Με την αυτοκτονία του νεοναζιστή εγκληματία Δημήτρη Κολτσίδα ξεβρώμισε ο τόπος, όμως το κάθαρμα πρόλαβε να σκοτώσει δυο ανθρώπους (έναν μεταφορέα από τον Βόλο και έναν ξυλουργό από τη Σκιάθο), προτού αυτοκτονήσει, σε ένα θεατρικά μελετημένο σόου, με το οποίο θέλησε να ικανοποιήσει τον αρρωστημένο ναρκισσισμό του, λίγο προτού πεθάνει από φυσικά αίτια (είχε καρκίνο τελικού σταδίου).
Τα ερωτηματικά αρχίζουν από εκεί και πέρα και αφορούν τις αστικές κυβερνήσεις και τον αστυνομικοδικαστικό μηχανισμό τους. Ολόκληρο οπλοστάσιο διέθετε ο νεοναζιστής: όπλα, σφαίρες και εκρηκτικά. Ουδείς τον ενόχλησε, παρά την προηγούμενη εγκληματική του δράση. Είχε φτάσει μέχρι του σημείου να πετάξει χειροβομβίδα σε τούρκικα φορτηγά, των οποίων οι οδηγοί κοιμούνταν στις καμπίνες τους. Δεν είχε προηγούμενα μαζί τους, του αρκούσε ότι ήταν Τούρκοι.
Και το τελευταίο έγκλημά του είχε ρατσιστικό υπόβαθρο, δεδομένου ότι το ένα από τα θύματα, ο ξυλουργός από τη Σκιάθο, ήταν Ρομά. Σκότωσε τους ανθρώπους για να ικανοποιήσει τα βρομερά ρατσιστικά ένστικτά του και να δώσει ιδεολογικό (εθνικοσοσιαλιστικό) συμβολισμό στο θεατράλε τέλος της άθλιας ζωής του. Το είπε σε επικοινωνία του με το ΣΤΑΡ, αναφερόμενος στο πρότυπό του, τον Χίτλερ:
«Γύφτος μου φαίνεται που τον έριξα στο κεφάλι. Ο άλλος, ο οδηγός, δεν πρέπει να είναι γύφτος. Την έφαγε τζάμπα αυτός, άστο γ… Τέλος πάντων, έρχονται. Με το που έρχονται να πούμε του λέω “μάγκα τι γίνεται; Αλλο νούμερο μου είχες δώσει να ελέγξω και άλλα και πάει να με κάνει μαρς. Επειδή εγώ ήμουν με τις πατερίτσες, νόμιζε ότι θα με έκανε καλά. Τον κάνω ένα άδειασμα και του δίνω μια στο κεφάλι με το 38άρι και δίνω και μία στον άλλο, τον, πως τον λένε, τον οδηγό. Και τους έδωσα στο κεφάλι και τελείωσε. Την πλήρωσε άδικα ο οδηγός. Αλλά τη δουλειά πρέπει να μου την έκανε Λαρισαίος από εδώ. Δεν έχω στοιχεία.
Χειροβομβίδες έχω και εκρηκτικά έχω. Και καλάσνικοφ. Κορίτσι μου, όπως έλεγε ο μεγάλος μας πατέρας με το μικρό του μουστάκι “τα δέντρα πεθαίνουν όρθια”. Εγώ μία φορά θα ψοφήσω. Δύο δεν θα ψοφήσω. Έναν καφέ ζητάω. Θέλω έναν καφέ να ηρεμήσω και να το συζητήσω».
Προσέξτε τα λεγόμενά του: Λαρισαίος λέει πως τον κορόιδεψε, τον Σκιαθίτη εκτέλεσε εν ψυχρώ, επειδή ήταν «γύφτος». Και μαζί του και τον Βολιώτη, που δεν ήταν «γύφτος», αλλά τον θεώρησε… παράπλευρη απώλεια. Αλλά δεν έδωσε αμέσως τέλος στη ζωή του. Τηλεφώνησε στην Αστυνομία, για να μαζευτούν εκεί οι μπάτσοι, μαζί με τα κανάλια, ώστε να παίξει το θεατρικό φινάλε που είχε σχεδιάσει, ακολουθώντας τη χιτλερική παράδοση.
Το Α’ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, με μια ιστορική απόφαση (2644/2020), έκρινε ότι η ΧΑ ως μόρφωμα (συνολικά δηλαδή, από την κορυφή μέχρι τον πάτο) είναι εγκληματική οργάνωση, η οποία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το έγκλημα σε βάρος των «εχθρών», όπως επιτάσσει η εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία, που αποτέλεσε το κίνητρο της εγκληματικής της δράσης.
Τι έκαναν οι αστικές κυβερνήσεις; Πέταξαν στα σκουπίδια αυτή την απόφαση και άφησαν ελεύθερη τη νεοναζιστική δράση. Τους άφησαν ν’ ανοίγουν γραφεία, να λειτουργούν ιστοσελίδες, να κάνουν εκδηλώσεις. Λέτε να μην ήξερε η αστυνομία ότι ο Κολτσίδας είχε οπλοστάσιο; Εδώ ο παππάς του χωριού εξέφρασε βεβαιότητα για την ύπαρξη οπλοστάσιου. Το πιο πιθανό είναι να ήταν και ρουφιάνος της ασφάλειας. Σε κάθε περίπτωση, τον άφησαν ελεύθερο για να φτάσει μέχρι την εν ψυχρώ δολοφονία δύο ανθρώπων, επειδή ο ένας ήταν «γύφτος».