Η παρουσία της (εκ των πραγμάτων) εκπροσώπου της γηραιάς Αλβιώνος στη δίκη μάζεψε και πάλι τηλεοπτικές κάμερες και δημοσιογράφους στον Κορυδαλλό. Χήρα ταξιάρχου είναι η Σόντερς, δεν είναι η μαυρούλα αεροσυνοδός του λοχία Στιούαρτ, που μόνη ήρθε, μόνη κατέθεσε και μόνη έφυγε. Οι δυνάμεις κατοχής των ιμπεριαλιστών διατηρούν την ιεραρχία ακόμα και στο θάνατο. Και εκείνοι που φροντίζουν για την προπαγανδιστική πλευρά της υπόθεσης το σέβονται απολύτως.
Από την εισαγωγική κιόλας ερώτηση στη Χέδερ Σόντερς ο πρόεδρος έδωσε το στίγμα του: «Κυρία Σόντερς, πείτε μας τι γνωρίζετε για τη δολοφονία του συζύγου σας». Ο κ. Βερτέλης, έμπειρος δικαστής, γνωρίζει ότι ο ποινικός χαρακτηρισμός της πράξης είναι «ανθρωποκτονία». Επέλεξε, όμως, τον πολιτικά και επικοινωνιακά φορτισμένο όρο «δολοφονία». Δεν του ξέφυγε. Το επανέλαβε και πάλι λίγο αργότερα. Κι εμείς αναρωτιόμαστε: γιατί δολοφονία και όχι εκτέλεση; Δεν είναι φανερό ότι ο κ. Βερτέλης, αποφεύγοντας να χρησιμοποιήσει τον δικονομικά ορθό όρο, πήρε θέση ανάμεσα στα δυο στρατόπεδα;
Οσο για τη Σόντερς, οι πρώτες λέξεις της ήταν ότι το σύζυγό της δολοφόνησε μια «τρομοκρατική ομάδα» και ότι γνωρίζει ότι δύο άτομα είναι κατηγορούμενοι σ’ αυτή τη δίκη και ο ένας δεν είναι σήμερα παρών. Ενημερωμένη ακόμα και για την απουσία του Σάββα Ξηρού η τεθλιμμένη χήρα.
Οι ερωτήσεις του προέδρου ήταν τυπικές. Απαντώντας η Σόντερς είπε ότι ο σύζυγός της είχε υπηρετήσει στη Βόρεια Ιρλανδία, στη Ζιμπάμπουε, ξανά στην Ιρλανδία, στην Κύπρο, την Αυστραλία, ξανά στην Ιρλανδία, στο Ιράκ και το Κουβέιτ, ξανά στην Ιρλανδία και μετά στην Ελλάδα ως ακόλουθος άμυνας (είναι επικεφαλής της ομάδας των στρατιωτικών ακολούθων). Η εισαγγελέας, χωρίς να παραλείψει να αναφερθεί στον «αείμνηστο σύζυγο», πήγε να βγάλει λαβράκι ρωτώντας αν η Σόντερς γνωρίζει ποιος έπεισε τους εκτελεστές. Κι ενώ περίμενε ν’ ακούσει τη λέξη Γιωτόπουλος, απογοητεύτηκε, καθώς η Σόντερς, είτε γιατί δεν κατάλαβε καλά είτε για άλλους λόγους, απάντησε ότι δεν γνωρίζει. Δεν παρέλειψε, βέβαια, να ρωτήσει αν οι Ελληνες συμμερίστηκαν τον πόνο της κας Σόντερς, για να πάρει καταφατική απάντηση (αυτό έλειπε)! Δεν κάνει καμιά βόλτα στους καφενέδες και τα γήπεδα ή έστω στην πλατεία του χωριού της η κ. Κουτζαμάνη, για να δει ποια είναι η γνώμη της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων;
Οταν η εφέτης Παναγιώτου τη ρώτησε αν είχε συζητήσει με το σύζυγό της τη γνώμη του για τους πολέμους στο Ιράκ και τη Γιουγκοσλαβία, το μόνο που βρήκε να πει ήταν ότι για τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία ο σύζυγός της έλεγε πως αυτή δεν είναι λύση για να απαλλαγούν από τον Μιλόσεβιτς. Τίποτ’ άλλο. Ούτε μια λέξη συμπάθειας για τις εκατόμβες των αθώων θυμάτων. Δεν περιμέναμε και τίποτα διαφορετικό. Η Χ. Σόντερς, όπως δήλωσε, γεννήθηκε στη Βόρεια Ιρλανδία, όπου εργαζόταν ως νοσοκόμα όταν γνώρισε και παντρεύτηκε τον Σόντερς. Και μόνο απ’ αυτό μπορούμε να καταλάβουμε σε ποια μερίδα του βορειοϊρλανδικού πληθυσμού ανήκει και η ίδια. Οσο για τον Σόντερς, το βιογραφικό του (και δεν ξέρουμε αν ήταν πλήρες), το γεγονός ότι πάντοτε υπηρετούσε στο εξωτερικό, σε χώρες που ο βρετανικός ιμπεριαλισμός υπερασπιζόταν τα συμφέροντά του, τα λέει όλα. Δεν ήταν κάποιος τυχαίος αξιωματικός καριέρας, αλλά αξιωματικός ειδικών αποστολών.
Η πολιτική αγωγή (Αναγνωστόπουλος) ασχολήθηκε κυρίως με την αγιογράφηση του Σόντερς (αβανταδόρικες ερωτήσεις για να απαντά η κατάλληλα προετοιμασμένη μάρτυρας) και με το αν ο Σόντερς ήταν πτέραρχος της αεροπορίας (όπως έγραφε η 17Ν στην προκήρυξή της) ή ταξίαρχος του στρατού. Αλήθεια, έχει καμιά σημασία αν η 17Ν έκανε λάθος στο Σώμα και το βαθμό; Το μόνο που αποδεικνύει αυτό είναι ότι η Οργάνωση δεν είχε σχέση με μυστικές υπηρεσίες, δε διέθετε καμιά ειδική πληροφόρηση, αλλά οι πληροφορίες της προερχόταν από δική της παρακολούθηση.
Μετά το τέλος της κατάθεσης Σόντερς, στην οποία η υπεράσπιση δεν υπέβαλε καμιά ερώτηση, ο Δ. Κουφοντίνας έκανε την παρακάτω δήλωση:
«Κύριε πρόεδρε, ο πόνος αυτού που έχασε τον άνθρωπό του είναι σεβαστός και όταν έρχεται εδώ να τον εκφράσει δε μπορούμε να πούμε τίποτα. Άλλο όμως αυτό και άλλο η καπηλεία. Και θα εξηγήσω.
Ο Σόντερς, ο στρατιωτικός ακόλουθος των Αγγλων στην Ελλάδα ήταν νεκρός ενός πολέμου. Ενός πολέμου που διεξάγεται πολλά πολλά χρόνια τώρα, σ’ όλα τα μέρη του κόσμου από τους Αγγλους. Τον έχουμε γνωρίσει και στην Ελλάδα, τον εμφύλιο πόλεμο, που οργανώθηκε και υποδαυλίστηκε σ’ ένα μεγάλο βαθμό από τους Αγγλους, τον έχουμε γνωρίσει στην Κύπρο, τον έχουμε γνωρίσει πρόσφατα με τους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, με την απειλή πολέμου στο Ιράν. Είναι νεκρός ενός πολέμου που δεν τον θέλαμε, ενός πολέμου που δεν τον αρχίσαμε εμείς. Σ’ αυτόν τον πόλεμο υπάρχουν νεκροί, υπάρχουν κατεστραμμένες οικογένειες, υπάρχουν δολοφονημένοι, υπάρχουν ακρωτηριασμένοι, βιασμένοι, βασανισμένοι. Κι αυτοί είναι συγκεκριμένοι πάντα, είναι πολλοί από τη μια μεριά, λίγοι από την άλλη. Γι’ αυτούς τους νεκρούς αυτού του πολέμου, τους πολλούς από την άλλη μεριά, του άδικου πολέμου γι’ αυτούς, του επιθετικού πολέμου εναντίον αυτών, δεν ακούσαμε μία λέξη συμπόνοιας. Θα μπορούσε ν’ ακουστεί –ρώτησε και η κ. Παναγιώτου σχετικά- θα μπορούσε ν’ ακουστεί μια λέξη συμπόνοιας. Δεν την ακούσαμε. Ισως να μη μίλαγα αν υπήρχε κάτι τέτοιο, αν υπήρχε καθαρή τοποθέτηση για τον πόλεμο. Το ότι δεν διατυπώθηκε σημαίνει κάτι, σημαίνει πολλά.
Θέλω να πω ότι όταν κάποιος εντάσσεται στη στρατηγική των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών, στην προσπάθεια επηρεασμού της κοινής γνώμης, όπως οι ίδιες οι μυστικές υπηρεσίες δήλωσαν το σχέδιό τους, όταν μπαίνει στο χώρο της πολιτικής, θα αντιμετωπίσει την κριτική.
Ακούσαμε εδώ πέρα να χαρακτηριζόμαστε τρομοκράτες. Η Οργάνωση να χαρακτηρίζεται τρομοκράτες. Ποιους τρομοκράτησε η Οργάνωση; Εκτελώντας το στρατιωτικό ακόλουθο Σόντερς τρομοκράτησε τον αγγλικό λαό; Δε νομίζω. Αυτό μας το δείχνει και η αύξηση των άγγλων τουριστών τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας. Οι μόνοι που μπορεί να τρομοκρατήθηκαν ήταν οι κορυφαίοι του στρατιωτικού μηχανισμού των Αγγλων. Είναι τρομοκρατία αυτό; Θα πω για την άλλη τρομοκρατία, που την ξέρουμε, τη γνωρίζουμε, τη βλέπουμε καθημερινά. Θα ξεκινήσω από την ανακοίνωση του Φόρειν Οφις μετά την εκτέλεση του Σόντερς, που αναφέρει ότι στην Ελλάδα από το ’44-’45 ήταν ο πρώτος νεκρός βρετανός αξιωματικός. ’44-’45, όπως ξέρουμε όλοι, βομβαρδίστηκε η Αθήνα. Χιλιάδες βόμβες έπεσαν από τα πλοία και τα αεροπλάνα των Αγγλων στην πόλη μας. Μια πόλη που τη σεβάστηκαν οι Γερμανοί, οι ναζιστές, δε τη βομβάρισαν. Οι Αγγλοι τη βομβάρδισαν όμως. Τη γνωρίσαμε στην Κύπρο, όταν δολοφονούσαν κύπριους πατριώτες που τους χαρακτήριζαν ως τρομοκράτες. Για να δούμε ποιοι είναι οι τρομοκράτες. Σήμερα, μετά από αιώνες αποικιοκρατίας, μετά την πολιτική των κανονιοφόρων, τις σφαγές αμάχων, την υποδαύλιση εμφυλίων –και στη χώρα μας και αλλού και σήμερα, το κλασικό διαίρει και βασίλευε- μετά τη Φαλούτζα, τη Χαντίθα, τη Βασόρα, μετά απ’ αυτές τις αιμάσσουσες πληγές στο σώμα του Ιράκ, μετά τις χιλιάδες δολοφονημένους, ακρωτηριασμένους, μπορούμε να μιλάμε για τρομοκρατία; Ποιοι είναι οι τρομοκράτες; Μπροστά σε όλα αυτά τα εγκλήματα πολέμου κατά αμάχων, μπροστά στα οποία ωχριούν τα ναζιστικά εγκλήματα, μετά τα Αμπού Γκράιμπ, μετά τα βασανιστήρια στις ιπτάμενες φυλακές –έχει και η χώρα μας εδώ την τιμητική της- ποιοι είναι οι τρομοκράτες;
Αναγκάστηκα και έφερα τους δικούς μου μάρτυρες εδώ, μετά απ’ αυτά που ακούστηκαν. Τους χιλιάδες, όπως είπα, δολοφονημένους, τα χιλιάδες και χιλιάδες νεκρά παιδιά. Ο Σόντερς ήταν στρατιωτικός ακόλουθος της Αγγλίας, ήταν επίλεκτο στέλεχος του αγγλικού στρατού. Οταν δεν προωθούσε ως κοινός πλασιέ τις πωλήσεις όπλων από τις αγγλικές εταιρίες στη χώρα μας, σχεδίαζε και συμμετείχε στους σχεδιασμούς του αγγλικού ιμπεριαλισμού κατά των χωρών της περιοχής και σ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Ξέφυγε από τις σφαίρες του IRA στις συγκρούσεις, στις… ειρηνευτικές δραστηριότητες που είχε εκεί, γλίτωσε στα διάφορα μέρη του κόσμου που είχε πάει και τερμάτισε τη ματοβαμμένη καριέρα του στην Ελλάδα».
Οι αυτόπτες μάρτυρες Α. Μπασινάς και Κ. Δαβάκης (ο Σ. Κραβαρίτης απουσίαζε και διατάχθηκε η βίαιη προσαγωγή του) δεν συνεισέφεραν τίποτα. Είδαν δυο άτομα να επιβαίνουν σ’ ένα μηχανάκι, φορώντας κράνη στο κεφάλι, και να εκτελούν τον Σόντερς. Δεν αναγνώρισαν κανένα, ενώ δεν ήταν σε θέση να περιγράψουν με ακρίβεια ούτε ποιος πυροβόλησε ούτε με τι όπλο (έπεσαν και σε αντιφάσεις μεταξύ τους, πράγμα λογικό, αν αναλογιστούμε τον αστραπιαίο τρόπο με τον οποίο έγινε η εκτέλεση και τη σύγχυση που επικράτησε).
Σχολιάζοντας την κατάθεση της Χ. Σόντερς η Γ. Κούρτοβικ είπε πως ως ένας άνθρωπος που έχει χάσει ένα δικό του θα ήταν σεβαστή, όμως η ίδια πήρε μέρος στο \ πολιτικό μάρκετινγκ που οργάνωσαν οι αγγλικές μυστικές υπηρεσίες, με τα κυλιόμενα μνημόσυνα και όλα τα υπόλοιπα, προκειμένου να σύρουν την ελληνική κοινή γνώμη στην κατεύθυνση που ήθελαν και να υπηρετήσουν τους πολιτικούς τους στόχους, που ήταν η αποπολιτικοποίηση και εγκληματοποίηση της δράσης της 17Ν. Η συνήγορος επικαλέστηκε άρθρο του κάθε άλλο παρά αριστερού ή συμπαθούντα τη 17Ν δημοσιογράφου της «Ελευθεροτυπίας» Τάκη Μίχα, που μιλούσε για όλη αυτή την επιχείρηση. Αναφέρθηκε ακόμη στον Σόντερς ως άνθρωπο ειδικών αποστολών του βρετανικού στρατού. Κατέθεσε άρθρο εφημερίδας που χαρακτήριζε τον Σόντερς «άνθρωπο των ειδικών αποστολών» και ως εκείνον που άνοιξε τις ελληνικές πόρτες στα βρετανικά όπλα. Χαρακτήρισε δολοφονική πολεμική μηχανή τη στρατιωτική μηχανή της Βρετανίας και αναφέρθηκε στα εγκλήματα και τις τεράστιες καταστροφές στη Βόρεια Ιρλανδία, τη Γιουγκοσλαβία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ δυο φορές. Υπάρχει τρόπος να αντιμετωπίσει κανείς αυτή τη μηχανή με τα όπλα της ειρήνης; αναρωτήθηκε η συνήγορος. Θύμισε το τεράστιο φιλειρηνικό κίνημα στην Ελλάδα και σ’ όλο τον κόσμο, πριν την εισβολή στο Ιράκ. Πετύχαμε τίποτα; ρώτησε, για να απαντήσει: Οχι. Αρνητική ήταν η απάντησή της και στο ερώτημα αν υπάρχει διεθνής μηχανισμός που να απαντά με τα όπλα του δικαίου σ’ αυτά τα εγκλήματα. Κατέθεσε έγγραφο του ΔΣΑ με το οποίο ζητά να παραπεμφθούν για εγκλήματα πολέμου ο Μπλερ, υπουργοί του και αξιωματικοί του αγγλικού στρατού στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης. Τα εγκλήματα πολέμου αφορούσαν επιθέσεις κατά αμάχων σε μια σειρά πόλεις του Ιράκ, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, γενοκτονία, χρήση της λιμοκτονίας ως μεθόδου πολέμου και άλλα εγκλήματα. Η συνήγορος διάβασε μια μακροσκελέστατη λίστα που περιλάμβανε το κατηγορητήριο του ΔΣΑ και το κατέθεσε στο δικαστήριο. Κατέθεσε ακόμα την απόφαση με την οποία το Διεθνές Δικαστήριο απέρριψε τη μηνυτήρια αναφορά του ΔΣΑ. Επίσης, η συνήγορος κατέθεσε σειρά φωτογραφιών που απεικονίζουν τα φρικτά εγκλήματα των βρετανικών στρατευμάτων κατοχής στο Ιράκ.
Ο Δ. Κουφοντίνας κατέθεσε μια σειρά φωτογραφίες, διαδοχικές λήψεις από την εκπομπή «Ρεπορτάζ χωρίς σύνορα» του Στ. Κούλογλου στη ΝΕΤ, που περιγράφουν τη σύλληψη από την ιρακινή δωσιλογική αστυνομία δύο βρετανών πρακτόρων, που είχαν ντυθεί Αραβες και πήγαιναν να βάλουν βόμβες σε σιιτικά τζαμιά, για να υποδαυλίσουν εμφύλιο πόλεμο στο Ιράκ. Πρόκειται για το γνωστό επεισόδιο που έληξε με επίθεση με τανκς από τους Βρετανούς στην ιρακινή φυλακή, από την οποία απελευθέρωσαν τους πράκτορές της. Αυτά για να δούμε τα έργα και τις ημέρες των Βρετανών στο Ιράκ –κατέληξε ο Δ. Κουφοντίνας- και να δούμε ποια είναι η πραγματική τρομοκρατία.
Οταν ήρθε η ώρα να αναγνωστεί η κατάθεση της μάρτυρα Θεοδοσίας Μανιά (έχει σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό ατύχημα), η υπεράσπιση της Αγγ. Σωτηροπούλου (Δ. Βαγιανού – Γ. Κούρτοβικ) κατέθεσε ένσταση, για τυπικούς λόγους, όπως είπε, επικαλούμενη το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. Δεν μπορείτε να αξιολογήσετε την κατάθεση αυτής της μάρτυρα –είπε η υπεράσπιση- αν δεν την έχετε εδώ μπροστά σας, να δείτε τη στάση της, τις κινήσεις της, τα μάτια της, τον τρόπο που απαντούσε, το ότι δε δίστασε να υποκλέψει ακόμα και στοιχεία από την υπεράσπιση. Σ’ αυτά όλα στηρίχτηκε η πλειοψηφία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και αθώωσε τη Σωτηροπούλου. Σε κάθε περίπτωση, η υπεράσπιση δήλωσε ότι θα ζητήσει την ανάγνωση και των άτυπων, απομαγνητοφωνημένων πρακτικών, γιατί τα επίσημα πρακτικά δεν αποτυπώνουν την ουσία. Η εισαγγελέας και η πολιτική αγωγή πρότειναν να αναγνωστούν οι καταθέσεις της Μανιά. Το δικαστήριο επιφυλάχτηκε να αποφανθεί επί της ένστασης (προφανώς προέκυψε κάποια δυστοκία στη λήψη ομόφωνης απόφασης).
Η υπεράσπιση του Βασίλη Ξηρού, που έχει καταδικαστεί ως απλός συνεργός σ’ αυτή την υπόθεση, σχολίασε ότι είναι από τις χαρακτηριστικές εκείνες περιπτώσεις που μια καταδίκη στηρίχτηκε μόνο στις ομολογίες και σε κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Οπως προκύπτει από τη δικογραφία, τα πειστήρια δεν εξετάστηκαν μόνο στην Ελλάδα αλλά στάλθηκαν και στο εξωτερικό. Και ενώ δεν προκύπτει τίποτα, ο Β. Ξηρός καταδικάζεται ως απλός συνεργός, φερόμενος ως οδηγός του βαν διαφυγής. Τα πραγματικά περιστατικά στα οποία αναφέρεται η πρωτόδικη απόφαση για τον Β. Ξηρό δεν προκύπτουν από πουθενά. Ούτε από την προσβληθείσα προανακριτική απολογία του, η απόφαση για την εγκυρότητα της οποίας εκκρεμεί.