Η συνεδρίαση του έκτακτου τρομοδικείου ξεκίνησε με την ανάγνωση του κατηγορητήριου από τον τακτικό εισαγγελέα Μ. Ανδριωτέλλη. Στη συνέχεια, ο πρόεδρος διάβασε τον κατάλογο των μαρτύρων κατηγορίας. Εντύπωση προκάλεσε η απουσία της «πέτρας του σκανδάλου» Σοφίας Κυριακίδου και του δημοσιογράφου-πράκτορα Βασίλη Ζήση. Απών, επίσης, ο περιβόητος Ανδρέας Κορωναίος (υπόθεση Γιάννη Σερίφη), αλλά παρόντες οι αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής Δάβαλος και Αρναουτίδης, που διαψεύδουν τον ψευδομάρτυρα.
Μια σειρά μάρτυρες κατηγορίες στην υπόθεση της έκρηξης κατά του αστυνομικού λεωφορείου στον Περισσό (Βέλιου, Τσανάκα, Αποστόλου, Αποστόλου, Τζουμάκα, Κριμπάς, Αγγελάκη, Γαλή, Οικονόμου, Πολύμερος) δήλωσαν ότι επιθυμούν να υποβάλουν παράσταση πολιτικής αγωγής και ότι θα τους εκπροσωπήσει ο Αλ. Κατσαντώνης, ο οποίος θα είναι παρών στην επόμενη συνεδρίαση. Από την πλευρά της υπεράσπισης του Γ. Σερίφη, οι Γιάννα Κούρτοβικ και Σπύρος Φυτράκης ζήτησαν από το δικαστήριο να απορριφθεί η παράσταση πολιτικής αγωγής, δεδομένου ότι δεν υπάρχει καμιά από τις προϋποθέσεις που απαιτεί ο νόμος. Δεν είναι δυνατόν –είπαν- να γίνεται δεκτή «έκφραση επιθυμίας», όπως είχε πει προηγουμένως ο πρόεδρος. Αυτό δεν προβλέπεται πουθενά. Τις ίδιες αντιρρήσεις προέβαλαν και οι συνήγοροι άλλων κατηγορούμενων (Α. Κωνσταντάκης, Σ. Καμπάνης), σημειώνοντας ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει δεκτή παράσταση πολιτικής αγωγής, όταν εκφράζεται ως απλή επιθυμία, χωρίς να διευκρινίζεται κατά ποιου κατηγορούμενου και για ποιους συγκεκριμένους λόγους γίνεται η παράσταση. Ο εισαγγελέας, παραβλέποντας τις ουσιαστικές αντιρρήσεις που πρόβαλαν οι συνήγοροι υπεράσπισης, ζήτησε να γίνει δεκτή η παράσταση πολιτικής αγωγής, όταν παρουσιαστεί δικηγόρος. Το δικαστήριο επιφυλάχτηκε να απαντήσει κατά την πρόοδο της διαδικασίας.
Κούρτοβικ και Φυτράκης επανήλθαν, υπενθυμίζοντας ξανά τι προβλέπει ο νόμος για την παράσταση πολιτικής αγωγής. Δεν μπορεί να ξεκινήσει η αποδεικτική διαδικασία –είπαν- χωρίς να έχει διευθετηθεί αυτό το ζήτημα. Ο Σ. Καμπάνης υπέβαλε αίτημα αποβολής της πολιτικής αγωγής, επειδή δεν τηρήθηκαν αυτά που προβλέπει η ποινική δικονομία. Ο Κ. Αγαπίου είπε πως το μόνο που γίνεται είναι η καλλιέργεια δυσμενών εντυπώσεων σε βάρος των κατηγορουμένων. Γι’ αυτό και αμελούν να τηρήσουν ακόμα και τους τυπικούς κανόνες.
Το δικαστήριο διέκοψε για να αποφανθεί επί του συγκεκριμένου θέματος και όταν επανήλθε ο πρόεδρος ανακοίνωσε πως το δικαστήριο, εκτιμώντας τις δηλώσεις που έγιναν από τους μάρτυρες κατηγορίας, δεν υπήρξε δήλωση παράσταση πολιτικής αγωγής, απορρίπτει το αίτημα για αποβολή της πολιτικής αγωγής ως αλυσιτελώς προβαλλόμενο.
Στη συνέχεια, ο πρόεδρος ζήτησε από τους κατηγορούμενους να δώσουν κατάλογο των μαρτύρων υπεράσπισής τους. Οι υπερασπιστές των Χρ. Τσιγαρίδα, Μ. Κασίμη και Γ. Σερίφη κατέθεσαν καταλόγους μαρτύρων υπεράσπισης Ο Κ. Αγαπίου, δήλωσε ότι οι μάρτυρες υπεράσπισης έχουν νόημα για να αναιρέσουν την κατηγορία. Εδώ, όμως, δεν υπάρχει κατηγορία. Στην προηγούμενη δίκη οι μάρτυρες υπεράσπισης λοιδωρήθηκαν και απειλήθηκαν και γίνεται προσπάθεια να χρησιμοποιηθούν εναντίον των κατηγορουμένων. Μετά το τέλος του καταλόγου των μαρτύρων κατηγορίας –είπε- θα κρίνω αν θα καλέσω μάρτυρες υπεράσπισης και πόσους. Ο Α. Κανάς επιφυλάχτηκε να προτείνει τους μάρτυρες υπεράσπισης που είχε και στην προηγούμενη δίκη. Ο συνήγορος της Ειρ. Αθανασάκη, Α. Κωνσταντάκης, δήλωσε ότι δεν υποβάλλει κατάλογο μαρτύρων υπεράσπισης, διότι θεωρεί ότι η διαδικασία δεν είναι νομότυπη.
Αμέσως μετά, ο πρόεδρος έδωσε το λόγο στους κατηγορούμενους, για να τοποθετηθούν επί της κατηγορίας.
Ο Χρήστος Τσιγαρίδας έκανε την εξής δήλωση:
«Αυτή η δίκη γίνεται με βάση ένα βούλευμα που αποτελεί πολιτικό και νομικό σκάνδαλο. Το ίδιο ισχύει και για το βούλευμα στην προηγούμενη δίκη, όπου καταδικάστηκα σε 1200 χρόνια κάθειρξης, χωρίς κανένα στοιχείο, κανένα πειστήριο, καμιά μαρτυρία. Πώς συνέβη αυτό; Ηταν μια δίκη που εξυπηρέτησε πολιτικές σκοπιμότητες. Αφενός την καταδίκη και εφετέρου το ναζιστικής έμπνευσης νομολόγημα της συλλογικής ευθύνης. Νομολόγημα που θα χρησιμοποιηθεί στο μέλλον εναντίον κοινωνικών αγωνιστών και εναντίον του μαζικού κινήματος.
Είναι τραγικό για τους συγκατηγορούμενούς μου, που καταδικάστηκαν επίσης, που ακόμη και σήμερα απορούν και αγανακτούν όχι μόνο για την παντελή έλλειψη στοιχείων, αλλά και για το γεγονός ότι φάνηκε η διαφορετικότητά τους με εμένα.
Εγώ υπήρξα μέλος μιας επαναστατικής οργάνωσης, υπεράσπισα τις επιλογές μου, έχω πολιτική συνείδηση και γι’ αυτό κατανοώ αυτό που συνέβη.
Σ’ αυτή τη δίκη έχουμε και δυο τσόντες. Τον Σερίφη, μόνιμο κατηγορούμενο και μόνιμα αθωωνόμενο, που τιμωρείται για τη συνεπή συνδικαλιστική του δράση σε όλη του τη ζωή, για τους αγώνες του για τα δίκια των εργαζόμενων, έξω όμως από τα επίσημα κόμματα, και τον Κασίμη, που αθωώθηκε παμψηφεί στην προηγούμενη δίκη, που τιμωρείται για να εξοντωθεί επαγγελματικά, οικογενειακά και οικονομικά, γιατί δεν απαρνήθηκε τον αδελφό του, τον επαναστάτη και σύντροφό μου Χρήστο Κασίμη.
Η ερώτηση που μου απευθύνετε είναι μέρος αυτής της διαδικασίας, γι’ αυτό αρνούμαι να απαντήσω. Θεωρήστε την απάντησή μου σαν μέρος της πολιτικής μάχης που θα προσπαθήσω να δώσω, για να αναδείξω αυτές τις πολιτικές σκοπιμότητες. Μιας πολιτικής μάχης που θα δοθεί με επαναστατική αξιοπρέπεια, με πολιτικά επιχειρήματα, με συνέπεια, χωρίς καιροσκοπικά πισωγυρίσματα».
Ο Αγγελέτος Κανάς διάβασε μια μακροσκελή δήλωση, για να αρνηθεί τις κατηγορίες και να αποδείξει πώς κατά τη γνώμη του στήθηκε η σκευωρία. Κλείνοντας, διάβασε μια δεύτερη δήλωση, στην οποία με αήθη, αναπόδεικτο και συκοφαντικό τρόπο επιτέθηκε εναντίον του Χρ. Τσιγαρίδα, κατηγορώντας τον για συνεργασία και χρηματισμό από τις διωκτικές αρχές.
Η Ειρήνη Αθανασάκη είπε ότι σ’ αυτή τη διαδικασία γελοιοποιήθηκαν και καταπατήθηκαν τα πάντα. Δεν είναι απλώς απανθρωπιά, είναι κτηνωδία αυτό που γίνεται. Αυτή η δίκη δεν στέκει πουθενά. Και εσείς οι ίδιοι το γνωρίζετε ότι δεν μπορεί να σταθεί. Επιφυλάσσομαι να παρέμβω όταν κρίνω ότι χρειάζεται.
Ο Γιάννης Σερίφης έκανε την εξής δήλωση: «Καταγγέλλω τους εδώ και σαράντα χρόνια πολιτικούς διώκτες μου όλων των κυβερνήσεων, οποιασδήποτε στολής και χρώματος, που η εξουσιαστική τους λογική και δράση απέναντι στους πολιτικούς τους αντιπάλους σε τίποτα δεν διαφέρει, όσους τους υπηρετούν και δρουν κατά παραγγελία, χρησιμοποιώντας στημένους, πληρωμένους, μυθομανείς ή και όλα μαζί ψευδομάρτυρες.
Τους δικαστικούς λειτουργούς που εκτελώντας εντολές αυτοεξευτελίζονται, όταν οι ίδιοι που προτείνουν αθώωση κάνουν έφεση στην πρότασή τους ή προτείνουν απαλλαγή και τελικά παραπέμπουν χωρίς κανένα πρόσθετο στοιχείο, αναιρώντας τον εαυτό τους.
Σε αντίθεση με όσους λυπούνται για την κατάντια της δικαιοσύνης, εγώ χαίρομαι που με τόση ευκολία αποκαλύπτουν το ρόλο τους, που είναι να υπηρετούν “τυφλά” όχι τη δικαιοσύνη αλλά το σύστημα εκμετάλλευσης, καταπίεσης και το προσωπικό τους βόλεμα.
Θεωρώ τον εφέτη εισαγγελέα Μύτη καθώς και τους “πρώην” εφέτες Ελένη Μαραμαθά, Νίκη Καστανά και Δημήτριο Κασόγια πέρα από διώκτες μου και μάρτυρες. Πρέπει να κληθούν να καταθέσουν. Εχω να τους κάνω ερωτήσεις και αποκαλύψεις».
Ο Κώστας Αγαπίου χαρακτήρισε τη δίκη ως τμήμα μιας στημένης διαδικασίας και διάβασε το υπόμνημα που είχε παραδώσει στον ειδικό εφέτη ανακριτή Λ. Ζερβομπεάκο, μετά την άσκηση της λεγόμενης συμπληρωματικής δίωξης. Στο υπόμνημα αυτό αρνήθηκε τις κατηγορίες και κατήγγειλε τη δίωξη σε βάρος του ως σκευωρία που αποσκοπεί στην εξόντωσή του, αρνούμενος να απολογηθεί και να συμπράξει σε οποιαδήποτε διαδικασία νομιμοποίησης μιας κακουργηματικού χαρακτήρα επιχείρησης, που παραβιάζει όλα τα δικαιώματά του. Παρέπεμψε δε το δικαστήριο στο πλήρες κείμενο της τοποθέτησής του στις 18.4.2002 και αναφέρθηκε αναλυτικά στο ανυπόστατο των εναντίον του κατηγοριών, υπενθυμίζοντας το τεκμήριο αθωότητας που πρέπει να έχει κάθε άνθρωπος. Η μη ενοχή –είπε- είναι κάτι που δεν αποδεικνύεται. Η ενοχή πρέπει να αποδειχτεί από εκείνους που κατηγορούν. Οι νόμοι και το σύνταγμα παραβιάζονται σε βάρος μου –κατέληξε- επειδή δεν υπάρχουν στοιχεία. Αν υπήρχαν, δεν θα υπήρχε λόγος να γίνουν τόσες κατασκευές και τόσες παραβιάσεις.
Ο Μιχάλης Κασίμης είπε πως από τα όσα έχουν γίνει μέχρι σήμερα δεν έχει καταλάβει για τι βρίσκεται στο δικαστήριο. Η μη συμμετοχή του στον ΕΛΑ κρίθηκε αμετάκλητα από το προηγούμενο δικαστήριο. Πώς, λοιπόν, μπορεί να κατηγορείται για πράξεις του ΕΛΑ, όταν έχει κριθεί ότι δεν ήταν μέλος του ΕΛΑ; Αν θεωρείται ότι συμμετείχε στις ενέργειες, τότε γιατί να δικάζεται απ’ αυτό το δικαστήριο και όχι από Μικτό Ορκωτό, αφού δεν κατηγορείται για συμμετοχή; Η νέα κατηγορία –σημείωσε- γίνεται για εκδικητικούς λόγους, για να επιχειρηθεί η εξόντωσή του και να κρατιέται σε διαρκή ομηρία. Κάλεσε το δικαστήριο να βρει έναν τρόπο για να σταματήσει αυτή η παρωδία και να βρει έναν τρόπο να του επιτρέψει να έρχεται όποτε χρειάζεται και όχι καθημερινά, για να μπορεί να εργάζεται.
Ο Χρήστος Τσιγαρίδας ζήτησε να κάνει μια συμπληρωματική δήλωση, η οποία ήταν η εξής: «Στην προηγούμενη δίκη, όταν ο συγκατηγορούμενός μου Κανάς είχε χαρακτηρίσει προσχηματική την ομολογία μου, είχα πει στο δικαστήριο ότι δεν καταλαβαίνει το νόημα της φράσης και τον είχα συμπεριλάβει στην κατηγορία των μακαρίων πτωχών τω πνεύματι. Στην απολογία του, απαντώντας σε ερώτηση δικαστή, είχε πει ότι οι συνθήκες της φυλακής δεν του επέτρεψαν να κατανοήσει τη στάση μου, όμως στο δικαστήριο την κατανόησε και πλέον δεν έχει κανένα πρόβλημα. Τώρα επανέρχεται. Κατανοώ ότι οι συνθήκες της φυλακής και κάποιες κακές επιρροές τον οδηγούν σ’ αυτή την υπαναχώρηση και απαντώ πάλι: μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι. Εγώ δίνω λογαριασμό στην Ιστορία, στην προσωπική μου διαδρομή και στο επαναστατικό κίνημα. Αυτοπροσδιορίζομαι, δεν ετεροπροσδιορίζομαι».
Ο Α. Κανάς, επιμένοντας στην αχαρακτήριστη συμπεριφορά του, είπε ότι δεν κάνει διάλογο με «κατασκευασμένους, συνεργαζόμενους, εγκάθετους» (!!!), επιβεβαιώνοντας έτσι τον χαρακτηρισμό που μόλις πρότινος του απέδωσε ο Χρ. Τσιγαρίδας. Χαρακτηρισμό μάλλον επιεική…
Αμέσως μετά, η υπεράσπιση της Ειρ. Αθανασάκη υπέβαλε αίτημα αναβολής της δίκης, το οποίο ανέπτυξε ο Α. Κωνσταντάκης. Το αίτημα, νομικά αιτιολογημένο, είναι το εξής: εφόσον προϋπόθεση για τις κατηγορίες που περιλαμβάνει αυτή η δίκη είναι το αποτέλεσμα της προηγούμενης δίκης, που εξέτασε το αν οι κατηγορούμενοι είναι ή όχι μέλη του ΕΛΑ, γεγονός που πιστοποιείται από το ότι στα αναγνωστέα έγγραφα περιλαμβάνεται η απόφαση εκείνης της δίκης, η οποία δεν έχει καθαρογραφεί, και επειδή το ζήτημα αυτό δεν έχει κριθεί τελεσίδικα, αλλά εκκρεμεί στο δεύτερο βαθμό και μάλιστα η Ειρ. Αθανασάκη έχει κριθεί ένοχη κατά πλειοψηφία και θεωρεί ότι βάσιμα ότι στο δεύτερο βαθμό θα απαλλαγεί, η παρούσα δίκη πρέπει να αναβληθεί μέχρις ότου τελεσιδικήσει η προηγούμενη.
Το αίτημα υποστήριξε και ο Δ. Τσοβόλας, που κάλεσε τους δικαστές να μην υποκύψουν σε πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά να εφαρμόσουν τη νομιμότητα.
Ο Σ. Φυτράκης είπε πως το αίτημα ως προς τους πέντε (πλην Σερίφη) κατηγορούμενους είναι εύλογο και σωστό. Για τον Σερίφη, όμως, η υπόθεση είναι πρωτοείσακτη και δεν υπάρχει κανένα δεδομένο για συμμετοχή του στον ΕΛΑ. Δεν μπορεί να αιωρείται αυτή η κατηγορία σε βάρος του Σερίφη μέχρι το 2007. Πρότεινε, λοιπόν, να γίνει διαχωρισμός των υποθέσεων. Να αναβληθεί η υπόθεση για τους πέντε πρώτους –είναι σωστό το αίτημα, είπε- και να συνεχιστεί για τον Σερίφη, για να λήξει επιτέλους αυτή η εκκρεμότητα. Πρόσθετα επιχειρήματα για το ίδιο αίτημα εισέφεραν η Δάφνη Βαγιανού και η Γιάννα Κούρτοβικ (υπεράσπιση Σερίφη), επισημαίνοντας ότι η συγκόλληση των υποθέσεων έγινε για να καταστρατηγηθούν δικαιώματα των κατηγορούμενων.
Το αίτημα της αναβολής στήριξε ο Σ. Καμπάνης (υπεράσπιση Τσιγαρίδα), σημειώνοντας ότι εκκρεμοδικεία δεν υπάρχει μόνο για την κατηγορία της «συμμετοχής» αλλά και για τις υπόλοιπες κατηγορίες. Ο Α. Κανάς (ο συνήγορός του Α. Κούγιας απουσίαζε), σε μια έκρηξη οργής, ουρλιάζοντας κυριολεκτικά, είπε ότι δεν θέλει καμιά αναβολή, γιατί θέλει να ξαναδεί τον ήλιο, ξεχνώντας ότι η ελευθερία του δεν εξαρτάται από αυτή τη δίκη, αλλά από την προηγούμενη που εκκρεμεί σε δεύτερο βαθμό. Η έκρηξη ήταν δηλωτική της ψυχολογικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται.