Πικραμένος για όσα ακούγονται για τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες δήλωσε (από ρωσικού εδάφους) ο Ιβάν Σαββίδης, λέγοντας πως είναι αναφαίρετο συνταγματικό του δικαίωμα να δραστηριοποιείται στη χώρα και να επενδύει τα χρήματά του όπως επιθυμεί, είτε στον ποδοσφαιρικό είτε στον τηλεοπτικό χώρο. Είπε χαρακτηριστικά: «Αντί να σκεφτούν πώς θα φέρουν περισσότερους Σαββίδηδες στην Ελλάδα, κάθονται και ασχολούνται γιατί ήρθε ο Σαββίδης, τι θέλει, πού το πάει κλπ. Εγώ σαν πολίτης της Ελλάδας έχω δικαίωμα να ασχοληθώ με οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα εντός νομιμότητας. Τελείωσε».
Κανένας από τους έλληνες δημοσιογράφους, που είχαν κάνει τζάμπα ταξιδάκι στη Μόσχα για να παρακολουθήσουν την καλλιτεχνική εκδήλωση για το κλείσιμο του «έτους ελληνορωσικής φιλίας» στη Μεγάλη Αίθουσα Τελετών του Κρατικού Ανακτόρου του Κρεμλίνου (με… Σάκη Ρουβά!), δε θέλησε να χαλάσει την ατμόσφαιρα, υπενθυμίζοντας στον Σαββίδη πως στην Ελλάδα (όπως και σε άλλες χώρες) υπάρχουν νόμοι που (υποτίθεται πως) ερευνούν την προέλευση των χρημάτων που φέρνει κάποιος από το εξωτερικό για να επενδύσει στην Ελλάδα. (Υποτίθεται πως) οι αρμόδιες αρχές πρέπει να ψάξουν αν πρόκειται για «ξέπλυμα» χρήματος που προέρχεται από παράνομες δραστηριότητες, όπως εμπόριο ναρκωτικών, όπλων, ανθρώπων, παράνομο τζόγο κτλ.
Ομως, ο κυνισμός με τον οποίο μίλησε ο ρώσος καπιταλιστής, που από κλωστοϋφαντουργός έγινε σε χρόνο ρεκόρ μεγιστάνας (όχι του επιπέδου ενός Αμπραμόβιτς ή ενός Ριμπολόβλεφ, αλλά καπιταλιστής σίγουρα), είναι χαρακτηριστικός μιας γενικότερης αντίληψης και κατάστασης, στο πλαίσιο της οποίας τα κράτη λειτουργούν ως «πλυντήρια» για τις κάθε είδους μαφίες, πίσω από τις οποίες βρίσκονται καπιταλιστές που επενδύουν τα λιμνάζοντα κεφάλαιά τους με αποδόσεις που θα τις ζήλευε κάθε κλάδος της παραγωγής. Τα κράτη προσφέρουν προστασία και οι τράπεζες αναλαμβάνουν τη… λάτρα.