Τιμή για την ίδια θεώρησε η εισαγγελέας Ε. Κουτζαμάνη την επιλογή της ως κατηγόρου σε μια «μεγάλη, σπουδαία, πολύκροτη και ιστορική ποινική δίκη», όπως είπε ξεκινώντας την αγόρευσή της. Contradictio in terminis (αντίφαση στους όρους) από τις πρώτες κιόλας λέξεις. Γιατί, βέβαια, ποινική δίκη που να συνοδεύεται από τέτοιους επιθετικούς προσδιορισμούς δεν υπήρξε και δεν πρόκειται να υπάρξει. Εκτός αν τα ελληνικά της κ. Κουτζαμάνη δεν είναι τόσο καλά και απλά αυτοί οι επιθετικοί προσδιορισμοί της ξέφυγαν. Για τα ελληνικά της δεν παίρνουμε και όρκο, όμως οι επιθετικοί προσδιορισμοί και ειδικά ο τελευταίος («ιστορική») δεν της ξέφυγαν. Το ότι στη συνέχεια θεώρησε υποχρέωσή της να ασχοληθεί με ζητήματα που για την ίδια αποτελούν terra incognita («μαρξιλενινιστική –sic!- ιδεολογία», «δημοκρατικός συγκεντρωτισμός», «διεθνείς σχέσεις της χώρας» κ.λπ.) το μόνο που αποδεικνύει είναι πως η κ. Κουτζαμάνη είναι κατήγορος σε μια πολιτική και όχι σε μια ποινική δίκη. Ουσιαστικά περιέγραψε το «πολιτικό έγκλημα», το οποίο και η ίδια και το δικαστήριο έχουν απορρίψει από την αρχή της δίκης!
Εν πάση περιπτώσει, δεν περιμέναμε και τίποτα διαφορετικό, αλλά δε μπορούσαμε και να μην το σχολιάσουμε. Προσπερνάμε τον ύμνο προς το πρόσωπο του προέδρου (με την εμπειρία και τη νηφαλιότητά σας –είπε- οργανώσατε μια άψογη και υποδειγματική διαδικασία), θεωρώντας τον ως τυπική (και υποκριτική) έκφραση συναδελφικής αβροφροσύνης (όταν τα παπαγαλάκια της αμερικάνικης πρεσβείας ανέβαζαν την πίεση στο δικαστήριο, γράφοντας οχετούς κατά του προέδρου, τον οποίο παρουσίαζαν ως άθυρμα των κατηγορούμενων, εξαίροντας ταυτόχρονα τη ντούρα στάση της εισαγγελέα, η κ. Κουτζαμάνη δεν αισθάνθηκε την υποχρέωση να τοποθετηθεί) και μπαίνουμε κατευθείαν στην ουσία της εισαγγελικής αγόρευσης.
Κεφάλαιο πρώτο: Η δράση της 17Ν. Αντικείμενο της δίκης είναι «η πολύχρονη και έκνομη δραστηριότητα της Οργάνωσης 17Ν», η οποία άρχισε την «εγκληματική της δράση» με τον Γουέλς (στην ενέργεια –σύμφωνα με την ανακριτική απολογία του Παύλου Σερίφη, την οποία προφανώς υιοθετεί η εισαγγελέας- πήραν μέρος ως αυτουργός ο Γιωτόπουλος και ως συνεργοί οι Γιάννης και Παύλος Σερίφης και μια γυναίκα ονόματι Αννα) και την ολοκλήρωσε με τον Σόντερς, οπότε και «κλείνει ο κύκλος του αίματος». Ολες οι ενέργειες «αποφασίστηκαν εν κρυπτώ και παραβύστω, συνωμοτικά, και εκτελέστηκαν με δόλια μέσα». Και ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Εβλαψαν τη χώρα, την περιθωριοποίησαν διεθνώς, απέτρεψαν ξένες επενδύσεις, μείωσαν τον τουρισμό (sic!) και τελικά… φαλκίδευσαν το μεροκάματο του φτωχού εργάτη (εδώ σηκώνουμε τα χέρια ψηλά και αναφωνούμε: σήκω Λάμπρου για να δεις, πως εσύ την οδηγείς)! Φυσικά, τα όσα έγραφαν στις προκηρύξεις τους τα μέλη της 17Ν ήταν υποκριτικά. Το μόνο που έκαναν ήταν να σκοτώνουν αθώους ανθρώπους, να σκορπάνε τον πόνο, να γεμίζουν τον τόπο χήρες και ορφανά (εδώ ξανασηκώνουμε τα χέρια και αναφωνούμε δις: Γκέμπελς, ζεις, εσύ την οδηγείς)!
Τελικά τι ήταν η 17Ν; Ούτε έθεσε το ερώτημα ούτε, φυσικά, απάντησε η κ. Κουτζαμάνη. Μας άφησε με την απορία. Από όσα είπε, θα πρέπει να υποθέσουμε ότι ήταν μια παρέα διεστραμμένων ανθρώπων, που τους άρεσε να σκοτώνουν, να βάζουν βόμπες και να κλέβουν, για να καλοπερνούν. Και γιατί δεν περιορίζονταν μόνο στο να κλέβουν, που θα είχε και μικρότερο ρίσκο; Αγνωστα τα μυστήρια της ανθρώπινης ψυχής, που θα ‘λεγε κι ένας οπαδός του Ντοστογιέφσκι (όχι, βέβαια, η κ. Κουτζαμάνη). Αυτά παθαίνει όποιος προσπαθεί να αντιμετωπίσει ένα φαινόμενο της Ιστορίας με τα κριτήρια του κοινού ποινικού δικαίου. Η γελοιότητα τον περιμένει στη στροφή, γεμάτη πόθο να γίνει ολοκληρωτικά δικιά του…
Κεφάλαιο δεύτερο: Το 211Α. Κατευθείαν στο ζουμί η εισαγγελέας, αδιαφορώντας για τους συνειρμούς που παράγει η πρόταξη αυτού του νομικού ζητήματος. Ποιοι είναι οι συνειρμοί; Δεν έχουμε αποδεικτικά μέσα και καταφεύγουμε στις υποδείξεις κατηγορούμενου για συγκατηγορούμενο. Αυτό είναι το τελευταίο και μοναδικό μας καταφύγιο. Κατά την άποψη της εισαγγελέα, το 211Α είναι ένα ασήμαντο άρθρο που μάλλον καθ’ υπερβολή μπήκε στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Δεν συνιστά «αποδεικτική απαγόρευση», αλλά είναι απλώς «αποδεικτική οδηγία που περιέχει και ένα είδος περιορισμού»! Λέει στο δικαστή «να έχει το νου του» για να δει αν τα όσα λέει κατηγορούμενος για συγκατηγορούμενο «ενισχύονται και από άλλα αποδεικτικά στοιχεία».
Νομίζουμε ότι μετά απ’ αυτή την ανάλυση η κ. Κουτζαμάνη πρέπει, χωρίς τις καθιερωμένες διαδικασίες, να αναγορευτεί σε διδάκτορα του Δικαίου και να της ανατεθεί η διδασκαλία του μαθήματος της Ποινικής Δικονομίας στη Νομική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Για να διδάσκει τους υποψήφιους δικαστές, εισαγγελείς και δικηγόρους, πως δεν πρέπει να δίνουν και μεγάλη σημασία στους νόμους που ψηφίζει η Βουλή, διότι ενίοτε ψηφίζονται νόμοι για πλάκα. Οπως για παράδειγμα το άρθρο 211Α ΚΠΔ, που ψηφίστηκε απλά για να υπενθυμίζει στους δικαστές το αυτονόητο: ότι πρέπει να ‘χουν το νου τους μη τυχόν και κάποιοι κατηγορούμενοι επιβαρύνουν άδικα συγκατηγορούμενούς τους. Να τους υπενθυμίζει, δηλαδή, αυτό που (πρέπει να) αποτελεί το καθήκον τους για κάθε αποδεικτικό μέσο!
Ακάθεκτη η κ. Κουτζαμάνη συνέχισε τη διδακτορική διατριβή της: Και ποια πρέπει να είναι τα άλλα αποδεικτικά στοιχεία για τα οποία πρέπει «να ‘χουν το νου τους» οι δικαστές; «Αυτά μπορεί να είναι οποιαδήποτε»!!! Μπορούν για παράδειγμα να είναι ενδείξεις!!! Εδώ η νομική επιστήμη εκτινάσσεται σε στρατοσφαιρικά ύψη. Η εξίσωση «ενδείξεις+μαρτυρία συγκατηγορούμενου=ενοχή» θα πρέπει να μείνει στην ιστορία της επιστήμης του Δικαίου ως «δόγμα Κουτζαμάνη», το οποίο θα αντικαταστήσει την παμπάλαια αρχή «in dubio pro reo» («η αμφιβολία υπέρ του κατηγορούμενου»). Μπορεί ακόμη τα αποδεικτικά στοιχεία να αναζητηθούν στην απολογία του κατηγορούμενου. Αν στην απολογία του δεν επικαλείται κάτι ισχυρό, κάτι λογικό, για όσα του καταλογίζει ο συγκατηγορούμενος, αυτό θα πρέπει να οδηγήσει σε καταδικαστική κρίση! Προφανώς, το τεκμήριο αθωότητας έχει θεσπιστεί για πλάκα ή εν πάση περιπτώσει δεν ισχύει για τους κατηγορούμενους στις «ιστορικές ποινικές δίκες». Σ’ αυτές ο κατηγορούμενος πρέπει ν’ αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας. Ετσι και τον υποδείξει ένας συγκατηγορούμενός του και αυτός δεν έχει ατράνταχτο άλλοθι, τεκμαίρεται ότι είναι ένοχος!!! Και το δικαίωμα σιωπής, που κατά την ΕΣΔΑ δεν πρέπει να ερμηνεύεται σε βάρος του κατηγορούμενου; Ποια ΕΣΔΑ και πράσιν’ άλογα τώρα; Στην εποχή του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας», οι κανόνες Δικαίου πρέπει να ενδύονται το ένδυμα της σκοπιμότητας. Οπως το ‘λεγε εκείνος ο Γερμανός νομικός: «στόχος είναι η εξόντωση των αντιπάλων και η ενσωμάτωση των φίλων».
Κεφάλαιο τρίτο: Ο χαρακτήρας των πράξεων. Οι ανθρωποκτονίες και οι απόπειρες ανθρωποκτονίας χαρακτηρίζονται από προμελέτη και υπουλία και αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσαν να ενταχθούν στην κατηγορία των ανθρωποκτονιών που παλαιότερα η νομοθεσία χαρακτήριζε ως «ιδιαζόντως απεχθείς». Οσο για τα πολιτικά κίνητρα που επικαλούνται οι κατηγορούμενοι, η έννομη τάξη δεν ενδιαφέρεται για τέτοια κίνητρα! (Προφανώς, η συνταγματική διάταξη για τα πολιτικά αδικήματα αποτελεί ένα απολίθωμα, που ξεχάστηκε εκεί και Κύριος οίδε για ποιο λόγο δεν έχει απαληφθεί, μολονότι από το 1975 έχουν γίνει τρεις αναθεωρήσεις και βαδίζουμε ήδη στην τέταρτη, που κι αυτή δεν αγγίζει την αναφορά στα πολιτικά αδικήματα). Κατά την κ. Κουτζαμάνη, μια δολοφονία που γίνεται με προμελέτη, ψυχρότητα και υπουλία και μετά το θύμα απαξιώνται ηθικά, με την προκήρυξη, δε μπορεί να έχει ευγενή κίνητρα! Εδώ σηκώνουν ψηλά τα χέρια και παραδίνονται ιστορικοί, κοινωνιολόγοι και λογοτέχνες, που έχουν εξυμνήσει τις ανθρωποκτονίες με ευγενή κίνητρα, οι οποίες έχουν γίνει με όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που ανέφερε η κ. Κουτζαμάνη. Τι να της θυμίσουμε; Την τυραννοκτονία του Αρμόδιου και του Αριστογείτωνα και το ψήφισμα του Δημοφάντους; Την εκτέλεση του Ιούλιου Καίσαρα και την ομώνυμη τραγωδία του Σέξπιρ; Την αποτυχημένη απόπειρα του Αλέκου Παναγούλη κατά του δικτάτορα Παπαδόπουλου και το πώς αυτή έχει καταγραφεί στη συνείδηση του ελληνικού λαού, αλλά και στην καθεστωτική Ιστορία;
Ατύχησε πολλαπλώς η εισαγγελέας, αλλά με το επίπεδο που η ίδια μας έχει δείξει στη διάρκεια της δίκης και με την εγγενή αδυναμία που η ίδια η κατηγορία έχει (προσπαθεί να στριμώξει στις κατηγορίες του κοινού ποινικού δικαίου την -ασφαλώς παράνομη, πλην όμως με συγκεκριμένα πολιτικά κίνητρα- δράση μιας πολιτικής οργάνωσης) δεν περιμέναμε τίποτα διαφορετικό. Η εισαγγελέας δεν συνειδητοποιεί καν, ότι μ’ αυτόν τον τρόπο προσβάλλει ακόμα και τα θύματα που ανήκουν στην τάξη που και η ίδια υπηρετεί. Και κάτι τελευταίο επ’ αυτού: Σε μια φτηνιάρικη εκδήλωση σπέκουλας, αναφερόμενη στον Δ. Κουφοντίνα, αλλά χωρίς να τον κατονομάζει, είπε πως ο ίδιος δεν μας έχει πει τι αισθανόταν πριν, κατά και μετά το φόνο. Αν ήθελε να είναι στοιχειωδώς έντιμη έναντι του Δ. Κουφοντίνα, αν είχε το θάρρος και το ηθικό ανάστημα να τον κοιτάξει στα μάτια ως πολιτικό αντίπαλο, θα έπρεπε τουλάχιστον να αναφερθεί στις σχετικές αναφορές που αυτός έχει κάνει και στον πρώτο και στο δεύτερο βαθμό. Στις αναφορές του για την αντίφαση που με δραματικό τρόπο βιώνει ο επαναστάτης, όντας αναγκασμένος να αφαιρεί ανθρώπινη ζωή, αυτός που αγωνίζεται για τη ζωή. Ασφαλώς δεν τις έχει ξεχάσει αυτές τις αναφορές του Κουφοντίνα, που άλλωστε είχαν προκαλέσει αίσθηση. Ομως, επειδή δεν έχει ούτε τη μόρφωση, ούτε την καλλιέργεια, ούτε το ανάστημα ν’ απαντήσει σ’ αυτές, να αντιπαρατεθεί, να προσπαθήσει να τις συντρίψει έστω (δε θα περιμέναμε ποτέ να δείξει τον ιπποτισμό ενός Ιμπραήμ έναντι ενός Παπαφλέσσα), προτίμησε τη μέθοδο της φτηνής σπέκουλας.
Η ίδια φτηνιάρικη σπέκουλα για τις ληστείες, «τις απαλλοτριώσεις κατά τη μαρξιλενινιστική –sic!- ιδεολογία» (άντε να της εξηγήσεις, τώρα, ότι η μαρξιστικολενινιστική θεωρία –και όχι ιδεολογία- δεν έχει ασχοληθεί με το ζήτημα, διότι δεν υπήρχε καμιά τέτοια ανάγκη, το είχε λύσει από καιρό η αστική κοινωνιολογία): τις χρησιμοποιούσε η Οργάνωση για να καλύπτει τα έξοδά της, για να διασκεδάζουν τα μέλη της στα ζαχαροπλαστεία και τα ρεμπετάδικα (αυτό που είπε ο Κονδύλης, ότι στα ρεμπετάδικα – φοιτητικά στέκια, που μια-δυο φορές το χρόνο συναντιόνταν, ξόδευαν ασήμαντα ποσά, λιγότερα απ’ όσα ξόδευε ο ίδιος όταν έβγαινε με τους συναδέλφους του, προφανώς δε λέει τίποτα στην εισαγγελέα, η οποία ακολουθεί το παλιό εκλεκτικιστικό δόγμα «διάλεγε και παίρνε ό,τι σε βολεύει») και να εξασφαλίζουν τις προσωπικές τους ανάγκες. Εκανε και λογαριασμούς η κ. Κουτζαμάνη. Σαν μαυραγορίτης μπακάλης: «Τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο». 738 εκατομμύρια δραχμές τα έσοδα από τις ληστείες, μείον 300 εκατομμύρια οι δαπάνες που βγαίνουν από τα τετράδια, μένουν περίπου 400 εκατομμύρια τα οποία ενθυλακώθηκαν από ορισμένους! Υπολόγισε ακόμα και το μισθό του Κουφοντίνα: 400 έως 690 χιλιάδες δραχμές το μήνα. Πού στο διάολο τα ‘τρωγε τόσα λεφτά (αν σκεφτούμε μάλιστα ότι δεν καπνίζει, δεν πίνει και δεν σύχναζε στα γνωστά «πολιτιστικά κέντρα», βαρβαριστί «σκυλάδικα») και κυκλοφορούσε με Lada, έμενε σ’ ένα τριαράκι με ελάχιστα έπιπλα κι όταν είπε να χτίσει δικό του σπίτι τ’ άφησε μισοτελειωμένο; Τέρας οργανωτικότητας από τη μια και αχαΐρευτος από την άλλη; Κάτι δεν πάει καλά με τους συλλογισμούς της κ. Κουτζαμάνη. Οφείλουμε πάντως να ομολογήσουμε ότι έκανε μια πρόοδο. Σε κάποια προηγούμενη φάση της διαδικασίας είχε μιλήσει για «πολυτελή ζαχαροπλαστεία και εστιατόρια»!! Τώρα το έκανε σκέτο «ζαχαροπλαστεία και ρεμπετάδικα»!
Η ίδια, σε άλλο σημείο της αγόρευσής της, παραδέχτηκε ότι οι εγγραφές στα περιβόητα τετράδια σταματούν το 1997. Από το 1997 μέχρι το 2002 δεν είχε έξοδα η Οργάνωση; Γιατί δεν έκανε έστω μια αναγωγή, για να είναι τουλάχιστον ακριβής στους μπακάλικους υπολογισμούς της; Ψιλά γράμματα… Δε χρειάζεται, βέβαια, να πούμε πως ολόκληρος αυτός ο συλλογισμός είναι αυθαίρετος και έωλος και έγινε μόνο και μόνο για να δικαιολογηθεί η βρομιά περί «ληστειών για να καλοπερνούν». Αρκεί μόνο να πούμε ότι από πουθενά δεν προκύπτει ότι όλα τα έξοδα της Οργάνωσης καταγράφηκαν σ’ αυτά τα τετράδια, ότι δεν υπήρχαν και άλλες εγγραφές. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι αυτά τα τετράδια (που σταματούν, άλλωστε, στο 1997) είναι το ταμείο της Οργάνωσης. Και βέβαια, από πουθενά δεν προκύπτει ότι όλες οι ληστείες που από το κατηγορητήριο αποδίδονται στη 17Ν έγιναν όντως απ’ αυτή. Αλλά και να πάρει κανείς τοις μετρητοίς τους λογαριασμούς της κ. Κουτζαμάνη, βγαίνει κατά μέσο όρο ένα ποσό γύρω στα 27 εκατομμύρια δραχμές το χρόνο. Πόσα άραγε χρειάζεται να σπαταλήσει μια Οργάνωση που κρατάει σπίτια στην Αθήνα, σπίτια στη Θεσσαλονίκη (άγνωστο πόσα συνολικά σε κάθε φάση της), αγοράζει υλικά, έχει έξοδα μετακινήσεων και πρέπει να συντηρήσει και μέλη της που περνούν στην παρανομία; Για να μιλήσουμε μόνο για τα αμέσως απαραίτητα, χωρίς να υπολογίζουμε άλλα έξοδα, που δε μπορούμε να γνωρίζουμε, όπως π.χ. ενίσχυση απελευθερωτικών κινημάτων. Αυτοί που έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή τους στη 17Ν, αλλά και αυτοί που κατηγορήθηκαν ως μέλη της 17Ν και έχουν αρνηθεί την κατηγορία, υπήρξαν απλοί λαϊκοί άνθρωποι, άνθρωποι του μεροκάματου, με ζωή σαν αυτή που ζουν οι εργαζόμενοι της χώρας μας. Από τίποτα δεν έχει προκύψει κάτι το διαφορετικό και το μόνο που μένει στους διώκτες τους είναι η τακτική της λάσπης.
Οσο για τις εκρήξεις, κατά την εισαγγελέα αυτές χαρακτηρίζονταν από το «όποιον πάρει ο χάρος»! Η οργάνωση ενδιαφερόταν μόνο για τους στόχους της και αδιαφορούσε για κάθε συνέπεια και έτσι «σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν άνθρωποι»! Στην 27χρονη ιστορία της 17Ν υπάρχει μόνο το τραγικό περιστατικό του θανάτου του Θ. Αξαρλιάν από σπασμένα τζάμια. Περιστατικό για το οποίο ο Δ. Κουφοντίνας μίλησε στην πρώτη δίκη με προσωπική συντριβή, έχοντας το θάρρος να κοιτάξει κατάματα τη μάνα του νεκρού και να ζητήσει συγνώμη, αναλαμβάνοντας όλη την ευθύνη. Ολα τα στοιχεία δείχνουν πως η Οργάνωση έπαιρνε όλα τα μέτρα για να μην υπάρξουν θύματα πέρα από τους στόχους της (είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό της διπλής ειδοποίησης, επειδή οι μπάτσοι καθυστερούσαν να πάρουν μέτρα, στην περίπτωση του χτυπήματος με ρουκέτα των γραφείων της ΕΟΚ). Η εισαγγελέας, όμως, πρέπει να παίξει το χαρτί της πτωματολογίας. Και εκεί που δεν υπάρχει αίμα πρέπει να πέσει κέτσαπ (όπως στα αμερικάνικα b-movies).
Κεφάλαιο τέταρτο: Δομή και λειτουργία της Οργάνωσης. Μετά την ακρόαση αυτού του κεφάλαιου της εισαγγελικής αγόρευσης, ο γράφων έκανε την πιο βαθιά αυτοκριτική της ζωής του, διαπιστώνοντας με συντριβή την πλάνη του. Μετά από τρεις (και κάτι) δεκαετίες συμμετοχής στο κομμουνιστικό κίνημα, μετά από την ανάγνωση εκατοντάδων τόμων και τομιδίων με έργα των κλασσικών και σχεδόν όλων των θεωρητικών του κομμουνιστικού κινήματος, μετά από συστηματική ενασχόληση με τους βασικότερους συγγραφείς της ιδεαλιστικής κατεύθυνσης στη φιλοσοφία και της αστικής κοινωνιολογίας, μετά από συγγραφή εκατοντάδων άρθρων σε εφημερίδες και περιοδικά, συνειδητοποίησε ότι είναι ένα μηδενικό. Οτι δεν κατάλαβε απολύτως τίποτα. Ηταν αρκετά πέντε λεπτά αγόρευσης μιας εισαγγελέα για να καταλάβει τι εστί… δημοκρατικός συγκεντρωτισμός. Ποιος Λένιν, ποιος Στάλιν, ποια Λούξεμπουργκ, ποιος Γκράμσι και ποιος Ζαχαριάδης; Ευτέρπη και ξερό ψωμί.
Εχουμε και λέμε: Η 17Ν –σύμφωνα με το καταστατικό που ο Τσελέντης δέχεται ότι είχε αντιγράψει ο ίδιος από χειρόγραφο με γράμματα του Γιωτόπουλου, που του πήγε ο Κουφοντίνας- δε λειτουργούσε με αυτόνομους πυρήνες, αλλά με βάση το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό (οποία ανακάλυψις!). Ομως, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός δεν έχει λειτουργήσει ποτέ στην Ιστορία! Τι θα πει δημοκρατικός συγκεντρωτισμός; ‘Η δημοκρατία θα υπάρχει ή συγκεντρωτισμός! Οσοι μιλούν για δημοκρατικό συγκεντρωτισμό εννοούν μόνο συγκεντρωτισμό! Και αφού ο Γιωτόπουλος είχε καθοδηγητικό ρόλο, όπως λέει ο Τσελέντης, άρα είχαμε ενός ανδρός αρχή και όλα τα άλλα είναι κουροφέξαλα!!! Βέβαια, ο Τσελέντης έχει πει και κάτι άλλο. Οτι αυτό το καταστατικό δεν εφαρμόστηκε, αλλά προοριζόταν για μελλοντική χρήση. Οτι κατά την κρίση του η 17Ν λειτουργούσε σαν «μπουλούκ ασκέρ». Αυτό, όμως, δε βόλευε την εισαγγελέα, γι’ αυτό προτίμησε να το κάνει γαργάρα, κατά το κοινώς λεγόμενο.
Κεφάλαιο πέμπτο: Τα μέλη της 17Ν. Πώς βγάζουμε ποιοι ήταν μέλη της 17Ν; Από τις προανακριτικές και ανακριτικές απολογίες των ίδιων και των συγκατηγορούμενων. Αμα για κάποιους έχουμε και κάποιο πειστήριο από γιάφκα της Οργάνωσης, το φέρνουμε συμπληρωματικά. Φυσικά, τις προανακριτικές τις θεωρούμε ειλικρινέστατες και με τις κραυγαλές αντιφάσεις τους δεν ασχολούμαστε. Σαν εργατική μέλισσα τριγυρίζουμε από ανθό σε ανθό και παίρνουμε μόνο την εκλεκτή γύρη. Τα υπόλοιπα, όσα δε βολεύουν το σενάριο, όσα ανατρέπουν πλευρές του σενάριου, τ’ αφήνουμε. Σαν να μην υπήρξαν. Οσο για τα πειστήρια, ό,τι έφερε η Ασφάλεια είναι σαν να το έφερε ο θεός αυτοπροσώπως. Βάσει αυτής της λογικής, έχουμε και λέμε:
Γιωτόπουλος: Εχουμε αποτυπώματα και γραφικό χαρακτήρα στις γιάφκες. Είναι όλα γνήσια, γιατί αν ήταν κατασκευασμένα, θα του έβαζαν και σε άλλα σημεία, π.χ. σε ρουκέτες! (Ράβδος εν γωνία, άρα βρέχει!). Εχουμε και τις προανακριτικές και ανακριτικές καταθέσεις των συγκατηγορούμενων. Εχουμε και το γεγονός ότι ο ίδιος μετά τη δικτατορία -οπότε ήταν μέλος της ΛΕΑ και έβαλε, όπως λέει, βόμβα στην αμερικάνικη πρεσβεία- εξαφανίζεται (τον χάνουν όλοι, ακόμα και η αδελφή του) και ζει με άλλο όνομα και πλαστή ταυτότητα. Δεν έχει εγκαταλείψει «τα μαρξιστικά του ιδεώδη», αλλά «τα κατηύθυνε στην παρανομία και την ένοπλη δράση». Αρα, ο Γιωτόπουλος ήταν μέλος της 17Ν. Ομως δε μας αρκεί να είναι απλώς μέλος. Εμείς θέλουμε αρχηγό, επειδή θέλουμε ηθικό αυτουργό. Ο Γιωτόπουλος προσωπικά, λοιπόν, είναι ο απόλυτος αρχηγός, το «συγκεντρωτικό κέντρο εξουσίας», που αποφάσιζε για τα πάντα. Ο Τσελέντης τον χαρακτήρισε ιδεολογικό καθοδηγητή (και λοιπόν;). Ο Τέλιος είπε ότι τον πήγαν φορώντας του κουκούλα σε τριμελή επιτροπή, που ο ένας ήταν ο Λάμπρος (δεν έχει καμιά σημασία που ο Τέλιος δε μίλησε για Γιωτόπουλο, αρκούν οι εντυπώσεις και οι συνειρμοί). Ο Γιωτόπουλος «βρισκόταν πιο ψηλά απ’ όλους. Δίπλα του και λίγο πίσω στεκόταν ο Κουφοντίνας».
Ο προσεκτικός παρατηρητής θα έχει εντοπίσει ήδη πως εδώ έχουμε μια σημαντική αλλαγή σε σχέση με την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστήριου. Η τριμελής γραμματεία, της οποίας… γραμματοκομιστής υποτίθεται πως ήταν ο Γιωτόπουλος, εξαφανίζεται. Δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο ο πανίσχυρος και απόλυτος αρχηγός και δίπλα του ο Κουφοντίνας σε ρόλο «επιτελάρχη και έχοντος τη στρατιωτική ευθύνη»!!! (Προκειμένου να υποστηρίξουμε αυτό το μοντέλο, ξεχνάμε και το καταστατικό που λίγο πριν επικαλεστήκαμε). Ο Γιωτόπουλος είναι ο ηθικός αυτουργός όλων των ενεργειών της 17Ν. Σε ορισμένες περιπτώσεις ηθική αυτουργία ασκεί και ο Κουφοντίνας, αλλά δυστυχώς δεν κατηγορείται γι’ αυτό και έτσι η καλή μας εισαγγελέας δεν μπορεί να προτείνει σχετικά.
Ομως, η ηθική αυτουργία είναι νομικός όρος και πρέπει να υπάρξει επιχειρηματολογία επ’ αυτού. Ετσι, η κ. Κουτζαμάνη αναγκάζεται να εγκαταλείψει την περιδιάβασή της στα πεδία της μαρξιστικής-λενινιστικής θεωρίας περί την οργανωτική πολιτική και να προχωρήσει σε εφηρμοσμένη θεωρία: Πώς πραγματωνόταν η ηθική αυτουργία Γιωτόπουλου; Καταρχάς, προκαλούσε στα μέλη της 17Ν την απόφαση. Συναντιόταν με τα μέλη σε ζαχαροπλαστεία και ρεμπετάδικα (και πάλι δεν έχει σημασία που ο Κονδύλης κατέθεσε με κατηγορηματικότατο τρόπο, ότι ουδέποτε σε ρεμπετάδικο έγινε σχετική συζήτηση) και πάνω στη συζήτηση επέβαλε την ιδέα, λέγοντας για παράδειγμα ότι «ο Α ρουφάει το αίμα του λαού»! Δηλαδή, το μέλος της 17Ν είχε ανάγκη να του πει ο οποιοσδήποτε, ότι κάποιος καπιταλιστής ρουφάει το αίμα του λαού ή ότι οι πράκτορες της CIA είναι αυτοί που είναι κ.λπ.!!! Είδατε, κ. Ευτέρπη, τι παθαίνει κάποιος που έχει μαύρα μεσάνυχτα γι’ αυτά τα πράγματα, που δεν έχει αναπνεύσει ούτε το άρωμα μιας αριστερής παρέας, και παρά ταύτα επιμένει ότι ξέρει πώς λειτουργούσαν οι αριστερές οργανώσεις; Τέλος πάντων. Το δεύτερο που έκανε ο Γιωτόπουλος ήταν να γράφει τις προκηρύξεις, οι οποίες δικαιολογούσαν την επιλογή των στόχων και έτσι πείθονταν τα μέλη για την ορθότητα της επιλογής! Προφανώς, επειδή όλα τα μέλη της 17Ν ήταν… πνευματικά καθυστερημένα, δεν ήταν σε θέση να συζητήσουν και να συναποφασίσουν. Τους μάζευαν ο Γιωτόπουλος με τον Κουφοντίνα σε κάποιο ζαχαροπλαστείο ή ρεμπετάδικο, τους ξεγελούσαν με καμιά πάστα ή κανένα ποτήρι κοκκινέλι χύμα, πάνω στην κουβέντα τους έλεγαν για κάποιους «κακούς», μετά τους πήγαιναν και καμιά προκήρυξη για να κάμψουν τις τελευταίες ταλαντεύσεις τους και αυτοί έσπευδαν να κάνουν την ενέργεια!!! Νομίζουμε πως κάθε παραπέρα σχόλιο περιττεύει. Απλά να θυμίσουμε πως ακόμα και ο Τσελέντης έχει δώσει μια εντελώς διαφορετική περιγραφή για τη λειτουργία της Οργάνωσης. Μια περιγραφή από την οποία ηθική αυτουργία δεν προκύπτει με τίποτα. Και βέβαια, η κ. Κουτζαμάνη φρόντισε να μην αναφερθεί στα όσα έχει πει ο Τσελέντης.
Χριστόδουλος Ξηρός: Τα παραδέχτηκε όλα στην προανακριτική, υπάρχουν και οι προανακριτικές συγκατηγορούμενών του, έχουμε και αναγνωρίσεις από αυτόπτες μάρτυρες (ναι, ναι, του τύπου «τον είδα από πίσω και τον αναγνώρισα από το σβέρκο» ή «αναγνωρίζω τον Χριστόδουλο στο πρόσωπο ενός κοντού και αδύνατου»), οπότε δε χρειαζόμαστε τίποτ’ άλλο. Οσο για τους μάρτυρες που είπαν ότι ήταν χοντρός και εύκολα αναγνωρίσιμος, δεν είναι έτσι. «Εγώ θα τον χαρακτήριζα παχουλό, όχι χοντρό, αυτό που θα λέγαμε μπαούλο ή ντουλάπα» (προφανώς εκείνο το βίντεοκλιπ της Κονιτοπούλου, που το έδειχναν και το ξαναέδειχναν τα κανάλια, δεν έτυχε να το δει η κ. Κουτζαμάνη…). Ηταν μέλος και μάλιστα μέχρι τη σύλληψή του. Μπορεί ο Κονδύλης, για παράδειγμα, να λέει ότι ο Χριστόδουλος αποχώρησε το 1993, αλλά είπαμε: παίρνουμε μόνο ό,τι μας βολεύει.
Τζωρτζάτος: Ηταν μέλος μέχρι τη σύλληψή του, αφού στα τετράδια φαίνεται ο «Σταμ», που είναι ο «Σταμάτης», δηλαδή αυτός, να παίρνει χρήματα μέχρι το 1997. Πέρα από το τι αντιπροσωπεύουν πραγματικά τα τετράδια, εδώ έχουμε μια καθαρά εκδικητική συμπεριφορά προς τον Τζωρτζάτο. Διότι στη συνέχεια η εισαγγελέας είπε πως και για τον Παύλο Σερίφη υπάρχουν εγγραφές μέχρι το 1997 (τότε σταματούν οι εγγραφές στα συγκεκριμένα τετράδια) και απεφάνθη ότι δεν υπάρχουν στοιχεία για συμμετοχή μετά απ’ αυτή τη χρονιά (παραγραφή, δηλαδή). Γιατί άλλη μεταχείριση για τον Παύλο και άλλη για τον Τζωρτζάτο; Η απάντηση είναι προφανής.
Καρατσώλης: Βάσει της προανακριτικής του ήταν μέλος. Και ό,τι λέει στην προανακριτική για τον Κωστάρη είναι ακριβές. Τετράγωνη λογική! Και η ληστεία που «ομολογεί» και στην οποία αποδεδειγμένα δεν μπορούσε να είναι; Τέτοια ερωτήματα θα μας απασχολούν τώρα;
Θωμάς Σερίφης: Είναι ειλικρινής ο ισχυρισμός του ότι αποχώρησε το 1994. Εύνοια στο Θωμά, που δεν ήταν και από τα πιο «ήσυχα παιδιά» στη δίκη; Οχι βέβαια. Παράπλευρο όφελος θα λέγαμε, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί η προανακριτική του σε βάρος συγκατηγορούμενων. Το τι είπε ο Θωμάς στην απολογία του δεν έχει καμιά σημασία, βέβαια.
Παπαναστασίου: Ηταν μέλος από το 1976 μέχρι το 1989, επειδή αυτό αναφέρουν στις προανακριτικές οι Χριστόδουλος και Παύλος Σερίφης! Τελεία και παύλα. Αντε τώρα να αποδείξει ο Παπαναστασίου ότι δεν είναι ελέφαντας. Ουσιαστικά, του ζητούν να είναι ευχαριστημένος με μια παραγραφή και τέσσερα «σκαστά» χρόνια που έκανε στη φυλακή.
Παύλος Σερίφης: Στο πρωτόδικο είχε καταγγείλει την ανακριτική απολογία του, τώρα όμως μετέβαλε στάση και η σιωπή του δείχνει ότι παραμένει σταθερός στην απολογία του στην 4η τακτική ανακρίτρια στις 25.7.2002 («ξέχασε» να μας πει και την ώρα η εισαγγελέας: 2 τα χαράματα!). Οσα λέει για τις ενέργειες κατά Γουέλς και κατά Πέτρου-Σταμούλη είναι τόσο λεπτομερειακά που μόνο ένας που ήταν παρών θα μπορούσε να γνωρίζει! Μετά το ατύχημα που είχε, έπαιζε βοηθητικό ρόλο και από τα τετράδια φαίνεται ο «Βαγγέλης» να παίρνει χρήματα μέχρι τον Ιούνη του 1997. Δεν υπάρχουν στοιχεία για συμμετοχή του έκτοτε. Αφού, λοιπόν, ο Παύλος «μετέβαλε στάση» σε σχέση με την πρώτη δίκη, του δίνουμε την παραγραφή, που έχει άλλωστε ζητήσει μέσω του συνηγόρου του. Αλλωστε, μέσω αυτού «δένουμε» Γιωτόπουλο, Γιάννη Σερίφη και Παπαναστασίου.
Κωστάρης: Με βάση τις προανακριτικές συγκατηγορουμένων ήταν μέλος. Τελεία και παύλα και γι’ αυτόν. Και επειδή ο Κωστάρης είναι ιδιάζουσα περίπτωση (βλέπετε, ουδέποτε έχει ομολογήσει το παραμικρό, ενώ κατάφερε να μαζέψει στοιχεία, να στοιχειοθετήσει άλλοθι και να απαλλαγεί από την πλειοψηφία των ενεργειών για τις οποίες αρχικά κατηγορήθηκε), βάζουμε και ολίγη προβοκάτσια: ο Κουφοντίνας σε δήλωσή του για την ενέργεια κατά Μπακογιάννη κάνει λόγο για νεαρά και νεομύητα μέλη! (Αλήθεια, όταν φτάσει στην υπόθεση Μπακογιάννη, θα θυμηθεί αυτή τη δήλωση Κουφοντίνα ή θα λειτουργήσει και πάλι το «παίρνω ό,τι με βολεύει κάθε φορά»;).
Ο Κωστάρης δεν άντεξε αυτή τη μεταχείριση. Ξεχείλισε η οργή και τον οδήγησε σε ουκ ολίγες διακοπές της εισαγγελέα. Ο πρόδρος του ζητούσε να μη διακόπτει, τον απείλησε ότι θα τον αποβάλλει και στο τέλος αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τη διαδικασία, μη αντέχοντας την τόσο προκλητική αυθαιρεσία. Και για να μη θεωρηθεί ότι αυθαιρετούμε εμείς στην κρίση μας, ιδού απάνθισμα διαλόγου:
Κουτζαμάνη: Υπάρχει αναφορά (σ.σ. στα τετράδια) το 1995 ότι πήρε 50.000 δραχμές. Ρώτησα τη σύζυγό του και μου είπε ότι το 1995 συγκατοίκησαν και αγόρασαν έπιπλα (!!!).
Κωστάρης: Τι είναι αυτά που λέτε; Πού τα βρήκατε αυτά; Λέει πουθενά Κωστάρης στα τετράδια; Θα τη ζήλευε και η σκηνοθέτις που πάει για όσκαρ. Να λέει ψέματα η εισαγγελέας;
Το παιχνίδι της κατασκευής σεναρίου με ερανίσματα από προανακριτικές συνεχίστηκε μέχρι το τέλος και ήταν αυτό που προκάλεσε τις εκρήξεις οργής του Κωστάρη.
Γιάννης Σερίφης: Αφού το λέει η ανακριτική του Παύλου και η προανακριτική του Χριστόδουλου, ήταν ιδρυτικό μέλος και μέλος μέχρι το 1983! Γιατί μέχρι το 1983; Γιατί τότε λέει ο Χριστόδουλος στην προανακριτική ότι τον στρατολόγησε (με τρόπο που δεν στρατολογείται ούτε πιτσιρικάς για ποδοσφαιρική ομάδα γειτονιάς!) και για μετά δεν υπάρχει άλλη μαρτυρία! Οσο για το επιχείρημα του Σερίφη ότι από το 1978 που αποφυλακίστηκε, αθωωμένος από την κατηγορία της συμμετοχής στον ΕΛΑ και της δολοφονίας του Χρήστου Κασσίμη, παρακολουθούνταν συστηματικά σε καθημερινή βάση, η εισαγγελική απάντηση ήταν… περιβόλι: Ο μάρτυρας υπεράσπισης Μανιός είπε ότι κι αυτόν τον παρακολουθούσαν, αλλά έκανε ό,τι ήθελε!!! Πώς να μην αντιδράσει μετά απ’ αυτό το εξωφρενικό επιχείρημα ο Γ. Σερίφης; «Μα ποινικοποιείτε τους μάρτυρες υπεράσπισης; Δηλαδή η εισαγγελέας έχει εξουσία και λέει ό,τι θέλει;». Ακάθεκτη η Ε. Κουτζαμάνη συνέχισε: «Τι τον εμπόδιζε να έρχεται σε επαφή με ανθρώπους του ίδιου χώρου, όπως ο Χριστ. Ξηρός, ακόμα κι αν τον παρακολουθούσαν;»! Γ. Σερίφης: «Μα είναι δυνατόν; Ποιου ίδιου χώρου; Ο Χριστόδουλος λέει ότι ήταν μαοϊκός. Τι σχέση έχει;»! Σαν να μην άκουσε η εισαγγελέας έριξε το τελευταίο «επιχείρημα»: «Αλλωστε, είναι τόσο λεπτομερειακή η απολογία του Παύλου Σερίφη που μόνο αν ήταν παρών θα μπορούσε να τα πει. Ποιος άλλος τα ήξερε;»!!! Αυτό προκάλεσε την αντίδραση του Αλ. Γιωτόπουλου: «Το έχω πει τόσες φορες και δεν το λέτε. Μου τα είχαν πει εμένα μια βδομάδα πριν. Πού το ήξεραν; Το ξεχνάτε αυτό! Μου έλεγαν: ο Σαρδανάπαλος, ο Νίκι Λάουντα, η Αννα και εσύ ήσασταν. Πού τα ήξεραν μια βδομάδα πριν; Ε μα πια!». Φυσικά, η εισαγγελέας δεν απάντησε.
Γεωργιάδης: Φυσικά και ήταν μέλος μέχρι το τέλος, αφού το λένε οι προανακριτικές! Ηρθε στην Αθήνα (και σιγά-σιγά στρατολογήθηκε από τον Σάββα) στα μέσα του 1997 και όχι το φθινόπωρο του 1998, όπως εσφαλμένα γράφτηκε στην προανακριτική απολογία του! Δηλαδή, ο Διώτης με τον Σύρο «έφαγαν» αυτό που τους είπε (ότι ήρθε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1998), χωρίς να το διασταυρώσουν με τις άλλες προανακριτικές. Και στη συνέχεια, «έφαγαν» και την ομολογία του ότι συμμετείχε στην τοποθέτηση μιας βόμβας το Δεκέμβρη του 1998, η οποία όμως είχε τοποθετηθεί τον Ιούνη του 1998. Δεν μπήκαν δηλαδή στον κόπο να συμβουλευτούν τη λίστα με τις ενέργειες, που από χρόνια είχαν στη διάθεσή τους! Είπαμε, από τις προανακριτικές παίρνουμε μόνο ό,τι είναι κατά του κατηγορούμενου. Αν κατά τύχη υπάρχει και κάτι υπέρ, το θεωρούμε λάθος. Γιατί πρέπει να μετακινηθεί προς τα πίσω ο χρόνος έλευσης του Γεωργιάδη στην Αθήνα; Γιατί –όπως είπαμε- φέρεται να αποδέχεται συμμετοχή σε μια έκρηξη το Δεκέμβρη του 1998, η οποία όμως έγινε τον Ιούνη της ίδιας χρονιάς! Ετσι, αντί να απαλλάξουμε τον Γεωργιάδη –έστω λόγω αμφιβολιών- φέρνουμε προς τα πίσω το χρόνο έλευσής του στην Αθήνα, χωρίς αυτό να προκύπτει από πουθενά και παρά το ότι μια ντουζίνα μαρτυρίες (των γονιών του, φίλων και συμμαθητών του, αλλά και ανθρώπων με τους οποίους συνεργαζόταν επαγγελματικά ως λουστραδόρος) επιβεβαιώνουν αυτό που δηλώνει. Ολοι αυτοί θεωρούνται συλλήβδην ψευδομάρτυρες.
Βασίλης Ξηρός: Μέλος μέχρι το τέλος, σύμφωνα με τις προανακριτικές.
Σωτηροπούλου: Εδώ ξεχείλισε η εκδικητικότητα. Η εκδικητικότητα έναντι μιας γυναίκας η οποία δεν θέλησε να ρίξει στην πυρά το σύντροφό της στη ζωή και πατέρα του παιδιού της, αλλά τόλμησε να μιλήσει γι’ αυτόν με καλά λόγια. Κατά την εισαγγελέα, η Σωτηροπούλου έπρεπε να αισθανθεί ταπεινωμένη όταν πληροφορήθηκε από τον Κουφοντίνα τη συμμετοχή του στη 17Ν! Αυτή, όμως, διατήρησε τη σχέση της αδιατάρακτη! Στην πυρά, λοιπόν: Η Σωτηροπούλου γνώριζε για τη δράση και του Κουφοντίνα και του Σάββα. Και προσπάθησε να καλύψει τη δική της γνώση για τη δράση των συντρόφων-συζύγων της. Ομως, «γνωρίζω δεν σημαίνει ότι είμαι και συμμέτοχος». Γι’ αυτό, η εισαγγελέας επιφυλάχτηκε να προτείνει και για το αδίκημα της συμμετοχής ως προς την Αγγ. Σωτηροπούλου, όταν αναφερθεί στις δυο πράξεις για τις οποίες αυτή κατηγορείται μετά από έφεση των εισαγγελέων στην αθωωτική πρωτόδικη απόφαση (απλή συνέργεια για Σόντερς και έκρηξη στον Πειραιά)!
Η Αγγ. Σωτηροπούλου αντέδρασε με οργή στα όσα είπε η εισαγγελέας: «Κι έπειτα μου έλεγαν: “τότε γιατί να σου φέρουν δυο ψευδομάρτυρες;”. Να ο λόγος. Μπράβο σας». Η συνήγορός της Δ. Βαγιανού ζήτησε από την εισαγγελέα να υποβάλει αμέσως την πρότασή της, καθώς και να γίνει συγκεκριμένη στις αναφορές της σε προηγούμενες απολογίες της Αγγελικής, όμως μίλησε «εις ώτα μη ακουούσης». Η κ. Κουτζαμάνη παρέμεινε σκοπίμως ασαφής και νεφελώδης. Εμείς δεν θα προτρέξουμε. Δεν θα προσπαθήσουμε να μαντέψουμε την εισαγγελική πρόταση. Περιμένουμε να δούμε μέχρι πού μπορεί να φτάσει η εκδικητικότητα και ένα προσωπικό αίσθημα μίσους, που με δυσκολία προσπαθεί να κρύψει η κ. Κουτζαμάνη.
Ιδού, λοιπόν, η τελική πρόταση για το αδίκημα της «συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση» (τρομονόμος): Να κηρυχτούν ένοχοι οι Γιωτόπουλος, Κουφοντίνας, Χριστόδουλος Ξηρός, Τζωρτζάτος, Κωστάρης, Καρατσώλης, Βασίλης Ξηρός και Γεωργιάδης. Να παύσει οριστικά η δίωξη λόγω παραγραφής για τους Παπαναστασίου, Γιάννη, Παύλο και Θωμά Σερίφη. Επιφυλάσσεται να προτείνει για τη Σωτηροπούλου. (Θυμίζουμε ότι πρωτοδίκως έχουν αθωωθεί λόγω παραγραφής οι Τσελέντης, Τέλιος και Κονδύλης).
Κεφάλαιο έκτο: Οι ενέργειες της 17Ν. Στη σημερινή συνεδρίαση η εισαγγελέας πρόλαβε να αναφερθεί μόνο στην πρώτη υπόθεση (απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά Ρόμπερτ Τζαντ). Αντλησε υλικό αποκλειστικά από τις προανακριτικές και πρότεινε να κηρυχτούν ένοχοι οι Χριστόδουλος (άμεση συνέργεια με αυτουργό τον μακαρίτη Γιάννη Σκανδάλη), Κουφοντίνας (απλή συνέργεια), Γιωτόπουλος (ηθική αυτουργία) και να απαλλαγούν λόγω αμφιβολιών οι Τσελέντης και Παπαναστασίου (είχαν απαλλαγεί και πρωτοδίκως, κατά πλειοψηφία και κατά της απόφασης ασκήθηε έφεση από τους εισαγγελείς). Πρότεινε, δηλαδή, μια επανάληψη της πρωτόδικης απόφασης, χωρίς να υιοθετήσει την έφεση των συναδέλφων της για Τσελέντη και Παπαναστασίου (κοντά στον «βασιλικό» Τσελέντη, που πρέπει οπωσδήποτε να κηρυχτεί καθ’ όλα αξιόπιστος, ποτίζεται και η «γλάστρα» Παπαναστασίου). Να σημειώσουμε μόνο πως η ηθική αυτουργία του Γιωτόπουλου δεν κρίθηκε σκόπιμο να επιχειρηματολογηθεί. Αφού κόπηκε ένα «πατρόν» από την αρχή (ηθικός αυτουργός σε όλες τις ενέργειες), περιττεύει η εξειδίκευση σε κάθε περίπτωση, ώστε η ηθική αυτουργία να προκύπτει από αποδεικτικά μέσα (έστω και κατασκευασμένα, έστω και τραβηγμένα ως εκεί που δεν παίρνει) για κάθε χωριστή πράξη. Με τέτοιες λεπτομέρειες θ’ ασχολούμαστε τώρα;