Eίναι παραπάνω από προφανές ότι ο Μητσοτάκης έκανε μια θεαματική κωλοτούμπα στο ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού. Δεν εξέθεσε μόνο κάποιους υπουργούς του σαν τον Γεωργιάδη και τον Πλεύρη, που επιχειρηματολογούσαν ενάντια στην επέκταση της υποχρεωτικότητας επικαλούμενοι τις… αρχές του δημοκρατικού κράτους (τι σύμπτωση: οι ακροδεξιοί των ακροδεξιών εμφανίζονταν σαν… αγλαΐσματα δημοκρατικότητας).
Εκτέθηκε ο ίδιος, καθώς είχε βγει μπροστά επιχειρηματολογώντας ενάντια στην επέκταση της υποχρεωτικότητας. Το έκανε αναλυτικά στη συνέντευξή του στους Τζήμα-Πρετεντέρη για το Mega, στις 3 Νοέμβρη, ενώ ο Τσίπρας στη Βουλή τού θύμισε τι έλεγε στην «ώρα του πρωθυπουργού» στις 18 Οκτώβρη: «Δεν μπορώ να υποχρεώσω κανέναν να εμβολιαστεί. Οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί έφτασαν στα όριά τους στις δύο κατηγορίες που τους επιβάλαμε. Δεν πρόκειται να επιβάλουμε άλλους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς».
Η κωλοτούμπα είναι δεδομένη και δεν μπορεί ο Μητσοτάκης με την παρέα του Μαξίμου να μην υπολόγισαν τις συνέπειες. Ηξεραν πολύ καλά ότι δε θα μπορέσουν να γίνουν πειστικοί στη δικαιολόγηση της στροφής 180 μοιρών. Φαίνεται από την ένδεια των επιχειρημάτων που προσπαθούν να αρθρώσουν. Η κωλοτούμπα είναι κωλοτούμπα και οι πάντες καταλαβαίνουν πως ο Μητσοτάκης δεν μπορεί να έχει δίκιο και πριν και τώρα. ‘Η πριν έκανε λάθος ή τώρα κάνει λάθος.
Γιατί τότε έκαναν αυτήν την κωλοτούμπα; Σίγουρα όχι από την απειλή της Ομικρον, για την οποία δεν ήξεραν απολύτως τίποτα και η οποία αποτελεί απλώς το περιτύλιγμα της προπαγάνδας (η καλλιέργεια του φόβου για έναν απροσδιόριστο εχθρό αποτελεί πάντοτε βασικό «ντεσού» της αστικής προπαγάνδας).
Επειδή ξέρουν ότι το ποσοστό εμβολιασμού στη χώρα μας είναι οικτρό, φοβούνται το πέμπτο (το χειμερινό) κύμα της πανδημίας. Το τέταρτο κύμα που βιώνει δραματικά τώρα ο λαός μας είναι το φθινοπωρινό κύμα (μην ξεχνάμε ότι ξεκίνησε μέσα στο καλοκαίρι). Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των άνω των 60, ακόμα κι αν πετύχει, ελάχιστα θα επηρεάσει αυτό το κύμα. Ομως, όπως συμβαίνει κάθε χρόνο, το πιο φονικό κύμα όλων των επιδημιών είναι το χειμερινό. Το ξέρουμε και από ιώσεις όπως η γρίπη, που κορυφώνονται στη χώρα μας το Φλεβάρη και τους επόμενους μήνες. Πέρυσι, το τρίτο κύμα της πανδημίας του SARS-CoV-2 ήρθε σχεδόν κολλητά με το δεύτερο και ήταν πιο φονικό απ’ αυτό, μολον ότι είχε ξεκινήσει ο εμβολιασμός.
Σίγουρα είχαν και πληροφόρηση από τον Σχοινά ότι η Φον ντερ Λάιεν θα κάνει δήλωση υπέρ της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, ενώ είχαν δει και τις σχετικές συζητήσεις που γίνονταν σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία και η Αυστρία. Εκτίμησαν, λοιπόν, ότι θα ήταν καλύτερα να ανοίξουν πρώτοι το χορό, παρά να ακολουθήσουν. Θα ήταν καλύτερα από άποψη προπαγάνδας.
Ομως, ο Μητσοτάκης τζογάρει, με καθαρά φασιστικό τρόπο, στις αντιθέσεις μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων στην κοινωνία. Θεωρεί ότι οξύνοντας αυτήν την αντίθεση, θα μπορέσει να τη βγάλει καθαρή ο ίδιος. Αυτή είναι η περιβόητη καλλιέργεια του «κοινωνικού αυτοματισμού», όρος που καθιέρωσε το ΠΑΣΟΚ (με κυβερνητικό εκπρόσωπο τον Ρέππα), όταν ορδές ιδιοκτητών θερμοκηπίων στην Κρήτη έκαναν επίθεση στα πληρώματα των καραβιών της γραμμής, που απεργούσαν, επικαλούμενοι τα ζαρζαβατικά που έπρεπε να μεταφέρουν.
Αν οι ανεμβολίαστοι ήταν μια ισχνή μειοψηφία, δύσκολα θα μπορούσε ο Μητσοτάκης να παίξει τόσο βρόμικο παιχνίδι. Ομως βρισκόμαστε σε τόσο άθλια κατάσταση που εμβολιασμένοι και ανεμβολίαστοι είναι «φίφτι-φίφτι». Υπ’ αυτές τις συνθήκες, αυτό που επιχειρεί ο Μητσοτάκης είναι να κόψει κάθετα την εργαζόμενη κοινωνία στα δύο. Γιατί «δικοί μας» είναι και οι εμβολιασμένοι και οι ανεμβολίαστοι. Στη δεύτερη κατηγορία δεν ανήκουν μόνο οι θρησκόληπτοι, συνωμοσιολόγοι, ιδεοληπτικοί. Αυτοί θα ήταν μια δράκα που δεν θα μπορούσε να επηρεάσει το χτίσιμο της ανοσίας στην κοινότητα, αν δίπλα σ’ αυτούς δεν υπήρχε μια ευρεία μάζα ανθρώπων φοβισμένων, μπερδεμένων, οπορτουνιστικά σκεπτόμενων κτλ. Αυτούς προσπαθεί ο Μητσοτάκης να βάλει στο στόχαστρο των εμβολιασμένων, ακολουθώντας το δόγμα «διαίρει και βασίλευε».
Ο Μητσοτάκης δεν έχει άλλη λύση εκτός του να λειτουργήσει σαν προβοκάτορας. Από τη μια θέλει να αποσείσει τις εγκληματικές ευθύνες της κυβέρνησής του και να τις φορτώσει στις πλάτες των ανεμβολίαστων, όπως παλιότερα τις φόρτωνε στις πλάτες των «απρόσεχτων» (πότε των νεαρών που μαζεύονται στις πλατείες και πότε εκείνων που έκαναν στη ζούλα επισκέψεις στα σπίτια συγγενών και φίλων τους). Από την άλλη, θέλει να δικαιολογήσει το «όλα ανοιχτά», για να μη δυσαρεστήσει την περιβόητη «μεσαία τάξη», τους μικρούς και μεγάλους καπιταλιστές της εστίασης, του λιανεμπόριου κτλ.
Χρειάζεται προσοχή, λοιπόν, στην κοινωνική συμπεριφορά. Αντιλαμβανόμαστε την αγανάκτηση των εμβολιασμένων («μέχρι πότε θα πηγαίνουμε από λοκντάουν σε λοκντάουν», «άντε, τώρα, με τα ψέκια», «άντε με τους μαλάκες»). Τέτοια ακούμε συνεχώς γύρω μας.
Αυτή η προσέγγιση, όμως, πάσχει καταρχάς στη ρίζα της, διότι προσωποποιεί τα φαινόμενα, στηρίζεται σε παραδείγματα από τον περίγυρο ή σε αναγνώσεις στο Διαδίκτυο και δεν «ακουμπάει» στην αρχή της ταξικής πάλης.
Πάσχει, όμως, και πραγματολογικά αυτή η προσέγγιση, γιατί φορτώνει την ευθύνη για το τέταρτο κύμα στους ανεμβολίαστους και όχι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, που τα τέλη Μάη διακήρυξε ότι «ανοίγουμε πανιά» και καλλιέργησε τη χαλαρότητα, για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των καπιταλιστών του τουρισμού και των μεταφορών και όχι τη δημόσια υγεία, μολονότι ήξερε πολύ καλά ότι το ποσοστό εμβολιασμού ήταν κάτω από 50%, στις δε μεγάλες ηλικίες κάτω και από 40%. Γιατί παραβλέπει το ότι οι χειρισμοί της κυβέρνησης και των κυβερνητικών επιστημόνων «σκότωναν» την εμβολιαστική συνείδηση και καλλιεργούσαν φοβίες και ανασφάλειες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μια αστική κυβέρνηση που χάνει κάθε έλεγχο στη διαχείριση μιας πανδημίας θα χάσει αναπόφευκτα και την εμπιστοσύνη των πολιτών (στο συγκεκριμένο ζήτημα, ακόμα και των οπαδών της).
Δεν θα χαϊδέψουμε αυτιά (εμείς τουλάχιστον δεν το κάναμε ποτέ), όμως δεν θα συρθούμε πίσω από τον Μητσοτάκη στοχοποιώντας ανθρώπους της τάξης μας και των σύμμαχων εργαζόμενων στρωμάτων. Δεν θα υπερασπιστούμε το «ατομικό δικαίωμα» στον μη εμβολιασμό, αλλά την κοινωνική υποχρέωση του εμβολιασμού. Και θα έχουμε στο στόχαστρό μας την κυβέρνηση Μητσοτάκη και την αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ (που προσπαθεί να κάνει ψηφοθηρία και στους ανεμβολίαστους).
Π.Γ.