Την τελευταία προεκλογική εβδομάδα, η τακτική του φόβου που χρησιμοποιεί σχεδόν αποκλειστικά η ΝΔ σ’ αυτή την προεκλογική περίοδο εξειδικεύτηκε και εστιάστηκε σε δυο κατευθύνσεις: ο ΣΥΡΙΖΑ με την αλλοπρόσαλλη πολιτική του θα προκαλέσει Grexit από «ατύχημα» – ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κρυφή ατζέντα για εφιαλτικά φορολογικά μέτρα, κυρίως στις καταθέσεις και στη δεύτερη κατοικία.
Στόχος η περιβόητη «μεσαία τάξη», η οποία έχει ακόμη πέντε δεκάρες στην τράπεζα και φοβάται ότι μια απότομη υποτίμηση του νομίσματος (με το πέρασμα από το ευρώ στη δραχμή) θα τις εξανεμίσει. Η οποία έχει επίσης ένα εξοχικό (το πατρικό στο χωριό ή σε κάποιο από τα λαϊκά παραθαλάσσια προάστια), έχει αγανακτήσει με τον ΕΝΦΙΑ και φοβάται μεγαλύτερη επιβάρυνση.
Αυτό που μας απασχολεί εδώ δεν είναι ούτε η ασάφεια του ΣΥΡΙΖΑ ούτε η καλλιέργεια του φόβου από τη ΝΔ, αλλά οι αντανακλάσεις τους στη συνείδηση της «μεσαίας τάξης». Ετσι όπως αντιπαρατίθενται τα δυο κόμματα που διεκδικούν την κυβερνητική εξουσία, είναι προφανές ότι η ΝΔ προσπαθεί να καλλιεργήσει φόβο ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ θα έρθουν χειρότερα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να καθησυχάσει τους φόβους και να πείσει ότι μ’ αυτόν στην κυβέρνηση τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα.
Αυτό που η αστική κοινωνιολογία ορίζει (αυθαίρετα) ως «μεσαία τάξη» δεν είναι τάξη. Είναι περισσότερο ένα υποσύνολο του πληθυσμού που ορίζεται με (ασαφή) εισοδηματικά κριτήρια. Σ’ αυτό το υποσύνολο περιλαμβάνονται μικροαστικά στρώματα (ελευθεροεπαγγελματίες, έμποροι, μικροί παραγωγοί), μισθωτά μικροαστικά στρώματα και ένα καθόλου αμελητέο κομμάτι της εργατικής τάξης (οι πιο καλοπληρωμένοι και με μακροχρόνια σταθερή εργασία εργάτες).
Η αστική κοινωνιολογία δεν ομογενοποιεί τυχαία αυτά τα τμήματα διαφορετικών τάξεων, με κριτήρια το εισόδημα και την ακίνητη περιουσία. Αυτή η ομογενοποίηση, που δεν γίνεται μόνο με τη χρήση του όρου «μεσαία τάξη», αλλά με χιλιάδες ιδεολογήματα που διαχέονται καθημερινά από κάθε πόρο του συστήματος, έρχεται να ενισχύσει μια μορφή κοινωνικής συνείδησης η οποία υπάρχει και σε αυτό το οικονομικά πιο καλοστεκούμενο τμήμα της εργατικής τάξης. Το «νοικοκυριλίκι», η μικροαστική συνείδηση χαρακτηρίζει και αυτό το κομμάτι της εργατικής τάξης και προσδιορίζει την κοινωνική και πολιτική του συμπεριφορά. Ρεφορμισμός, συναίνεση και συνδιαλλαγή με τους καπιταλιστές εργοδότες (ή το κράτος εργοδότη) στο συνδικαλιστικό επίπεδο, αφόρητος κομφορμισμός στο κοινωνικό επίπεδο, συντηρητισμός στο πολιτικό επίπεδο.
Πάνω σ’ αυτή την κοινωνική συνείδηση χτίστηκε ο (αστικοποιημένος εδώ και πολλά χρόνια) ρεφορμιστικός συνδικαλισμός, πάνω σ’ αυτή την πολιτική συμπεριφορά χτίστηκε ο δικομματισμός των μεταπολιτευτικών χρόνων, με τη «μεσαία τάξη» να μετεωρίζεται ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, χωρίς να κάνει βήμα πέρα από αυτή την πολιτική συμπεριφορά.
Μολονότι η κρίση και η «μνημονιακή» διαχείρισή της επέφεραν σημαντικά οικονομικά πλήγματα και στη «μεσαία τάξη», η βάση της κοινωνικής της συμπεριφοράς δεν άλλαξε. Εφτασε μέχρι τις μούντζες στην πλατεία Συντάγματος, έκλινε μαζικά προς τον ΣΥΡΙΖΑ, έδωσε όμως τη νίκη στον Σαμαρά όταν δούλεψε μαεστρικά τη στρατηγική του φόβου στις εκλογές του 2012 (με τη βοήθεια και των ιμπεριαλιστών δανειστών). Αυτή η κρίσιμη μάζα μετακινείται τώρα προς τον ΣΥΡΙΖΑ και αναμένεται να του δώσει την πρωτιά αύριο. Τον κοινωνικό και πολιτιστικό συντηρητισμό της εκμεταλλεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ για να κάνει πιο γρήγορα τη «στροφή στο ρεαλισμό», δηλαδή τις διαδοχικές κωλοτούμπες.
Μόνο η ταξική οργάνωση της εργατικής τάξης, σε συνδικαλιστικό και πολιτικό επίπεδο, μπορεί να καθαρίσει το τοπίο και να διαλύσει τη φενάκη της «μεσαίας τάξης». Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του.
Π.Γ.