Δύο νίκες μετρά πλέον η εθνική ομάδα μπάσκετ σε ισάριθμους αγώνες μετά από αυτήν που σημείωσε το Σάββατο, γεμάτη εντυπωσιακά στιγμιότυπα, απέναντι στην Ιταλία. Πρωταγωνιστές σε αυτό το ελπιδοφόρο ξεκίνημα είναι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο και ο Τάιλερ Ντόρσεϊ, που έχουν σημειώσει τους 102 από τους 174 συνολικά πόντους της ομάδας, ενώ ηγούνται σε όλες τις βασικές στατιστικές κατηγορίες.
Αφρίζουν από το κακό τους τα διάφορα φασιστοειδή απομεινάρια της Χρυσής Αυγής, που δημιούργησαν στο Twitter το hashtag «Not my national team («αυτή δεν είναι η εθνική μου»), κάτω από μια φωτογραφία των τεσσάρων αδερφών Αντετοκούνμπο με τη φανέλα της εθνικής ομάδας και γέμισαν το διαδίκτυο με εμετικά ρατσιστικά σχόλια.
Εμείς, όπως έλεγε και ο Τζιμάκος ο Πανούσης, μπορεί να μην αισθανθήκαμε ποτέ αυτό που νιώθουν ορισμένοι πίσω χαμηλά στην πλάτη με την έπαρση και την υποστολή της σημαίας (συμπληρώνοντας χαριτολογώντας ότι κάποιοι φίλοι του, γιατροί της εναλλακτικής ιατρικής, υποστηρίζουν ότι όσοι το νιώθουν έχουν προδιάθεση για καρκίνο), αλλά νιώσαμε χαρά βλέποντας τα αδέρφια Αντετοκούνμπο να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο και να θέλουν να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία, παρά το γεγονός ότι το ελληνικό αστικό κράτος έκανε -για όσα χρόνια ήταν μικροί και άσημοι- ό,τι περνά από το χέρι του για να αισθανθούν ανεπιθύμητοι.
Γιατί για τα παιδιά αυτά, το να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια και να αντιμετωπίζονται, τουλάχιστον ως προς τα νόμιμα δικαιώματά τους, όπως και τα υπόλοιπα ελληνόπουλα, ήταν ένας Γολγοθάς. Ο νόμος Ραγκούση (2010-2012) υπήρξε ένα σύντομο «νομοθετικό διάλειμμα» με τον οποίο ο Θανάσης και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο πρόλαβαν και απέκτησαν την ελληνική ιθαγένεια. Δεν ήταν κανένα επαναστατικό νομοθέτημα, αλλά ένας στοιχειώδης αστικός εκσυγχρονισμός, μέσω του οποίου επιχειρήθηκε να διευθετηθεί το παράδοξο να κατοικούν στην Ελλάδα εκατοντάδες χιλιάδες νέοι και νέες, που γεννήθηκαν εδώ από μετανάστες γονείς, μεγάλωσαν εδώ, σπούδασαν εδώ, κατοικούν και εργάζονται εδώ, αλλά αντιμετωπίζονται ως άνθρωποι χωρίς πατρίδα, χωρίς την ιδιότητα του πολίτη. Δείτε παλαιότερο δημοσίευμά μας εδώ.
Το «νομοθετικό διάλειμμα», με το οποίο ορισμένα παιδιά πρόλαβαν και απέκτησαν την ελληνική ιθαγένεια, κράτησε περίπου μια διετία.
Δεν ξεχνάμε πως ο ακροδεξιός Σαμαράς, τον Μάρτιο του 2012, δήλωνε: «Πρέπει να ανακαταλάβουμε τις πόλεις μας. Εχουνε σήμερα καταληφθεί πολλές πόλεις στην Ελλάδα, από παράνομους λαθρομετανάστες. Θα καταργήσουμε το νόμο του Ραγκούση για την ιθαγένεια».
Επειδή όμως δεν μπορούσε να τον καταργήσει, λόγω των αντιδράσεων ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, ο κολλητός του Χ. Αθανασίου έσπευσε με εγκύκλιό του να αναστείλει την εφαρμογή του συγκεκριμένου άρθρου «ενόψει της προσεχούς δημοσιεύσεως της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας». Η συνέχεια είναι σε όλους γνωστή. Το ΣτΕ επανέφερε ανοιχτά και απροσχημάτιστα το Δίκαιο του αίματος, κηρύσσοντας αντισυνταγματικό το νόμο Ραγκούση με μια ανατριχιαστική επιχειρηματολογία.
Το καλοκαίρι του 2013 και μετά την επιλογή του Γιάννη στο ντραφτ του ΝΒΑ, ο Σαμαράς αναγκάστηκε να κρύψει για λίγο το μίσος του για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες και υποδέχτηκε, σαν στοργικός πατέρας, στο πρωθυπουργικό μέγαρο τον Γιάννη και τους γονείς του δίνοντάς τους δώρα, περνώντας έτσι το μήνυμα σε όλους τους υπόλοιπους μετανάστες, πως η υπηκοότητα θα δίνεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Τι είναι όμως αυτό που κάνει τον Γιάννη, τον Θανάση, τον Κώστα και τον Αλέξανδρο να επιθυμούν με χαρά να επιστρέφουν κάθε καλοκαίρι στην παλιά τους γειτονιά, παρά το ανελέητο κυνηγητό που τους επεφύλασσε το ελληνικό αστικό κράτος;
Προφανώς, η περίοδος της ζωής τους στα Σεπόλια, παρά τα αμέτρητα προβλήματα που αντιμετώπιζε σχεδόν καθημερινά η οικογένειά τους για να εξασφαλίσει ένα πιάτο φαγητό για όλα τα μέλη της, την αγωνία μήπως κάποιος από αυτούς αρρωστήσει και δεν μπορέσει να λάβει την απαραίτητη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (ως μετανάστες χωρίς χαρτιά) και τόσα άλλα εμπόδια, τους άφησε και ευχάριστες αναμνήσεις και όμορφα συναισθήματα και αυτό σίγουρα οφείλεται στην επαφή τους με τους δασκάλους τους, τους συμμαθητές τους αλλά και άλλους απλούς ανθρώπους του λαού, αυτής της φτωχής και παρατημένης, από όλες τις αστικές κυβερνήσεις περιοχής στα δυτικά του κέντρου της Αθήνας, που δεν έβλεπαν τ’ αδέλφια Αντετοκούνμπο μέσα από τα παραμορφωτικά γυαλιά του ρατσισμού και του φασισμού.
[Σημειώνουμε ότι στις εκλογές του 2014 η νεοναζιστική οργάνωση της Χ.Α. συγκέντρωσε περίπου 20% των ψήφων στην περιοχή των Σεπολίων. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι ο φασισμός τρυπώνει στις φτωχικές γειτονιές, εκμεταλλευόμενος τα χίλια μύρια προβλήματα και τα αδιέξοδα των πληβείων, αναδεικνύοντας μετ’ επιτάσσεως το καθήκον των ταξικών ανθρώπων να δίνουν καθημερινές μάχες, ώστε να εκλείψουν οι ρατσιστικές και φασιστικές συμπεριφορές].
Ασχολίαστο φυσικά δε γίνεται να αφήσουμε το γεγονός ότι ο Γιάννης προσπαθεί όλα αυτά να τα συνδυάσει με την προώθηση του brand «Antetokounbros», τις μπίζνες και τις κάθε λογής διαφημίσεις, ενώ ταυτόχρονα με θλίψη τον βλέπουμε να δείχνει πως δεν έχει πρόβλημα να συναντιέται με αστούς πολιτικούς, αλλά και να φωτογραφίζεται μπροστά από κλούβες της αστυνομίας παρέα με μπάτσους.
«Ξέχασε» λοιπόν αυτά τα εμετικά που έλεγε ο Σαμαράς το 2012, ότι «πρέπει να ανακαταλάβουμε τις πόλεις μας από τους ξένους», και μετά τη συνάντησή τους το 2013 στο πρωθυπουργικό μέγαρο (στα 18 του βέβαια, τότε) δήλωσε ότι «είναι ωραίος τύπος ο πρωθυπουργός».
Από τη μεριά του, ο Μπουμπούκος, γκεσέμι της νεοδημοκρατικής παράταξης, δήλωνε το 2018 (πριν από τη νίκη στις εκλογές του 2019) ότι ο Αντετοκούνμπο (Ακετονούμπο τον προσφωνούσε προκλητικά σε άλλο βίντεο, παριστάνοντας ότι τάχα ξεχνά το όνομά του!) «είναι τόσο Ελληνας όσο Μακεδόνες είναι και οι Σκοπιανοί».
Και αυτήν την προκλητική ρατσιστική ρητορική φαίνεται ότι «ξέχασε» και πάλι ο Γιάννης, που άκουγε αδιαμαρτύρητα τον Μητσοτάκη το 2021, στο μέγαρο Μαξίμου, στο περιθώριο της τιμητικής πολιτογράφισης της μητέρας του Βερόνικα και του αδερφού του Αλεξ, να λέει υποκριτικά ότι «στο πρόσωπό σας, στο πρόσωπο όλης της οικογένειας Αντετοκούνμπο, αντικατοπτρίζεται η Ελλάδα που θέλουμε. Η Ελλάδα που προσπαθεί, αγωνίζεται, ξεπερνά τις δυσκολίες, κρατά ενωμένη την οικογένειά της. Είναι η Ελλάδα που μας κάνει περήφανους».
Η συμμετοχή, ωστόσο, των αδελφών Αντετοκούνμπο στην εθνική, το πάθος και η αυταπάρνηση με την οποία αγωνίζονται, η μεγάλη αθλητική τους κλάση, η συγκροτημένη προσωπικότητά τους, το γεγονός ότι δεν προκαλούν με την εξωγηπεδική τους ζωή και κυρίως η αγάπη του κόσμου, είναι το καλύτερο κάρφωμα στο ρατσισμό και η καλύτερη απάντηση στους οπαδούς της ναζιστικής λογικής της φυλετικής καθαρότητας.
Αγωνιστικά, ο Γιάννης αποδεικνύει ότι είναι ο καλύτερος παίκτης του κόσμου, κλείνοντας τα στόματα σε διάφορους επικριτές του στην Αμερική (κυρίως παλιούς παίκτες και δημοσιογράφους που δεν τον συμπαθούν, κατά βάση γιατί και εκεί είναι ένας ξένος), επειδή ψάχνει πάντα τρόπο να κερδίζει, παλεύοντας κάθε φάση ξεχωριστά, όπως έδειξε με την καταπληκτική close out άμυνά του, με την οποία έκοψε το τρίποντο του Τζαλίν Σμιθ της Κροατίας και στη συνέχεια της φάσης το απίστευτο γκολ φάουλ στον αιφνιδιασμό, με το οποίο κλείδωσε οριστικά τη νίκη.
Ο κόουτς Ιτούδης προσπαθεί να βρει τα κατάλληλα σχήματα που λειτουργούν και στις δύο πλευρές του γηπέδου, έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των παικτών του και περιμένει τους τραυματίες να επιστρέψουν σε αγωνιστικό ρυθμό. Αξιοσημείωτη είναι η μεταμόρφωση του Αγραβάνη που είναι ο τρίτος καλύτερος παίκτης της ομάδας μέχρι στιγμής, δίνοντας ρέστα σε άμυνα και επίθεση.
ΥΓ1. Κρατάμε μικρό καλάθι και περιμένουμε με ανυπομονησία να εμφανιστούμε το ίδιο καλοί και στα νοκ άουτ ματς. Δεν θέλουμε να την πατήσουμε ξανά, όπως στο Mundobasket του 2014, που πήραμε αήτητοι την 1η θέση του ομίλου μας με πέντε νίκες και αποκλειστήκαμε στο πρώτο νοκ άουτ ματς με αντίπαλο τη Σερβία (στη φάση των 16), η οποία είχε τερματίσει αντίστοιχα τέταρτη στο δικό της όμιλο με δύο νίκες και τρεις ήττες. Αλλο βέβαια Κατσικάρης και άλλο Ιτούδης.
ΥΓ2. Τι φταίξαμε, ρε γαμώτο; Μπασκετάκι καθόμαστε να δούμε και είμαστε υποχρεωμένοι να υφιστάμεθα την ηχορύπανση από αυτόν τον γελοίο σπίκερ, που εκτός του ότι είναι άσχετος από μπάσκετ και πέρα από τα αηδιαστικά παρατσούκλια που προσπαθεί να φορέσει στους παίχτες, ψάχνει και ευκαιρίες για να επιδοθεί σε εξάρσεις βλακώδους εθνικισμού (τροφοδοτώντας με πλούσιο υλικό το luben!).
Στην τελετή πριν από τον αγώνα με την Ιταλία, μας είπε ότι ο ελληνικός εθνικός ύμνος είναι… ο ωραιότερος του κόσμου. Με ποιο κριτήριο, ρε εθνικισταρά κρετίνε; Κάθε εθνικός ύμνος έχει μια ιστορικότητα που τον κάνει μοναδικό κατά τη συγγραφή του. Οχι όμως και στο πέρασμα του χρόνου. Ο «Υμνος εις την ελευθερίαν» του Διονύσιου Σολωμού, για παράδειγμα, δεν έχει την ίδια σημασία σήμερα με την εποχή που γράφτηκε. Το ίδιο και η «Μασσαλιώτιδα», για να μην πούμε για τον ύμνο της Σοβιετικής Ενωσης, τη μουσική του οποίου έγραψε ο μεγάλος Αλεξάντρ Αλεξαντρόφ και τον χρησιμοποιεί και η σημερινή ιμπεριαλιστική Ρωσία, με διαφορετικούς στίχους όμως.
Κι αν μιλήσουμε καθαρά μουσικά, ο ιταλικός εθνικός ύμνος, που ακούστηκε αμέσως μετά τον ελληνικό, είναι πιο πλούσιος. Ο Κερκυραίος Νικόλαος Μάντζαρος, που έντυσε με μουσική τον «Υμνο εις την ελευθερίαν» του Σολωμού, ήταν της ίδιας μουσικής παιδείας με τον Γενοβέζο Μικέλε Νοβάρο, που έντυσε με μουσική τους στίχους από το «Τραγούδι των Ιταλών», που έγραψε ο επίσης Γενοβέζος Γκοφρέντο Μαμέλι. Ομως ο Νοβάρο (όπως και ο ποιητής Μαμέλι) ήταν οι ίδιοι επαναστάτες, γι’ αυτό και ο ύμνος τους (ένας ανάμεσα στους πολλούς που γράφονταν εκείνη την εποχή στην Ιταλία της επαναστατικής αναταραχής που οδήγησε στο Risorgimento) έχει αυτό το «ξεσηκωτικό» μουσικό ύφος, που οδήγησε και τον Βέρντι να τον ξεχωρίσει. Ο αριστοκράτης Μάντζαρος «σχολίασε» μουσικά τους στίχους του Σολωμού, ενώ ο ποπολάρος πατριώτης Νοβάρο «ήταν» οι στίχοι του Μαμέλι (που πέθανε σε ηλικία 22 ετών από γάγγραινα που του προκάλεσε τραύμα στο πόδι, όταν πολεμούσε στο πλευρό του Γκαριμπάλντι). Εν πάση περιπτώσει, συγκρίσεις δεν χωρούν. Υπάρχει μόνο η ανάλυση της ιστορικότητας κάθε ύμνου και η ανάλυση της εργαλειοποίησής του από τα σύγχρονα καπιταλιστικά και ιμπεριαλιστικά καθεστώτα.
Γ.Ρ.