«Εδώ δεν είναι μια μάχη. Είναι πόλεμος και θα τον κερδίσουμε», δήλωσε ο Κ. Καραμανλής, εκδηλώνοντας μ’ αυτό τον τρόπο τον εκνευρισμό και την αμηχανία του μπροστά σε μια δημοσκόπηση που έφερνε τη ΝΔ να προηγείται μόλις με 1,4% του ΠΑΣΟΚ.
Με ποιον έχει πόλεμο ο Καραμανλής; Μήπως με τα διαπλεκόμενα, όρο που ο ίδιος καθιέρωσε; Αυτόν τον πόλεμο τον έχασε κατά κράτος. Προσπάθησε να λειτουργήσει ως ρυθμιστής ανάμεσα σε συγκρουόμενα επιχειρηματικά συμφέροντα, δεν άκουσε εκείνους που του έλεγαν ότι αυτό δεν είναι δουλειά της όποιας κυβέρνησης αλλά δουλειά της πιάτσας, της αγοράς, και αναγκάστηκε να μασήσει και να καταπιεί έναν πρόσφατα ψηφισμένο νόμο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με τον τσαμπουκά που της δίνουν οι εξουσίες της και επισείοντας την απειλή να κλείσει τη στρόφιγγα των κοινοτικών κονδυλίων, έβαλε τον Καραμανλή και τον αλαζόνα Παυλόπουλο στη θέση τους. Σ’ αυτό το μέτωπο, λοιπόν, τον πόλεμο τον έχασαν πριν καν δώσουν την πρώτη μάχη.
Μήπως έχει πόλεμο με το ΠΑΣΟΚ; Από μια άποψη, ναι. Γιατί ο Καραμανλής βλέπει με απόγνωση να χάνει το σοβαρό προβάδισμα που είχε έναντι του ΠΑΣΟΚ, χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτα για να το ανακτήσει. Γιατί πολέμησε το ΠΑΣΟΚ τάζοντας πολλά και διάφορα, δημαγωγώντας με την αγανάκτηση του κόσμου για την πολιτική που ασκούσε το ΠΑΣΟΚ, και όχι μόνο δεν ικανοποίησε τίποτα από τα υπεσχημένα, αλλά αντίθετα εφαρμόζει μια ακόμα πιο αντιλαϊκή εκδοχή της ίδιας πολιτικής, σπρωγμένος από την κρίση που ξαναχτυπά τον ελληνικό καπιταλισμό.
Μόνο μια δυνατότητα θα είχε να ανακάμψει η ΝΔ: να αλλάξει πολιτική. Αλλά αυτό ο Καραμανλής ούτε το θέλει ούτε το μπορεί. Είναι ένας συντηρητικός αστός πολιτικός, αποφασισμένος να κινηθεί στο πλαίσιο των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει έναντι του κεφάλαιου και με γνώση ότι δεν μπορεί να κινηθεί αυτόνομα, με γνώμονα μόνο την πολιτική επιβίωση του κόμματός του στις επόμενες εκλογές. Γνωρίζει ότι είναι αναλώσιμος, όπως και κάθε άλλος πρωθυπουργός του σήμερα.
Εναν πόλεμο μόνο μπορεί να κάνει. Τον πόλεμο της προπαγάνδας, των ψευδαισθήσεων, της εξαπάτησης. Να παλέψει με νύχια και με δόντια να πείσει τον κόσμο ότι τα πράγματα θα φτιάξουν σε μια δεύτερη τετραετία, που τη δικαιούται κι αυτός, όπως ο Σημίτης. Στο μεταξύ, θα διεξάγει με αποφασιστικότητα τον ταξικό πόλεμο του κεφάλαιου ενάντια στην εργατική τάξη και όλη την εργαζόμενη κοινωνία και τη νεολαία της. Θα παίρνει μέτρα υπέρ της κεφαλαιοκρατίας και ταυτόχρονα θα χτυπά εργατικά δικαιώματα και κατακτήσεις. Το ίδιο ανελέητα θα χτυπά όποιους αμφισβητήσουν στο δρόμο αυτή την πολιτική (όχι, βέβαια, εκείνους που συμμετέχουν σε εθιμοτυπικές φιέστες «αγώνα»).
Το γάντι έχει ριχτεί. Οσο το αφήνουμε κάτω, τόσο βολεύεται η κυβέρνηση. Ας το σηκώσουμε κι ας απαντήσουμε κι εμείς: έχουμε πόλεμο!