Αγαπητά μου παιδιά
Πρώτον έρχομαι να ευχηθώ χρόνια πολλά επί τη ονομαστική εορτή σας. Δεύτερο, έρχομαι να καταγγείλω τους κακοήθεις εκείνους που μου τηλεφωνούν και λένε «το πιο σύντομο ανέκδοτο», κάθε μέρα και άλλο. Εχει καταγραφεί έτσι στο βαλιτσάκι της Ε.Υ.Π. (Επικοινωνίες Υπέρμετρης Πλάκας) που εποπτεύει τις κοινωνικές επαφές, πλήθος σύντομων ανεκδότων που αποτελούνται από μερικές λέξεις (συνήθως δύο-τρεις), αλλά ακόμη και από μία! Οπως το «Κουβέλης», το «ανατροπή» ή το τρομακτικό «φύγετε», που επιφέρει φρίκη, πανικό και κενώσεις επί των πανάκριβων εξουσιαστικών εσωρούχων… Μερικά από τα σύντομα ανέκδοτα είναι «παλλαϊκή εξέγερση», «Αλέξης πρωθυπουργός», «δεν πάει άλλο», «τελευταία μέτρα» και πολλά άλλα.
Ομως, ass μη φλυαρούμε και λησμονούμε το θέμα μας: την παράδοση, που σήμερα έχει αφέτη Ρία, μια φιλική προς το ελληνικό περιβάλλον εταιρία με έδρα την Οδησσό. Μια εταιρία ύψιστης κυνωνικής ευθύνης αλλά και ονομαστικής αξίας μετοχών, που το σύνθημά της ήταν το πενταπόσταγμα της ανατροπής:
Ηρθε καιρός να φύγουμε, ήρθε καιρός να πάμε.
Αυτή η εταιρία έγινε «α» for me να γραφούν τόμοι-τομή, με άπειρες καταγραφές του παραδοσιακού τραγουδιού. Τράγου δι’ ου σταθμού στην μετέπειτα πολιτιστική αφύπνιση και πορεία του ελληνισμού. Ποιος έλλην ass (γηγενής ή τεκνό της δια σποράς) δεν γνωρίζει το
Αυτή η εταιρία έγινε «α» for me να γραφούν τόμοι-τομή, με άπειρες καταγραφές του παραδοσιακού τραγουδιού. Τράγου δι’ ου σταθμού στην μετέπειτα πολιτιστική αφύπνιση και πορεία του ελληνισμού. Ποιος έλλην ass (γηγενής ή τεκνό της δια σποράς) δεν γνωρίζει το
Θέλω να τα καταραστώ τα τρία βιλαέτια:
το Δου-Νου-Του, την τρόικα, την Ευρωλάνδη αντάμα
που κοροϊδεύουν τους λαούς και τους υποχρεώνουν
πλούτο να μεταφέρουνε στους μαύρους καρχαρίες.
Ποιος απόγονος του Feel ίππου, του Αρχίδαμου, του Ιράκ λυτού, του Αγάθαρχου και του γιου του Αγαθαρχίδη then σιγοψιθύρισε στο bar (που στη γερμανική σημαίνει «μετρητοίς») και στον κλωβό (βαρβαριστί «club») το
Οσο θα σείει την τρίχα μου του χρέους ο αέρας
θε’ να πληρώνω επιταγές –άβουλος– της χολέρας.
Και ποιος της ελληνικής παιδιάς μετέχων ή φυτών ακόμη, στα υπό συγχώνευση, υπό κατάργηση ή υπό εκχώρηση σχολεία, δεν διδάχθηκε το
Σ’ αφήνω γεια μανούλα μου, σ’ αφήνω γεια πατέρα
να χέσω τα πτυχία μου, τα χρόνια τα χαμένα
πάω μετανάστης όπου βρω, μπας και σταυρώσω φράγκο
που ‘πιασα τα τριανταεφτά κοιτώντας αγγελίες.
Βέβαια, αυτή η εταιρία ήρθε να επενδύσει στην Ελλάδα λιγάκι αργά. Πηγαίνοντας ακόμη «με το παλιό» όπως αποκαλείται η χειμερινή ώρα το καλοκαίρι και η θερινή τον χειμώνα, η χώρα είχε χάσει οριστικά το τρένο της Αναγέννησης που εκπολίτισε και εκλέπτυνε την Ευρωλάνδη. Κι έτσι, από τη σκοτεινιά του ραγιαδισμού και τη βαρβαρότητα της υποτέλειας και των κολλυβογραμμάτων, βρέθηκε νεόπλουτη με ξένα μπικικίνια και λιμασμένη ανάμεσα στα μπικίνια, έχοντας απλώς αλλάξει αφεντικά… Η καλύτερη συνταγή για να προγράψει το μέλλον και να εκφυλιστεί, όπως άλλωστε καταγράφεται και στα ανατολικότροπα άσματα με δυτικό προσανατολισμό που διαδέχτηκαν τα παραδοσιακά. Σβήνοντας –με ταξί άλλων– και τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο…
Υποταγή, αγάπη γλυκιά μου
λαχταρώ να ‘ρθεις πάλι κοντά μου
από τότε που σ’ έχασα λιώνω
τ’ όνομά σου φωνάζω με πόνο
ξενοδουλεία, ξενοδουλείααααα.
Εμείς όμως, αμετανόητοι νοσταλγοί του ποιητικού μέτρου που σημάδεψε την παράδοση πριν την παράδοση στο ευρωκεφάλαιο, πριν καν από το σχηματισμό της ελληνικής εργατικής τάξης, επιστρέφουμε και κλείνουμε αυτό τον κύκλο με ένα προ-φυτικό τραγούδι του μεσαιωνικού ελληνισμού. Στροφές του οποίου βρέθηκαν χαραγμένες στις στροφές για Ταΰγετο, πάνω σε μαρμάρινες πλάκες (ε, ρε, πλάκες!) και έγραφαν:
Τάσο, εγώ η Γκόλφω σου λυπάμαι, μα στο λέω
γιατί βλέπω πως σ’ έρεψε η τόση μαλακία…
Ψάξε να βρεις την τάξη σου που ‘χασες στην πορεία
και τους δεσμούς που έλυσες κοίτα να ξαναδέσεις
τη συνειδητοποίηση να βρεις και τους συντρόφους
κι απ’ την αρχή να πιάσουμε όλοι μαζί το νήμα.
Κάτω από ξένα φλάμπουρα τι θες και κωλοσέρνεις;
Τόσο καιρό δεν το ‘μαθες; Τόσο καιρό δεν το ‘δες;
Αυτοί σε κοροϊδεύουνε, αυτοί θα σε πουλήσουν.
Αυτοί σε κοροϊδεύουνε, αυτοί θα σε πουλήσουν.
Οργάνωση πολιτική χρειάζεσαι μαλάκα μ’!
Αυτά μόνο προς το παρόν και τ’ άλλα στο κατόπι…
Πυρ ως δ’ υμάς