Αποτελεί πράγματι δείγμα αποικιοκρατικής συμπεριφοράς το ιταμό έγγραφο του Φούχτελ, με το οποίο απευθύνθηκε απευθείας σε Περιφέρειες και Δήμους, ζητώντας να του δώσουν πλήρη αναφορά για τον πληθυσμό τους, για τους συλλόγους που έχουν, για τα περιουσιακά τους στοιχεία, για τα πάντα. Ο υφυπουργός ενός ξένου κράτους τηρεί κάποια προσχήματα. Απευθύνεται στον ομόλογό του και μέσω αυτού σε οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία ή φορέα. Ομως αυτοί που έχουν μόνιμο ρόλο στην Ελλάδα έχουν συνηθίσει να παρακάμπτουν τη… γραφειοκρατία. Δεν είναι μόνο τα τεχνικά κλιμάκια της τρόικας, που έχουν το ελεύθερο να μπαινοβγαίνουν στα υπουργεία, ν’ ανοίγουν υπολογιστές και να συγκεντρώνουν όσα στοιχεία θέλουν οι προϊστάμενοί τους. Είναι και η task force του Ράιχενμπαχ, τα κλιμάκια της οποίας (στα οποία συμμετέχουν και έλληνες υπάλληλοι) επίσης μπαινοβγαίνουν ελεύθερα στα υπουργεία και ετοιμάζουν νομοσχέδια, τα οποία απλώς μεταφράζονται στα ελληνικά και προωθούνται για ψήφιση στη Βουλή (π.χ. το νομοσχέδιο για το ΠΕΔΥ, το νομοσχέδιο για την αξιολόγηση στο Δημόσιο κ.ά.).
Γιατί, λοιπόν, να αποτελέσει εξαίρεση ο Φούχτελ; Εχει καμιά τριετία στην Ελλάδα, ως άμεσος τοποτηρητής της Μέρκελ, εφημερίδες του έχουν φτιάξει αγιογραφίες («Φούχτελο» τον έχουν βαφτίσει), δημαρχαίοι καμαρώνουν σαν γύφτικα σκερπάνια δίπλα του, ανακοινώνοντας ανταλλαγές εκδρομέων και αδελφοποιήσεις πόλεων. Συνήθισε το ρόλο του κι είπε κι αυτός να δράσει «ντιρέκτ», χωρίς ενδιάμεσους. Και είμαστε σίγουροι ότι, ακόμη και μετά το θόρυβο που ξέσπασε, θα βρει ευήκοα ώτα σε δημάρχους και περιφερειάρχες, για να προωθήσει τα σχέδιά του. Ο θόρυβος μετά από μερικές μέρες θα καταλαγιάσει.
Ηταν ένας εν πολλοίς υποκριτικός θόρυβος. Γιατί όλοι γνωρίζουν τη δράση του Φούχτελ (στόχος του είναι από τη μια να φτιάχνει φιλογερμανικό κλίμα και από την άλλη να βρίσκει «μικρές ευκαιρίες» για γερμανούς πολίτες και μικρού μεγέθους καπιταλιστές). Και όλοι συνεργάζονταν μαζί του. Ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ που τώρα εξέδωσε οργισμένη καταγγελία. Το Γενάρη του 2013 ο Τσίπρας πραγματοποίησε ταξίδι στη Γερμανία και επειδή τότε δεν μπορούσε να περάσει «μεγάλες» πόρτες (Ντράγκι, Ασμουσεν, Σόιμπλε ούτε καλημέρα δεν του έλεγαν), κατέληξε στον πρόθυμο Φούχτελ, με τον οποίο συναντήθηκε επί γερμανικού εδάφους «σε καλό κλίμα», όπως μεταδόθηκε τότε. Σε εκείνη τη συνάντηση ο Φούχτελ δεν παρέλειψε να θυμίσει με νόημα, ότι η Ελληνογερμανική Συνεργασία στηρίζεται απ’ όλα τα κόμμα της γερμανικής Βουλής, δηλαδή και από το Die Linke.