Η συνεδρίαση είχε τυπικό χαρακτήρα, αφού ήταν γνωστό ότι ο Α. Γιωτόπουλος θα υπέβαλε αίτηση εξαίρεσης του δικαστηρίου. Η αίτηση εξαίρεσης υπεβλήθη κατά των πέντε τακτικών μελών του δικαστηρίου, ήταν γραπτή και -όπως διευκρίνισε εισαγωγικά ο Γιωτόπουλος- συντάχθηκε από τον δικηγόρο Ι. Μυλωνά, διότι ο ίδιος δεν γνωρίζει καθόλου νομικά. Αποτελεί ένα μακροσκελές, αυστηρά νομικό κείμενο, χωρίς πολιτικές αναφορές και καταγγελτικό λόγο (πλην μιας υπαινικτικής αναφοράς περί δίκης πολιτικών αντιπάλων, στο τέλος), που αντλεί επιχειρηματολογία από τη θεωρία (παραπομπές σε καθηγητές του Ποινικού Δικαίου) και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε σχέση με τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στη δίκη μετά την επιστροφή Γιωτόπουλου, τα οποία περιγράφονται αναλυτικά στην αίτηση εξαίρεσης, με αναφορές στα ανεπίσημα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά, που επισυνάπτονται (συνεχείς απορρίψεις των διαδοχικών αιτήσεών του με τις οποίες ζήτησε να ασκήσει το δικαίωμά του να ορίσει δικηγόρους της επιλογής του).
Οι εισαγγελείς πρότειναν να αποφασίσει από τώρα το δικαστήριο πότε θα συνεδριάσει ξανά, αν απορριφθεί η αίτηση εξαίρεσης, και το δικαστήριο, με διάσκεψη επί της έδρας, αποφάσισε ότι θα ξανασυνεδριάσει το πρωί της επόμενης μέρας από εκείνη που θα απορριφθεί η αίτηση εξαίρεσης. Τυπικά πράγματα, σκεπασμένα μ’ ένα πέπλο αφόρητης υποκρισίας, αφού οι πάντες γνωρίζουν ότι και αυτή η αίτηση εξαίρεσης θα απορριφθεί.. μετ’ επαίνων. Γι’ αυτό και λύνουν από τώρα το πρακτικό ζήτημα της εκ νέου συνεδρίασης, μη τυχόν και χάσουν καμιά μέρα για να τηρήσουν την τυπική δικονομική τάξη (δηλαδή, να στείλουν νέα κλήση στους παράγοντες της δίκης).