Από το +1,7% του περσινού Αυγούστου, το φετινό Αύγουστο ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή της ΕΛΣΤΑΤ έπεσε στο -1,3%, γεγονός που έδωσε αφορμή στα παπαγαλάκια της κυβερνητικής προπαγάνδας να στήσουν πανηγύρια για τον «αποπληθωρισμό». Το ότι επί τρία συνεχή χρόνια ο ΔΤΚ αυξανόταν, ενώ τα μεροκάματα κατρακυλούσαν στα τάρταρα και ο όγκος των λιανικών πωλήσεων σημείωνε διψήφια ποσοστά μείωσης μήνα με το μήνα, δεν σχολιάστηκε ποτέ.
Ηταν αναμενόμενο ότι κάποια στιγμή θα είχαμε και σχετική πτώση του Δείκτη, δεδομένου ότι εφαρμόστηκε με αγριότητα η πολιτική της «εσωτερικής υποτίμησης» σε μισθούς και συντάξεις. Ακριβώς αυτή την εποχή, όμως, φαίνεται καθαρά και η καλπιά του συγκεκριμένου Δείκτη, που είναι φτιαγμένος σε τρόπο ώστε να εξαφανίζει την ταξικότητά του. Διότι ο ΔΤΚ καταρτίζεται με βάση το περιβόητο «καλάθι της νοικοκυράς», το οποίο προκύπτει από την «έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών». Ομως το «καλάθι της νοικοκυράς» δεν είναι ίδιο στην Εκάλη και στη Δραπετσώνα. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος για να το καταλάβει αυτό. Αυτές τις διαφορές εξαφανίζει χρόνια τώρα η κρατική στατιστική υπηρεσία (παλαιότερα η ΕΣΥΕ, τώρα η ΕΛΣΤΑΤ), έτσι που να δείχνει την ακρίβεια χαμηλότερη και αυτό να περνάει στις αυξήσεις των μισθών, των μεροκάματων και των συντάξεων. Οι αυξήσεις, βέβαια, έχουν πλέον αντικατασταθεί από μειώσεις, όμως η ΕΛΣΤΑΤ δεν έχει κανένα λόγο να αλλάξει την ταξική λογική κατάρτισης του ΔΤΚ, γιατί –αν μη τι άλλο– η υποεκτίμηση της ακρίβειας για τα νοικοκυριά μετατρέπεται σε όπλο στη φαρέτρα της κυβερνητικής προπαγάνδας.
Βλέπουμε, λοιπόν, τον επιμέρους Δείκτη «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» να σημειώνει μείωση μόνο κατά -0,2%, δηλαδή έξι φορές χαμηλότερη από το Γενικό Δείκτη. Και στο εσωτερικό αυτού του επιμέρους Δείκτη βλέπουμε μεγάλες αυξήσεις σε βασικά είδη διατροφής, ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες: πατάτες +29,2%, νωπά φρούτα +5,8%, κρέατα +1,2%. Βλέπουμε, επίσης, τη ΔΕΗ +18,7%. Αν συνυπολογίσουμε και τις θερινές εκπτώσεις, που οδήγησαν (όπως γίνεται κάθε χρόνο τον Αύγουστο) σε συγκράτηση τιμών σε άλλα καταναλωτικά αγαθά, θα έχουμε μια καλύτερη εικόνα για την ταξικότητα του ΔΤΚ. Για τα λαϊκά νοικοκυριά, που περιορίζονται μόνο στα άκρως απαραίτητα, εξακολουθεί να υπάρχει ακρίβεια, έστω και αποκλιμακούμενη.