση την ταξική σύνθεση του ελληνικού πληθυσμού.
Οπως βλέπουμε, το 2010 οι δαπάνες των φτωχών νοικοκυριών για την αγορά των 12 ομάδων αγαθών και υπηρεσιών ήταν 409,93 ευρώ και των και μη φτωχών 1.268,83 ευρώ.
Το 2020 οι δαπάνες για την αγορά των 12 ομάδων αγαθών και υπηρεσιών ήταν για τα φτωχά νοικοκυριά 304,13 ευρώ και για τα μη φτωχά 877,12 ευρώ.
Επομένως, η ΕΛΣΤΑΤ, με άνωθεν εντολή, διαχρονικά καταχωνιάζει όλα τα καταναλωτικά πρότυπα που έχει στη διάθεσή της μετά την επεξεργασία των στοιχείων που συγκεντρώνει με τις ΕΟΠ και παρουσιάζει τις δαπάνες των 12 ομάδων αγαθών και υπηρεσιών ενός ιδεατού καταναλωτικού προτύπου, προκειμένου να συρρικνώνει τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και τον πληθωρισμό.
Στο επόμενο:
Για τις 12 ομάδες αγαθών και υπηρεσιών εμπορευμάτων.