Δύο χιλιάδες δέκα! Είναι ραγιαδισμός
να παραμένει άτρωτος ο καπιταλισμός…
Η στήλη διαρρηγνύει τα ιμάτιά της (οσονούπω θα αναγκαστεί να διαρρήξει και κανένα ταμείο ομού μεθ’ εκατομμυρίων κατατρεγμένων μπας και τη βγάλουμε λίγο ακόμα), διαμαρτυρόμενη έντονα και προς πάσα κατεύθυνση. Οχι χωρίς λόγο, παράνομα και καταχρηστικά όπως οι απεργοί της τελευταίας 36ετίας, αλλά σφόδρα ενοχλημένη από την αγύναικη (το αντίθετο του άνανδρος, για να εμπλουτίσουμε τη ρατσιστική ελληνική γλώσσα) επίθεση με μπουκάλια που δέχτηκε ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ Πάνος Σόμπολος, με αποτέλεσμα να πάει να κρυφτεί πίσω από τα ΜΑΤ (τι συναδέλφους ρε;). Η καταφανώς άνιση μεταχείριση σε σχέση με τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ και η διάκριση υπέρ του δεύτερου –που είχε δεχτεί και καφέ εκτός από μπουκάλια– προσβάλλουν το κοινό αίσθημα. Η κατά των δημοσιογράφων (λέμε τώρα…) μεροληψία και οι αλλού σπατάλες κι αλλού τσιγκουνιές των διαμαρτυρόμενων, τους αφήνουν έκθετους και τους παραδίδουν στη χλεύη του κινήματος και της ακίνητης κοινωνίας (και αντίστροφα).
«Κι όχι αυταπάτες προπαντός. / Το πολύ πολύ να τους εκλάβεις σα δυο θαμπούς προβολείς μες στην ομίχλη / σαν ένα δελτάριο σε φίλους που λείπουν / με τη μοναδική λέξη: ζω. / “Γιατί” όπως πολύ σωστά είπε κάποτε κι ο φίλος μου ο Τίτος / “κανένας στίχος σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες / κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα”. / Εστω. / Ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου. / Κρίνε για να κριθείς» (Μανόλης Αναγνωστάκης – «Επίλογος»).
Πολύς ντόρος για τη Ντόρα τελικά, αλλά εμείς δεν θα αναφερθούμε καθόλου σ’ αυτή σήμερα (έχουμε μπει σε νέο πρόγραμμα του ΟΚΑΝΑ: Οργανισμού Καταπολέμησης Αστειοτήτων Ντόρας και Αλλων). Αλλά ούτε και στο Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής (ΜΑΛΚΑ) του Αλέκου Αλαβάνου, από το ποίο χάθηκε ένα άλφα κάπου στα μισά… Αντίθετα, θα αφιερώσουμε μερικές αράδες –παρά τις συστάσεις να μην ασχολούμαστε με κάθε μ’ άλλα ΚΥΑ– στον έρωτα ενός πολυχρονεμένου βεζίρη, απ’ αυτούς που μας κυβερνούν και είθε ο Αλλάχ να μας κόβει μεροκάματα και να τους τα δίνει σε bonus και σε μασούρια. Λοιπόν –αυτή κι αν είναι είδηση!– ένας ελέω θεού ύπατος αυτής της επαρχίας της οικονομικής αυτοκρατορίας, ο κατά κόσμο Paul Thomsen, ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και σφοδρότατα, λέει, μια… γαλάζια κόρη (ποια Ψαρούδα ρε;). Η στήλη το έλεγε, αυτοί της τρόικας θα μας πηδήξουν κιόλας, αλλά κάποιοι γελούσαν…
Αυτά τα δομημένα (τι «άει δομήσου» ρε;) ομόλογα, έφεραν ωμόλογα από ΠαΣοΚ, ΚΚΕ και ΣυΡιζΑ που εισηγούνται την παραπομπή δύο γιγάντων ακεραιότητας, που ουδέποτε έχουν δώσει την παραμικρή αφορμή ότι πράττουν παρακινούμενοι από οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον (ποια Τσιτουρίδειος φοιτητική μετάθεση ρε;). Ωστόσο, χαρμόσυνα ηχεί στα ταλαιπωρημένα από την ωτίτιδα κοινωνικά αυτιά, η μη παραπομπή ενός άλλου αδέκαστου γίγαντα, του συζύγου της δικαίας Δικαίας (Δίκας) και πάλαι ποτέ προϊσταμένου του Δούκα (αρχιδούκα δηλαδή) και τσάρου της υπερήφανης εθνικής οικονομίας. Μάλιστα, μετά και τον παροπλισμό της «Ναρόντναγια Βόλια», οι περί τσάρων ειδήσεις περνούν πλέον ελευθέρως και άνευ συνεπειών στα «ψιλά» των αδέσμευτων, ανεξάρτητων εφημερίδων.
Μπορεί όσο περνάει ο καιρός να ξεφουσκώνουν κάποια πράγματα, κάποια άλλα όμως φουσκώνουν σα να έχουν ζυμωθεί με νέα φαρίνα Γιώτη (ποιος εκδότης ρε;). Στα 51,4 εκατομμύρια ευρώπουλα έφτασε το έλλειμμα των ταμείων του δήμου συμβασιλεύουσας κι αν καθυστερήσει κι άλλο το φούρνισμα, εικάζεται ότι το λαχταριστό κέικ που ξεκίνησε με τον μισό δείκτη φουσκώματος, θα πιάσει τα εκατό μύρια και θα ξεχειλίσει από τη φόρμα. Ως γνωστόν, ο μάγειρας κρατάει επτασφράγιστο το στόμα του και δεν μαρτυράει τη συνταγή, με αποτέλεσμα –μέχρι στιγμής– να έχει προφυλακιστεί ένας βοηθός κουζίνας και μετά το φούσκωμα να παραπέμπονται άλλοι 24 υπάλληλοι ατομικής (μαζικά ατομικής) εστίασης…
Η διαφήμιση της Cosmote αποτυπώνει μια άθλια πραγματικότητα με πολλές προεκτάσεις: «Οταν είσαι με τους περισσότερους κερδίζεις» λέει. Χα! «Πάνω στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων / εμείς καθόμασταν τα βράδια / και ζωγραφίζαμε σκηνές από την αυριανή ευτυχία του κόσμου. / Ετσι γεννήθηκαν οι σημαίες μας. / Κι όταν πεθάνω και δε θα ‘μαι ούτε λίγη σκόνη πια μέσα στους δρόμους σας / τα βιβλία μου, στέρεα και απλά / θα βρίσκουν πάντοτε μια θέση πάνω στα ξύλινα τραπέζια / ανάμεσα στο ψωμί και τα εργαλεία του λαού. / Κατά που πέφτει, λοιπόν, ο κόσμος;» (Τάσος Λειβαδίτης – «Στίχοι γραμμένοι σε πακέτα τσιγάρα»).
Κοκκινοσκουφίτσα