Από το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, μια συζήτηση κυριαρχεί στην αστική πολιτική σκηνή. Πόσο «κοστολογούνται» τα μέτρα που ανακοίνωσε ο Τσίπρας και πώς θα εξευρεθούν οι πόροι για την υλοποίησή τους;
Συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ διαφωνούν και στα δύο σκέλη του ερωτήματος. Η συγκυβέρνηση (κοτζάμ ανακοίνωση εξέδωσε το υπουργείο Οικονομικών) επιμένει ότι τα μέτρα κοστολογούνται σε περισσότερα από 17 δισ. ευρώ και ότι θα παράξουν ελλείμματα, τα οποία θα οδηγήσουν σε νέο δανεισμό για την κάλυψή τους. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει ότι τα μέτρα κοστολογούνται σε 11,3 δισ. και ότι έχει εξασφαλισμένα τουλάχιστον 12 δισ. για την άνετη χρηματοδότησή τους.
Αυτός ο καυγάς θα συνεχιστεί κι άλλο, καθώς η μεν κυβέρνηση θορυβήθηκε από την υποσχεσιολογία του ΣΥΡΙΖΑ (ξέρει πως ο ψηφοφόρος θεωρεί πως δεν έχει να χάσει τίποτα αν τον ψηφίσει), ο δε ΣΥΡΙΖΑ θορυβήθηκε όχι μόνο από την ανάλυση του υπουργείου Οικονομικών και από άρθρα στο φιλοκυβερνητικό Τύπο, αλλά και από επικριτικά άρθρα ακόμη και στον πολύ φιλικό του Τύπο (π.χ. οι οικονομικές στήλες της ΕφΣυν αμφισβήτησαν ευθέως ότι μπορεί να μαζέψει τα λεφτά που αναφέρει). Η κάθε πλευρά, λοιπόν, θα ρίχνει νέα όπλα στον καυγά, ο οποίος θα συνεχιστεί στο διηνεκές. Οπως όλοι θυμόμαστε, το ίδιο γινόταν και μετά τα διάφορα «Ζάππεια» του Σαμαρά, όταν η ΝΔ «αμφισβητούσε» τα μνημόνια.
Συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ, όμως, συμφωνούν σε κάτι. Συμφωνούν ότι τα μέτρα πρέπει να είναι κοστολογημένα, ότι πρέπει να κινούνται στη λογική του μηδενικού ελλείμματος, ότι δεν πρέπει να αμφισβητηθούν οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί έναντι της ΕΕ. Αυτό αφορά, βεβαίως, κυρίως τον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί η συγκυβέρνηση έτσι κι αλλιώς ακολουθεί σταθερά αυτή τη στάση.
Στην πραγματικότητα, αυτό στο οποίο συμφωνούν συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι πρέπει να μείνει στο απυρόβλητο ο καπιταλισμός. Η αναπτυξιολογία τους έχει ως σημείο αναφοράς τον ιδιωτικό καπιταλισμό, ούτε καν τον κρατικό (το αστείο ποσό των 4 δισ. που ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται να προσθέσει στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων αποτελεί την καλύτερη απόδειξη γι’ αυτό).
Ο καπιταλισμός στο απυρόβλητο, κανονική αποπληρωμή του δυσβάσταχτου κρατικού χρέους και μηδενικά ελλείμματα είναι το τρίπτυχο μιας διαχείρισης της κρίσης προς όφελος του κεφαλαίου και σε βάρος των εργαζόμενων μαζών. Αυτό ακριβώς υποσχέθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό και οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν του έκαναν οποιαδήποτε επίθεση σε επίπεδο αρχών, δεν μίλησαν για σοσιαλισμούς και τα παρόμοια, αλλά περιορίστηκαν στο επίπεδο του ρεαλισμού των αριθμών που έδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Σα να γίνεται μια συζήτηση μεταξύ οικονομολόγων, οι οποίοι ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ, αλλά διαφωνούν στη δοσολογία της διαχείρισης.
Αυτό είναι το μεγάλο κέρδος για το καπιταλιστικό σύστημα από την τελευταία προεκλογική κωλοτούμπα του ΣΥΡΙΖΑ (οι μετεκλογικές κωλοτούμπες, αν ο ΣΥΡΙΖΑ σχηματίσει κυβέρνηση, θα αποτελέσουν ένα ακόμη κεφάλαιο στην πορεία του προς τη διαχείριση της αστικής εξουσίας). Εχει το σύνολο των βασικών πολιτικών δυνάμεων να συμφωνεί επί της αρχής και να διαφωνεί στη συνταγή της οικονομικής πολιτικής. Αυτή η διαφωνία, όμως, είναι καθαρά περί όνου σκιάς. Ολοι γνωρίζουν πως όταν έρθει η ώρα της εξουσίας, η δοσολογία της οικονομικής πολιτικής καθορίζεται από την αδήριτη πραγματικότητα. Οταν δεν προτίθεσαι να θίξεις το κεφάλαιο, όταν προτίθεσαι να πληρώνεις κανονικά τα τοκοχρεολύσια στους δανειστές, όταν ορκίζεσαι ότι θ’ ακολουθείς με θρησκευτική ευλάβεια τη γραμμή των μηδενικών ελλειμμάτων, τότε θα κάνεις οικονομική πολιτική σκληρής λιτότητας και κοινωνική πολιτική φιλανθρωπικού τύπου. Οταν συμφωνείς επί της αρχής, τότε ο «μεγάλος συνασπισμός» έρχεται πιο κοντά.
Π.Γ.