«Απορρίπτει υπό τα δεδομένα που δέχτηκε το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου». Μ' αυτή τη λακωνική και… άκρως πρωτότυπη επιχειρηματολογία, το Συμβούλιο των Φυλακών Κασσαβέτειας, απέρριψε ομόφωνα το νέο αίτημα του Δημήτρη Κουφοντίνα να του χορηγηθεί η κανονική άδεια που δικαιούται. Το Συμβούλιο συνεδρίασε με νέα σύνθεση: το διευθυντή που διόρισε πρόσφατα ο Χρυσοχοΐδης, «καρατομώντας» την προηγούμενη διευθύντρια (την έστειλε να υπηρετήσει ως απλή υπάλληλος στη γραμματεία, αφού προηγουμένως έκανε τη «βρομοδουλειά», αλλάζοντας τη στάση της έναντι του δικαιώματος του Δ. Κουφοντίνα στην κανονική άδεια), και έναν κοινωνικό λειτουργό που δεν έχει καμιά επαφή με τον πολιτικό κρατούμενο, αλλά ψηφίζει «όχι» (η αρμόδια κοινωνική λειτουργός, τιμώντας την ιδιότητά της, ψηφίζει σταθερά υπέρ της χορήγησης της άδειας).
Η… πρωτοτυπία έγκειται στο γεγονός της αυτοκατάργησης του Συμβουλίου ως οργάνου, όταν πρόκειται για την άδεια του Δ. Κουφοντίνα. Τις προηγούμενες φορές έμπαιναν στον κόπο να γράψουν μια αιτιολογία (αστήρικτη μεν και έξω από το πλαίσιο και τις απαιτήσεις του νόμου, αλλά τουλάχιστον την έγραφαν), ενώ τώρα παραπέμπουν σε μια δικαστική απόφαση! Είναι σαν να λένε: δεν υπάρχει περίπτωση να πάρεις άδεια, διότι εμείς δεν πρόκειται να εξετάσουμε το αίτημά σου!
Το Συμβούλιο Φυλακής (υποτίθεται ότι) είναι ένα ανεξάρτητο διοικητικό όργανο, οι αποφάσεις του οποίου παίρνονται με βάση το νόμο και τα πραγματικά περιστατικά. Αν ο εισαγγελέας βάλει βέτο στην πλειοψηφία που διαμορφώνεται από τον διευθυντή και τον εκπρόσωπο της κοινωνικής υπηρεσίας, η υπόθεση εξετάζεται από το δικαστικό συμβούλιο. Εδώ η σειρά αντιστρέφεται: επειδή το δικαστικό συμβούλιο ενέκρινε σε προγενέστερο χρόνο το βέτο του εισαγγελέα, το Συμβούλιο Φυλακής αυτοκαταργείται και αρνείται να εξετάσει επί της ουσίας κάθε νέο αίτημα του κρατούμενου. Κι αν στο μεταξύ έχουν προκύψει νέα δεδομένα; Τους είναι αδιάφορο! Στερούν από τον κρατούμενο ακόμα και το δικαίωμα να ξανακριθεί!
Αναφερθήκαμε στη νομική πτυχή της υπόθεσης για να δείξουμε σε ποιο σημείο έχει φτάσει η αυθαιρεσία και το κουρέλιασμα της νομιμότητας. Υπάρχει μια πολιτική εντολή: «να μην ξαναπάρει άδεια ο Κουφοντίνας, αν προηγουμένως δεν υπογράψει δήλωση μετάνοιας». Αυτή την πολιτική εντολή υπηρετούν με τον πιο προκλητικό τρόπο ακόμα και τα εντεταλμένα όργανα της φυλακής, μολονότι γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει κανένα νομικό έρεισμα στις αποφάσεις τους. Ο Χρυσοχοΐδης, άλλωστε, τους έχει στείλει αυστηρή προειδοποίηση με τις εκτεταμένες αλλαγές που έκανε σε όλες τις φυλακές, αποσκοπώντας στη δημιουργία ενός διοικητικού-γραφειοκρατικού σώματος απόλυτα υποταγμένου στις κυβερνητικές εντολές και πρόθυμου να κάνει τα πάντα. Οποιος δεν υπακούσει ακόμα και στην πιο παράνομη εντολή, θα έχει την τύχη της πρώην διευθύντριας των Φυλακών Κασσαβέτειας, που σφραγίζει φακέλους στη γραμματεία.
Το λεγόμενο σωφρονιστικό σύστημα, που ήταν πάντοτε αρμοδιότητας του υπουργείου Δικαιοσύνης και είχε κάποια επαφή με την τήρηση της νομιμότητας, πλέον έχει περάσει στην αρμοδιότητα του υπουργείου Μπάτσων και Καταστολής και στρατιωτικοποιείται, με ό,τι αυτό σημαίνει. Η συμπεριφορά απέναντι στον Δ. Κουφοντίνα, βέβαια, είναι ένα ειδικό ζήτημα. Απλά, με το νέο καθεστώς στο σωφρονιστικό σύστημα, απέκτησε και το ζήτημα του Δ. Κουφοντίνα ακόμα πιο σκληρό περίβλημα.
Είναι γνωστό ότι ο Δ. Κουφοντίνας έχει πάρει μέχρι τώρα έξι άδειες. Οι όροι τηρήθηκαν από τη μεριά του όλες τις φορές. Μόνο τα τελευταία χρόνια, πάντα διεκδικώντας το δικαίωμα στην κανονική άδεια, χρειάστηκε να πραγματοποιήσει δύο πολυήμερες και πολύ σκληρές απεργίες πείνας, που έφτασαν τις αντοχές της υγείας του στα ακραία όριά τους. Το αστικό κράτος δεν αντιμετωπίζει τον Κουφοντίνα ως κρατούμενο, αλλά ως πολιτικό κρατούμενο. Γι' αυτό και εφαρμόζει πάνω του ένα καθεστώς εξαίρεσης. Ακόμα και ανώτεροι δικαστικοί, όπως ο πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Χρ. Σεβαστίδης, έχουν τοποθετηθεί με ξεκάθαρο τρόπο ενάντια σ' αυτό το καθεστώς εξαίρεσης.
Ο νομικός κόσμος της χώρας τι κάνει; Γιατί κλείνει τα μάτια μπροστά σ' αυτή την κραυγαλέα παρανομία; Είναι δυνατόν να επικρατούν συνθήκες της μετεμφυλιοπολεμικής περιόδου σε ζητήματα στοιχειωδών δικαιωμάτων ενός κρατούμενου;
Είναι καθήκον του κινήματος να «σηκώσει» και πάλι αυτή την υπόθεση, για να την καταστήσει μείζον πολιτικό ζήτημα.