Ευρύτατη διάδοση είχε, κυρίως στο Διαδίκτυο, το αποκαλυπτικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο φύλλο της «Κόντρας», για τη νομοθετική ρύθμιση που πέρασε στη ζούλα, η οποία μετατρέπει σε πταίσμα από πλημμέλημα τη λαθροϋλοτόμηση, με αποτέλεσμα να ενθαρρύνει την καταστροφή των δασών που μετατρέπονται σε καυσόξυλα (βοηθούσης και της κρίσης που έχει σπρώξει πολύ κόσμο σ’ αυτόν τον τρόπο θέρμανσης).
Καταγγελία εξέδωσε και η Πανελλήνια Ενωση Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΔΔΥ). Αναφέρει η ανακοίνωση της συνδικαλιστικής οργάνωσης των δασολόγων:
«Τον τελευταίο χρόνο, αυξήθηκαν τα δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο, για εκτεταμένα φαινόμενα παράνομης υλοτομίας, διακίνησης και εμπορίας καυσοξύλων καθώς και την εμφανή αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να τα περιορίσει.
Η πολιτεία, λόγω της σημασίας των δασικών οικοσυστημάτων όφειλε να πάρει άμεσα μέτρα για τον περιορισμό των λαθροϋλοτομιών και την προστασία των δασών και της δημόσιας περιουσίας.
Αντί αυτού και παρά τις εξαγγελίες για ειδικά προγράμματα για τον περιορισμό του φαινομένου, με χρήματα από το πράσινο Ταμείο, πρόσφατα, είδαμε να ψηφίζεται μια διάταξη που δυστυχώς “λειτουργεί” στην αντίθετη κατεύθυνση.
Ειδικότερα με το άρθρο 38 παρ. 2 του ν. 4055/2012 (ΦΕΚ 51/Α΄), αυξήθηκε στο ποσό των 600 ευρώ το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 268 του ΝΔ 86/69 και των άρθρων 37, 38 και 39 του ν.3585/2007 όριο, μέχρι του οποίου τα αντίστοιχα αδικήματα τιμωρούνται σε βαθμό πταίσματος.
Η ρύθμιση αυτή, προκειμένου για τις παράνομες υλοτομίες, οδηγεί και μάλιστα “εν μέσω κρίσης”, στην πλήρη αποδόμηση της δικαστικής προστασίας των δασών, δεδομένου ότι η υλοτόμηση ποσότητας ξυλείας ισοδύναμης με τα 600 ευρώ (που προβλέπει η ρύθμιση), αντιστοιχεί στην παράνομη υλοτομία μέχρι 15 χωρικών μέτρων (περίπου 30 τόνων ξύλου) που πλέον θα θεωρείται πταίσμα.
Δηλαδή πιο απλά, τα δάση θα δεχτούν τεράστια πίεση διότι το αδίκημα της λαθροϋλοτομίας, λόγω του υψηλού νέου ορίου που θέτει η ρύθμιση, θα θεωρείται πταίσμα και ουσιαστικά θα τιμωρείται ελαστικότερα.
Αναρωτιόμαστε ποια είναι η σκοπιμότητα και η χρησιμότητα αυτής της ρύθμισης όταν είναι γνωστά τα προβλήματα και οι δυσκολίες ελέγχου του δασικού χώρου, (με δεδομένη την περιορισμένη διάθεση πόρων για το σκοπό αυτό), ιδίως σήμερα, που με τα οικονομικά μέτρα που λαμβάνονται συρρικνώνεται και περιθωριοποιείται ο δημόσιος τομέας.
Για την Ενωσή μας και αυτή η αποσπασματική αλλαγή του νομικού πλαισίου, γίνεται χωρίς καμιά οργανωμένη σκέψη για τις συνέπειες που προκαλεί και την ανάγκη περιορισμού ενός φαινομένου που θα εξελίσσεται προοδευτικά σε “πλιάτσικο” σε βάρος των δασικών οικοσυστημάτων όσο διαρκεί η οικονομική κρίση και μειώνονται οι ασκούμενοι έλεγχοι.
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες του αναφορικά με το πασιφανές έλλειμμα δασικής πολιτικής, την κατάσταση που διαμορφώνεται στη δασοπροστασία, υπό αυτές τις συνθήκες και την περιορισμένη δυνατότητα των Δασικών Υπηρεσιών να διαχειριστούν και να προστατέψουν αποτελεσματικά τους δασικούς πόρους που αποτελούν και δημόσια περιουσία».