Πρέπει ή δεν πρέπει να γίνονται μαζικά τεστ ανίχνευσης της παρουσίας του κοροναϊού SARS-COV-2 στον πληθυσμό μιας χώρας; Κανονικά, το θέμα δε θα έπρεπε καν να συζητείται μετά την εμπειρία των χωρών της Απω Ανατολής, που εφάρμοσαν έγκαιρα αυτή τη διαδικασία, με αποτέλεσμα να περιορίσουν έγκαιρα την εξάπλωση του ιού και να μη χρειαστεί να πάρουν οριζόντια μέτρα lockdown. ‘Η μετά το πείραμα στη μικροκλίμακα της κωμόπολης στη Βόρεια Ιταλία.
Ακόμα και ο παντελώς αναξιόπιστος (και ) ΠΟΥ, αναγκάστηκε, έστω και κατόπιν εορτής, να απευθύνει στις χώρες μέλη του το μήνυμα: test-test-test.
Χώρες που επλήγησαν σκληρά από την πανδημία και βρίσκονται στη δίνη του κυκλώνα, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, ακόμα και η Βρετανία (που ως γνωστόν ξεκίνησε με την εγκληματική στρατηγική της «ανοσίας αγέλης»), ανακοινώνουν τις τελευταίες μέρες ότι θα κάνουν καθημερινά δεκάδες χιλιάδες τεστ στον πληθυσμό (ο οποίος βρίσκεται σε καθεστώς καραντίνας πιο αυστηρό -πλην Βρετανίας- σε σχέση με την Ελλάδα), αλλάζοντας την τακτική που ακολουθούσαν μέχρι τώρα.
Υποψιαζόμαστε, βάσιμα, ότι αυτές οι διακηρύξεις δε θα έχουν υλοποίηση στην έκταση που υπόσχονται οι κυβερνήσεις, ότι φουσκώνουν τα νούμερα για λόγους κοινωνικής δημαγωγίας, όμως εδώ κρατάμε το γεγονός ότι παραδέχονται πως για τον περιορισμό της πανδημίας.
Υπάρχουν, βέβαια, και χώρες που δεν κάνουν τεστ (όχι μαζικά, ούτε καν σε ευρεία κλίμακα), ακολουθώντας –χωρίς να το διακηρύσσουν- τη στρατηγική της «ανοσίας αγέλης». Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Σουηδία. Φίλος μάς περιέγραψε την προσωπική του εμπειρία από το σουηδικό εθνικό σύστημα υγείας. Παρουσίασε όλα τα συμπτώματα της CoviD-19: πυρετό, διάρροια, μείωση της όσφρησης, δυσκολία στην αναπνοή. Την τρίτη μέρα πήγε στο νοσοκομείο, όπου τον εξέτασαν… εξ αποστάσεως (λήψη ιστορικού, αυτοθερμομέτρηση και μέτρηση της αναπνευστικής ικανότητας με μια φορητή διαγνωστική συσκευή, που επίσης χρησιμοποίησε ο ίδιος). Στο αίτημά του να του κάνουν τεστ, του απάντησαν ότι δεν υπάρχει λόγος, διότι είναι νέος και δεν έχει υποκείμενο νόσημα, επομένως δεν ανήκει σε ευπαθή ομάδα. Του σύστησαν να πάει στο σπίτι του και να περιμένει να του περάσουν τα συμπτώματα!
Στην Ελλάδα βρισκόμαστε στο ενδιάμεσο: ναι μεν αυστηρά μέτρα «κοινωνικής αποστασιοποίησης», όχι όμως μαζικά τεστ στον πληθυσμό. Για ποιο λόγο; Γιατί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ενώ διακήρυσσε ότι η χώρα είναι θωρακισμένη, δεν προμηθεύτηκε κιτ και αντιδραστήρια σε ποσότητα ικανή για την πραγματοποίηση μαζικών τεστ στον πληθυσμό, που θα βοηθούσαν στην αποτελεσματικότητα των γενικών μέτρων (έχουμε ξαναγράψει ότι διαφορετικά προφυλάσσεται και προφυλάσσει τον περίγυρό του ένας διαγνωσμένος θετικός στον ιό και διαφορετικά κάποιος που δεν ξέρει αν είναι ή δεν είναι θετικός και δεν εμφανίζει συμπτώματα). Κι ακόμα, γιατί ήθελε ν’ αφήσει ανοιχτή την «αγορά» στους εμπόρους της υγείας, στους οποίους προσέτρεχαν ιδιωτικά πολίτες και πλήρωναν ένα τσουχτερό τίμημα για να κάνουν τεστ.
Τέλος, υπάρχει και ένας ακόμα λόγος. Η πραγματοποίηση μαζικών τεστ και ιδιαίτερα η πραγματοποίηση στοχευμένων τεστ σε εργασιακούς χώρους, όπου συνεχιζόταν και συνεχίζεται η μαζική εργασία εργατών και εργαζόμενων, θα οδηγούσε σε αναγκαστικό κλείσιμο πολλών απ’ αυτούς, στους οποίους θα εντοπιζόταν κάποιο κρούσμα. Μ’ άλλα λόγια, τα μαζικά τεστ θα οδηγούσαν αναγκαστικά σ’ αυτό που εμείς απαιτούμε από την πρώτη στιγμή: την . Και αυτό δεν το θέλουν οι καπιταλιστές και η κυβέρνησή τους.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγινε με το , που δεν έκλεισε μετά το πρώτο κρούσμα, με αποτέλεσμα το δεύτερο κρούσμα, ένας 52χρονος εργάτης, να πεθάνει. Μπορούμε να σας αναφέρουμε και τα στοιχεία από ρεπορτάζ μας για την περίπτωση γνωστής ηπειρώτικης γαλακτοβιομηχανίας με βιομηχανική εγκατάσταση στην περιοχή της Φιλιππιάδας. Στη συγκεκριμένη βιομηχανία διαγνώστηκε το περιστατικό Νο3 στην περιοχή της Αρτας. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η ιχνηλάτηση ήταν εύκολη. Το συγκεκριμένο περιστατικό, 63χρονη εργάτρια στη γαλακτοβιομηχανία, είχε μολυνθεί από το γιο της, που ήταν το περιστατικό Νο2. Αντί να κάνουν τεστ σε όλους τους εργάτες, ώστε να έχουν ακριβή εικόνα, το εργοστάσιο συνέχισε να δουλεύει. Επειδή υπήρξαν διαμαρτυρίες, αποφάσισαν να κλείσουν το εργοστάσιο για 48 ώρες για να κάνουν απολύμανση (!!!), λες και το πρόβλημα ήταν στο χώρο και στα μηχανήματα και όχι στους ανθρώπους που ενδεχομένως ήταν θετικοί. Οταν εμφανίστηκαν τρία ακόμα κρούσματα, ένα στη Φιλιππιάδα και δύο στην Πέτρα, αναγκάστηκαν να κλείσουν το εργοστάσιο (άγνωστο για πόσο) και να βάλουν τους εργάτες σε καραντίνα. Υπάρχει και ένα ευτράπελο: εργάτης κλήθηκε από την αστυνομία να δώσει κατάθεση, ενώ βρισκόταν σε καραντίνα. Αντί να τους ενημερώσει (η αστυνομία δεν έχει τα στοιχεία όσων βρίσκονται σε καραντίνα, τα έχει μόνον ο ΕΟΔΥ), πήγε στην αστυνομία, έδωσε κατάθεση κι όταν τελείωσε, τους είπε να μην τον ξανακαλέσουν γιατί είναι σε καραντίνα! Κόκαλο οι μπάτσοι, όπως αντιλαμβάνεστε (δεν ξέρουμε αν μπήκαν κι αυτοί σε καραντίνα).
Εχει, λοιπόν, την εξήγησή του το ότι στη χώρα μας δε γίνονται ούτε και τώρα μαζικά τεστ στον πληθυσμό. Είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού των συμφερόντων του αστικού κράτους (που δεν έκανε έγκαιρα τις απαραίτητες προμήθειες) και των συμφερόντων της αστικής τάξης (που δε θέλει να συμπεριληφθούν στο lockdown εργοστάσια και επιχειρήσεις που δεν παράγουν/προσφέρουν είδη και υπηρεσίες πρώτης ανάγκης).
Επρεπε, όμως, να βρεθεί και το κατάλληλο πρόσωπο για να πλασάρει τη θεωρία «δε χρειάζονται μαζικά τεστ στον πληθυσμό». Φαντάζεστε να έβγαινε και να το έλεγε ο Κικίλιας; Πρώτα θα γελούσε το σύμπαν και μετά θ’ αρχίζαν τα… γαμοσταυρίδια. ‘Η να το έλεγε ο Χαρδαλιάς; Ολοι θα ανέτρεχαν στο βιογραφικό του, θα έβλεπαν ότι «σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Διεθνείς Διπλωματικές Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο του ΚΕΝΤ της Αγγλίας, με υποτροφία της Ευρωπαϊκής Ενωσης» και αντιλαμβάνεστε τι θα ακολουθούσε. Είναι αλλιώς να το λέει ο Τσιόδρας, ο… εθνικός μας λοιμωξιολόγος, που έχει και εφτά παιδιά και είναι και ιεροψάλτης.
Ο Τσιόδρας, λοιπόν, ανέλαβε να πλασάρει την άποψη ότι δε χρειάζονται μαζικά τεστ, ενεργώντας και σ’ αυτή την περίπτωση όχι ως επιστήμονας αλλά ως απολογητής της κυβερνητικής πολιτικής. Γράψαμε και άλλη φορά ότι αν έβγαινε και έλεγε «δεν έχουμε πολλά τεστ, γι’ αυτό είμαστε αναγκασμένοι να τα διεξάγουμε με εξαιρετική φειδώ», θα ήταν εντάξει απέναντι στον ελληνικό λαό. Δε θα ήταν, όμως, εντάξει απέναντι στην κυβέρνηση που τον έχει τοποθετήσει σ’ αυτό το πόστο. Εχουμε, επομένως, μια ακόμα απόδειξη του ότι ο Τσιόδρας δεν υπηρετεί τον ελληνικό λαό αλλά υπηρετεί την κυβέρνηση.
Την περασμένη Δευτέρα, απαντώντας σε «κλειστή» δημοσιογραφική ερώτηση σχετικά με τα τεστ, φόρεσε τη στολή του… ευγενικού δικτάτορα: . Και πέταξε τη μπηχτή:
Σε ποια χώρα αναφερόταν, μιλώντας για πρωτοβουλίες του ιδιωτικού τομέα με αυξημένο ρίσκο και κίνδυνο έκθεσης σε διασπορά του ιού; Αναφερόταν στη Γερμανία, χωρίς όμως να έχει το θάρρος να την κατονομάσει. Η Γερμανία μέχρι στιγμής έχει το χαμηλότερο ποσοστό θανάτων. Δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση μέχρι το τέλος, ούτε θα γίνουμε απολογητές του γερμανικού μοντέλου, χωρίς να γνωρίζουμε λεπτομέρειες. Είναι γεγονός, όμως, ότι στην ιμπεριαλιστική Γερμανία γίνονται πάρα πολλά τεστ, όπως είναι γεγονός η στροφή στα μαζικά τεστ που -τουλάχιστον διακηρυκτικά- κάνουν Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία και Βρετανία.
Την Τρίτη, ίσως επειδή του έγιναν παρατηρήσεις από συναδέλφους του ή επειδή ο ίδιος συνειδητοποίησε πως αυτό που είπε τη Δευτέρα θα το βρει μπροστά του, ο Τσιόδρας άλλαξε το βιολί: Γαργάρα τα περί «κινδύνου έκθεσης ανθρώπων στη διασπορά του ιού»!
Το πώς δουλεύει το σύστημα Υγείας στη Γερμανία (με πολύ ιδιωτικό τομέα) είναι άλλης τάξης ζήτημα από το αν είναι απαραίτητα τα μαζικά τεστ. Προσέξτε, όμως, τη συνέχεια του συλλογισμού Τσιόδρα: .
Τα «κενά συλλογιστικής» είναι τεράστια. Τι γίνεται με τους ασυμπτωματικούς; Τι γίνεται με εκείνους που έχουν ελαφρά συμπτώματα και τα αποδίδουν σε άλλα αίτια (π.χ. κοινό κρυολόγημα); Οσο μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των κατηγοριών ελέγχεται με τεστ τόσο πιο αποτελεσματικός θα είναι ο περιορισμός της διασποράς του ιού. «Στοιχειώδες, Γουότσον», όπως θα ‘λεγε ο Σέρλοκ Χολμς. Για τον Τσιόδρα, όμως, το πρόβλημα λύνεται με ένα «καθήστε σπίτι σας όλοι» (κι ας μην ξέρετε ποιος μπορεί να είναι θετικός).
Την Τετάρτη, ο Τσιόδρας επανήλθε μόνος του (χωρίς ερώτημα) στο θέμα των τεστ υποστηρίζοντας –ούτε λίγο ούτε πολύ- ότι για να υπάρχει απόλυτη αποτελεσματικότητα στα τεστ θα έπρεπε «να ελέγχουμε μαζικά όλους, δηλαδή 10.700.000 Ελληνες κάθε μέρα»! Δηλαδή ή όλους ή τίποτα! Στη συνέχεια επιδόθηκε σε μια φλυαρία (με εμφανή την αμηχανία, ακόμα και κατά την εκφορά του λόγου) για τα «μοριακά τεστ» και τα «τεστ αντισωμάτων», ίσα-ίσα για να μπερδέψει τον κόσμο που τον παρακολουθεί κάθε μέρα (με την αίσθηση ότι παρακολουθεί τη μεγαλύτερη αυθεντία που υπάρχει στην Ελλάδα και μια από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως!). Με σκοπό να συσκοτίσει την αλήθεια.
Στην αρχή του ελληνικού lockdown (17 Μάρτη), ο Τσιόδρας αποδοκίμασε δημόσια τον καθηγητή Βιοχημείας-Βιοτεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Δημήτριο Κουρέτα, ο οποίος –επικαλούμενος την αρνητική εμπειρία της Ιταλίας, με τα τραγικά αποτελέσματα, και τη θετική εμπειρία άλλων χωρών, όπως η Νότια Κορέα και η Γερμανία- εισηγήθηκε την και επίταξη των πανεπιστημιακών και των διαπιστευμένων ιδιωτικών εργαστηρίων για τον έλεγχο των δειγμάτων.
Παραθέτουμε στη συνέχεια άρθρο του καθηγητή Υγιεινής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστήμιου Πατρών και προέδρου του ΔΣ της Πανελλήνιας Ενωσης Βιοεπιστημόνων, Απόστολου Βανταράκη, που βρίσκεται στην ίδια κατεύθυνση με τον Δ. Κουρέτα. Ο συγγραφέας του άρθρου δεν είναι κάποιος… αντισυστημικός επιστήμονας. Μέσα στο σύστημα είναι, με εκτεταμένη συνεργασία με το ελληνικό κράτος και την ΕΕ. Εντός του συστήματος είναι και οι προτάσεις του. Δε ζητάει καν την επίταξη των ιδιωτικών εργαστηρίων, αλλά τον έλεγχό τους από το κράτος. Και αυτός, όμως, τάσσεται υπέρ της πραγματοποίησης τεστ σε μαζική κλίμακα, διαψεύδοντας –εμμέσως πλην σαφώς- τον Τσιόδρα. Γι’ αυτό και δημοσιεύουμε το άρθρο του, που μας έστειλε η Πανελλήνια Ενωση Βιοεπιστημόνων.
Τις τελευταίες ημέρες βιώνουμε μια επιστημονική αντιπαράθεση, η οποία παίρνει και πολιτικές διαστάσεις, για σημαντικά θέματα που αφορούν τη ζωή μας και σχετίζονται με την πανδημία COVID-19 και την αναγκαιότητα των διαγνωστικών ελέγχων. Ας εξετάσουμε λίγο αναλυτικά το θέμα. Τα μέτρα περιορισμού, τα οποία εφαρμόζονται, έχουν στόχο να αποφευχθεί η μετάδοση του ιού, δηλαδή να μειωθεί η ταχύτητα αναπαραγωγιμότητας (R-factor) της επιδημίας. Τελικό επιθυμητό αποτέλεσμα η διακοπή της μετάδοσης , ώστε να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος σε ένα φτωχό σύστημα υγείας, όπως το δικό μας, να αντιμετωπίσει την απότομη αύξηση των κρουσμάτων, καθώς αρκετά από αυτά τα κρούσματα θα έχουν αυξημένες απαιτήσεις περίθαλψης σε τριτοβάθμιο επίπεδο. Τα μέτρα αυτά περιορισμού δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν παράλληλα την υφιστάμενη κατάσταση της επιδημίας και της ανοσίας του πληθυσμού.
Ένα εξίσου σημαντικό εργαλείο που διαθέτουμε, τα διαγνωστικά τεστ, είναι δύο κατηγοριών και ανάλογα το είδος τους έχουν δύο διαφορετικούς στόχους. Η πρώτη κατηγορία, τα μοριακά τεστ (RT-qPCR), τα οποία ανιχνεύουν περιοχές του ιικού γονιδιώματος, δύνανται να αξιολογούν αν ένας συμπτωματικός ασθενής, χρειάζεται παρακολούθηση και νοσηλεία γιατί έχει μολυνθεί από τον ιό SARS CoV-2 και πρέπει να απομονωθεί.. Σε περίπτωση δε, που αυτός ανήκει σε κάποια από τις ομάδες υψηλού κινδύνου θα είναι δυνατόν, αφού έχει γίνει το διαγνωστικό τεστ , να παρακολουθείται μέσω κλινικής εξέτασης ανά τακτά διαστήματα και ανάλογα με την κατάσταση της υγείας του να αποφασιστεί εγκαίρως η εισαγωγή του στο Νοσοκομείο ή ακόμη και στις μονάδες εντατικής θεραπείας. Έτσι μέσω της ταυτοποίησης του ιού αφενός παρακολουθείται επαρκώς ο ασθενής σε επίπεδο 2βάθμιας περίθαλψης, αφετέρου αποφορτίζεται το ΕΣΥ σε τριτοβάθμιο επίπεδο. Το μοριακό διαγνωστικό τεστ απαιτεί εξειδικευμένα και κατάλληλα εξοπλισμένα εργαστήρια στελεχωμένα με βιολόγους, οι οποίοι διαθέτουν την ανάλογη εκπαίδευση και εμπειρία στη Διαγνωστική Μοριακή Βιολογία. Αποτελούν σημαντικό διαγνωστικό εργαλείο για τους γιατρούς και για το ολοκληρωμένο σύστημα περίθαλψης, καθώς καταδεικνύουν την παρουσία του ιού.
Η δεύτερη κατηγορία διαγνωστικών τεστ, είναι χρήσιμη στον καθορισμό του ανοσολογικού επίπεδου του πληθυσμού ως σύνολο. Πραγματοποιείται σύμφωνα με ένα προσχεδιασμένο πλάνο δειγματοληψίας, το οποίο βασίζεται σε προσχεδιασμένη στατιστική ανάλυση του πληθυσμού. Το δεύτερο αυτό τεστ, ο ανοσολογικός έλεγχος (γνωστό ως rapid test), πραγματοποιείται πολύ γρήγορα και ο στόχος του είναι ο εντοπισμός της παρουσίας ή απουσίας ειδικών αντισωμάτων για τον ιό. Δείχνει την πρόσφατη μόλυνση από τον ιό.
Και οι δύο διαγνωστικοί έλεγχοι είναι για να επιτευχθεί μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα η ελαχιστοποίηση των κρουσμάτων και των επιπτώσεων για τη χώρα με τη μικρότερη χρονικά κοινωνική απομόνωση. Όσο για τον αριθμό των θανάτων, είναι ένας πολυπαραγοντικός δείκτης που έχει να κάνει αφενός μεν με τον αριθμό των διαγνωστικών τεστ, με την επιτυχία του περιορισμού ανά ηλικιακή ομάδα, με το επίπεδο της τριτοβάθμιας περίθαλψης (διαθεσιμότητα αναπνευστήρων, ΜΕΘ κλπ), αφετέρου δε με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού κλπ. και δεν δίνει επομένως σαφή εικόνα του επιδημιολογικού προφίλ του πληθυσμού.
Σχετικά δε με το επιχείρημα ότι «δεν υπάρχει αρκετή εργαστηριακή υποδομή», πρέπει να τονιστεί ότι η χώρα μας διαθέτει αρκετά δημόσια και πανεπιστημιακά εργαστήρια Μοριακής Διαγνωστικής με εξαιρετικό δυναμικό και δυνατότητες, τα οποία δεν έχουν ως τώρα αξιοποιηθεί επαρκώς λόγω έλλειψης συντονισμού από πλευράς Πολιτείας. Αυτά τα Εργαστήρια με μεταξύ τους συνεργασία και κατανομή πόρων θα μπορούσαν, υπό την καθοδήγηση έγκριτων Μοριακών Βιολόγων, να αναπτύξουν in house μεθοδολογίες ταυτοποίησης του κορονοϊού, συγκριτικά χαμηλότερου κόστους (σύμφωνα με τις συστάσεις Π.Ο.Υ., του C.D.C., του Ελληνικού Ινστιτούτου Pasteur) με στόχο την μετέπειτα επιτυχή εφαρμογή της δοκιμής στον πληθυσμό. Τέλος όσον αφορά τα Εργαστήρια του Ιδιωτικού Τομέα, τα οποία ήδη προφέρουν διαγνωστικές υπηρεσίες, επισημαίνεται ότι η πλειοψηφία αυτών στελεχώνεται από εξειδικευμένους και ικανούς Βιολόγους. Σε αυτά, είναι χρέος της Πολιτείας να θέσει αυστηρά κριτήρια και να ελέγξει ότι δεν λειτουργούν υπεργολαβικά, διαθέτουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις ασφαλείας για το προσωπικό και ότι υπάρχει διαπιστευμένη διαγνωστική διαδικασία για έκδοση αποτελέσματος, διασφαλίζοντας παράλληλα την αποφυγή υπέρογκων χρεώσεων και φαινομένων αισχροκέρδειας.
Συνεπώς δεν τίθεται θέμα διλήμματος μεταξύ της αναγκαιότητας των διαγνωστικών τεστ και των μέτρων περιορισμού. Οι δύο κατηγορίες διαγνωστικών εξετάσεων θα πρέπει να ακολουθούνται από συστηματική ιχνηλάτηση. Για την τεκμηρίωση της αναγκαιότητας των διαγνωστικών τεστ και των αποτελεσμάτων που μπορεί να επιφέρει, θα πρέπει να αναφερθούν οι πρόσφατες οδηγίες του Π.Ο.Υ που μιλάει για .
Τονίζεται ότι την μάχη την δίνουν και πρέπει να την δίνουν Βιολόγοι, με τεκμηριωμένη επιστημονική γνώση και εργαστηριακή επάρκεια, συμμετέχουν στην διεξαγωγή των εξετάσεων και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων. Η συμβολή τους έχει αποτιμηθεί όσο άλλων εμπλεκόμενων Επιστημόνων, όπως δικαίως των Ιατρών και του Νοσηλευτικού προσωπικού που προφανώς δίνουν τη μεγάλη μάχη με τους ασθενείς; Οι βιολόγοι, με εξαντλητικά ωράρια εργασίας, υπό πρωτοφανείς συνθήκες εργασίες και με πολύ αυξημένη ευθύνη, εφόσον το κάθε αποτέλεσμα έχει γενικότερες, πέρα από τον συγκεκριμένο ασθενή, επιπτώσεις, συγκαταλέγονται στους συχνά αφανείς «ήρωες» της περιόδου που ζούμε. Ελάχιστη αναγνώριση του έργου τους θα αποτελούσε η διευθέτηση από πλευράς Πολιτείας του θεσμικού πλαισίου εργασίας και των επαγγελματικών τους δικαιωμάτων.