Παραένας 50 συγγραφείς, μεταφραστές και επιμελητές κειμένων, οι περισσότεροι από τους οποίους μοστράρονται σαν αριστεροί διανοούμενοι (γι’ αυτό άλλωστε βρήκαν φιλόξενο έδαφος και στις στήλες της «Αυγής»), υπέγραψαν κείμενο με το οποίο στέκονται στο πλευρό του ιδιοκτήτη των εκδόσεων «Αγρα», στη σύγκρουσή του με τους εργαζόμενους στην επιχείρησή του και το σωματείο των βιβλιοϋπάλληλων, επειδή απέλυσε τον συνδικαλιστή Ντίνο Παλαιστίδη.
Και μόνο το γεγονός ότι όλοι αυτοί παίρνουν θέση υπέρ του δυνατού και ενάντια στον αδύνατο δείχνει την απόλυτη εξαχρείωσή τους και τη λογική της κλίκας με την οποία λειτουργούν. Είναι τόσο φανατισμένοι που δεν διστάζουν να γίνουν ακόμη και ρόμπες, όταν δηλώνουν πως ξέρουν πως από την ίδρυσή του ο εν λόγω εκδοτικός οίκος ήταν περίπου προστάτης των εργαζόμενων, ενώ κάποιοι από τους υπογράφοντες τότε ήταν παιδάκια, κάποιοι άλλοι άρχισαν πριν ένα δυο-χρόνια τη συνεργασία τους με τον εν λόγω εκδοτικό οίκο και κάποιοι άλλοι κατοικούν εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά κι ανάθεμα αν έχουν πατήσει ποτέ το πόδι τους στους χώρους που εργάζονται οι υπάλληλοι της «Αγρας».
Οι εργαζόμενοι στον εκδοτικό οίκο απάντησαν με μεγάλη κοσμιότητα (στη θέση τους άλλη γλώσσα θα είχαμε χρησιμοποιήσει): «Εμείς οι εργαζόμενοι στις εκδόσεις ΑΓΡΑ νιώθουμε την ανάγκη να τοποθετηθούμε δημόσια, σχετικά με την απόλυση του συναδέλφου Ντίνου Παλαιστίδη. Επειδή ακούγονται διάφορα και κάποιοι προτρέχουν να μιλήσουν για μας χωρίς εμάς, θέλουμε να τονίσουμε πως οι πλέον αρμόδιοι να μιλήσουν για τις εργασιακές μας σχέσεις είμαστε εμείς! Θέλουμε λοιπόν να πούμε ότι, οι συνθήκες εργασίας στην ΑΓΡΑ σαφώς και δεν μοιάζουν με συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα, όπως δυστυχώς συμβαίνει σε πολλές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, αλλά ούτε και βρισκόμαστε σε κάποιο εργασιακό παράδεισο, χωρίς προβλήματα! Υπάρχουν προβλήματα, που λόγω της έλλειψης διάθεσης για διάλογο και λύση τους εκ μέρους της εργοδοσίας, οδήγησε στο σημερινό αδιέξοδο.
Η απόλυση του συναδέλφου Ντίνου Παλαιστίδη μας αιφνιδίασε όλους. Είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε επακριβώς το μεγάλο εργασιακό φόρτο που αναλάβαμε όλοι μας (και ο συνάδελφος Ντίνος) τα τελευταία χρόνια. Ενας εργασιακός φόρτος που προέκυψε εξαιτίας της μεγέθυνσης της ΑΓΡΑΣ στην οποία είχαμε συμβολή όλοι μας! Η πίεση λοιπόν που ασκείται εξαιτίας του μεγάλου φόρτου δουλειάς οδήγησε το συνάδελφο τα τελευταία δύο χρόνια, στο να ζητήσει επανειλημμένα συνάντηση με τον εργοδότη με στόχο την αποσαφήνιση-επαναδιατύπωση των καθηκόντων του, πράγμα που δεν έγινε. Αντίθετα, μετά τη συνάντηση με την επιθεώρηση εργασίας, η απάντηση της εργοδοσίας ήταν η απόλυσή του. Είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε και για αυτό το λέμε δημόσια, πως ο συνάδελφος μέχρι και την στιγμή της απόλυσής του, εκτελούσε με συνέπεια όλα τα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί. Πιστεύουμε ότι, μια εργασιακή διαφορά δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με αυτό τον τρόπο».
Η υπόθεση «Αγρα-Παλαιστίδης» είναι χαρακτηριστική για το ξεσάλωμα των αφεντικών, που στην εποχή της κρίσης προσπαθούν να στύψουν τους εργαζόμενους. Είναι χαρακτηριστική, επίσης, του ότι δεν υπάρχουν καλά και κακά αφεντικά, ανεξάρτητα από την προσωπική συμπεριφορά τους και το βαθμό συμμόρφωσής τους προς τις συλλογικές συμβάσεις και την εργατική νομοθεσία. Ο οριακός «ρεφορμισμός» που επιδεικνύουν ορισμένοι καπιταλιστές, κυρίως σε χώρους με μικρή συγκέντρωση εργαζόμενων, δεν είναι παρά το δόλωμα για να πετυχαίνουν την αύξηση της εκμετάλλευσης. Το προσωπείο του προοδευτικού εργοδότη ξεσκίζεται όταν –με τον ένα ή τον άλλο τρόπο– εμφανίζεται η ταξική πάλη στις σχέσεις του με τους εργαζόμενους. Οταν οι εργαζόμενοι διεκδικούν και πάνε να του «χαλάσουν το μαγαζί». Τι ζήτησε ο Παλαιστίδης; Να του πει ο ιδιοκτήτης της «Αγρας» ποια είναι η ειδικότητά του και όχι να τον αντιμετωπίζει σαν… Τιραμόλα, σαν «το παιδί για όλες τις δουλειές». Ο καπιταλιστής έκανε το κορόιδο και όταν ο εργαζόμενος προσέφυγε στην Επιθεώρηση Εργασίας, όπως έχει δικαίωμα, τον απέλυσε εν ψυχρώ και έκοψε κάθε κουβέντα για επαναπρόσληψή του, με το πρόστυχο επιχείρημα ότι χάθηκε η… ψυχική επαφή. Αν ο εργαζόμενος εξακολουθούσε να κάνει το «παιδί για όλες τις δουλειές», ενδεχομένως να του έδινε και καμιά μικροαύ-ξηση. Γιατί μια μικροαύξηση «κοστίζει» σαφώς λιγότερο από την πρόσληψη μερικών ακόμη εργαζόμενων, ώστε επιτέλους να ισχύσουν οι ειδικότητες και να μη χρησιμοποιούνται όλοι για όλα.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στους διανοούμενους που ενήργησαν σαν τρομοκράτες των εργαζόμενων. Εγιναν αυτοί το βαρύ πυροβολικό του Πετσόπουλου, για να σπάσει τον τσαμπουκά των εργαζόμενων που απεργούν ζητώντας την επαναπρόσληψη του συναδέλφου τους. Γιατί πλέον η υπόθεση έχει ξεφύγει από τα όρια μιας αντεκδίκησης σε βάρος ενός «ζωηρού» εργαζόμενου και έχει μετατραπεί σε επίδειξη τσαμπουκά ενάντια σε έναν κλάδο. Σ’ αυτό ρίχνουν το βάρος τους εκείνοι που υπέγραψαν την αισχρή δήλωση, αλλά και άλλοι που σιωπούν.
Από την άλλη, η συγκεκριμένη υπόθεση ανοίγει και ένα πεδίο συζήτησης για τις μορφές που πρέπει πλέον να πάρει ο ταξικός συνδικαλισμός και τα μέτωπα που πρέπει να διαμορφώνει σε κάθε δράση του.