Για την ταινία αυτή, που είναι και η σημαντικότερη αυτής της εβδομάδας, έχει γίνει ήδη πολύς διαφημιστικός θόρυβος. Ετσι, όλοι πιθανότατα γνωρίζετε πως πρόκειται για το οδοιπορικό του Ερνέστο Γκεβάρα και του φίλου του Αλμπέρτο Γρανάδο, προκειμένου να ανακαλύψουν την πραγματική Λατινική Αμερική.
Η ταινία βασίστηκε στα απομνημονεύματα αλλά και το φωτογραφικό υλικό του Τσε, όπως επίσης στις περιγραφές του ακόμη εν ζωή Γρανάδο. Σκηνοθέτης και σεναριογράφος ερεύνησαν εξονυχιστικά για περισσότερα από δυο χρόνια τα γεγονότα, τις συνθήκες και τις λεπτομέρειες αυτού του ταξιδιού, επισκεπτόμενοι πολλές φορές την Κούβα, συνομιλώντας με την οικογένεια Γκεβάρα και τον Γρανάδο, μελετώντας ένα τεράστιο οπτικοακουστικό υλικό της εποχής και ταξιδεύοντας στις αυθεντικές περιοχές, από το Μάτσου Πίτσου ως τα ορυχεία της Χιλής, όπου έγιναν και τα γυρίσματα.
Οι μικρές αυτές πληροφορίες έχουν νόημα ώστε να καταδειχτεί η σοβαρότητα με την οποία οι συντελεστές προσέγγισαν το θέμα τους. Πέρα απ’ αυτές, όμως, εμείς θα σας δώσουμε τα αισθήματα και τα συμπεράσματά μας από την παρακολούθηση αυτής της ταινίας.
Κατ’ αρχάς, ο βραζιλιάνος σκηνοθέτης Βάλτερ Σάλες (έχει στο ενεργητικό του μια ακόμη αξιόλογη κοινωνική ταινία, τον «Κεντρικό Σταθμό», που προβλήθηκε και στην Ελλάδα πριν δυο-τρία χρόνια) τοποθέτησε το θέμα απολύτως σωστά: «Η κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα του πολιτισμού της Λατινικής Αμερικής δεν έχει αλλάξει και τόσο από το 1950 μέχρι σήμερα». Σκηνοθέτησε έτσι ένα στοχαστικό road movie, χαμηλών τόνων, που ξεκινά σαν ρομαντική εκδρομική περιπέτεια δυο φοιτητών, για να καταλήξει στην αποτύπωση της πολυποίκιλης ανθρωπογεωγραφίας της Λατινικής Αμερικής και μιας πραγματικότητας που οδήγησε τους δυο άνδρες στο μονοπάτι μεγάλων ηθικών και πολιτικών αποφάσεων στη μετέπειτα ζωή τους.
Με σεβασμό στην Ιστορία, ο Σάλες απέφυγε τον φτηνό εντυπωσιασμό, τους αφύσικους ρυθμούς και τα πολύχρωμα σκηνικά, εμμένοντας στο πνεύμα του αυθεντικού ταξιδιού και αποδίδοντας στον Τσε αυτό που πραγματικά ήταν εκείνη την εποχή: ένας ζωηρός, περίεργος και αλτρουϊστής νεαρός, που θεωρούσε πατρίδα του ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, φτιαγμένος από την υπέροχη εκείνη πάστα της προσφοράς και αυτοθυσίας που χαρακτηρίζει και σφραγίζει τις επαναστατικές ψυχές.
Εχει δίκιο ο Μεξικανός ηθοποιός Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, που ενσαρκώνει τον Τσε, όταν λέει: «Νομίζω ότι αυτή η ταινία ίσως να δώσει δύναμη σε πολλούς να ψάξουν τα δικά τους πιστεύω».
Ελένη Σταματίου