Η συνεδρίαση ξεκίνησε με αγόρευση της εισαγγελέα επί της ένστασης για κακή σύνθεση του δικαστηρίου. Ηταν μια αγόρευση τυπική, νομικίστικη, που απλώς επανέλαβε τα όσα περιλάμβανε η εισηγητική έκθεση του νομοσχέδιου με το οποίο θεσπίστηκε η διάταξη της προεπιλογής των δικαστών και εισαγγελέων που θα δικάσουν υποθέσεις «τρομοκρατίας». Η εισαγγελέας δεν κατάφερε να βρει ούτε μια αναφορά στη θεωρία, ενώ δεν κατάφερε να απαντήσει με στοιχειώδη αξιοπιστία σε αποκαλύψεις της υπεράσπισης, που αφορούσαν δίκες μεγάλης διάρκειας στις οποίες δεν έγινε προεπιλογή δικαστών, αλλά και την ίδια τη διαδικασία προεπιλογής των δικαστών της συγκεκριμένης σύνθεσης, στην οποία εμφανίστηκαν συμπτώματα δικαστές που είχαν προεπιλεγεί να δηλώνουν σοβαρό κώλυμα και άλλοι που δεν είχαν προεπιλεγεί να διαμαρτύρονται γιατί δεν προεπιλέχτηκαν.
Ηταν άχαρος ο ρόλος της εισαγγελέα. Γιατί ήξερε πολύ καλά ότι πρόκειται για έναν φωτογραφικό νόμο, που δεν προορίζεται για τις κοινές υποθέσεις, αλλά μόνο για τις συγκεκριμένες σοβαρές πολιτικές δίκες. Από πού να αντλήσει επιχειρήματα, λοιπόν; Το γεγονός ότι και αυτή η εισαγγελέας υπερασπίστηκε έναν φωτογραφικό και προφανώς αντισυνταγματικό νόμο δεν μας εξέπληξε. Ακολούθησε την πεπατημένη.
Ο αναπληρωτής εισαγγελέας άφησε τους νομικισμούς και έπιασε τους δικολαβισμούς. Αρκεί ένα μόνο από τα απίθανα επιχειρήματα που επιστράτευσε, για να φανεί το… βάθος της επιχειρηματολογίας του: «Παραπονέθηκε η υπεράσπιση ότι ο νόμος αυτός εφαρμόστηκε μόνο για την 17Ν και τον ΕΛΑ. Μα φταίει ο νόμος γι’ αυτό;»!!! Ας μας πει, λοιπόν, ο εισαγγελέας, γιατί δεν έγινε κλήρωση μεταξύ προεπιλεγμένων δικαστών και εισαγγελέων για δυο μεγάλες υποθέσεις: την υπόθεση του πλοίου «Τσάινα Μπριτζ», που κράτησε 8 μήνες, και την υπόθεση του «Σαμίνα», που ακόμα συνεχίζεται. Γιατί ο νόμος εφαρμόστηκε μόνο στις δυο δίκες για τη 17Ν και στις δυο για τον ΕΛΑ; Αν αυτό δεν είναι «φωτογραφία», τι να πούμε;
Η πολιτική αγωγή κατέβασε την «πρώτη ομάδα», για να καλύψει τα κενά των εισαγγελέων. Ο επίκουρος καθηγητής Η. Αναγνωστόπουλος (εκπρόσωπος των Αμερικανών) και ο αναπληρωτής καθηγητής Ι. Γιαννίδης ανέλαβαν να επιχειρηματολογήσουν υπέρ του νόμου, τυλίγοντας σε ένα περίβλημα θεωρητικών ακροβατισμών το βασικό τους επιχείρημα, που ήταν ένα και μοναδικό. Ο νόμος ψηφίστηκε και πρέπει να εφαρμοστεί. Αγόρευσαν ακόμη οι Τζαννετής και Βόζεμπεργκ.
Ενα σύντομο σχόλιο ζήτησε να κάνει ο Χριστόδουλος Ξηρός. Οσον αφορά τους υπέρμαχους της επιλεκτικής κλήρωσης –είπε- το αδύνατο σημείο είναι ότι αυτός ο νόμος εφαρμόστηκε μόνο σε μας και δεν πρόκειται να εφαρμοστεί πουθενά αλλού. Και αυτό χαρακτηρίζει το δικαστήριο ως ειδικό και έκτακτο δικαστήριο, με όλους τους συνειρμούς.
Με την έναρξη των δευτερολογιών, ο Η. Αναγνωστόπουλος διαμαρτυρήθηκε για τον χαρακτηρισμό «εκπρόσωπος των αμερικανών θυμάτων», με τον οποίο τον προσηγόρευσε ο Ι. Μυλωνάς. Χαρακτήρισε εκδήλωση μισαλλοδοξίας αυτόν τον χαρακτηρισμό. Μισαλλοδοξία προς τους Αμερικανούς και ρατσισμό καλλιεργούσε η 17Ν, είπε. Σαν ελατήριο πετάχτηκε πάνω ο Δ. Κουφοντίνας. «Εκπροσωπείτε εγκληματίες, εκπροσωπείτε εγκληματίες ιμπεριαλιστές που σφάζουν τους λαούς, όπως στο Ιράκ, εκπροσωπείτε τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, που έκανε το έγκλημα της Κύπρου, και τον νέο έπαρχο, τον Ρις», είπε απευθυνόμενος στον αλαζόνα δικηγόρο, ο οποίος είδε ότι δεν τον έπαιρνε και δεν συνέχισε. Αργότερα, μιλώντας στους δημοσιογράφους, ο Δ. Κουφοντίνας αναφέρθηκε και στον χαρακτηρισμό «ρατσιστές», που τόλμησε να εκστομίσει ο Αναγνωστόπουλος για τη 17Ν. «Ρατσιστές είναι αυτοί που εκπροσωπεί –είπε ο Δ. Κουφοντίνας- και όχι εμείς. Ρατσιστές όχι μόνο απέναντι στους λαούς του τρίτου κόσμου, αλλά και μέσα στην ίδια τους τη χώρα, όπως απέδειξε η ιστορία με τον τυφώνα Κατρίνα. Ας χαρακτηρίσει ρατσιστές το 90% του ελληνικού λαού, που τρέφει αντιαμερικάνικα αισθήματα. Η αντίθεσή μας είναι με τον ιμπεριαλισμό και όχι με τον αμερικάνικο λαό».
Ο Ι. Μυλωνάς απάντησε σε ένα προς ένα τα επιχειρήματα που ακούστηκαν, σημειώνοντας ότι μόνο ο Ι. Γιαννίδης ανέπτυξε νομική επιχειρηματολογία, στην οποία και απάντησε. Συμπύκνωσε και πάλι τη νομική επιχειρηματολογία της υπεράσπισης, κωδικοποιώντας την κατά κάποιο τρόπο. Ακολούθησαν οι Φρ. Ραγκούσης, Γ. Γκουντούνας, Κ. Χρυσικόπουλος, Γ. Ραχιώτης και Γ. Ιωαννίδης.
Οπως γράψαμε και στο ρεπορτάζ της προηγούμενης συνεδρίασης, για μας, που δεν είμαστε νομικοί, σημασία έχει η πολιτική ουσία. Εκείνο που για μια ακόμη φορά καταδείχτηκε είναι ότι πρόκειται για έναν ad hoc, για έναν φωτογραφικό νόμο, για να εξασφαλίζονται συνθέσεις επιθυμητές στην εξουσία. Στην πρώτη δίκη για τη 17Ν ο νόμος ήταν φρέσκος και οι εμπνευστές του μπορούσαν να δημαγωγούν ισχυριζόμενοι ότι πρόκειται για ένα νόμο που σκοπό έχει να διευκολύνει την εκδίκαση σοβαρών υποθέσεων, που θα κρατήσουν χρόνο και χρειάζονται δικαστές αντοχής και χωρίς κωλύματα. Εκτοτε, πέρασαν δύο χρόνια και, όπως αποδείχτηκε, ο νόμος δεν εφαρμόστηκε σε καμιά άλλη μεγάλη υπόθεση, πλην των υποθέσεων 17Ν και ΕΛΑ. Η εξουσία δεν αισθάνθηκε καν την ανάγκη να εφαρμόσει το νόμο και σε μια κοινή υπόθεση, για ξεκάρφωμα βρε αδερφέ.
Στο διάλειμμα, ο Β. Τζωρτζάτος έκανε στους δημοσιογράφους την εξής δήλωση: «Ας μη ξεχάμε ότι το βασικό δεδομένο σ’ αυτή τη δίκη, όπως και στην προηγούμενη, είναι ένα και μόνο. Η ποινική μεταχείριση ορισμένων κατηγορουμένων εξαρτάται από τα άμεσα ή έμμεσα ψευδή στοιχεία που θα δώσουν ενάντια σε άλλους κατηγορουμένους, κυρίως σε δύο από αυτούς, ώστε αυτοί να μείνουν για πάντα στη φυλακή. Δεν υπάρχουν ομάδες αλλά άτομα, κατηγορούμενοι διαφορετικής φύσης, που ο καθένας έχει διαφορετική γραμμή».
Με την επανέναρξη της διαδικασίας, το δικαστήριο απέρριψε την ένσταση, διότι –όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρος- ο νόμος και η διαδικασία με την οποία ορίστηκε το δικαστήριο δεν αντίκεινται σε καμιά διάταξη του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ.
Ο Φρ. Ραγκούσης σε έντονο ύφος κατήγγειλε, ότι υπάρχει μεθόδευση με το έγγραφο που έστειλε η Αντιτρομοκρατική και εισήγαγε η εισαγγελέας. Γίνεται μια επικοινωνιακή εκμετάλλευση και κάποιοι ετοιμάζονται να ξαναφορέσουν κουκούλες για να υποδείξουν ενόχους. Η εισαγγελέας, σε καθαρά απολογητικό ύφος, είπε ότι η ίδια δεν κατέθεσε κανένα έγγραφο, αλλά ανέφερε ότι το έλαβε, διότι δεν είχε δικαίωμα να το κρατήσει στο συρτάρι της. Δεν είπε ότι το καταθέτει. Ομως, όλοι οι παράγοντες της δίκης και οι δημοσιογράφοι θυμούνται πολύ καλά την κ. Γκουτζαμάνη να παίρνει το λόγο και να λέει ότι θα δώσει το έγγραφο στους συνηγόρους, γιατί προτίθεται να το καταθέσει για να αναγνωστεί στον κατάλληλο χρόνο. Ιδού το σχετικό απόσπασμα από τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά:
«ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε μπορώ να έχω το λόγο για κάτι;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Περιήλθε στα χέρια μου μία έκθεση από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, σχετικά με εργαστηριακή εξέταση κλειδιών που βρέθηκαν στο κρησφύγετο της οδού Πάτμου. Προτείνω ήδη από τώρα να αναγνωσθεί όταν θα έρθει η ώρα της, θα ήθελα να σας την παραδώσω και να δοθεί στους κ.κ. Συνηγόρους, να πάρουν αντίγραφο ούτως ώστε να μπορέσουν να ασκήσουν τα υπερασπιστικά τους καθήκοντα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλιστα».
Και βέβαια, με την κίνησή της αυτή η εισαγγελέας βοήθησε να αναπτυχθεί όλη η φιλολογία των τελευταίων ημερών για τα «νέα στοιχεία» και τα «ασύλληπτα μέλη». Λίγες σελίδες του εγγράφου διέρρευσαν, ενώ οι συνήγοροι δεν το έχουν πάρει ακόμα στα χέρια τους, επειδή δεν υπάρχει φωτοτυπικό μηχάνημα και η εισαγγελέας δεν εμπιστεύθηκε τους συνηγόρους, μολονότι της προτάθηκε να το πάρει ένας και με ευθύνη του να βγει έξω και να το φωτοτυπήσει.
Ο Γ. Ραχιώτης επικαλέστηκε δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας», σύμφωνα με το οποίο η αποστολή αυτού του εγγράφου αποφασίστηκε από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης, και ζήτησε ξανά να μη συσχετιστεί με τη δικογραφία, γιατί κάθε ανακριτική πράξη μετά το τέλος της ανάκρισης είναι παράνομη. Η Γ. Κούρτοβικ αναφέρθηκε στα ρεπορτάζ όλων των εφημερίδων που μιλούν για πιέσεις που άσκησε ο αμερικανός πρεσβευτής Τσαρλς Ρις στον ίδιο τον πρωθυπουργό. Αυτοί που μιλούν για ασύλληπτα μέλη –είπε- ζητούν συλλήψεις, ζητούν να ξαναρχίσει το κυνήγι μαγισσών. Ζήτησε κι αυτή να μη συσχετιστεί αυτή η έκθεση με τη δικογραφία, διότι είναι παράνομη έτσι όπως ήρθε. Ο Χρ. Ξηρός είπε ότι η έκθεση δεν περιλαμβάνει ζητήματα ουσίας, αλλά χρησιμοποιείται για τη δημιουργία εντυπώσεων. Για να πάμε για άλλη μια φορά σε μια δίκη εντυπώσεων και όχι σε μια δίκη στοιχείων και αποδείξεων. Και ο κ. Μαργαρίτης έλεγε ότι δεν ασκούνται πιέσεις στον έλληνα δικαστή και μπορεί και να το πίστευε, σημείωσε. Ομως τη μέρα που ήρθε να εκφωνήσει την απόφαση, με κατεβασμένα μούτρα, ούτε ένα βλέμμα δεν μας έριξε, πήρε το χαρτάκι του από την πρεσβεία και την εκφώνησε.
Ο πρόεδρος έκανε διάλειμμα 20 λεπτών, για να αποφορτιστεί το κλίμα, όμως το θέμα παρέμεινε εκκρεμές. Θέμα που, βέβαια, κάθε άλλο παρά δικονομικό είναι. Είναι θέμα τεράστιας πολιτικής σημασίας, όπως φάνηκε από την προπαγάνδα που ενορχηστρώθηκε. Τελικά, το δικαστήριο, ύστερα από νέα, σύντομη διακοπή, αποφάσισε ότι καλώς εισάχθηκε το έγγραφο από την εισαγγελέα για να συσχετιστεί με τη δικογραφία!