Με το γνωστό αλαζονικό του ύφος ο υφυπουργός Ανάπτυξης Ι. Παπαθανασίου αλωνίζει σε κανάλια και ραδιόφωνα και υποστηρίζει ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος η κυβέρνηση να παρέμβει στο ζήτημα των μολυσμένων με παραδιχλωροβενζόλιο μελιών, διότι το επιτρεπτό από την ΕΕ όριο συγκέντρωσης ήταν 40ppb και μόλις πρόσφατα κατέβηκε στα 10ppb. Κρύβεται, δηλαδή, πίσω από μια γραφειοκρατική ρύθμιση, παραβλέποντας την ουσία. Αν σήμερα το όριο είναι 10ppb και μέχρι πρότινος ήταν 40ppb, σημαίνει πως μέχρι πρότινος ίσχυε ένα όριο το οποίο επέτρεπε τη συσσώρευση βλαπτικών (καρκινογόνων) παραγόντων στον ανθρώπινο οργανισμό. Αυτό λέει η απλή λογική. Η επιχειρηματολογία του υφυπουργού είναι κυνική: αφού το επέτρεπε η ΕΕ, εμείς δεν είχαμε κανένα λόγο να το απαγορέψουμε.
Το μέγα θέμα, λοιπόν, είναι ποιος και με ποια κριτήρια βάζει τα όρια. Αν πάρουμε όλη την ιστορία των βλαπτικών παραγόντων και των επιτρεπόμενων συγκεντρώσεων (όχι μόνο στα τρόφιμα, αλλά και στην ατμόσφαιρα, στους βιομηχανικούς χώρους και σε πληθώρα προϊόντων της χημικής βιομηχανίας), θα δούμε ότι η τάση είναι να κρατιούνται τα όρια ψηλά, επειδή αυτό απαιτεί η βιομηχανία και γενικότερα η καπιταλιστική παραγωγή, που κυνηγά το μέγιστο κέρδος αδιαφορώντας για τη ζημιά στο περιβάλλον και τον άνθρωπο. Τα όρια κατέβηκαν πάντοτε ύστερα από το ξέσπασμα σκανδάλων και συχνά χάρη στον αγώνα επιστημόνων που δεν δέχτηκαν να ξεπουληθούν, αλλά έδρασαν με κοινωνική ευθύνη. Ο γράφων είχε κάνει πριν χρόνια μια μελέτη για την υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας («Υγιεινή και Ασφάλεια Εργασίας – Από ταξική σκοπιά», Μαρξιστική-Λενινιστική Επιθεώρηση, τεύχος 6, Μάης 1992, σ. 39-86) και στη διάρκεια της έρευνας ήρθε σε επαφή με το πραγματικό αγωνιώδες έργο επιστημόνων όπως ο Epstein, o Swartz, o Adhford και άλλοι. Καταπέλτης ήταν το μυθικό πλέον έργο του καθηγητή της Επαγγελματικής Ασφάλειας και Περιβαλλοντικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Ιλλινόις Samuel Epstein: The politics of cancer («H πολιτική του καρκίνου»), που εκδόθηκε το 1979.
Ο ίδιος υφυπουργός, συνομιλώντας με τους άνκορμαν των καναλιών και τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς, οι οποίοι και άσχετοι περί το θέμα είναι και διάθεση να τον στριμώξουν και να φτάσουν τα πράγματα στο βάθος δεν έχουν, διαβεβαιώνει πως η κατανάλωση τροφίμων με βλαπτικούς παράγοντες σε συγκεντρώσεις πάνω από τα επιτρεπόμενα όρια δεν δημιουργεί κινδύνους, γιατί κάθε φορά καταναλώνονται μικρές ποσότητες. «Τι πειράζει αν τρως μια κουταλιά μέλι;», αναρωτιέται κουτοπόνηρα ο υφυπουργός, σιγονταριζόμενος από έναν εξωνημένο πανεπιστημιακό.
Ομως, οι βλαπτικοί παράγοντες στον ανθρώπινο οργανισμό δρουν σωρευτικά. Ουδείς τρώει ένα βαρέλι μέλι ή ένα καφάσι γιαούρτια στην καθησιά του, όταν όμως καταναλώνεις μολυσμένα τρόφιμα επί σειρά ετών, σωρεύεις βλαπτικούς παράγοντες. Θα είχε ενδιαφέρον να παρουσιαστούν οι μελέτες που οδήγησαν στο συμπέρασμα για την καρκινογόνο δράση του παραδιχλωροβενζόλιου. Είμαστε σίγουροι ότι σ’ αυτές τις μελέτες θα καταγράφεται η σωρευτική δράση. Ομως, γενικά οι μελέτες για την τοξικότητα διάφορων παραγόντων κρατιούνται εφτασφράγιστο μυστικό, γιατί και η επιστημονική έρευνα ελέγχεται ασφυκτικά από τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις.
Π.Γ.