Κουλτουροπεριπέτειες και έντεχνο τραγούδι
ρίξτε ευρώ για να καεί, παιδιά, το πελεκούδι.
Μετά από τον Ομηρο, του Γκιλγαμές το έπος
από τ’ αρχαία θέσφατα και την Μαχαμπαράτα,
ήρθαν οι ορδές των έντεχνων με μουσικές και στίχους
τα ίδια πράγματα να πουν αλλά με άλλα λόγια
δήθεν πιο κουλτουριάρικα, πιο εξευγενισμένα
να φέρουν νέες μουσικές για του εγώ τη δόξα
να πάρουν μέρος στη γιορτή, να φάνε από την πίτα.
Μ’ αυτών τις περιπέτειες θ’ ασχοληθούμε λίγο
πιάστε τη μύτη σας παιδιά κι αμέσως ξεκινάμε.
Πόσα βαθιά νοήματα ατάκτως ερριμμένα!
Με τι σοφή περίσκεψη στριφογυρίζουν όλα
στο γαϊτανάκι του «εγώ», γύρω απ’ τον εαυτούλη
που μετριόφρων ξεπηδά και ντροπαλά κραυγάζει
δήθεν σεμνά και ταπεινά «προσέξτε με, υπάρχω».
Εγώ και τ’ αδιέξοδα, εγώ κι ο εαυτός μου
για της ψιλής μου το χαβά ήρθα να τραγουδήσω
να μοιραστώ συμπλέγματα, να με ψυχαναλύσω
ενώπιον ενός κοινού «που ξέρει να ακούει».
Δεν πα’ να καίγεται η γη, δεν πα’ να μας πηδάνε
εμείς εκεί, δήθεν σεμνοί, τάχα επαναστάτες
στης μουσικής τ’ αγκάλιασμα με τα φτηνά τα λόγια.
Τάχα μου διαφορετικοί κι ευαισθητοποιημένοι
δήθεν βαθιά σκεπτόμενοι και καλλιεργημένοι
της αγωνίας έμποροι και των αδιεξόδων
ορθώνουμε το ανάστημα σε μπαρ και συναυλίες.
Οι δρόμοι δεν μας ξέρουνε, ο αγώνας μας αρχίζει
κάτω απ’ τα φώτα της σκηνής, όπου και τελειώνει.
Πάντα στο πλάι του λαού μα τόσο μακριά του
με λόγια δήθεν της ψυχής και μουσικές «φευγάτες»
να δείχνουμε πως ο σκοπός της τέχνης είν’ το αιδοίο.
Μιλάμε για τ’ αλλιώτικο που διόλου δεν διαφέρει
ίδια είν’ η φάκα τελικά για μας, όπως για όλους.
Προβλήματα δεν είχαμε με τις αρχές ποτέ μας
μετά τον Ασιμο κανείς τι ‘ναι κελί δεν ξέρει.
Γύρω ο κόσμος καίγεται και γίνεται της Πόπης
-όχι αυτής του πρόξενου στ’ ομώνυμο τραγούδι-
κι εμείς εκεί, στη σιγουριά της φλύαρής μας μούγκας
σκαλίζουμε τα σύρματα κι οι μπαγλαμάδες παίζουν
παίρνουν φωτιά τα τύμπανα και ξύνεται το μπάσο
κι αν μας τη δώσει γράφουμε στο «σίνθι» μια κονσέρβα.
Ούτε μία προκήρυξη ούτε ένα τσιτάτο
δεν θέλουμε το σύστημα, μα τόσο τ’ αγαπάμε
κράζοντας δήθεν τ’ς αλλουνούς, τους κάκιστους σκυλάδες
ζητάμε μεροκάματο όσο κι εκείνοι παίρνουν
λέγοντας για ξεκάρφωμα «η μουσική είναι μία».
Σκυλάδικο και έντεχνο, το μαύρο και το άσπρο
έχουνε γίνει όλα γκρι στης προστυχιάς τους δρόμους
όσο τον καπιταλισμό κανείς δεν ονομάζει.
Ο εαυτούλης μοναχά, αυτό έχει απομείνει
«να ‘στε καλά» το σύνθημα που μας πουλάτε όλοι
μαζεύοντας τα όβολα από LP και συναυλίες.
Κι άκρα του τάφου σιωπή, ιδιώτευση και μούγκα
για μια καλή κυνωνική θεσούλα ρε γαμώτο
και δε γαμείς; Τι έγινε; Να ‘στε καλά, αντίο…
Αχαρις Δυσλεξίου