Αφού ολοκληρώθηκε η ανάγνωση των εγγράφων και η επίδειξη κάποιων «πειστηρίων», μεταξύ των οποίων και του ενός γαντιού που κάποια στιγμή είχε φέρει η Κυριακίδου, ισχυριζόμενη πως ήταν το ένα από τα γάντια που φορούσε η «Μυρτώ» στη γιάφκα (ο Κανάς από την πρώτη στιγμή δήλωσε ότι πρόκειται για γαντάκια που ο ίδιος είχε αγοράσει στην κόρη του, θυμήθηκε μάλιστα και με ποια ευκαιρία), το δικαστήριο πέρασε στην ανάγνωση αποσπασμάτων από τα πρωκτικά των δυο προηγούμενων δικών, ξεκινώντας από τις καταθέσεις των μαρτύρων.
Πρώτος στη σειρά των μαρτύρων της πρώτης δίκης ήταν ο Ζήσης. Οι συνήγοροι, για λόγους αρχών, έφεραν αντίρρηση στην ανάγνωση της κατάθεσης του Ζήση, ο οποίος φέρθηκε με τόσο περιφρονητικό τρόπο προς το δικαστήριο αρνούμενος να προσέλθει να καταθέσει, παρά την απόφαση για βίαιη προσαγωγή του. Οι εισαγγελείς υποστήριξαν ότι είναι σαφής η σχετική διάταξη του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που επιβάλλει την ανάγνωση των πρακτικών της πρωτόδικης απόφασης, ανεξάρτητα από το αν προσήλθαν ή όχι να καταθέσουν. Το δικαστήριο, μετά από δεκάλεπτο διάλειμμα, απέρριψε την ένσταση των συνηγόρων και η πρόεδρος ξεκίνησε την ανάγνωση της κατάθεσης του Ζήση.
Υπάρχει, όπως καταλαβαίνετε, ένα ζήτημα ουσίας και όχι νομικών τύπων. Ποια ήταν η συμπεριφορά των διωκτικών αρχών έναντι του Ζήση; Τον χρησιμοποίησε ο Διώτης για να στήσει αυτή την υπόθεση. Υποτίθεται πως αυτός ο δαιμόνιος ρεπόρτερ είχε πάει στη Γερμανία και είχε πάρει αντίγραφα από τα αρχεία της Στάζι. Ο Νηστικάκης, βέβαια, που ήταν τότε αρχηγός της Αστυνομίας, κατέθεσε στο δικαστήριο πως κανένας δε μπορούσε να έχει πρόσβαση στα αρχεία της Στάζι. Κι αυτός που είχε άριστες σχέσεις με τη γερμανική αστυνομία και πήγε στη Γερμανία, δεν κατάφερε παρά να του δείξουν κάποια έγγραφα και να τον αφήσουν να κρατήσει κάποιες σημειώσεις. Τίποτα περισσότερο. Ομως, ο Διώτης, ο Νασιάκος και ο Χρυσοχοΐδης χρειάζονταν μάρτυρες εντυπώσεων, για να μπάσουν από το παράθυρο τα διάφορα κουρελόχαρτα που τους έδωσαν το όνομα «αρχεία Στάζι». Μόνο ο «άνθρωπος των ειδικών αποστολών» Β. Ζήσης έδειξε πρόθυμος να παίξει το παιχνίδι τους. Στη συνέχεια, ο Ζήσης εξαφανίστηκε. Ο ρόλος του έληξε. Γι’ αυτό ούτε στο δεύτερο δικαστήριο εμφανίστηκε ούτε στο παρόν δικαστήριο. Η Αστυνομία τάχα δε μπόρεσε να τον βρει! Και το δικαστήριο του επέβαλε απλά ένα πρόστιμο 150 ευρώ και απέρριψε την πρόταση του αναπληρωτή εισαγγελέα να του απαγγελθεί κατηγορία για απείθεια και να καταδικαστεί σε φυλάκιση ενός μήνα χωρίς αναστολή και χωρίς μετατροπή της ποινής.
Ετσι, μπήκαμε σε μια φάση της δίκης που θα κυλήσει με την ανάγνωση εκατοντάδων, αν όχι χιλιάδων, σελίδων πρακτικών των δυο πρωτοβάθμιων δικών και βέβαια με σχόλια των συνηγόρων υπεράσπισης. Αχθοφόρο εγγράφων για τη δημιουργία εντυπώσεων, χαρακτήρισε τον Ζήση ο Μ. Καλογήρου. Αχθοφόρο εγγράφων με στόχο να «κουμπώσει» η κατηγορία. Βαποράκι των μυστικών υπηρεσιών τον χαρακτήρισε η Αλ. Παπαρήγα. Ο Χρ. Τσιγαρίδας παρατήρησε ότι κατά την ανάγνωση της κατάθεσης Ζήση διαβάστηκαν μόνο οι απαντήσεις του και όχι και οι ερωτήσεις που του υποβλήθηκαν. Ζήτησε δε να διαβαστεί ο σχολιασμός που ο ίδιος είχε κάνει μετά την κατάθεση Ζήση στην πρώτη δίκη.
Διαβάστηκε το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά, που ήταν μια πολύ μικρή και όχι καλή περίληψη των όσων είχε δηλώσει τότε ο Τσιγαρίδας, που χαρακτήρισε τον Ζήση εντεταλμένο, πληρωμένο πράκτορα. Ο Α. Κανάς σημείωσε ότι με τα μυθιστορήματα του Ζήση και κάποιων άλλων που δηλώνουν δημοσιογράφοι φτιάχτηκαν κατηγορητήρια, βουλεύματα και καταδίκες. Η Ειρ. Αθανασάκη σημείωσε πως ένας άνθρωπος που κλήθηκε τόσες φορές και δεν ήρθε να καταθέσει αυτοσχολιάζεται μόνος του.