Από μια άποψη ήταν ιστορική η σημερινή συνεδρίαση. Ιστορική για την εξέλιξη όχι μόνο αυτής της δίκης, αλλά συνολικά της υπόθεσης του ΕΛΑ. Διότι συντελέστηκε η πλήρης διάψευση μιας από τις βασικότερες πτυχές του σενάριου Κυριακίδου. Μια διάψευση που ξεκίνησε με τον μάρτυρα Καρατζά, συγγενή του ιδιοκτήτη του διαμερίσματος της Πολέμωνος 13, της υποτιθέμενης γιάφκας η οποία ετεροχρονισμένα εμφανίστηκε στις καταθέσεις της Κυριακίδου στον Διώτη, ο οποίος κατηγορηματικά διέψευσε την Κυριακίδου, καταθέτοντας ότι ουδέποτε εμφανίστηκε στο σπίτι του ζευγάρι αρραβωνιασμένων προκειμένου να νοικιάσει το διαμέρισμα, γιατί απλούστατα ο ίδιος ουδέποτε ασχολήθηκε με την ενοικίαση του διαμερίσματος.
Η διάψευση ολοκληρώθηκε με την κατάθεση του ιδιοκτήτη του διαμερίσματος Σπύρου Κατσιμίδη, ο οποίος κλήθηκε και ήρθε από την Κέρκυρα όπου κατοικεί μόνιμα. Ο Κατσιμίδης ήρθε χωρίς να βαρυγκωμήσει, αμέσως μόλις κλήθηκε. Μ’ ένα σακ βουαγιάζ στο χέρι εμφανίστηκε πρωί-πρωί στο δικαστήριο και μόλις τελείωσε την κατάθεσή του ξαναέφυγε για την Κέρκυρα.
Το σημειώνουμε αυτό, γιατί το προηγούμενο δικαστήριο απέρριψε το αίτημα να κληθεί να καταθέσει ως μάρτυρας. Στο δε παρόν δικαστήριο, μολονότι το αίτημα υποβλήθηκε έγκαιρα, εμφανιζόταν ένας προβληματισμός (κυρίως από την εισαγγελική έδρα), του τύπου «δεν ξέρουμε τη διεύθυνσή του», «πού να τον βρούμε τώρα;» κ.λπ.
Μετά την κατάθεση Καρατζά, ήταν ο ίδιος ο εισαγγελέας που δήλωσε ότι… βρέθηκε η διεύθυνση του Κατσιμίδη και μπορεί να κληθεί. Και τι αποδείχτηκε από την κατάθεση του Κατσιμίδη; Ότι η διεύθυνσή του και το τηλέφωνό του ήταν γνωστό στην Αστυνομία. Πριν από τρία χρόνια, τέλη 2002 με αρχές 2003, του τηλεφώνησαν από την Ασφάλεια και τον ρώτησαν αν ξέρει τίποτα για τη Σκουτουδάκη που κάποια στιγμή νοίκιασε το διαμέρισμά του στην Πολέμωνος 13. Τους εξήγησε ότι δεν θυμόταν τίποτα, τους είπε πώς είχε η υπόθεση (τα ίδια είπε και στο δικαστήριο, όπως θα δούμε παρακάτω) και τον άφησαν ήσυχο, χωρίς καν να του ζητήσουν στοιχεία, όπως αποδείξεις, ειδοποιητήρια επιταγών, στοιχεία από την εφορία κ.λπ.
Με άλλα λόγια, η Αντιτρομοκρατική είχε έρθει σε επαφή και με τον Καρατζά και με τον Κατσιμίδη, αυτοί δεν δέχτηκαν να γίνουν ψευδομάρτυρες και τους εξαφάνισε από το χάρτη της δίκης. Από την Πολέμωνος έφερε την Τόγκα, η οποία δέχτηκε να παίξει το παιχνίδι της αναγνώρισης των Κυριακίδου – Αθανασάκη – Κανά, μολονότι –όπως αποδείχτηκε στην κατ’ αντιπαράσταση εξέτασή τους- Κυριακίδου και Τόγκα ουδέποτε συναντήθηκαν, ουδέποτε είχαν συναλλαγή για τα κοινόχρηστα της πολυκατοικίας. Να, λοιπόν, για ποιο λόγο εξαφανίστηκαν οι Καρατζάς και Κατσιμίδης.
Ας παρακολουθήσουμε, όμως, την κατάθεση του κ. Κατσιμίδη, κάνοντας συγκρίσεις με τα όσα έχει ισχυριστεί η Κυριακίδου.
Πότε νοικιάστηκε το διαμέρισμα στην περιβόητη Σκουτουδάκη; Κάπου μεταξύ 1983 και 1985 ξεκίνησε η μίσθωση η οποία έληξε περί το 1989-90. Η Κυριακίδου έχει καταθέσει ότι νοίκιασε το διαμέρισμα πριν γεννήσει το παιδί της, δηλαδή πριν το 1982!
Ποιος έκανε τη συνεννόηση με τους ενοικιαστές; Ο τότε διαχειριστής της πολυκατοικίας Φρατζεσκάκης (έχει πεθάνει), τον οποίο ο Κατσιμίδης εξουσιοδότησε να δείχνει το διαμέρισμα στους υποψήφιους ενοικιαστές και να υπογράφει μαζί τους το συμβόλαιο. Ο Καρατζάς δεν ανακατεύτηκε ποτέ με την ενοικίαση και τους ενοικιαστές. Το ίδιο έχει καταθέσει και ο Καρατζάς, που δεν θυμόταν ποιος υπέγραφε τα συμβόλαια με τους ενοικιαστές και αναφέρθηκε σε κάποιον δικηγόρο. Η Κυριακίδου, όμως, έχει καταθέσει ότι τη συμφωνία την έκανε με τον Καρατζά! Το όνομα Φρατζεσκάκης ουδέποτε το ανέφερε, ούτε ανέφερε επαφή της με οποιονδήποτε στην πολυκατοικία.
Ποια άτομα θα έμεναν στο διαμέρισμα; Ο Κατσιμίδης κατέθεσε ότι του τηλεφώνησε μια γυναίκα και του δήλωσε ότι θα κατοικήσει μαζί με μια δεύτερη γυναίκα. Συμφώνησαν στο ενοίκιο τηλεφωνικά και την παρέπεμψε στον Φρατζεσκάκη με τον οποίο και υπέγραψε το συμβόλαιο. Η Κυριακίδου, όμως, έχει ισχυριστεί όχι μόνο πως υπέγραψε το συμβόλαιο με τον Καρατζά, από τον οποίο πήρε και τα κλειδιά, αλλά και πως του δήλωσε ότι θα κατοικούσε μαζί με τον αρραβωνιαστικό της, γι’ αυτό και εμφανίστηκε στις Τρεις Γέφυρες (όπου κατοικούσε τότε ο Καρατζάς) παρέα με τον Κανά, για να είναι πιστευτός ο ισχυρισμός περί αρραβωνιαστικού!
Πώς πληρωνόταν το ενοίκιο; Τα λεφτά τα έπαιρνε ο Φρατζεσκάκης ο οποίος του τα κατέθετε στην τράπεζα. Κάποια περίοδο, στην αρχή, πρέπει να πήρε και κάποιες επιταγές μέσω ταχυδρομείου απευθείας από τους ενοικιαστές. Η Κυριακίδου, όμως, έχει καταθέσει ότι καθόλη τη διάρκεια της μίσθωσης έστελνε η ίδια τα λεφτά με ταχυδρομική επιταγή στον Κατσιμίδη.
Υστερα απ’ όλ’ αυτά, μια από τις σοβαρότερες πτυχές της κατάθεσης Κυριακίδου αποδείχτηκε εξ ολοκλήρου κατασκευασμένη. Και έχει σημασία ιδιαίτερα αυτή η πτυχή, γιατί υποτίθεται ότι ήταν στην Πολέμωνος 13 που η Κυριακίδου είχε δει τους Αγαπίου, Κανά και Αθανασάκη να κατασκευάζουν μια βόμβα. Ηταν στην Πολέμωνος 13 που η Τόγκα υποτίθεται ότι έβλεπε την Κυριακίδου, την Αθανασάκη και τον Κανά.
Αμέσως μετά, ο πρόεδρος κάλεσε τον Γιαννακούρη, υπεύθυνο αποτυπωμάτων των εργαστηρίων της Ασφάλειας, ο οποίος από το πρωί είχε προσέλθει στο δικαστήριο συνοδευόμενος από μια κουστωδία τεσσάρων ακόμη ασφαλιτών.
Πριν ανέβη, όμως, ο Γιαννακούρης, ο Αρης Κωνσταντάκης, συνήγορος της Ειρήνης Αθανασάκη, υπέβαλε αίτημα στο δικαστήριο να ανακαλέσει την απόφασή του και να μην εξεταστεί, γιατί αυτό είναι αντιδικονομικό. Οπως είπε ο συνήγορος, η ενασχόληση με το αδίκημα της συμμετοχής είναι αντιδικονομική, γιατί αυτό εξετάστηκε από το προηγούμενο δικαστήριο το οποίο μάλιστα απάλλαξε τους κατηγορούμενους. Επιπρόσθετα, υπάρχει και ένα ιστορικό για τα υποτιθέμενα αποτυπώματα. Όταν οι κατηγορούμενοι κλήθηκαν από τον ανακριτή Ζερβομπεάκο, τα υποτιθέμανα αποτυπώματα δεν ήταν στη διάθεση της ανάκρισης. Μετά από αίτημα της υπεράσπισης, το οποίο έκανε δεκτό ο ανακριτής, στάλθηκε μόνο φωτοαντίγραφο μιας προκήρυξης, στην οποία υπήρχαν καμιά εκατοστή αποτυπώματα, ένα εκ των οποίων αποδιδόταν στην Αθανασάκη και ήταν κλεισμένο σε ένα κύκλο. Το φωτοαντίγραφο αυτό δεν συνοδευόταν από έκθεση ταυτοποίησης με όλα τα απαραίτητα συνοδευτικά στοιχεία, για να μπορέσει και η υπεράσπιση να κάνει τις κρίσεις της.
Υστερα από νέο αίτημα στάλθηκε ένα έγγραφο που ανέφερε πως δεν είναι γνωστό στην υπηρεσία πώς περιήλθε στην κατοχή της αυτή η προκήρυξη και πότε. Η ταυτοποίηση φέρει ημερομηνία προγενέστερη της σύλληψης της Ειρ. Αθανασάκη, η οποία δεν ήταν προσεσημασμένη, γι’ αυτό και προκύπτει το ερώτημα με τι αποτυπώματα έγινε η σύγκριση.
Υστερα απ’ αυτά, ο ίδιος ο ειδικός εφέτης ανακριτής Λ. Ζερβομπεάκος χαρακτήρισε «παλιόχαρτα» την προκήρυξη και τα έγγραφα της Αντιτρομοκρατικής και δεν τα έλαβε υπόψη. Το προηγούμενο δικαστήριο ζήτησε και προσκομίστηκαν όλα τα πειστήρια. Ανάμεσα σ’ αυτά που προσκομίστηκαν, όμως, από την Αντιτρομοκρατική δεν υπήρχε η προκήρυξη με τα υποτιθέμενα αποτυπώματα. Ετσι, το δικαστήριο, με απόφασή του, απέρριψε τα υποτιθέμενα αποτυπώματα ως πειστήρια, επειδή ουδέποτε προσκομίστηκαν. Πώς, λοιπόν, επανέρχεται αυτό το ζήτημα στην παρούσα δίκη; Αυτό συνιστά ευθεία παραβίαση του άρθρου 177 ΚΠΔ και των άρθρων 5 και 6 ΕΣΔΑ, που προβλέπουν ότι τα πειστήρια που στηρίζουν την κατηγορία τίθενται υπόψη του κατηγορούμενου στο στάδιο της προδικασίας, για να μπορεί να προετοιμάσει την υπεράσπισή του, και δεν επιτρέπεται κανένας αιφνιδιασμός.
Το αίτημα αυτό στήριξαν επίσης η Κ. Ιατροπούλου και ο Κ. Αγαπίου, ενώ ο εισαγγελέας Ανδρειωτέλλης, αποφεύγοντας κάθε νομική επιχειρηματολογία και αναφορά στα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την «περιπέτεια των πειστηρίων», είπε πως επειδή ο Αγαπίου αμφισβήτησε την ύπαρξη των αποτυπωμάτων που του αποδίδονται, κρίθηκε ότι έπρεπε να κληθεί ο Γιαννακούρης για να διαφωτίσει το δικαστήριο.
Το δικαστήριο αποσύρθηκε σε διάσκεψη. Επανήλθε μετά από μία ώρα και ο πρόεδρος ανακοίνωσε πως η διάσκεψη συνεχίζεται και επιφυλάσσεται να ανακοινώσει την απόφασή του αύριο το πρωί. Προφανώς, προέκυψε δυστοκία στη λήψη της απόφασης. Δυστοκία που μάλλον κλίνει προς την υιοθέτηση του αιτήματος της υπεράσπισης. Γιατί αν μπορούσε να βγει απόφαση απόρριψης του αιτήματος, έστω και με πλειοψηφία 2 προς 1, αυτή θα είχε ανακοινωθεί, όπως έχει γίνει άλλη μια φορά. Η πείρα λέει πως σ’ αυτές τις περιπτώσεις μειοψηφών είναι ο προεδρεύων, ο οποίος και τρενάρει τη διάσκεψη, μπας και καταφέρει να «πείσει» κάποιον από τους συναδέλφους του.
Αμέσως μετά το μεσημεριανό διάλειμμα, προέκυψε νέο μείζον ζήτημα. Κλήθηκαν οι ασφαλίτες της Αντιτρομοκρατικής να παρουσιάσουν τα πειστήρια και ο ένας απ’ αυτούς ανακοίνωσε στο δικαστήριο πως, εκτός από τα γνωστά και καταγραμμένα πειστήρια (είναι τα πράγματα που κατέσχεσαν από τα σπίτια των κατηγορούμενων), έχουν φέρει και κάποιες γραφολογικές εκθέσεις, οι οποίες μόλις χθες περιήλθαν στην υπηρεσία τους και τις οποίες δεν έχουν αποστείλει ούτε στην Εισαγγελία!
Ο πρόεδρος περνά το ζήτημα στο ντούκου, αλλά ο Α. Κωνσταντάκης εκρήγνυται. Επιτέλους –λέει- να τηρηθεί κάποια δικονομική τάξη. Τρία χρόνια έχει η Ασφάλεια όλα τα πειστήρια στα χέρια της και μας φέρνει σήμερα εκθέσεις γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, που δεν έχουν δοθεί ποτέ και δεν έχουμε τη δυνατότητα να τις ελέγξουμε, να ορίσουμε δικό μας πραγματογνώμονα, να ασκήσουμε τα δικαιώματά μας! Ο πρόεδρος προσπαθεί να «ντριπλάρει» λέγοντας ότι δεν ξέρουμε τι περιλαμβάνουν αυτές οι εκθέσεις. Δεν με ενδιαφέρει –απαντά ο Κωνσταντάκης- εκείνο που με ενδιαφέρει είναι η δικονομική τάξη. Αν είναι έτσι, να την καταργήσουμε τη δικονομία και να πάμε σε άλλο σύστημα. Είτε είναι υπέρ είτε κατά του κατηγορούμενου, δεν μπορούν να εισάγονται έτσι στοιχεία σε μια δίκη.
Ο πρόεδρος προσπαθεί να «ξαναντριπλάρει», προτείνοντας να δοθούν οι εκθέσεις στον εισαγγελέα και αν αυτός κρίνει να τις εισάγει στη δίκη. Οι αντιρρήσεις του συνηγόρου συνεχίζονται και ο πρόεδρος δεν μπορεί να αντιτάξει κανένα νομικό επιχείρημα. Προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα ως γραφειοκρατικό. Αντιδρούν και οι Αγαπίου, Κανάς, ενώ η Κ. Ιατροπούλου υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει κανένα ζήτημα που να προέκυψε από τη δίκη, ώστε να ζητηθούν οι γραφολογικές εκθέσεις. Αν υπήρχε τέτοιο ζήτημα, τότε οι εκθέσεις θα είχαν ζητηθεί από την περίοδο της ανάκρισης, για να είναι νόμιμη η διαδικασία. Η δυνατότητα της υπεράσπισης να ασκεί τα δικαιώματά της έχει καταργηθεί πλήρως, κατέληξε.
Ο πρόεδρος χαρακτηρίζει το θέμα ανούσιο, γιατί δεν –κατά τη γνώμη του- δεν έχει τεθεί ακόμη, δεν υπάρχει. Ανούσιο το θεωρώ και γω –απαντά ο Σ. Φυτράκης- όμως πρέπει να συμφωνήσουμε σε κάποια πράγματα. Υπενθυμίζει τι προβλέπει η δικονομία. Μπορούμε –αναρωτιέται- να εισάγουμε συνεχώς στοιχεία στην αποδεικτική διαδικασία, μετά το τέλος της ανάκρισης, είτε αυτά είναι υπέρ είτε κατά των κατηγορούμενων;
Ο πρόεδρος προσπαθεί να κάνει σπέκουλα με την κλήση μαρτύρων από τους κατηγορούμενους. Ο Φυτράκης του απαντά εύστοχα, ότι αυτό είναι υπερασπιστικό δικαίωμα του κατηγορούμενου, όμως η εισαγγελία δεν μπορεί να εισάγει στοιχεία από μια προανακριτική διαδικασία που συνεχίζεται και δεν ξέρουμε πότε τελειώνει. Δεν είναι δυνατόν –τονίζει- να συνεχίζεται μια προανακριτική διαδικασία σε τεχνικό επίπεδο επί δέκα χρόνια και να εισάγονται συνεχώς στοιχεία. Ετσι περιορίζεται το δικαίωμα υπεράσπισης. Ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να εισάγει ό,τι θέλει προς υπεράσπισή του, η κατηγορούσα αρχή όμως δεν έχει αυτό το δικαίωμα. Εχει ένα όριο και το όριο αυτό είναι η έναρξη της δίκης. Οταν αρχίζει η δίκη ο κατηγορούμενος πρέπει να ξέρει για τι κατηγορείται, για να μπορεί να υπερασπίσει τον εαυτό του.
Ο Σ. Φυτράκης υπενθύμισε, ακόμα, ότι με το νέο τρομονόμο μπήκαν ασφυκτικές δικονομικές διατάξεις, στο όνομα της επιτάχυνσης των δικαστικών διαδικασιών. Δεν μπορεί, λοιπόν, από τη μια να απαγορεύουμε στον κατηγορούμενο να προσβάλει το βούλευμα και από την άλλη να επιτρέπεται στην εισαγγελία να βάζει συνεχώς στοιχεία στη διάρκεια μιας δίκης.
Ο εισαγγελέας προσπάθησε με δικολαβίστικο τρόπο να αποφύγει την ουσία του ζητήματος. Δεν είναι –είπε- καινούργια αποδεικτικά στοιχεία, αλλά εκθέσεις που αφορούν τα ήδη γνωστά αποδεικτικά στοιχεία, που έγιναν επειδή το ζήτησαν οι κατηγορούμενοι. Τα εισάγω –κατέληξε- αυτή τη στιγμή, ενώπιον όλων και αν υπάρχουν νέα αποδεικτικά στοιχεία, προτείνω να δοθεί ο χρόνος στους κατηγορούμενους να τα εξετάσουν, να ορίσουν τεχνικούς συμβούλους και αν παραστεί ανάγκη, ακόμα και να διακόψει το δικαστήριο.
Ο Α. Κωνσταντάκης του υπενθύμισε ότι σε ό,τι αφορά την Αθανασάκη, η ίδια δεν αμφισβήτησε τίποτα από όσα κατασχέθηκαν στο σπίτι της και επομένως ουδέποτε προέκυψε ζήτημα γραφολογικής εξέτασης.
Το δικαστήριο αναγκάστηκε να διακόψει και πάλι και όταν επέστρεψε στην έδρα ο εισαγγελέας δήλωσε ότι δεν εισάγει τα έγγραφα συλλήβδην, αλλά θα παρουσιάζονται ένα-ένα για να τεθούν υπόψη των κατηγορούμενων και να πάρουν θέση επ’ αυτών. Στο τέλος θα εισηγηθεί ποια απ’ αυτά πρέπει να εισαχθούν στο δικαστήριο.
Αμέσως μετά ζήτησε το λόγο ο Χρ. Τσιγαρίδας για να πει πως συμφωνεί με τον συνήγορο της Αθανασάκη. Ο,τι κατασχέθηκε στο σπίτι μου –είπε- είναι δικά μου πράγματα και δεν υπάρχει κανένας λόγος να ταλαιπωρούμαστε επιδεικνύοντάς τα. Αν έκανα ένα αστείο με τα τραπεζικά μου βιβλιάρια ήταν για να φανεί ότι δεν έχουν μέσα καμιά κατάθεση. Το ουσιαστικό είναι άλλο. Με τη δική σας αντίληψη του αστικοδημοκρατικού δικαίου πρέπει κάποια στιγμή να αποφασίσετε ότι δεν μπορεί να είμαστε συνεχώς όμηροι κάποιων στοιχείων που θα βγάζει από το συρτάρι της η Αντιτρομοκρατική.
Καταλήγοντας αναφέρθηκε σε πρόσφατα δημοσιεύματα στο «Βήμα» και την «Ελευθεροτυπία», που μεταφέρουν τη δυσαρέσκεια των Αμερικάνων για την αποφυλάκισή του και βάζοντας τη φωτογραφία του αναφέρουν ότι κάποιος παλιός του ΕΛΑ καθοδηγεί τα νέα χτυπήματα. Επειδή φοβάμαι πως κάτι μαγειρεύουν –είπε- γι’ αυτό δεν θέλω να συμπράξω σ’ αυτή τη διαδικασία. Πέρα βέβαια από το ότι είναι γνωστή η θέση μου, ότι δεν συμφωνώ να διεξαχθεί ξανά μια δίκη για τη συμμετοχή, που δεν αφορά αυτό το δικαστήριο και που μόνο σκοπό έχει να συμπληρώσει κενά της προηγούμενης δίκης και να πάμε σε μια νέα καταδίκη με το ίδιο σκεπτικό.
Στη συνέχεια, άρχισαν να επιδεικνύονται τα κατασχεμένα από το σπίτι του Κανά. Πράγματα κοινά, που έχει κάθε άνθρωπος και που βέβαια δεν έχουν καμιά σχέση με τις κατηγορίες, ούτε αποτελούν ενοχοποιητικά στοιχεία. Η ίδια διαδικασία έγινε και για τα κατασχεθέντα στο σπίτι του Κ. Αγαπίου και σε σπίτια φίλων και συγγενών του.