Σε ένα ακόμη φιάσκο για τον αμερικάνικο στρατό εξελίχτηκε η περιβόητη επιχείρηση Ματαντόρ, που ξεκίνησε στις 8 και έληξε άδοξα στις 14 του Μάη, στην επαρχία Ανμπάρ του βορειοδυτικού Ιράκ, που συνορεύει με τη Συρία. Στην περιοχή αυτή δεν τολμούσαν να πατήσουν το πόδι τους ο ιρακινός στρατός και η αστυνομία, ενώ ο αμερικάνικος στρατός εδώ και ένα χρόνο σπάνια διακινδύνευε να εμφανιστεί και πάντα με ισχυρή δύναμη.
Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη επιχείρηση του αμερικάνικου στρατού από την επίθεση στη Φαλούτζα πριν από έξι μήνες, με στόχο την εκκαθάριση της περιοχής από τους αντάρτες και τη διάλυση του δικτύου τροφοδοσίας της ιρακινής αντίστασης με άντρες και οπλισμό μέσω των συριακών συνόρων. Σ’ αυτή πήραν μέρος 1.000 αμερικάνοι πεζοναύτες και στρατιώτες με την υποστήριξη πολεμικών αεροσκαφών και ελικοπτέρων. Ο απολογισμός της επιχείρησης, σύμφωνα με τα στοιχεία του αμερικάνικου στρατού, είναι 9 πεζοναύτες νεκροί, 40 τραυματίες και 125 νεκροί αντάρτες. Οι αντάρτες δηλώνουν ότι οι νεκροί τους είναι πολύ λιγότεροι και τα περισσότερα θύματα είναι άμαχοι και ότι οι νεκροί Αμερικάνοι είναι 90.
Η μόνη σημαντική μάχη που έδωσε η αμερικάνικη δύναμη με τους αντάρτες ήταν στην πόλη Ουμπάιντι την πρώτη μέρα της επιχείρησης, που κράτησε 12 ώρες. Οι Αμερικάνοι αιφνιδιάστηκαν, γιατί οι πληροφορίες που είχαν έλεγαν ότι οι αντάρτες είχαν εγκαταλείψει τις θέσεις τους και είχαν περάσει μαζικά στην άλλη όχθη του Ευφράτη. Οι επικεφαλής της επιχείρησης δήλωσαν έκπληκτοι όχι μόνο από την παρουσία των ανταρτών, αλλά και από την έκταση της προετοιμασίας, τον εξοπλισμό που διέθεταν, τη διάρκεια και τη σφοδρότητα της αντίστασης τους. Το περιβόητο αμερικάνικο δίκτυο πληροφοριών, το τελειότερο υποτίθεται στον κόσμο, αποδείχτηκε για άλλη φορά αναποτελεσματικό. Οχι μόνο στην περίπτωση της Ουμπάιντι, αλλά και του χωριού Αράμπι, για το οποίο οι πληροφορίες που είχαν έλεγαν ότι τους περιμένουν οι αντάρτες και βρήκαν ακριβώς το αντίθετο, ένα χωριό με έρημους δρόμους και μερικούς τρομαγμένους κατοίκους κλεισμένους στα σπίτια τους. Τις υπόλοιπες μέρες οι αμερικάνοι στρατιώτες κυνηγούσαν έναν εχθρό που είχε προλάβει να γίνει άφαντος και έκαναν άκαρπες έρευνες στα σπίτια των χωριών που βρίσκονταν στο δρόμο τους.
Και για να μην θεωρηθεί ότι πιθανόν υπερβάλλουμε στις εκτιμήσεις μας, παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα από το σχετικό ρεπορτάζ της «Ουάσιγκτον Ποστ» (16/5/05), που δίνει με γλαφυρό τρόπο μια γεύση της επιχείρησης «Ματαντόρ».
«…Από την αρχή, καθώς οι πεζοναύτες προχωρούσαν δυτικά στα πλαίσια της εβδομαδιαίας επιχείρησης, πολλοί ξένοι μαχητές είχαν φύγει πριν απ’ αυτούς, όπως είπαν κάτοικοι της περιοχής στους διοικητές των πεζοναυτών.
Μετά από μια μάχη στις 8 Μάη (σ.σ στην Ουμπάιντι), στην οποία σκοτώθηκαν τουλάχιστον δύο πεζοναύτες, μια βόμβα στο οδόστρωμα που προκάλεσε το θάνατο ακόμη έξι πεζοναυτών την Τετάρτη και κάποιες μέρες άκαρπης καταδίωξης του εχθρού, οι πεζοναύτες ήταν έτοιμοι για μάχη. Το απομακρυσμένο χωριό Αράμπι μόλις δύο μίλια από τα συριακά σύνορα φαινόταν να είναι ο τόπος (σ.σ. της μάχης). «Αν οι Αμερικάνοι βρουν το Αράμπι στα χέρια των ξένων μαχητών», είπε ο ταγματάρχης Στιβ Λόουσον, «θα το κάνουμε ερείπια».
Την Πέμπτη, καθώς η φάλαγγα των τανκς, των θωρακισμένων οχημάτων και των Χάμβι κατευθύνονταν προς το Αράμπι, οι πεζοναύτες αστειεύονταν, έλεγχαν τα όπλα τους επανειλημμένα και βρίσκονταν σε υπερένταση.
Να το τζαμί!, φώναξε ένας οπλίτης του πυροβολικού, τεντώνοντας το σώμα του έξω από το θωρακισμένο όχημα και παρατηρώντας προσεκτικά το μέρος που οι ντόπιοι και ξένοι μαχητές είχαν μετατρέψει σε βάση τους. Οι οπλίτες κρατούσαν τα όπλα τους έτοιμοι δίπλα, κατοπτεύοντας.
Τα λεπτά περνούσαν και οι πεζοναύτες δεν άκουγαν κανένα θόρυβο. Δεν έβλεπαν κανένα στους έρημους δρόμους.
Υστερα από μισή ώρα στο χωριό, ένας οπλίτης φώναξε: Να ένα πρόβατο!
Πυροβόλησέ το!, αστειεύτηκε ένας άλλος πεζοναύτης…».
«Από τις 8 του Μάη, που ξεκίνησε η επιχείρηση Ματαντόρ με την απροσδόκητη αλλά σφοδρή μάχη στην παραποτάμια πόλη Ουμπάιντι, οι πεζοναύτες δεν βρήκαν κανένα για να πολεμήσουν. Ομως οι αντάρτες άφησαν αντιπροσώπους να σκοτώνουν γι’ αυτούς: σχολαστικά τοποθετημένες βόμβες και νάρκες σε δρόμους και γέφυρες απ’ όπου θα περνούσαν αυτοκίνητα ή τανκς.
Προετοιμασμένοι για μάχη, οι πεζοναύτες έβρισκαν μόνο ναρκοπαγίδες. Μερικές φορές τις έβρισκαν πολύ αργά.
Την Τετάρτη, δύο οβίδες του πυροβολικού θαμμένες σε ένα δρόμο ανατίναξαν ένα Amtrac. Η έκρηξη πυροδότησε τα πυρομαχικά μέσα στο όχημα , δημιουργώντας μια κόλαση. Ελικόπτερα απομάκρυναν από το φλεγόμενο όχημα περισσότερα από δέκα θύματα. Τέσσερις κείτονταν νεκροί μέσα στο όχημα και δύο πέθαναν αργότερα από τα τραύματά τους…
Μερικές ώρες αργότερα ένας πεζοναύτης πήρε για παρέα ένα εθελοντή και βγήκαν για μια ανεξάρτητη νυχτερινή αποστολή, με την ελπίδα να ανακαλύψουν τους βομβιστές που οι 1.000 πεζοναύτες δεν κατάφεραν να ξετρυπώσουν….»
«Ηταν μεσημέρι Παρασκευής. Οι πεζοναύτες είχαν χτενίσει το Αράμπι και βρήκαν μόνο τρομαγμένες ιρακινές οικογένειες να κρύβονται στα σπίτια τους. Βρήκαν βόμβες στους δρόμους, αλλά κανένα εχθρό για να πολεμήσουν.
Οι πεζοναύτες είπαν ότι πολλοί από τους ξένους μαχητές έφυγαν δυτικά στη Συρία ή στην Χουσαϊμπα, μια άνομη συνοριακή πόλη, όπου ξένοι μαχητές και τοπικοί φύλαρχοι πολεμούσαν μεταξύ τους για τον έλεγχό της αυτό το μήνα, σύμφωνα με αμερικάνους αξιωματούχους. Oμως οι πεζοναύτες δεν έχουν την απαιτούμενη δύναμη αντρών για να μπουν στην Χουσαϊμπα.
Ετσι, περιορίστηκαν να ερευνήσουν τις σπηλιές στην βραχώδη και απότομη πλαγιά που περιβάλλει ένα μέρος του Αράμπι. Βλέποντας έναν άντρα να βγαίνει από μια σπηλιά, να κοιτάζει γύρω και να επιστρέφει, το πλήρωμα ενός αμερικάνικου ελικοπτέρου έριξε ένα βλήμα Hellfire. Αυτοί είναι απλοί Ιρακινοί που κρύβονται στις σπηλιές, ειδοποίησαν οι διοικητές. Μείνετε σε απόσταση…
Οι αντάρτες ήταν οι μόνοi εχθροί, αλλά αυτοί δεν θα έβγαιναν για να πολεμήσουν. «Φράνκλι, κουράζομαι να περιφέρομαι χωρίς να βλέπω τίποτα, χωρίς να γνωρίζω τίποτα και έπειτα να βλέπω πεζοναύτες, άντρες που ξέρω, να ανατινάζονται από νάρκες. Θα προτιμούσα οι ξένοι μαχητές να βγαίνουν έξω και να μας πυροβολούν. Εμείς μπορούμε να απαντήσουμε», είπε ο Καλούφ (σ.σ. ένας νεαρός μηχανικός ειδικός στην εξουδετέρωση βομβών και ναρκών) καθώς οι Αμερικάνοι ήταν έτοιμοι να πάρουν το δρόμο της επιστροφής».
Μετά απ’ αυτά, αμφιβάλλει κανείς για την «επιτυχία» της επιχείρησης «Ματαντόρ»; Κατά τα άλλα, οι επικεφαλής της δήλωσαν ότι «η αποστολή εξετελέσθη και οι στόχοι της επιτεύχθηκαν».