Ο εθνικισμός είναι το καλύτερο όπιο. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση Καραμανλή τον επιλέγει και πάλι, όσο κι αν εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι δεν τη συμφέρει. Αν δεν την συνέφερε, τότε θα έβρισκε τρόπο να διαφοροποιηθεί -προσεκτικά έστω- από τα αισχρά πολεμοκάπηλα κηρύγματα του δεσπότη της Θεσσαλονίκης, που κάνει (εκτός των άλλων και) την προεκλογική του εκστρατεία για την κατάληψη του αρχιεπισκοπικού θρόνου. Ο μεν Ρουσόπουλος έφτασε στο γελοίο σημείο να δηλώσει ότι «δεν γνωρίζει» τις απόψεις Ανθιμου, ο δε Ζαγορίτης να πει ότι «δεν μπορεί να περιορίσει ή να στερήσει από κανέναν την ελευθερία έκφρασης της άποψής του» (λες και η διαφοροποίηση σημαίνει φίμωμα). Αν δε βόλευε ο εθνικισμός, τότε η κυβέρνηση θα «μάζευε» τον Ψωμιάδη και τον Παπαγεωργόπουλο, που συναγωνίζονται το δεσπότη τους σε εθνικιστική υστερία, διεξάγοντας έτσι και τον προσωπικό τους πόλεμο για τον άτυπο τίτλο του Σαλονικάρχη.
Ολες αυτές οι κραυγές θα ήταν πραγματικά για γέλια, αν δεν δηλητηρίαζαν τη συνείδηση ενός μεγάλου τμήματος του ελληνικού λαού, που ειδικά στη βόρεια Ελλάδα είναι μεγαλύτερο. Η μπόχα του εθνικοφασισμού γεμίζει ξανά τα ρουθούνια μας, με αφορμή ένα ζήτημα που όλοι γνωρίζουν ότι για το ελληνικό κράτος είναι χαμένο. Και όμως, επιμένουν όλοι να τροφοδοτούν τις μυλόπετρες του εθνικισμού με νέο υλικό. Ακόμα και η ηγεσία του Περισσού, εγκλωβισμένη στα δικά της δόγματα. Από τη μια καταγγέλλει τον Ανθιμο (και δέχεται τα πυρά του ξεσαλωμένου ρασοφόρου σε γνήσια μοναρχοφασιστική γλώσσα της δεκαπενταετίας του ‘50) και από την άλλη βγαίνει η Παπαρήγα και τροφοδοτεί το παιχνίδι της ονοματολογίας με τον γεωγραφικό προσδιορισμό που πρέπει οπωσδήποτε να μπει ως όρος σε οποιαδήποτε συμφωνία. Να μπει όρος, δηλαδή, πως θα ονομάζεται ένα ανεξάρτητο κράτος, λες και ο όποιος γεωγραφικός προσδιορισμός θα εμποδίσει οποιαδήποτε εξέλιξη στο μέλλον, αν θεωρήσουμε ότι μπορεί να υπάρξει οποιουδήποτε είδους απειλή από βορράν. Ετσι είναι, όμως, όταν εγκαταλείπεις τα ουσιαστικότερα διδάγματα του μαρξισμού στο εθνικό ζήτημα, όταν το δικαίωμα αυτοδιάθεσης έως κρατικού αποχωρισμού, που ήταν σημαία του Λένιν και των μπολσεβίκων (επίκαιρο, μέρες που είναι), το μετατρέπεις στο αστικό-αντιδραστικό σύνθημα «καμιά αλλαγή συνόρων», δεν υπάρχει καμιά ελπίδα να ξεφύγεις από τον εθνικιστικό χυλό, όσες προσπάθειες διαχωρισμού κι αν κάνεις από τους πολεμοκάπηλους εθνικοφασίστες.
Κατά τα άλλα, στο διεθνές μέτωπο δεν υπάρχει καμιά εξέλιξη. Η ΕΕ δεν έχει αυτή τη στιγμή καμιά όρεξη να εντάξει στην επικράτειά της ένα ασταθές κράτος, όπως είναι η Μακεδονία. Αυτό φάνηκε καθαρά στην έκθεση της Κομισιόν και στις δηλώσεις του επιτρόπου Ρεν. Ανάσα, όμως, θα πάρει η κυβέρνηση και από πλευράς ΝΑΤΟ. Τα σημάδια ότι η ένταξη της Μακεδονίας στο διεθνή ιμπεριαλιστικό οργανισμό θα αναβληθεί για ένα χρόνο (όπως γράφηκε στον Τύπο, το δήλωσε ευθέως ο υπουργός Πολέμου των ΗΠΑ στον ομόλογό του της Μακεδονίας) πυκνώνουν, οπότε μάλλον ο Καραμανλής και η Μπακογιάννη θα βρουν την ευκαιρία να παρουσιάσουν αυτή την εξέλιξη ως αποτέλεσμα των παρεμβάσεών τους στη διεθνή σκηνή (πράγμα που δεν ισχύει, βέβαια, αλλά η καλή η προπαγάνδα όλα τα αλέθει). Στο μεταξύ, μπορεί να βρεθεί μια άλλη ευκαιρία για να πάει ο Καραμανλής σε εκλογές, επιδιώκοντας μια ακόμα νίκη επί του ΠΑΣΟΚ και μια νέα κρίση στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.