ΚΕΝ ΛΟΟΥΤΣ
Ιρλανδέζικος δρόμος
Ας ξεκινήσουμε με το επιμύθιο αυτής της ταινίας: Οι σκόπελοι και οι παγίδες που στήνει η συνείδηση στις πράξεις των ανθρώπων είναι πολλές φορές ανυπέρβλητoι. ‘Η αλλιώς –για να θυμηθούμε το μνημειώδες ποίημα του Μπρεχτ «Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου»– «Στρατηγέ, ο άνθρωπος είναι χρήσιμος πολύ/ Ξέρει να πετάει, ξέρει και να σκοτώνει/ Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:/ Ξέρει να σκέφτεται».
Να λοιπόν που ένας ανθρωποκεντρικός καλλιτέχνης, όπως ο Κεν Λόουτς, συναντά τον ορθολογιστή, διαλεκτικό ποιητή και ιδρυτή του επικού θεάτρου Μπ. Μπρεχτ. Γιατί είναι κοινός τόπος, ότι η οποιαδήποτε αριστερή οπτική της κοινωνίας, είναι εκτός των άλλων– και ζήτημα ήθους.
Ο Φέργκους της ταινίας μας είναι ένας βρετανός μισθοφόρος στο Ιράκ. Στις 10.000 λίρες του μηνιαίου μισθού του, στην ασύδοτη δράση και τις επιχειρηματικές ευκαιρίες που ανοίγονται εκεί, βλέπει τη μεγάλη ευκαιρία να ξελασπώσει για τα καλά οικονομικά. Δεν αναρωτιέται καν γιατί βρίσκεται εκεί. Ξέρει να επιβιώνει και να σκοτώνει. Πείθει τον καλύτερό του φίλο να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Ωσότου ο τελευταίος, τρία χρόνια μετά, σκοτώνεται στον πιο επικίνδυνο δρόμο της Βαγδάτης, τον Irish route. Ο Φέργκους, ερευνώντας τις συνθήκες θανάτου του φίλου του, έρχεται αντιμέτωπος με τον αδίστακτο κόσμο των συμφερόντων, της απληστίας και της βίας, που θέτουν τους κανόνες στο σημερινό Ιράκ. Οχι ότι δεν τα ήξερε, υπέθετε όμως ότι μπορεί να φύγει από κει αβρόχοις ποσί. Αλλά όσο κι αν ήταν πρόθυμος να ξεπεράσει άλλα σοβαρότερα ηθικά διλήμματα, αδυνατεί να αποδεχθεί το θάνατο του καλύτερου φίλου του… Αδυνατεί να υπερκεράσει λογικά συμπεράσματα και να προσπεράσει τα ελάχιστα ψήγματα ανθρωπιάς που του απέμειναν…
Πόσο αληθινά και ρεαλιστικά είναι αυτά; Πιθανόν και να είναι. Τα βασανιστήρια στο Αμπού Γκράιμπ κάπως έτσι είδαν το φως της δημοσιότητας. Βέβαια, ο Κεν Λόουτς δεν είναι αποστασιοποιημένος από τους ήρωές του. Μοιάζει να τους κατανοεί και να τους αγαπά. Σ` αυτό διαφέρει πολύ από τον Μπρεχτ (ούτως ή άλλως δεν κάνουμε συγκρίσεις σε άνισα μεγέθη). Γιατί θα ‘πρεπε και να τους σιχαίνεται. Επίσης, είναι αλήθεια ότι έχουν ακουστεί τόσα κακά για το Ιράκ που τίποτα πια δεν εκπλήσσει, τίποτα δεν μοιάζει καινούριο. Παρά ταύτα, ο «Ιρλανδέζικος δρόμος», όπως όλες σχεδόν οι ταινίες του Λόουτς, είναι μια χρήσιμη ταινία, μακριά από στενόμυαλες πολιτικές διδαχές, επαρκής από κάθε άποψη, και στη μορφή και στο περιεχόμενο.
Μια ταινία που ξεχωρίζει στον ορυμαγδό των σκουπιδιών που έχουμε δει φέτος.
ΑΡΓΥΡΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ – JAN VOGEL
Wasted youth
Μια Αθήνα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Σ` αυτή τη φράση συνοψίζουν οι σκηνοθέτες την ουσία και το περιεχόμενο της ταινίας τους και έτσι ακριβώς είναι. Σ` αυτό τον αβίωτο τόπο που δεν μπορεί πια να σταθεί κανείς, σ` αυτό το λάκκο με τα σκατά, ο καθένας προσπαθεί να επιβιώσει όπως μπορεί, ξένος μέσα στους ξένους, χωρίς να καταλαβαίνει ποιος και γιατί του φταίει. Ετσι, ένας μεσήλικας μπάτσος παλεύει με τις δυσκολίες της επιβίωσης και την εσωτερική του μελαγχολία, μη καταφέρνοντας τελικά να ξεφύγει από τη μοίρα που του επιφυλάσσει η ένταξή του σ` ένα θεσμό καταστολής. Από την άλλη, μια παρέα νεολαίοι ζουν τη δική τους σπαταλημένη νιότη σ` ένα πνιγηρό περιβάλλον, χωρίς ούτε οι ίδιοι ούτε το στενό τους περιβάλλον να γνωρίζουν που βαδίζουν.
Ολα αιωρούνται σε μια υπνωτισμένη, ναρκοθετημένη ατμόσφαιρα που οι δυο σκηνοθέτες καταγράφουν με ακρίβεια και ειλικρίνεια. Το αποτέλεσμα δεν είναι συνταρακτικό, είναι όμως ανεπιτήδευτο και, αν μη τι άλλο, έντιμο. Οι δυσκολίες του θέματος αντισταθμίζονται από το καλό στήσιμο της ταινίας, τις εσωτερικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών και τις ειλικρινείς τους προθέσεις. Αυτά είναι αρκετά τις περισσότερες φορές για μια ελληνική ταινία.
Ελένη Σταματίου