Η καταγγελία του Νίκου Μαζιώτη, που ακολουθεί, είναι τόσο εύγλωττη που δεν χρειάζεται σχόλια. Αποκαλύπτει τον τρόπο που δρα η καινούργια «Αντιτρομοκρατική» που δημιουργήθηκε επί Πολύδωρα και θέτει επί τάπητος το γενικότερο ζήτημα της πάλης ενάντια σ’ αυτές τις πτυχές της κρατικής καταστολής, οι οποίες περνούν στο ντούκου από πολλούς. Αναφερόμαστε στον ευρύτερο αντικαπιταλιστικό χώρο, που δραστηριοποιήθηκε (καλώς, κάλλιστα) με την προβοκάτσια σε βάρος του φοιτητή με τα πράσινα παπούτσια, κάνει όμως πως δεν βλέπει περιστατικά σαν αυτό που καταγγέλλει ο Μαζιώτης, τα οποία κάθε άλλο παρά τυχαία και αποσπασματικά είναι.
«Στις 9/10 και ενώ βρισκόμουν μερικά τετράγωνα από το σπίτι μου στα Ανω Λιόσια προσήχθην βίαια στο τοπικό αστυνομικό τμήμα χωρίς καν να μου γνωστοποιήσουν τον λόγο της προσαγωγής μου. Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου εκεί, ένας αστυνομικός, ο οποίος μου δήλωσε ότι ήταν πρώην ΜΑΤατζής, με χτύπησε ενώ ήμουν δεμένος πισθάγκωνα με χειροπέδες μόνο και μόνο γιατί είμαι αναρχικός. Αργότερα μεταφέρθηκα στη ΓΑΔΑ, στο τμήμα “εγκλημάτων κατά περιουσίας”, όπου μου δήλωσαν ότι ήμουν ύποπτος για ληστεία στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο στο Ιλιον. Αφέθηκα ελεύθερος μετά από 6 ώρες παραμονής, μετά από διαδικασία αναγνώρισης μαρτύρων, η οποία ήταν αρνητική, και αφού αρνήθηκα να καταθέσω για το εν λόγω περιστατικό.
Σε μια περίοδο όπου για πολύ καιρό βρίσκομαι υπό παρακολούθηση από τη ΔΑΕΕΒ ως ύποπτος ένοπλης οργάνωσης και σε μια περίοδο όπου ανθεί το σενάριο του “αναρχοσυμμορίτη” – “συμμορία με τα μαύρα”, η προσαγωγή μου για ένοπλη ληστεία είναι μια ακόμα τακτική ενοχοποίησης. Παραμένω ύποπτος για ό,τι κι αν γίνεται, ακόμα κι αν η Αστυνομία ξέρει πού βρίσκομαι».