Ο ίδιος ο Καραμανλής φόρεσε «κουκούλα» στο τεράστιο πολιτικό σκάνδαλο του Βατοπεδίου, αφού προηγουμένως η γαλάζια πλειοψηφία της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής απεφάνθη ότι για τους υπουργούς και υφυπουργούς, Πασόκους και Νεοδημοκράτες, «ανακύπτει το ζήτημα της πολιτικής ευθύνης τους, που αφορά στην εποπτεία των τομέων αρμοδιότητάς τους». Σε τι συνίσταται αυτή η πολιτική ευθύνη; Σε… «πλημμελή εποπτεία» των εποπτευόμενων φορέων.
Πρόκειται για μια άκρως προκλητική πολιτική απόφαση και αρκεί ένα μόνο στοιχείο για να θεμελιωθεί αυτό το συμπέρασμα. Η γαλάζια πλειοψηφία της Εξεταστικής λέει ότι δεν προέκυψε πουθενά οικονομικό όφελος για κανέναν πολιτικό. Πώς το ξέρουν αυτό, όταν αρνήθηκαν ν’ ανοίξουν λογαριασμούς και να ψάξουν, έστω και για τα μάτια του κόσμου, τις διαδρομές του «βρόμικου» χρήματος; Δύσκολα θα έβρισκαν άκρη, βέβαια, όμως θα μπορούσαν ενδεχομένως να βρεθούν κάποιοι «ορφανοί» λογαριασμοί, κάποιες «οφσόρ» που έπαιρναν λεφτά από τους Βατοπεδινούς, κάποια εντυπωσιακά ψευδώνυμα σαν αυτά που βρέθηκαν στο σκάνδαλο Siemens (αλήθεια, ρε παιδιά, τι γίνεται μ’ αυτό το σκάνδαλο; Πότε θα το διαλευκάνει η αδέκαστη Δικαιοσύνη;).
Παίρνοντας τη σκυτάλη από τους βουλευτές του ο Καραμανλής ανέλαβε «γενναία» και το δικό του «μερίδιο ευθύνης». Εγκατέλειψε, δηλαδή, τρέχοντας τη γραμμή άμυνας που είχε ακολουθήσει στη ΔΕΘ, όταν δεν αναγνώριζε ότι υπάρχει καν σκάνδαλο. Δυο φορές είπε ο ίδιος τη λέξη «σκανδαλώδης» στην ομιλία του στην ΚΟ της ΝΔ, ενώ μόλις μια μέρα πριν ο Αντώναρος αμυνόταν σθεναρά και αρνούνταν να μιλήσει για σκάνδαλο. Βέβαια, στη Βουλή, απέναντι στους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης, δεν τόλμησε να εμφανιστεί. Προτίμησε το μονόλογο στο συντεταγμένο ακροατήριο των γαλάζιων βουλευτών που σαν γνήσιες «τσαούσες» τον χειροκροτούσαν μανιωδώς όρθιοι.
Υπάρχει μια λαϊκή παροιμία που λέει ότι «από τότε που βγήκε το συγνώμη γαϊδούρεψε ο κόσμος». Φαίνεται πως δεν την έχει ακούσει ο Καραμανλής, γι’ αυτό και νόμισε πως μ’ ένα κούφιο και υποκριτικό συγνώμη καθάρισε από το άγος του Βατοπεδίου. Στην πολιτική τα πράγματα είναι διαφορετικά από τις κοινωνικές συναναστροφές. Πώς να δεχτεί ο απλός λαϊκός άνθρωπος τη συγνώμη του Καραμανλή και τη «γενναία ανάληψη των πολιτικών ευθυνών», όπως τη διαφήμιζαν επί διήμερο τα κυβερνητικά παπαγαλάκια, όταν δεν έδιωξε ούτε τους «παραπλανηθέντες» υπουργούς και υφυπουργούς; Θα τους διώξει, βέβαια, στον κυοφορούμενο ανασχηματισμό, αλλά στην πολιτική έχει σημασία και το τάιμινγκ όπως λέμε στη νεοελληνική. Τώρα τους χρεώνεται εξ ολοκλήρου. Και τους χρεώνεται γιατί ακόμα δεν έχει ξεκαθαρίσει τι σόι ανασχηματισμό θα κάνει. Το Βατοπέδιο «κατάπιε» μέχρι στιγμής Βουλγαράκη και Ρουσόπουλο, αν έδιωχνε και Κοντό, Δούκα, Κιλτίδη θα ήταν σαν να έκανε ανασχηματισμό σε δόσεις. Προτίμησε, λοιπόν, τη ντροπή της πολιτικής ευθύνης χωρίς συνέπειες, κατακτώντας μια ακόμη παγκόσμια πρωτιά.
Η νεοδημοκρατική πλειοψηφία της Εξεταστικής Επιτροπής και ο Καραμανλής ξεπέρασαν και τον Σανιδά που είχε μιλήσει για «παραπλανηθέντες υπουργούς», απαλλάσσοντάς τους από κάθε ποινική ευθύνη. Εκείνο το στάδιο, βέβαια, έχει ξεπεραστεί. Τότε η επιλογή ήταν να κλείσουν το σκάνδαλο στο λαβύρινθο των δικαστικών διαδικασιών, να ξεχαστεί και μετά να το θάψουν. Προέκυψε, όμως, η παραίτηση των δυο εισαγγελέων, απορρυθμίστηκε ο κυβερνητικός μηχανισμός στη Δικαιοσύνη, η σκανδαλολογία φούντωσε και ο Καραμανλής αναγκάστηκε να προτείνει τη συγκρότηση Εξεταστικής Επιτροπής, για να αποφύγει την Προανακριτική που πρότεινε το ΠΑΣΟΚ. Επί του πρακτέου, όμως, επιστρέφουμε στο δόγμα Σανιδά, κάπως αποφορτισμένο ως προς τις διατυπώσεις. Οι υπουργοί δεν είναι «παραπλανηθέντες» αλλά έχουν πολιτική ευθύνη επειδή άσκησαν «πλημμελή εποπτεία», δηλαδή δεν έλεγξαν όσο έπρεπε τους υφισταμένους τους. Για να το πούμε σε απλά ελληνικά, ο Σανιδάς τους απάλλασε λόγω βλακείας, οι συνάδελφοί τους τους απαλλάσσουν λόγω αδιαφορίας.
Ως προς την πολιτική ευθύνη το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε πίσω από τη ΝΔ, αφού αρνήθηκε να καταλογίσει την παραμικρή πολιτική ευθύνη στους δυο δικούς του υφυπουργούς που αποδεδειγμένα αναμίχθηκαν στο σκάνδαλο (Δρυ και Φωτιάδη). Ξέροντας ότι για το ποινικό σκέλος έχει επέλθει παραγραφή, άρα αποκλείεται να ψάξει κανένας παραπέρα, τους απάλλαξαν και για το πολιτικό. Υποτίθεται ότι το έκαναν για να μη δώσουν στη ΝΔ πάτημα για συμψηφισμούς. Στην πραγματικότητα, ήταν ένα μήνυμα ενότητας σε όλους τους Πασόκους ενόψει της ανακατάληψης της κυβερνητικής εξουσίας. Ενα μήνυμα γεμάτο αλαζονεία: ό,τι και να κάνουμε, εμείς ξέρουμε να καλύπτουμε τις βρομιές μας και να καλύπτουμε τα στελέχη μας.
Φυσικά, για τους γαλάζιους υπήρξαν ανελέητοι, καταλογίζοντας πολιτικές ευθύνες στους Μπασιάκο, Δούκα, Κοντό, Βουλγαράκη, Ρουσόπουλο, Μπέζα, Κιλτίδη, Μαγγίνα και Αλογοσκούφη και αναγγέλλοντας ότι θα καταθέσουν πρόταση για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τους Ρουσόπουλο, Δούκα, Μπασιάκο, Κοντό και Βουλγαράκη.
Ο Περισσός έκανε την ανάγκη φιλοτιμία και προκειμένου να αποσείσει την κατηγορία ότι κάνει πλάτες στην κυβέρνηση μίλησε για «τυχόν ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων» και πρότεινε «να επεκταθεί η έρευνα, μέσω της σύστασης ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης», χωρίς να αναφέρει ονόματα υπουργών και υφυπουργών.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προτείνει τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, μολονότι είχε υποστηρίξει τη σχετική πρόταση που είχε υποβάλει το ΠΑΣΟΚ. Περιορίζεται στον καταλογισμό πολιτικών ευθυνών σε 7 υπουργούς και υφυπουργούς (Δούκα, Μπασιάκο, Κοντό, Κιλτίδη, Ρουσόπουλο, Βουλγαράκη, Μπέζα) και συλλογικά στην κυβέρνηση «και εν τέλει τον ίδιο τον κ. πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή, όχι μόνο για τυπικούς λόγους, αλλά και για ουσιαστικούς».
Τέλος, το ΛΑΟΣ την πέφτει κυρίως στον Ρουσόπουλο και τον Βουλγαράκη και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να συμφωνήσει σε σύσταση προανακριτικής επιτροπής, γράφοντας ότι «η υπόθεση χρήζει περαιτέρω ποινικής διερεύνησης για τις συγκεκριμένες πράξεις».
Το σκάνδαλο έχει «κουκουλωθεί». Τι μένει τώρα; Να δούμε τι στάση θα κρατήσει η ΝΔ όταν το ΠΑΣΟΚ ξανακαταθέσει την πρόταση για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής. Θα αισθάνεται ο Καραμανλής ότι έχει δεμένους και τους 151, οπότε θα πάει στη Βουλή και θα καταψηφίσει την πρόταση του ΠΑΣΟΚ, ή θα χεστεί και πάλι φοβούμενος το ενδεχόμενο διαρροών (η ψηφοφορία είναι μυστική), οπότε θα επιλέξει και πάλι την αποχή; Αν επιλέξει το δεύτερο (αυτή τη στιγμή φαίνεται ως το πιο πιθανό), τότε θα υποστεί μια ακόμη πολιτική ήττα. Αυτό ακριβώς περιμένει και το ΠΑΣΟΚ, που δε δίνει δεκάρα τσακιστή για διερεύνηση των ποινικών ευθυνών των γαλάζιων υπουργών. Ούτε ειδικά δικαστήρια έχει κατά νου να στήσει, μόνο φθορά στην κυβέρνηση θέλει να προκαλέσει. Αλλωστε, και το 1993 έφτασε μέχρι την απαγγελία κατηγοριών για το σκάνδαλο της ΑΓΕΤ και μετά ο μεγαλόθυμος Ανδρ. Παπανδρέου τους αμνήστευσε.
ΥΓ: Μπορεί ο Περισσός να αναγκάστηκε να ζητήσει και προανακριτική επιτροπή, φρόντισε όμως η Παπαρήγα, στην ομιλία της στην Ολομέλεια της Βουλής, να το γλυκάνει λίγο, για να μη χαλάσει το ειδύλλιο με την κυβέρνηση. Πρώτα μίλησε για «αντικειμενικές πολιτικές ευθύνες», μέσα στις οποίες πνίγονται οι συγκεκριμένες (ακόμη και προσωποποιημένες) πολιτικές και ποινικές ευθύνες. Ανησυχούσα μη τυχόν και δεν την καταλάβουν το είπε και πιο απλά. Οι υποκειμενικές πολιτικές ευθύνες συνίστανται στο ότι «δεν βρέθηκε ένας υπουργός που να ευαισθητοποιήθηκε ότι εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί η μισή Χαλκιδική να διεκδικείται». Αλλά οι ποινικές ευθύνες «είναι ένα ζήτημα, αν θέλετε και για προβληματισμό. Συνήθως δεν ποινικοποιούμε τις πολιτικές πράξεις διότι έτσι δεν θα βρίσκαμε άκρη (σ.σ.!!!). Κάθε κυβέρνηση που θα έφευγε θα έστελνε στη φυλακή την προηγούμενη. Δεν λύνεται αυτό το ζήτημα». Ξεχνάει, όμως, μια… λεπτομέρεια η Α. Παπαρήγα. Δε μιλάμε γενικά και αόριστα για φιλοκαπιταλιστικές αποφάσεις των κυβερνήσεων, αλλά για υποψία χρηματισμού. Εκτός αν θέλει να μας πει ότι ο Εφραίμ τα ‘φαγε όλα μόνος του. Βέβαια, η μίζα πάει σύννεφο κάθε μέρα και αποδείξεις δεν υπάρχουν. Ναι, αλλά εδώ έχουμε μια υπόθεση που θα μπορούσαν ενδεχομένως να βρεθούν αποδείξεις. Αυτό είναι το θέμα που πνίγεται μέσα στον γενικόλογο και αοριστολόγο αντικαπιταλιστικό βερμπαλισμό του Περισσού.
Εκεί, όμως, που η Παπαρήγα έδωσε ρέστα ήταν όταν απάλλαξε από κάθε ευθύνη τον Καραμανλή. Παραθέτουμε χωρίς σχόλια το σχετικό απόσπασμα από την ομιλία της: «Ο κύριος πρωθυπουργός είπε το εξής πράγμα: Εχω –λέει– προσωπική ευθύνη γιατί υποτίμησα το ζήτημα. Δεν το δεχόμαστε με την έννοια που το έθεσε. Βεβαίως μπορεί ο ίδιος να αισθάνεται αυτό το πράγμα και δεν έχω καμία διάθεση να πω ότι δεν ήταν ειλικρινής. Εμείς όμως θα του πούμε ότι είναι απόρροια του γενικού πολιτικού προσανατολισμού. Δεν είναι απόρροια ούτε ανικανότητας, ούτε κοροϊδίας, ούτε παγίδας, ούτε τίποτα. Ηταν ένα κεντρικό ζήτημα και, αν θέλετε, μπορεί να συμβεί και σε οποιονδήποτε που δεν είναι στην κυβέρνηση. Κανένας πρωθυπουργός δεν μπορεί να ψάχνει για όλα, δεν μπορεί να ψάχνει το καθένα λεπτομερειακά. Θα έχει τα επιτελεία του. Ακόμα και ένα στέλεχος ενός κόμματος που δεν είναι στην κυβέρνηση. Ούτε εγώ μπορεί να ψάχνω λεπτομερειακά όλα τα χαρτιά γιατί τότε δεν θα κάνω τίποτε άλλο. Βεβαίως θα δεχτείς τη γνώμη του επιτελείου και όχι ενός προσώπου.
Ομως το ζήτημα της εκκλησιαστικής, της μοναστηριακής γης δεν είναι ένα ζήτημα που μπορεί να πει ούτε ο κ. Καραμανλής, ούτε ο κ. Παπανδρέου ότι δεν ήξεραν ότι ήταν ανύποπτοι. Μπορεί να είσαι ανύποπτος σε μια επιμέρους πλευρά, συγκεκριμένη. Για μας λοιπόν, είναι απόρροια του γενικού πολιτικού προσανατολισμού, δεν είναι θέμα ποινικής ευθύνης, αλλά ακριβώς όταν η επιχειρηματικότητα, η ανταγωνιστικότητα, η κερδοφορία έχει πια διεισδύσει παντού και η Εκκλησία και τα Μοναστήρια είναι πια και οικονομικός παράγοντας, δε νομίζω ότι συγχωρείται να πει κανείς ότι υποτίμησα ή υπερτίμησα».