Λιγότερο από μια ώρα διήρκεσε η τελευταία συνεδρίαση αυτής της δίκης. Ξεκίνησε με δευτερολογία της Μαρίνας Δαλιάνη, συνηγόρου υπεράσπισης του Χρ. Τσιγαρίδα. Η συνήγορος κατέδειξε το έωλο της εισαγγελικής πρότασης, όπως τη διευκρίνισε ο τακτικός εισαγγελέας στη σύντομη δευτερολογία του. Ο εισαγγελέας παραδέχτηκε, ότι σ’ αυτή τη δίκη δεν έχουμε να εξετάσουμε τίποτ’ άλλο εκτός από τα περιστατικά που συνδέονται με το αδίκημα της «συμμετοχής», το οποίο έχει τελεσίδικα παραγραφεί, με την απόφαση του πρώτου δικαστηρίου. Επομένως, ο ίδιος ο εισαγγελέας παραδέχτηκε ότι δεν έχουμε περιστατικά τα οποία να συνδέονται ουσιωδώς με τις συγκεκριμένες πράξεις που δικάζει αυτό το δικαστήριο. Η Μ. Δαλιάνη κωδικοποίησε και πάλι τα βασικά νομικά επιχειρήματα. Υπό το φως της εισαγγελικής δευτερολογίας, που διευκρίνισε ακόμη περισσότερο τα πράγματα.
Με το ζήτημα της «διπλής υπαγωγής» ασχολήθηκε και ο Μ. Καλογήρου (υπεράσπιση Κανά). Ο εισαγγελέας παραδέχτηκε –σημείωσε ο συνήγορος– ότι τα πραγματικά περιστατικά που θα αξιολογούνταν για το αδίκημα της «συμμετοχής», πρέπει να αξιολογηθούν τώρα για την απλή συνέργεια, αφού το αδίκημα της «συμμετοχής» παραγράφηκε. Δηλαδή, πρέπει πάση θυσία ο Κανάς να καταδικαστεί σε 25 χρόνια φυλακή και ας έχει πάψει οριστικά η ποινική δίωξη για το αδίκημα στο οποίο αναφέρονται αυτά τα πραγματικά περιστατικά.
Στη συνέχεια, η πρόεδρος ρώτησε αν κάποιος από τους κατηγορούμενους έχει να πει τίποτα, να κάνει κάποια δήλωση και το λόγο ζήτησε ο Χρ. Τσιγαρίδας, που ανέγνωσε και στη συνέχεια κατέθεσε στο δικαστήριο μια μεγάλη δήλωση, εν είδει δευτερολογίας (δεν είχε το δικαίωμα δευτερολογίας, εφόσον είχε δευτερολογήσει η συνήγορός του).
Ο Τσιγαρίδας μίλησε πολιτικά και όχι νομικά. Καταρχάς, απάντησε με σκληρό τρόπο στα όσα ανιστόρητα και άκρως προκλητικά είχε πει ο εισαγγελέας για τις οργανώσεις ένοπλης επαναστατικής βίας στην αγόρευσή του. Η πρόεδρος τον διέκοψε κάποια στιγμή, για να του κάνει παρατήρηση επειδή χαρακτήρισε τις απόψεις του εισαγγελέα και φασίζουσες. Ο Τσιγαρίδας αρνήθηκε να ανακαλέσει. Περιορίστηκε να πει ότι όποιος εκφράζει φασίζουσες απόψεις δεν είναι κατ’ ανάγκη και φασίστας. Η φωνή του έσπασε όταν αναφέρθηκε σ’ αυτό που αφήνει παρακαταθήκη στην ελληνική κοινωνία και ο ΕΛΑ: το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης, το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους, χωρίς τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στα επίδικα αυτής της υπόθεσης. Αφού κατέδειξε το έωλο της κατηγορίας και τα τερτίπια της εισαγγελικής πρότασης, που αποδόμησε τη ναζιστική αρχή της συλλογικής ευθύνης, για να τη δομήσει με νέο τρόπο, έθεσε τους δικαστές μπροστά στο μοναδικό υπαρκτό δίλημμα που έχουν: να αποφασίσουν ως δικαστήριο πολιτικής σκοπιμότητας ή να αρθούν πάνω από την πολιτική σκοπιμότητα και να αποφασίσουν όπως οι συνάδελφοί τους της δεύτερης δίκης. Η συλλογική ευθύνη –είπε– είναι ναζιστική, αλλά είναι λογική. Αυτά που προτείνουν οι εισαγγελείς στηρίζονται στον παραλογισμό, στο βιασμό της πραγματικότητας. Αν θέλετε να με καταδικάσετε –κατέληξε– καταδικάστε με στα ίσια, ως πολιτικό αντίπαλο,χωρίς να βιάσετε την ιστορική αλήθεια για τη δομή και τη λειτουργία του ΕΛΑ.
Η δήλωση-δευτερολογία του Χρ. Τσιγαρίδα παρατίθεται ολόκληρη χωριστά..
Ο Κανάς, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι μόνο στον εαυτό του κάνει ζημιά και σε κανέναν άλλο, έβγαλε ένα λακωνικό λογύδριο-υβρεολόγιο κατά Τσιγαρίδα και ζήτησε από το δικαστήριο να τον απαλλάξει, εκφράζοντας την πίστη του ότι θα τον δικάσει με βάση το σύνταγμα και τους νόμους.
Από την πλευρά της Ειρ. Αθανασάκη δεν υπήρξε δευτερολογία.
Η απόφαση του δικαστηρίου θα ανακοινωθεί την Πέμπτη, 3 Δεκέμβρη, στις 9 το πρωί.
Ενα απλούστατο δίλημμα
Υστερα από ένα χρόνο και 108 συνεδριάσεις, η δίκη για την υπόθεση του ΕΛΑ έφτασε στο τέλος της. Την Πέμπτη θα γνωρίζουμε την απόφαση του δικαστηρίου (Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων).
Αν επρόκειτο για μια κοινή ποινική δίκη, δεν θα είχαμε την παραμικρή αμφιβολία. Ανεξαρτήτως σκεπτικού, όλοι οι κατηγορούμενοι θα κηρύσσονταν αθώοι. Επειδή, όμως, πρόκειται για μια κατεξοχήν πολιτική δίκη, καμιά πρόβλεψη δε μπορεί να γίνει.
Μέχρι την Πέμπτη, θα κυριαρχούμαστε από ένα δίλημμα, που καμιά σχέση δεν έχει με το ποινικό σκέλος της υπόθεσης. Οπως ακριβώς το έθεσε ο Χρήστος Τσιγαρίδας στη δήλωση-δευτερολογία του, το μοναδικό δίλημμα είναι αν οι δικαστές θα υπηρετήσουν πολιτικές σκοπιμότητες, κουρελιάζοντας όχι μόνο το ισχύον Δίκαιο αλλά και κάθε έννοια κοινής λογικής, ή θα προτιμήσουν να προφυλάξουν τουλάχιστον την προσωπική τους αξιοπρέπεια. Διότι μια καταδικαστική απόφαση μόνο σε συνθήκες εμφυλίου πολέμου και καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, όταν υποχωρεί κάθε «ασφάλεια Δικαίου», όπως λένε οι νομικοί, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί.
Η προϊστορία αυτής της δίκης είναι γνωστή. Το πρώτο δικαστήριο, χωρίς να έχει καμιά απόδειξη, καταδίκασε όλους τους κατηγορούμενους με βάση την απλούστατη –πλην όμως ναζιστική– λογική της συλλογικής ευθύνης. Εκρινε ότι υπήρξαν μέλη του ΕΛΑ. Επειδή, όμως, το αυτοτελές αδίκημα της «συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση» παραγράφηκε (ο ΕΛΑ έπαψε να υπάρχει έξι χρόνια πριν την ψήφιση του τρομονόμου), έκρινε ότι όλοι έπρεπε να κηρυχτούν ένοχοι απλής συνέργειας για όλες τις δικαζόμενες πράξεις, επειδή συνέδραμαν ψυχικά τους άγνωστους δράστες. Αυτό εκφώνησε η πρόεδρος του δικαστηρίου, ενώ αργότερα, όταν καθαρογράφηκε η απόφαση, στην ψυχική συνδρομή προστέθηκε και η υλική.
Ακολούθησε ένα δεύτερο ομοιόβαθμο δικαστήριο, που κλήθηκε να δικάσει μερικές ενέργειες του ΕΛΑ που δεν είχαν περιληφθεί στο αρχικό κατηγορητήριο. Προς έκπληξη πολλών, αυτό το δεύτερο δικαστήριο εξέδωσε μια απόφαση-μνημείο δικαστικής αμεροληψίας. Αθώωσε όλους τους κατηγορούμενους με δυο διαφορετικά σκεπτικά. Τους Αγαπίου-Αθανασάκη-Κανά επειδή δεν προέκυψε ότι υπήρξαν μέλη του ΕΛΑ, τον δε Τσιγαρίδα, που υπήρξε μέλος του ΕΛΑ, επειδή δεν προέκυψε τίποτα που να τον συνδέει με οποιαδήποτε από τις δικαζόμενες πράξεις. Στην απόφαση μειοψήφισε ο πρόεδρος του δικαστηρίου Ι. Τέντες, ο σημερινός εισαγγελέας του Αρείου Πάγου (κάθε συνειρμός δεκτός).
Στη διάρκεια των 108 συνεδριάσεων αυτού του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου τίποτα καινούργιο δεν προσετέθη. Αντίθετα, το κατηγορητήριο αδυνάτισε περισσότερο, καθώς η μοναδική μάρτυρας κατηγορίας, η Κυριακίδου, άλλαξε για πολλοστή φορά τα όσα είχε καταθέσει πριν, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο την άποψη ότι είναι μια κατασκευασμένη και καθοδηγούμενη μάρτυρας.
Ομως, ακόμη και αν η Κυριακίδου θεωρηθεί ειλικρινής, αν δηλαδή έχουμε οπισθοχώρηση προς το σκεπτικό του πρώτου δικαστηρίου, της πολιτικής σκοπιμότητας, και πάλι μια καταδικαστική απόφαση θα συνιστά νομικό (τουλάχιστον) σκάνδαλο. Διότι όσα έχει πει η Κυριακίδου, ακόμη και αν θεωρηθούν αληθινά, δε μπορούν να οδηγήσουν παρά μόνο στο αδίκημα της συμμετοχής στον ΕΛΑ, που έχει παραγραφεί. Σε τίποτ’ άλλο.
Η αθώωση, λοιπόν, είναι μονόδρομος, αλλά η πολιτική σκοπιμότητα μπορεί να επικρατήσει.
ΔΗΛΩΣΗ ΧΡΗΣΤΟΥ ΤΣΙΓΑΡΙΔΑ
Κυρία πρόεδρε, κυρίες και κύριοι δικαστές
Δεν είχα σκοπό να δευτερολογήσω, όμως η εισαγγελική αγόρευση και πρόταση δεν μου επιτρέπουν να σιωπήσω. Επίσης, μια άμεση αναφορά ενός εφέτη και έμμεσες αναφορές άλλων εφετών για τον ιστορικό χαρακτήρα που έχει αυτή η δίκη, απετέλεσε για μένα πρόκληση, με την καλή έννοια του όρου, γι’ αυτό και θα μου επιτρέψετε δυο λόγια, συμπληρωματικά στα όσα ήδη έχω πει.
Υπάρχουν μερικά θέματα που θέλω να τ’ ακούσετε από εμένα και όχι από τις συνηγόρους μου, τις οποίες με την ευκαιρία θέλω να ευχαριστήσω, όχι μόνο για τις αγορεύσεις τους, αλλά επειδή στάθηκαν δίπλα μου όλο αυτό το διάστημα και με στήριξαν ξεπερνώντας τα όρια μιας τυπικής νομικής υπεράσπισης. Περιορίζομαι σ’ αυτή τη δήλωση, στην οποία παραθέτω επιγραμματικά μερικές από τις επισημάνσεις που είχα κατά νου να κάνω αν δευτερολογούσα.
1. Υπάρχει ένα παλιό γνωμικό που λέει, όταν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί με τις απόψεις μας, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα. Μου το θύμισαν οι εισαγγελείς με τις αγορεύσεις τους, οι οποίοι επιβεβαίωσαν πλήρως όσα είχα πει στην πρώτη τοποθέτησή μου.
Ο τακτικός εισαγγελέας θέλησε να προχωρήσει και σε ιδεολογική αντιπαράθεση και επέλεξε ως εργαλεία κάποιες ανιστόρητες, επιστημονικά και κοινωνιολογικά λανθασμένες και φασίζουσες απόψεις, για να προσεγγίσει πολιτικά φαινόμενα οργανώσεων όπως ο ΕΛΑ. Ο καθείς και τα όπλα του. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που γίνεται αυτό. Σε όλες τις εποχές της ανθρώπινης ιστορίας, σε όλα τα κοινωνικά συστήματα, αυτοί που αντιμάχονταν το καθεστώς γινόταν προσπάθεια να απαξιωθούν, να παρουσιαστούν περίπου ως καρκινώματα, ξενοκίητοι, ψυχοπαθείς. Ομως, ερχόταν αργότερα η Ιστορία και αποκαθιστούσε τα πράγματα στις σωστές τους διαστάσεις. Ας θυμηθούμε μόνο πώς αντιμετωπίστηκαν μεταπολεμικά οι αγωνιστές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και οι κομμουνιστές, που ήταν η ψυχή της Αντίστασης. Κατσαπλιάδες και συμμορίτες ήταν μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που τους δίνονταν.
Θα σας συμβούλευα, εσείς να μη μπείτε σ’ αυτό το σφαλερό μονοπάτι. Διατηρήστε την ουδετερότητά σας. Αφήστε την κοινωνία να κρίνει τους πολιτικούς ανταγωνισμούς. Αφήστε την Ιστορία να κάνει την αποτίμησή της. Αλλωστε, η αποστασιοποίηση από το ιδεολογικό και πολιτικό φορτίο αυτής της υπόθεσης είναι απαραίτητη και για κάθε νηφάλια κρίση στο ποινικό σκέλος της υπόθεσης. Αν δεν το κάνετε, ο ιστορικός του μέλλοντος θα σας καταγράψει ως ένα ακόμη δικαστήριο που υπέκυψε στην πολιτική σκοπιμότητα της εξουσίας.
Στην τοποθέτησή μου στην πρώτη δίκη, είχα θυμίσει μια φράση ενός διάσημου γερμανού νομικού, του Χάινριχ Χανόφερ, που είχα διαβάσει σε μια εφημερίδα. Ελεγε ο Χανόφερ: «Στις πολιτικές δίκες, στόχος δεν είναι η ανεύρεση της αλήθειας, αλλά η εξόντωση του αντιπάλου». Σας εύχομαι ειλικρινά να τον διαψεύσετε. Να αποτελέσετε την εξαίρεση στον κανόνα, όπως οι συνάδελφοί σας της δεύτερης δίκης.
2. Ο τακτικός εισαγγελέας, σ’ ένα σημείο της αγόρευσής του, είπε ότι ο ΕΛΑ υπήρξε αντίπαλος του αστικού καθεστώτος, αλλά ποτέ δεν είπε τι θα βάλει στη θέση του. Επειδή, λοιπόν, δήθεν δεν το είπε ο ΕΛΑ, ανέλαβε να μας το πει ο εισαγγελέας: «Καλάζνικοφ, Σκόρπιον και πιστόλια». Στη δευτερολογία του προσπάθησε να τα μαζέψει κάπως, αλλά η προσπάθειά του κατέστη ανεπιτυχής. Το αστικό καθεστώς, κύριε εισαγγελέα, αφήνει παρακαταθήκη στην ιστορία της ανθρωπότητας τη σύγχρονη βαρβαρότητα. Εκμετάλλευση, καταπίεση, πολιτιστική παρακμή, μιζέρια, καταστροφή του περιβάλλοντος και ποτάμια αίματος από τους άδικους πολέμους του. Ο ΕΛΑ –και όχι μόνον ο ΕΛΑ– αφήνει ως παρακαταθήκη του το όραμα για έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, για ένα κόσμο χωρίς πολέμους και σφαγές, για έναν κόσμο που τα προϊόντα της δουλειάς θ’ ανήκουν σ’ αυτούς που εργάζονται και όχι στα παράσιτα και τους κηφήνες της άρχουσας τάξης. Οπως λέει και ο ποιητής «Ετσι κι αλλιώς, η γη θα γίνει κόκκινη, ή κόκκινη από ζωή ή κόκκινη από θάνατο».
3. Ομως, το δήθεν ιδεολογικό σκέλος της αγόρευσης του τακτικού εισαγγελέα δεν υπηρετούσε μόνο την προσπάθεια απαξίωσης του ΕΛΑ και εμένα προσωπικά. Υπηρετούσε και μια άλλη σκοπιμότητα. Αν προσέξατε, οι αναφορές στη δομή των επαναστατικών οργανώσεων όπως ο ΕΛΑ, περιέγραφαν μια αγέλη, που κατευθύνεται από κάποιους μοχθηρούς καθοδηγητές, οι οποίοι γνωρίζουν τα κόλπα για να κρατούν την αγέλη υπό τον έλεγχό τους. Δεν ξέρω τι εμπειρία πολιτικής ή κοινωνικής δραστηριοποίησης έχει ο κύριος εισαγγελέας, εκείνο όμως που ξέρω από τη δική μου πολιτική διαδρομή και εκείνο που είναι αποτυπωμένο στα ιδεολογικοπολιτικά κείμενα του ΕΛΑ, τα οποία καμιά συκοφαντία και καμιά διαστρέβλωση δεν μπορεί να τ’ αλλάξει, είναι πως η οργάνωσή μας κατάφερνε, μολονότι ήταν υποχρεωμένη να εργάζεται στην παρανομία, να λειτουργεί με την πιο πλατιά δημοκρατία, με μέλη ισότιμα, χωρίς τσοπάνηδες και πρόβατα.
4. Εκείνο που επιβεβαιώθηκε για πολλοστή φορά από τις εισαγγελικές αγορεύσεις είναι πως σ’ αυτή την υπόθεση ο πυρήνας της κατηγορίας παραμένει ο ίδιος, όμως η επιχειρηματολογία με την οποία πλαισιώνεται αυτός ο πυρήνας μοιάζει με κινούμενη άμμο. Προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα που προκύπτουν. Ο πυρήνας λέει, πως ό,τι ισχυρίζεται η Αντιτρομοκρατική για τους κατηγορούμενους αυτής της δίκης είναι αλήθεια. Οταν τα δεδομένα ανατρέπουν αυτόν τον ισχυρισμό, τότε επιστρατεύονται λογικοί ακροβατισμοί, επιστρατεύονται παραλογισμοί, επιστρατεύεται ακόμα και το ψεύδος.
Για να μη νομίζετε ότι αυθαιρετώ, θα σας θυμίσω μόνο δύο χονδροειδέστατα ψεύδη από την αγόρευση του τακτικού εισαγγελέα. Θέλοντας σώνει και καλά να «αποδείξει», ότι υπήρξα μέλος μιας φανταστικής ηγετικής ομάδας του ΕΛΑ, έφτασε στο σημείο να βάλει στο στόμα ενός από τους μάρτυρες υπεράσπισής μου λόγια που ποτέ δεν είπε και ποτέ δεν θα μπορούσε να πει. Ισχυρίστηκε ο εισαγγελέας, πως ο σύντροφος Πέτρος Γιώτης κατέθεσε πως υπήρξα συγγραφέας ενός από τα Πληροφοριακά Δελτία του ΕΛΑ! Εχω και το σχετικό ηχητικό ντοκουμέντο από το κασετόφωνο και το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της κατάθεσής του. Και βέβαια, ο Γιώτης δεν θα μπορούσε ποτέ να πει πως υπήρξα συγγραφέας οποιουδήποτε κειμένου του ΕΛΑ, γιατί απλούστατα είναι σοβαρός άνθρωπος και δεν θα μπορούσε να πει κάτι που δεν γνωρίζει. Κι όμως, ο εισαγγελέας τού έβαλε στο στόμα κάτι που δεν είπε.
Είπε επίσης ο κύριος εισαγγελέας, ότι σύνδεσμός μου με την οργάνωση ήταν αρχικά ο Χρήστος Κασίμης και μετά ένα άλλο σημαντικό στέλεχος του ΕΛΑ. Πού το βρήκε αυτό; Είπα εγώ τίποτα τέτοιο; Το μόνο που εγώ είπα είναι ότι μετά τη δολοφονία του Χρήστου Κασίμη ενεργοποιήθηκε η εναλλακτική σύνδεσή μου με την οργάνωση. Ο ΕΛΑ δεν είχε σημαντικά και λιγότερο σημαντικά μέλη. Ολα τα μέλη του ήταν εξίσου σημαντικά. Ολα τα μέλη του ήταν ισότιμα. Δεν θα βιάσουμε την ιστορική αλήθεια, επειδή έτσι απαιτεί η σκοπιμότητα.
Το ερώτημα είναι γιατί το έκανε ο εισαγγελέας. Η απάντηση είναι απλή. Γιατί έψαχνε να βρει πάση θυσία «στοιχεία» για να θεμελιώσει τον εξωφρενικό του ισχυρισμό περί ηγετικής ομάδας του ΕΛΑ, της οποίας ήμουν μέλος. Και επειδή δεν εύρισκε, κατασκεύασε μερικά. Με τέτοιες μεθόδους ψάχνετε την αλήθεια, κύριε εισαγγελέα; Θα ήταν πιο έντιμο από τη μεριά σας να πείτε, ο Τσιγαρίδας είναι πολιτικός αντίπαλος, πρέπει να τον καταδικάσουμε, παρά να καταφεύγετε σε τέτοιου τύπου λαθροχειρίες.
5. Η ανύπαρκτη ηγετική ομάδα, της οποίας δήθεν ήμουν μέλος, είναι το νέο «φασούλι», που πρωτολανσάρεται σ’ αυτή τη δίκη, προκειμένου να θεμελιωθεί η ψυχική συνδρομή. Πώς δεν το είχαν καταλάβει αυτό το πράγμα οι συνάδελφοι των κυρίων εισαγγελέων, που έφτιαξαν το κατηγορητήριο, αλλά και οι συνάδελφοί τους στα δυο πρωτόδικα δικαστήρια; Εχασαν την ευκαιρία να με παραπέμψουν ως ηθικό αυτουργό και με παραπέμπουν ως έναν απλό συνεργό!
Γιατί, όμως, χρειάστηκε να εφευρεθεί αυτή η ηγετική ομάδα; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί πιάνει τον πυρήνα αυτής της δίκης. Γι’ αυτό και θα ζητήσω την προσοχή σας σ’ αυτό το σημείο. Νομίζω ότι η στροφή της εισαγγελικής αρχής στην επιχειρηματολογία της αποτελεί την καλύτερη απόδειξη για το ότι αυτή η κατηγορία βρίσκεται κυριολεκτικά στον αέρα.
Μεγάλες εφημερίδες κριτικάρησαν με ασυνήθιστα σκληρές εκφράσεις την απόφαση του πρώτου δικαστηρίου. Ο νομικός κόσμος έκανε το ίδιο. Πριν καν μιλήσω εγώ, γινόταν ήδη λόγος και προτεινόταν σε άρθρα συνηγόρων πολιτικής αγωγής στις εφημερίδες η εφαρμογή της ναζιστικής αρχής της συλλογικής ευθύνης. Ετσι, σ’ αυτή τη δίκη, η εισαγγελική έδρα προσπάθησε να κάνει ένα μερεμέτισμα. Να πει ότι δήθεν δεν ξεκινά από την αρχή της συλλογικής ευθύνης, αλλά εξατομικεύει την κατηγορία. Επειδή, όμως, για μένα, που έχω αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή μου στον ΕΛΑ, δεν έχουν καμιά απόδειξη εκτός από την προσωπική μου δήλωση, έπρεπε να εφεύρουν μια ανύπαρκτη ηγετική ομάδα, να βαφτίσουν τον ΕΛΑ οργάνωση με ιεραρχική δομή, να με βάλουν σ’ αυτή την ομάδα και να μπορέσουν να κάνουν καταδικαστική πρόταση. Με άλλα λόγια, οι εισαγγελείς υποτίθεται ότι αποδόμησαν τη συλλογική ευθύνη, για να τη δομήσουν με νέο τρόπο. Το υπαινίχτηκε και στη δευτερολογία του ο κ. εισαγγελέας. Είπε περίπου το εξής: δεν σε πιάνω εδώ, δεν σε πιάνω εκεί, κάπου πρέπει να σε πιάσω, γιατί πρέπει οπωσδήποτε να σε καταδικάσω.
Η συλλογική ευθύνη είναι ναζιστική, αλλά τουλάχιστον είναι λογική, γιατί ανταποκρίνεται και αντιστοιχεί σε ένα δικαστήριο που πρέπει να εξυπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες. Αυτό που προτείνει η εισαγγελία είναι παράλογο, γιατί βιάζει την πραγματικότητα, βιάζει την ιστορική αλήθεια για τη δομή και τη λειτουργία του ΕΛΑ. Αυτό θα αφήσετε στον ιστορικό του μέλλοντος; Οτι ο ΕΛΑ ήταν οργάνωση με ιεραρχική δομή; Βρείτε άλλο τρόπο να με καταδικάσετε, όχι βιάζοντας την ιστορική αλήθεια.
6. Μία από τις κατηγορίες που μου προσήψε ο τακτικός εισαγγελέας, είναι ότι έχω αναλάβει την υπεράσπιση των συγκατηγορουμένων μου, ότι έχω γίνει ομπρέλα γι’ αυτούς. Οι συγκατηγορούμενοί μου δεν έχουν ανάγκη τη δική μου υπεράσπιση. Ομως, η δική μου ηθική συγκρότηση μού επιβάλλει να μη σιωπώ, όταν βλέπω δίπλα μου να λέγονται τερατουργήματα. Κι αυτό έκανα από την πρώτη στιγμή. Οταν δηλαδή η Κυριακίδου έλεγε πράγματα που δε στέκουν με τίποτα, έπρεπε να σιωπήσω; Και στις δυο προηγούμενες δίκες έκανα εκτενέστατες αξιολογήσεις των παραληρημάτων της, εντοπίζοντας συγκεκριμένα στοιχεία. Υπάρχουν στη δικογραφία και σας παρακαλώ να τα ξανακοιτάξετε. Αν είχα άνεση χρόνου θα τα επαναλάμβανα, αλλά δυστυχώς δεν έχω.
Δεν είναι μόνο το καθήκον υπεράσπισης της αλήθειας και του δίκιου, που με έκανε να παρέμβω. Είναι και κάτι άλλο και σας το είπα στην πρώτη τοποθέτησή μου, αλλά οι εισαγγελείς μάλλον δεν του έδωσαν καμία σημασία. Τι θ’ αφήσετε στον ιστορικό του μέλλοντος; Οτι η Κυριακίδου και ο Κανάς υπήρξαν μέλη του ΕΛΑ, ότι είχαν κάποια έστω επαφή με τον ΕΛΑ; Δικαίωμά σας να το κάνετε, αλλά και δικαίωμα δικό μου να εξεγείρομαι ενάντια σ’ αυτό. Το είπα και το ξαναλέω: τέτοιοι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να έχουν καμιά σχέση με τον ΕΛΑ.
Κορυδαλός 24-11-2009