«Οπως άλλα διεθνή δικαστήρια, το ειδικό δικαστήριο του ΟΗΕ για τον Λίβανο είναι στην καλύτερη περίπτωση ένα αργό και αδύναμο εργαλείο δικαιοσύνης, όμως μπορεί να είναι το δυνατότερο χαρτί που κρατούν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους σε έναν κρίσιμο αγώνα ισχύος ενάντια στην Συρία και το Ιράν». Οι παραπάνω γραμμές, από το κύριο άρθρο (editorial) της «Ουάσιγκτον Πόστ» την προηγούμενη Πέμπτη (20/1), αποτυπώνουν με τον πλέον κυνικό τρόπο τη στόχευση της αμερικάνικης πολιτικής στο Λίβανο. Το editorial ξεκινά μ’ αυτά τα λόγια και τελειώνει ακόμα πιο κυνικά: «Ούτε ο κύριος Χαρίρι ούτε οι ΗΠΑ έχουν την ικανότητα να αφοπλίσουν τη Χεζμπολά ή να τερματίσουν την απειλή που αποτελεί για το Λίβανο, το Ισραήλ και τη Μέση Ανατολή (sic!). Εμμένοντας στη συνέχιση της δίκης, ωστόσο, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους έχουν την δυνατότητα να εκθέσουν τη φονική τρομοκρατία του κινήματος (σ.σ. της Χεζμπολά), που κατευθύνεται ενάντια στους φίλους Αραβες και Μουσουλμάνους και την εξάρτησή του από τις δικτατορίες της Συρίας και του Ιράν. Αυτή είναι μια κατάληξη για την οποία αξίζει να παρθούν ρίσκα».
Πώς η εφημερίδα πιστεύει ότι θα εκτεθεί η Χεζμπολά; Κατηγορώντας την ότι κρύβεται πίσω από την δολοφονία του Ραφίκ Χαρίρι, του πολυεκατομμυριούχου προέδρου του Λιβάνου, που δολοφονήθηκε το 2005 και έγινε πιο δημοφιλής νεκρός παρά ζωντανός. Η εφημερίδα επισημαίνει ότι «πιστεύεται ευρέως» ότι το κατηγορητήριο εμπλέκει ανώτατα στελέχη της Χεζμπολά στη δολοφονία. Το κατηγορητήριο υποτίθεται ότι είναι επτασφράγιστο μυστικό (ο εισαγγελέας δεν έχει αποκαλύψει τίποτα), όμως οι ισραηλινές εφημερίδες έχουν διαρρεύσει από καιρό ότι εμπλέκει τη Χεζμπολά, καταλήγοντας στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα με την εφημερίδα (προπύργιο των Δημοκρατικών) «Ουάσιγκτον Ποστ», γι’ αυτό και η Χεζμπολά το έχει χαρακτηρίσει έργο των Σιωνιστών.
Οι μάσκες έπεσαν, λοιπόν, αλλά τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα ήθελαν οι Αμερικάνοι και οι σύμμαχοί τους. Γιατί η κυβέρνηση Χαρίρι κατέρρευσε και νέος πρωθυπουργός του Λιβάνου είναι πλέον ο Νατζίμπ Μικάτι που υποστηρίχτηκε από τη Χεζμπολά! Ο Μικάτι δεν είναι κανένας… επαναστάτης. Πολυεκατομμυριούχος είναι (μεγιστάνας των τηλεπικοινωνιών). Μπήκε στην πολιτική το 1998 και μέχρι το 2004 είχε διατελέσει υπουργός Δημοσίων Εργων και Μεταφορών σε τρεις συνεχόμενες κυβερνήσεις, για να γίνει μεταβατικός πρωθυπουργός το 2005. Μάταια οι οπαδοί του Χαρίρι ξέσπασαν κατά του διορισμού του Μικάτι ως εντολοδόχου πρωθυπουργού την περασμένη Τρίτη. Ο Μικάτι κέρδισε την εμπιστοσύνη του λιβανέζικου κοινοβουλίου (68 βουλευτές τον στήριξαν, έναντι 60 που είχαν στηρίξει τον Χαρίρι) και κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει την εξουσία του. Γι’ αυτό και οι Αμερικάνοι έχουν σκυλιάσει, προσπαθώντας να τρομοκρατήσουν το λαό του Λιβάνου ότι η χώρα του θα μετατραπεί σε «νέα Γάζα». Διά στόματος Κλίντον διεμήνυσαν ότι «μία κυβέρνηση που θα ελέγχεται από τη Χεζμπολά θα είχε αντίκτυπο στις διμερείς σχέσεις μας με το Λίβανο», υπονοώντας την άρση της αμερικάνικης ετήσιας οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας των 250 εκατ. δολαρίων. Πράγμα φυσικό αφού η Χεζμπολά συγκαταλέγεται ανάμεσα στις οργανώσεις που οι Αμερικάνοι θεωρούν «τρομοκρατικές».
Η άνοδος του Μικάτι στον πρωθυπουργικό θώκο και η αυξημένη πολιτική επιρροή της Χεζμπολά στην πολιτική εξουσία της χώρας δεν σημαίνει σίγουρα τίποτα από την άποψη της κοινωνικής αλλαγής στη χώρα. Δημιουργεί, όμως, ένα μεγάλο βραχνά για τους Σιωνιστές και τους Αμερικάνους που μισούν τη Χεζμπολά όχι γιατί είναι μία αστική πολιτική δύναμη, αλλά γιατί εκφράζει τη λιβανέζικη αντίσταση ενάντια στους Σιωνιστές. Μια αντίσταση που κέρδισε με τα όπλα τον «ισχυρότερο στρατό στη Μέση Ανατολή», τον Αύγουστο του 2006, αμφισβητώντας για πρώτη φορά την ισραηλινή κυριαρχία στα πεδία των μαχών. Κι αυτό είναι που έχει τη μεγαλύτερη σημασία.