Περίεργα παιχνίδια παίζει αλήθεια η Ιστορία. 23 μικροκαπιταλιστές και μάλιστα απ’ τους σημαντικότερους της περιοχής της κοιλάδας Φεργκάνα στο ανατολικό Ουζμπεκιστάν συνέλαβε η κυβέρνηση τον περασμένο Ιούνη φορτώνοντας τους την βαριά κατηγορία της «ισλαμικής τρομοκρατίας». Ούτε που θα μπορούσε να φανταστεί ότι η δίκη τους – που ξεκίνησε τον περασμένο Φλεβάρη – θα μπορούσε να αποτελέσει την αφορμή για μια εξέγερση που πολλοί την παρομοίασαν μ’ αυτή στην Τιεν Αν Μεν του Πεκίνου 16 χρόνια πριν.
Η κυβέρνηση του πρώην – και τελευταίου – Γενικού Γραμματέα του πάλαι ποτέ «Κ»Κ Ουζμπεκιστάν και νυν προέδρου Ισλάμ Καρίμοφ έδρασε με την πρέπουσα «αυτοσυγκράτηση». Πυροβολώντας στο ψαχνό ακόμα και γυναικόπαιδα, αποτελειώνοντας τους τραυματίες με μια σφαίρα στο κεφάλι, διώχνοντας τους δημοσιογράφους και σφραγίζοντας τις εξεγερμένες πόλεις. Η «διεθνής κοινότητα» παρακολούθησε για μια ακόμα φορά απαθής τη σφαγή τουλάχιστον 745 ανθρώπων απ’ τους πραιτοριανούς του καθεστώτος. Για την ακρίβεια, όχι εντελώς απαθής. Ο ΟΗΕ ανέλαβε να διενεργήσει «έρευνα» για τη σφαγή, ο Βρετανός υπουργός εξωτερικών Τζακ Στρο ανακάλυψε ότι υπήρξε παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και η αμερικανίδα συνάδελφός του κάλεσε την κυβέρνηση Καρίμοφ να προχωρήσει σε «δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις» για να αποφύγει ανάλογα προβλήματα στο μέλλον αφού προηγουμένως ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ είχε «καταδικάσει» τη βία της κυβέρνησης του Ουζμπεκιστάν με καθυστέρηση μερικών ημερών προκειμένου να λήξει «αισίως» η κατάπνιξή της.
Η εξέγερση στο Ουζμπεκιστάν δεν είχε καμία σχέση μ’ αυτές τις «βελούδινες επαναστάσεις» που είδαμε να διαδραματίζονται στις πρώην «Σοβιετικές Δημοκρατίες». Είχε όλα τα χαρακτηριστικά της «τρομοκρατίας». Υποστηριζόταν από τους ισλαμιστές αντάρτες που πέρσι τέτοιο καιρό πραγματοποιούσαν επιθέσεις αυτοκτονίας και καταφέρονταν εναντίον ενός καθεστώτος που αποτελεί παράδειγμα σταθερότητας στην περιοχή, κατά «γενική ομολογία», και μήλο της έριδας Αμερικάνων και Ρώσων ιμπεριαλιστών. Παρά το γεγονός ότι η χώρα μαστίζεται απ’ τη φτώχεια και την ανεργία, ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι γύρω στα 30 δολάρια και στις φυλακές σαπίζουν 6.000 πολιτικοί και «θρησκευτικοί» κρατούμενοι. Σχεδόν τόσοι όσοι σαπίζουν στις ισραηλινές φυλακές μετά τη δεύτερη Ιντιφάντα. Ομως το καθεστώς του Ουζμπεκιστάν παραμένει σταθερός σύμμαχος της «αντιτρομοκρατικής» λυκοσυμμαχίας. Το απέδειξε όταν παρέδωσε τις βάσεις του στους Αμερικάνους για να χτυπήσουν στο Αφγανιστάν, το είχε αποδείξει και παλαιότερα όταν ο Καρίμοφ καλούσε τη Ρωσία να προστατεύσει τα νοτιοανατολικά σύνορα της χώρας.
Τι κι αν ο λαός στενάζει κάτω από μια στυγνή δικτατορία που καταγγέλθηκε πολλές φορές στο παρελθόν για τα βασανιστήρια κατά των αντιπάλων της και προκάλεσε βίαια ξεσπάσματα των καταπιεσμένων πολιτών της; Οπως αυτό τον περασμένο Νοέμβρη στο Κοκάντ (στην ίδια «αμαρτωλή» κοιλάδα Φεργκάνα που βρίσκεται και το Αμπιζάν), όταν 10.000 μικρέμποροι τα έκαναν γυαλιά καρφιά διαμαρτυρόμενοι για τα μέτρα οικονομικού αφανισμού τους, που πήρε η κυβέρνηση. Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα για τους «ευαίσθητους» κυβερνώντες της Δύσης. Το σημαντικό είναι πώς θα ελέγξουν μια χώρα πλούσια σε πετρέλαιο, φυσικό αέριο, χρυσό και σιδηρούχα μέταλλα.
Οι εικόνες που είδαμε απ’ το μακρινό Ουζμπεκιστάν θα ξεχαστούν, μέχρι την επόμενη θύελλα. Αποδεικνύουν, όμως, ότι η ταξική πάλη είναι πάντα παρούσα και ο άνεμος της εξέγερσης θα συνεχίσει να φυσάει σε όλες τις άκρες του πλανήτη χαλώντας την άπνοια της «κοινωνικής γαλήνης». Μιας «γαλήνης» που βασίζεται στην ταξική καταπίεση που δεν σταμάτησε με το πέρασμα των πρώην «σοβιετικών δημοκρατιών» απ’ τον παλινορθωμένο κρατικό καπιταλισμό στον καπιταλισμό της «ελεύθερης αγοράς».