Το Ευρωπαϊκό Ενταλμα Σύλληψης, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 1 της από 10.12.2001 πρότασης απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είναι «δικαστική απόφαση, η οποία εκδίδεται από κράτος μέλος προς τον σκοπό της σύλληψης και παράδοσης από άλλο κράτος μέλος προσώπου που καταζητείται για την άσκηση ποινικής δίωξης ή για την εκτέλεση ποινής η μέτρου στερητικού της ελευθερίας».
Μείζον ερώτημα, σχετικά με το παραπάνω νομοθέτημα, και όχι φυσικά μόνο για το νομικό κόσμο, είναι εάν με την ενοποίηση και τις μεταβολές των σχετικών διατάξεων που πρόκειται να επέλθουν διευρύνονται ή περιορίζονται οι ατομικές και κοινωνικές ελευθερίες και δικαιώματα, καθώς και οι θεσπισμένες στο επίπεδο των επιμέρους εθνικών νομοθεσιών δικονομικές εγγυήσεις. Ιδίως όταν το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον το οποίο αφορούν διεκδικεί το χρίσμα του υπερεθνικού προστάτη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία ρηματικά ανάγει σε υπέρτατα πολιτισμικά αγαθά. Μία πρώτη όμως προσέγγιση, αναγκαστικά τηλεγραφική λόγω του περιορισμένου χώρου, αναδεικνύει σημαντικούς κινδύνους περιστολής τους. Ενδεικτικά:
1. Παραλείπεται η αναφορά της πολιτικής δραστηριότητας ή των αγώνων υπέρ της ελευθερίας ως αρνητικών κριτηρίων για την έκδοση εντάλματος (σημ. 12 Εισηγ. Εκθ.). Η αναφορά των πολιτικών φρονημάτων σαφώς προστατεύει λιγότερο τον εκζητούμενο, αφού κανείς δεν μπορεί να αποδείξει ότι διώχθηκε για τα φρονήματά του και όχι για κάποια συγκεκριμένη συνδεόμενη με αυτά δραστηριότητα.
2. Ως προϋπόθεση για την έκδοση εντάλματος δεν απαιτείται η προηγούμενη έκδοση καταδικαστικής απόφασης, ούτε καν η (προηγούμενη της αίτησης έκδοσης εντάλματος) άσκηση ποινικής δίωξης (άρθρο 1 παρ. 1 και 22 παρ. 1). Μπορεί δηλαδή να εκδοθεί ο εκζητούμενος όχι μόνο χωρίς εναντίον του απόφαση, αλλά ακόμη και χωρίς πριν να του έχει ασκηθεί δίωξη.
3. Καταργούνται ή περιορίζονται κατά περίπτωση οι μέχρι τώρα κρατούσες στο δίκαιο της έκδοσης αρχές του διττού αξιόποινου, της ειδικότητας, της παραγραφής και της αμοιβαιότητας (άρθρα 2 παρ. 2, 4 κ.λπ.).
4. Παραλείπεται η υποχρέωση συγκεκριμένου καθορισμού της πράξης για την οποία εκδίδεται το ένταλμα ως περιεχόμενό του. Η αναφορά της φύσης και του νομικού χαρακτηρισμού του αδικήματος (άρθρο 9) δεν αναπληρώνει την ανάγκη συγκεκριμένης δίωξης.
5. Μεταξύ των αδικημάτων για τα οποία επιτρέπεται έκδοση αναφέρεται και η «τρομοκρατία» για την οποία είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει πουθενά συγκεκριμένος ορισμός της ως αδικήματος. Ανοίγει έτσι ο δρόμος για τη δίωξη ως τρομοκρατών, με τη βοήθεια και των υπολοίπων ρυθμίσεων, των διαφόρων εσωτερικών εχθρών και κινημάτων, καθώς και όσων αντιτίθενται στη σημερινή διεθνή τάξη πραγμάτων.
6. Η ίδια αοριστία συναντάται σε διατυπώσεις άλλων αδικημάτων της λίστας (άρθρο 2) όπως «δολιοφθορά», «ρατσισμός», «ξενοφοβία» (χωρίς φυσικά κανείς να διαφωνεί στην αντίθεση προς τον ρατσισμό και την ξενοφοβία με κοινωνικούς και πολιτικούς όρους) κ.λπ.
7. Δεν προστατεύεται ο εκζητούμενος όταν για την ίδια πράξη έχει καταδικαστεί, ακόμη και όταν η ποινή έχει εκτελεστεί (Νon bis in idem) σε άλλο κράτος, μη μέλος της ΕΕ. Αλλά ακόμη και εάν αυτό έχει συμβεί σε κράτος μέλος της ΕΕ, η μη εκτέλεση του εντάλματος είναι προαιρετική (άρθρο 4 παρ. 5).
Στη σκιά της φόρτισης των εξελίξεων μετά τις 11.9.2001, του κυνηγητού της «τρομοκρατίας» που έχει αναγορευθεί πλέον από τους υπερατλαντικούς και ευρωπαίους αναδόχους ως ο νέος παγκόσμιος εχθρός της ανθρωπότητας και χωρίς την προβολή που θα αντιστοιχούσε στη σοβαρότητα του θέματος, και την ανάλογη ενημέρωση της κοινής γνώμης, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης εξέδωσε την παραπάνω απόφαση-πλαίσιο για το ενιαίο Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.
Η συζήτηση για την ουσιαστική αξιολόγηση των μεταβολών που επιφέρει, η ανάπτυξη, παρουσίαση και σχολιασμός των οποίων σε αναλογία με τη βαρύτητά τους θα απαιτούσε πολλαπλάσιο χώρο, είναι επιτακτική ανάγκη να αρχίσει το συντομότερο.
ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ