Αναζητούνται μάρτυρες (και πάλι). Μισή ντουζίνα μάρτυρες για διάφορες υποθέσεις δεν άκουσαν τα ονόματά τους να εκφωνούνται, γιατί απλούστατα δεν είχαν προσέλθει. Ετσι, μετά από δυο διακοπές, δόθηκε ο λόγος στους συνηγόρους υπεράσπισης προκειμένου να κάνουν σχόλια για την υπόθεση Συκουρίου.
Οι Γ. Σταμούλης, Α. Κωνσταντάκης, Γ. Μαντζουράνης, Τ. Χριστοδουλοπούλου έθεσαν ένα ουσιαστικό νομικό ζήτημα. Οτι δε μπορεί να σταθεί για τη συγκεκριμένη υπόθεση η κατηγορία της «προμήθειας και κατοχής εκρηκτικών», διότι αυτή εμπεριέχεται στο αδίκημα της «συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση». Οι συνήγοροι ανέπτυξαν μια πλούσια ειδική νομική επιχειρηματολογία, μέσα από την οποία αποδείχτηκε ότι ο Μ. Μαργαρίτης στην απόφαση του πρωτόδικου δικαστήριου έκανε μια αρκετά χοντροκομμένη νομική λαθροχειρία, προκειμένου να επαυξήσει τις ποινές, γεγονός που για ορισμένους κατηγορούμενους έχει σημασία. Επινόησε μια «συρροή» αδικημάτων που δεν υπάρχει, ενώ τα αδικήματα που συνδέονται με τη συγκεκριμένη πράξη είχαν παραγραφεί (κλοπή). Επρεπε, βλέπετε, να υπάρξει καταδίκη και γι’ αυτή την ενέργεια, στο πλαίσιο της «αντιτρομοκρατικής» υστερίας που κυριαρχούσε εκείνη την εποχή.
Η Τ. Χριστοδουλοπούλου έθεσε ένα επιπλέον ζήτημα, που σχετίζεται με τον Ηρακλή Κωστάρη και παγίως το θέτει η υπεράσπισή του. Δεν είναι δυνατόν οι προανακριτικές απολογίες συγκεκριμένων κατηγορούμενων αλλού να μη παίρνονται υπόψη για τον Κωστάρη και να αθωώνεται και αλλού να παίρνονται υπόψη (όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση) και να καταδικάζεται. Αυτή η αυθαιρεσία πρέπει να σταματήσει.
ΛΗΣΤΕΙΑ ΟΤΕ ΠΑΤΗΣΙΩΝ
Ο μάρτυρας Σαγανάς, σεκιουριτάς της Wackenhut, περιέγραψε τη ληστεία: Εβγαινε από τον ΟΤΕ με το ειδικό κουτί που είχε μέσα τα χρήματα, τον πλησίασε κάποιος από πίσω και του είπε ν’ αφήσει κάτω το κουτί, απειλώντας τον με ένα πιστόλι. Αυτός συμμορφώθηκε, άφησε το κουτί και κατευθύνθηκε στο αυτοκίνητο της χρηματοποστολής, στο οποίο και μπήκε. Στη συνέχεια, μαζί με τον οδηγό άρχισαν να κυνηγούν τους ληστές, που είχαν μπει σε ένα μηχανάκι και έφευγαν. Από τη μηχανάκι τους έριξαν μια σφαίρα, η οποία βέβαια δεν τρύπησε το αλεξίσφαιρο παρμπρίζ του θωρακισμένου αυτοκινήτου της χρηματοποστολής. Αυτοί, ποντάροντας στην ασφάλεια του θωρακισμένου αυτοκινήτου, τους κυνήγησαν και στην Πατησίων και έπεσαν πάνω στο μηχανάκι, γκρεμίζοντάς τους κάτω. Εκεί οι ληστές τους έριξαν άλλη μια σφαίρα (στη συνέχεια ο Σαγανάς τις έκανε δύο, όταν του θύμισε ο πρόεδρος ότι για δύο είχε μιλήσει πρωτοδίκως) και στη συνέχεια διέφυγαν, προφανώς σηκώνοντας το μηχανάκι (ο Σαγανάς δεν το είδε). Πάντως, ο Σαγανάς δεν αναγνώρισε κανέναν.
Ποιο είναι το θέμα εδώ; Οχι βέβαια η ληστεία αλλά η απόπειρα ανθρωποκτονίας, που μπήκε και σ’ αυτή την υπόθεση σαν κερασάκι στην τούρτα. Ακόμα και μικρά παιδιά γνωρίζουν ότι τα αυτοκίνητα της Wackenhut είναι θωρακισμένα. Αν αυτοί που πήραν τα λεφτά ήθελαν ταυτόχρονα να αχρηστεύσουν τους σεκιουριτάδες, είχαν όλη την άνεση να ρίξουν μια στα πόδια του Σαγανά και να φύγουν ανενόχλητοι. Κολλητά ήταν αυτός που πήρε τα λεφτά. Ομως, όχι μόνο δεν του έριξε, αλλά τον άφησε να φύγει και να μπει στο αυτοκίνητο. Οι σεκιουριτάδες πήγαν να το παίξουν Ράμπο, ποντάροντας στην ασφάλεια που τους έδινε το θωρακισμένο όχημα. Οι σφαίρες ρίχτηκαν από θέση άμυνας και καθαρά για εκφοβισμό. Ηξεραν πολύ καλά αυτοί που τις έριξαν, ότι δεν υπήρχε περίπτωση να τρυπήσουν τη θωράκιση. Ποια απόπειρα ανθρωποκτονίας, λοιπόν;
Ο μάρτυρας Λαλιώτης, οδηγός του θωρακισμένου οχήματος, έδωσε την ίδια περιγραφή με το συνάδελφό του. Ηταν πάντως ειλικρινής. Δήλωσε ότι «όλος ο κόσμος ξέρει ότι τα αυτοκίνητα της Wackenhut είναι αλεξίσφαιρα». Δήλωσε, ακόμη, ότι και ο ίδιος να ήταν στη θέση των δραστών έτσι θα αντιδρούσε, αν έπεφτε πάνω του ένα αυτοκίινητο και τον γκρέμιζε από το μηχανάκι. Τέλος, δήλωσε ότι πιστεύει πως οι σφαίρες «ρίχτηκαν για εκφοβισμό». Σ’ αυτές τις απόψεις του ήταν κατηγορηματικός, γι’ αυτό και η εισαγγελέας δεν δοκίμασε να παίξει μαζί του το γνωστό παιχνίδι «φουσκώνω τα πραγματικά περιστατικά για να φουσκώσω την κατηγορία».
Και αυτός δεν αναγνώρισε κανένα, μολονότι –όπως είπε- είχε την ευχέρεια να δει τους δράστες κατά πρόσωπο. Τους είδε, αλλά καμιά φυσιογνωμία δε συγκράτησε. Εχει σημασία αυτή η τοποθέτηση, ειδικά όταν προέρχεται από έναν σεκιουριτά, που και κάποια ψιλοεκπαίδευση έχει και στην «τσίτα» είναι όταν κάνει χρηματοποστολές. Ολόκληρο κυνηγητό έστησε, είδε τους δράστες όχι μία αλλά δύο φορές (την πρώτη όταν πήραν τα χρήματα, τη δεύτερη όταν τους γκρέμισε από το μηχανάκι και ο ένας έφτασε δίπλα στο τζάμι του και πυροβόλησε), αλλά δεν αναγνώρισε κανένα, παρότι του επιδείχτηκαν οι σχετικές φωτογραφίες. Ο άνθρωπος αυτός αποτελεί ένα μέτρο σύγκρισης για διάφορους «αναγνωριστές».
Η υπεράσπιση Καρατσώλη ζήτησε να κληθεί να καταθέσει γι’ αυτή την υπόθεση ο Ιωάννης Ιωάννου, με τον οποίο ο Κ. Καρατσώλης είχε κάποιο επαγγελματικό ραντεβού και σχετίζεται με την υπόθεση της ληστείας στον ΟΤΕ Πατησίων, πέρα από τον Χρήστο Ιωάννου, που είχε καταθέσει στην πρώτη δίκη. Η εισαγγελέας πρότεινε να απορριφθεί το αίτημα, διότι το μόνο που θα επιβεβαιώσει ο Ι. Ιωάννου είναι ότι είχε κάποιο ραντεβού με τον Καρατσώλη σε προγενέστερο χρόνο, πράγμα που δεν αμφισβητείται. Η υπεράσπιση (Γ. Μαντζουράνης) επανήλθε, ξεκαθαρίζοντας ότι το αίτημα στηρίζεται στα όσα γράφει η πρωτόδικη απόφαση, που αμφισβήτησε το άλλοθι του Καρατσώλη, μπερδεύοντας τους Ιωάννη και Χρήστο Ιωάννου, που όντως και οι δύο ήταν πελάτες του μεσιτικού γραφείου που εργαζόταν ο Καρατσώλης. Αυτή τη σύγχυση θα διαλύσει η κατάθεση του Ι. Ιωάννου, που δεν θα οδηγήσει δα σε καμιά παρέλκυση της δίκης.
Ο Γ. Σταμούλης θύμισε την υπόθεση: Ο Καρατσώλης φέρεται να ομολογεί συμμετοχή του στη ληστεία του ΟΤΕ Πατησίων. Ομως, από το κατασχεμένο ημερολόγιό του, που αποτελεί πειστήριο της δικογραφίας και φυλάσσεται στην Αντιτρομοκρατική, φαίνεται ότι τη συγκεκριμένη ημέρα και ώρα είχε πράγματι ραντεβού με τον Χρ. Ιωάννου για να του δείξει ένα οικόπεδο στην Αλσούπολη. Η πρωτόδικη απόφαση είναι που δημιούργησε σύγχυση μεταξύ του Χρ. και του Ι. Ιωάννου, αμφισβητώντας το άλλοθι του Καρατσώλη, και αυτή τη σύγχυση θέλει να διαλύσει η υπεράσπιση, προτείνοντας να καταθέσει και ο Ι. Ιωάννου.
Το δικαστήριο διέκοψε για να αποφασίσει και όταν επανήλθε ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι το αίτημα απορρίπτεται. Γιατί άραγε; Μήπως για λόγους επιτάχυνσης της διαδικασίας; Η συζήτηση του αιτήματος, μαζί με το διάλειμμα για την απόφαση, κατανάλωσε περισσότερο χρόνο απ’ όσο θα κατανάλωνε η κατάθεση του μάρτυρα…
Ο μάρτυρας Γκρίτζας (ληστεία Τράπεζας Εργασίας Πατησίων), υπάλληλος της τράπεζας, θυμόταν θολά ακόμα και τα πραγματικά περιστατικά. Σε κάθε απάντηση που έδινε προσέθετε ένα «αν θυμάμαι καλά». Εχει σημασία αυτό, γιατί στον ανακριτή είχε «αναγνωρίσει» το Χριστόδουλο. Το ίδιο και στο πρωτόδικο. Τώρα έλεγε συνέχεια «είναι και 20 χρόνια μετά, πού να θυμάμαι»! Και πώς θυμόταν στο πρωτόδικο, 17 χρόνια μετά; Τώρα δεν θυμόταν καν τι είχε πει στον ανακριτή και τι είχε πει στο πρωτόδικο! Εφτασε στο σημείο να αποκαλεί το Χριστόδουλο Σάββα (τον έδειξε, μάλιστα, λέγοντας ότι αυτός είναι ο Σάββας!) και όταν άρχισε να τον ρωτάει ο πρόεδρος, κάτι «ψυλλιάστηκε» και άρχισε να λέει: «Μπορεί να κάνω και λάθος στο όνομα»! Οταν ο πρόεδρος του διάβασε αποσπάσματα από την προανακριτική κατάθεσή του, απάντησε: «Δε θυμάμαι τι έχω πει, για να μου τα διαβάζετε, θα τα ‘χω πει»!
Και πώς ταυτοποίησε τον Χριστόδουλο (έστω και με επιφύλαξη); Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά που του έμειναν στη μνήμη; «Η όλη κίνησή του στο χώρο»!!! Μετά πρόσθεσε και τη «σωματοδομή και το σχήμα του προσώπου», όμως «τώρα είναι διαφορετικός και στο πρόσωπο και στα μαλλιά»! Ξέρετε τι είχε πει προανακριτικά; Είχε μιλήσει για έναν ψηλό και γεμάτο, με μουστάκι και καστανόξανθα μαλλιά. Ε, όταν του έδειξαν τη φωτογραφία του Χριστόδουλου (ο οποίος προφανώς είναι ο μοναδικός ψηλός και γεμάτος στην Ελλάδα!), τον αναγνώρισε αμέσως, με γαρνιτούρα λίγες επιφυλάξεις. «Αναγνώρισε» και τον Τέλιο, βέβαια, αλλά αυτός αθωώθηκε.
Εμάς ξέρετε τι μας έκανε εντύπωση; Το ότι η εισαγγελέας τον ρώτησε για την περιγραφή «ψηλός, γεμάτος», που αναμφισβήτητα ταιριάζει στη σωματοδομή του Χριστόδουλου, «ξέχασε» όμως να τον ρωτήσει για το μουστάκι και τα καστανόξανθα μαλλιά, που δεν ταιριάζουν με τίποτα στον μελαχροινό Χριστόδουλο. Τόση επιλεκτικότητα πια, ακόμη και στην περίπτωση του συγκεκριμένου μάρτυρα, που πλέον έχει καεί και ως αναγνωριστής! Για να μη μακρυγορούμε, έχουμε ένα ακόμη δείγμα αθλιότητας. Δεν ξέρουμε πόσο πρόθυμος αναγνωριστής υπήρξε ο Γκρίτζης. Είμαστε, βέβαιοι, όμως, ότι χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία καθοδηγήθηκε σ’ αυτό από την ανάκριση. Στο κλίμα εκείνης της εποχής, με τους κατηγορούμενους πιασμένους, με «ομολογίες» που διατυμπανίζονταν καθημερινά από τα ΜΜΕ, ήταν πολλοί οι Γκρίτζηδες που κατέθεσαν τη δική τους συνεισφορά στην… εθνική υπόθεση της «εξάρθρωσης της τρομοκρατίας».
Η σημερινή συνεδρίαση έκλεισε με μια από τις μεγαλύτερες (ίσως τη μεγαλύτερη) ανατροπές στην έως τώρα πορεία της δίκης.
Ο μάρτυρας Αντωνάκος (ληστεία ΟΤΕ Πειραιά) περιέγραψε με παραστατικό τρόπο το σοκ και τον τρόμο που αισθάνθηκε, όταν είδε το σεκιουριτά να μη παραδίδει το σάκο με τα λεφτά, να σπάει ένα τεράστιο τζάμι για να ξαναμπεί μέσα στον ΟΤΕ, να πυροβολείται και στη συνέχεια ένας από τους δράστες να παίρνει το σάκο, να περνάει δίπλα του (δίπλα από τον Αντωνάκο) και να φεύγει. Οταν του ζητήθηκε να περιγράψει το δράστη που είδε, είπε: 1.72 με 1.73, ξανθός, με μουστάκι, στυλάτος.
Από εκεί και πέρα άρχισε η μεγάλη ανατροπή. Ο μάρτυρας είχε πάει στον ανακριτή Ζερβομπεάκο και είχε αναγνωρίσει τον Σάββα Ξηρό. Στο πρωτόδικο κάτι είπε και για τον Βασίλη Ξηρό (διευκρίνισε ότι αυτό έγινε ύστερα από συζήτηση με συναδέλφους του, που κουβέντιαζαν για τη ληστεία στο χώρο εργασίας τους με βάση τα όσα γράφονταν εκείνη την εποχή). Γιατί υπέγραψε την αναγνώριση; Ιδού οι λόγοι, μέσα από την κατάθεσή του:
Δεν ήμουν σίγουρος, έλεγα ότι μοιάζει κάπως. Δεν μου έδειξε πολλές φωτογραφίες ο ανακριτής. Του ζήτησα να μου δείξει και άλλες, αλλά ο ανακριτής βιαζόταν και μου είπε «αυτός είναι, υπόγραψε». Σκέφτηκα: μήπως έχει αλλάξει τα μαλλιά; Μήπως έχει αδυνατίσει; Μήπως το ένα, μήπως το άλλο, λέω ας υπογράψω ότι τον αναγνωρίζω. Αλλά με βαριά καρδιά. Δεν με ενθουσίαζαν οι φωτογραφίες που είχα δει. Αλλά από τα συμφραζόμενα λέω «εγώ θα υπογράψω ότι είναι αυτός». Συμφραζόμενα εννοώ ότι ο Τύπος είχε γράψει ότι αυτοί είναι. Πώς θα έλεγα εγώ «όχι, λέτε ψέματα, δεν είναι αυτοί»; Μπορεί να είπα ότι μοιάζει. Οταν όμως για τον Τύπο, για την τηλεόραση, για τη δικαστική εξουσία ήταν δεδομένα, ήταν γεγονότα, δε μπορούσα εγώ να είμαι ενάντια σε κάτι που είναι γεγονός. Δε μπορώ να διαψεύσω κάτι που διαφημίζεται και γίνεται. Δε με ενθουσίασαν οι φωτογραφίες. Για δείχτε μου κι άλλες, λέω, μήπως δω καμία που να μοιάζει. Γιατί δε βλέπω αυτόν που να έκανε τη ληστεία. Εχει περάσει κι ένας χρόνος, μπορεί να άλλαξε το μαλλί. Επειδή ήθελε να τελειώσει ο κ. εφέτης, μου λέει «υπόγραψε εδώ». Αν έβλεπα κι άλλες φωτογραφίες, μπορεί να αναγνώριζα. Εντόπισα λοιπόν αυτόνε, αλλά με μικρό ποσοστό. 25%. Λέω όμως αυτοί είναι. Οταν το μεταβιβάζει ο Τύπος και η τηλεόραση, λέω και γω «αυτός είναι, έστω και με 25%»!!!
Ο πρόεδρος προσπάθησε να πιέσει το μάρτυρα, ώστε να «απαλλάξει» τον ανακριτή απ’ όλα όσα είχε πει. Να παραδεχτεί, ότι ο ίδιος επηρεάστηκε από τα ΜΜΕ και πως ο ανακριτής δεν τον πίεσε καθόλου, δεν τον επηρέασε για να προχωρήσει στην αναγνώριση. Ο μάρτυρας ήταν ανένδοτος: Εντάξει, δε λέω ότι με απείλησε με φυλακή ή τέτοια, αλλά είχε βεβαιότητα ο ανακριτής ότι αυτός που μου έδειχνε είναι ο ληστής. Απαντώντας στις ερωτήσεις της υπεράσπισης επανέλαβε τα ίδια, πιο καθαρά και πιο κατγηγορηματικά. Στο τέλος, ο πρόεδρος, απαντώντας στη Γ. Κούρτοβικ, αποφάνθηκε ότι «η συζήτηση είναι χωρίς αντικείμενο, γιατί ο κ. Σάββας Ξηρός έχει παραδεχτεί ότι συμμετείχε και ότι πυροβόλησε»!!! Οταν, όμως, υπέδειχνε ο ανακριτής τη φωτογραφία του Σάββα και του ‘λεγε να τον αναγνωρίσει, ο Σάββας δεν είχε κάνει καμιά τέτοια δήλωση, όπως εύστοχα παρατήρησε στον πρόεδρο ο Χρ. Ξηρός.
Η εισαγγελέας, βλέποντας ότι η προσπάθεια του προέδρου (ο οποίος μάλιστα είχε αφήσει στην άκρη το συνήθως μειλίχιο ύφος του και μιλούσε στο μάρτυρα αυστηρά) προσπάθησε να λοιδορήσει το μάρτυρα. Τον ειρωνευόταν συνεχώς και στο τέλος κατέληξε: «Συμπεραίνω ότι φοβόσαστε». Δε φοβάμαι τίποτα, αλλά είμαι ελεύθερο άτομο και δε θέλω να ξανακάνω το ίδιο λάθος, απάντησε ο άνθρωπος, αλλά η εισαγγελέας συνέχισε με ειρωνείες, γεγονός που εξόργισε τον Δ. Κουφοντίνα: «Τι σχόλια είναι αυτά που κάνετε; Δε σας είδα να κάνετε τα ίδια σχόλια σε άλλους μάρτυρες. Σαν τον συνάδελφό σας τον κ. Λάμπρου, που τους αποκαλούσε κυρίους με το Κ κεφαλαίο. Επειδή λέει την αλήθεια, δε σας αρέσει αυτό. Και τον απειλείτε κιόλας».
Η εισαγγελέας προσπάθησε να πιαστεί από μια αντίφαση του μάρτυρα, που μίλησε για ξανθό δράστη, ενώ προανακριτικά μιλούσε για μελαχροινό. Γιατί, όμως, δεν πιάστηκε από άλλη κραυγαλέα αντίφαση; Να αναγνωρίζει το Σάββα και να μιλάει για ύψος 1.72 με 1.73 (1.86 είναι ο Σάββας); Ομως, το ζήτημα δεν ήταν οι αντιφάσεις του μάρτυρα, που είναι λογικές για κάποιον που δε λέει ψέματα και που σε τελευταία ανάλυση υπέρ των κατηγορούμενων λειτουργούσαν. Το ζήτημα είναι πώς ενήργησε ο ανακριτής και πώς κατασκευάστηκαν οι «αναγνωριστές», ορισμένοι εκ των οποίων σήμερα δε θέλουν να παίξουν τον ίδιο ρόλο.
Μόλις τέλειωσε ο μάρτυρας, ζήτησε αμέσως το λόγο ο Δ. Κουφοντίνας. Ο πρόεδρος, κάνοντας που δεν βλέπει τον Κουφοντίνα, που είχε σηκώσει το χέρι του, αλλά και την Γ. Κούρτοβικ που ήταν έτοιμη να κάνει σχολιασμό, ανακοίνωσε τη διακοπή της συνεδρίασης. Οταν όμως ο Κουφοντίνας και η Κούρτοβικ φώναξαν ότι θέλουν να μιλήσουν, δεν είχε άλλη επιλογή να τους δώσει το λόγο. Ακολούθησε ένας αποκαλυπτικότατος διάλογος, τον οποίο αποομαγνητοφωνήσαμε και παραθέτουμε αυτούσιο:
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Κι εγώ ήθελα να κάνω ένα σχόλιο. Δε θα αναφερθώ, που επιμένω, όπως πάγια το κάνω, στα πραγματικά περιστατικά αυτής της υπόθεσης, θα αναφερθώ σε αυτά που προέκυψαν από την κατάθεση του μάρτυρα και θα επικεντρωθώ σε τρία σημεία. Η κατάθεση του μάρτυρα δεν είναι η μοναδική βέβαια, είναι ίσως πιο χαρακτηριστική από άλλες. Εν τούτοις αναδεικνύονται αυτά τα τρία σημεία που θα επισημάνω.
Πρώτον το κλίμα εκείνης της εποχής. Το γνωρίζουμε όλοι, το έχουμε ζήσει όλοι, θυμόμαστε τι γινόταν τότε, αυτό το κυνήγι μαγισσών που είχε εξαπολυθεί, με το όργιο που γινόταν από τον Τύπο, από μια συγκεκριμένη κατεύθυνση του Τύπου, ιδίως από τα ηλεκτρονικά μέσα, και που ενορχηστρωνόταν από κάποιο συγκεκριμένο κέντρο. Μέσα σε εκείνο το κλίμα εκείνης της εποχής ήταν πολλοί που προσήλθαν να καταθέσουν, είτε σχετικοί με την υπόθεση, είτε κάποιοι που εμφανιστήκανε τότε για πρώτη φορά, για να δείξουνε με περισσή ευκολία κάποιους ανθρώπους. Αυτό αναδείχθηκε και από την κατάθεση αυτού του μάρτυρα και από άλλους που τώρα δυσκολεύονται να έρθουν, γιατί προφανώς αισθάνονται άβολα τουλάχιστον, να το πω κομψά. Το πρώτο είναι αυτό.
Το δεύτερο είναι πώς γινόταν οι ανακρίσεις. Δεν είναι ο μόνος ο κύριος μάρτυρας αυτός, από τον οποίον μάθαμε πολλές αλήθειες σήμερα. Δεν είναι ο μόνος, κυρία εισαγγελέα. Τις τελευταίες μέρες εμφανιστήκανε, μόνο τις τελευταίες μέρες θα σας αναφέρω τρεις μάρτυρες, που ήτανε ο μεν ένας στην υπόθεση πολεμικό μουσείο και είπε “μου είπε ο ανακριτής, ομολόγησαν, τώρα έλα πες κι εσύ”, το είπε καθαρά. Αυτός ήταν ο Λουδάρος.
Ο δεύτερος ήτανε ο Σπυριδάκης στο πολεμικό μουσείο, που είπε ότι “ο ανακριτής του έδειξε τέσσερις φωτογραφίες μόνο για να αναγνωρίσει” και ο τρίτος ήταν ο σημερινός, ο οποίος είπε ότι “ο ανακριτής του είπε, από αυτές τις φωτογραφίες ένας είναι, ψάξε να τον βρεις” και ο άνθρωπος υπέδειξε αυτόν που του έμοιαζε περισσότερο. Σημασία δεν έχει αυτό που έκανε ο άνθρωπος αυτός, σημασία έχει το τι έκανε ο ανακριτής. Αυτό εσείς θα έπρεπε να το ονομάσετε ντροπή της Δικαιοσύνης.
Αντί γι’ αυτό και για να έρθουμε στο τρίτο σημείο, είδαμε μια απέλπιδα προσπάθεια από σας κύριε πρόεδρε προσωπικά να σώσετε τον ανακριτή και από την κυρία εισαγγελέα το απαράδεκτο να απειλεί, να λοιδορεί τον μάρτυρα. Το ξαναλέω, αυτό εσείς θα έπρεπε να σωπάσετε και να το χαρακτηρίσετε ντροπή για τη Δικαιοσύνη σας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Απέλπιδα προσπάθεια, κύριε Κουφοντίνα, δε νομίζω ότι είναι όταν του λες του μάρτυρα, ότι κύριε υπάρχουν κάποια επιχειρήματα εδώ, τι λες; Οταν σου δείχνει ο ανακριτής πόσες φωτογραφίες; Σε εμένα μας είπε είκοσι με τριάντα. Και το επιχείρημα…
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Με το σχόλιο ότι “από αυτούς είναι ένας, βρες τον”; Ετσι είπε ο ανακριτής, “από αυτούς είναι, κατηγορούμενος είναι, βρες τον”.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Γιατί στέκεστε στο είκοσι με τριάντα και δε στέκεστε στο δέκα που είπε αρχικά και σε αυτό που απάντησε στο τέλος “λίγες ήτανε, οι κατηγορούμενοι ήτανε”. Γιατί αυτό δεν το δέχεστε; Γιατί στέκεστε στο είκοσι με τριάντα και δε στέκεστε στις δυο φορές που είπε τη μία φορά “δέκα φωτογραφίες”, όταν απάνταγε στην κυρία εισαγγελέα ή σε σας, δε θυμάμαι, και τη δεύτερη φορά όταν απάνταγε σε μένα: “λίγες φωτογραφίες μου έδειξε, αυτούς εδώ μου έδειξε”.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό τι σημαίνει, κυρία συνήγορε;
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Σημαίνει κάτι, κύριε πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σημαίνει τίποτα;
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Σημαίνει ότι ο ανακριτής, στη διάρκεια της ανάκρισης, μάρτυρες..
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς, κοιτάξτε, αξιολογείτε τα στοιχεία αυτά από τη δική σας πλευρά μονομερώς, δε λέτε εγώ να κάνω αυτή την…
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Προτού περάσουμε στην αξιολόγηση, πρέπει να συμφωνήσουμε στο τι είπε ο μάρτυρας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ να πάρω τα στοιχεία, τις λίγες, εσείς γιατί να μην πάρετε τις είκοσι-τριάντα που λέει εκείνος και να αξιολογήσετε γενικά την κατάθεσή του;
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Και ξανά, κύριε πρόεδρε, όταν δυο φορές ο άνθρωπος, τρεις, λέει: “δέκα, λίγες, αυτούς εδώ”, γιατί εσείς στέκεστε στο “είκοσι με τριάντα”; Σας συμφέρει. Εχετε αντιφατικές απαντήσεις του μάρτυρα…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμένα δε με συμφέρει τίποτα, κυρία συνήγορε.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Επιλέγετε αυτό που σας συμφέρει, όχι αυτό που επαναλαμβάνεται τις περισσότερες φορές.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κυρία συνήγορε, εμένα δε με συμφέρει τίποτα. Εγώ έχω δεδομένο την απολογία του κυρίου Σάββα Ξηρού, ο οποίος στο ακροατήριο είπε ότι “εγώ πυροβόλησα”..
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Εξετάζουμε τον μάρτυρα, όχι τον Σάββα τον Ξηρό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: “Εγώ πυροβόλησα”.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Εάν με αυτές τις βεβαιότητες λειτούργησε και ο ανακριτής και με την ίδια λογική, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί οι μάρτυρες…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ξέρω, κυρία συνήγορε, εγώ, στο ακροατήριο ο κύριος Σάββας Ξηρός είπε ότι “πυροβόλησα εγώ” και καταδικάστηκε ο κύριος Σάββας Ξηρός γι’ αυτή την ενέργεια.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Κύριε πρόεδρε, εμένα δε με ενδιαφέρει ποιος καταδικάστηκε, εμένα με ενδιαφέρει πώς γινόταν η ανάκριση σε αυτές τις ιστορίες, πώς έφτασαν άνθρωποι να αναγνωρίζουν τότε, σήμερα να αρνούνται να γίνουν συνένοχοι μιας άδικης διαδικασίας, σήμερα να μη δέχονται να επιβεβαιώσουν ό,τι κάνανε τότε…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εξαρτάται, κυρία συνήγορε, από το επίπεδο το πνευματικό του καθενός, το οποίο πάντοτε εκτιμάται.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Προσβάλλετε τους μάρτυρες αυτή τη στιγμή, κύριε πρόεδρε. Αλλά θα έρθουν κι άλλοι μάρτυρες που θα σας επιβεβαιώσουν τα ίδια. Και μήπως ο κύριος Σπυριδάκης, όταν ήρθε και σας είπε ότι “μου είπε αναγνώρισέ τους”, είχε και ο κύριος Σπυριδάκης επίπεδο το οποίο δεν μπορεί να αντιστοιχεί σε αυτό που θα ήθελε το Δικαστήριό σας; Γιατί τον προσβάλλετε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Οχι, όλα λαμβάνονται υπόψη.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Υπάλληλος τράπεζας είναι, μπορείτε να μιλάτε για επίπεδο πνευματικό;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ ελάτε, ορίστε κύριε Ξηρέ.
Χ. ΞΗΡΟΣ: Ενα σύντομο σχόλιο κι εγώ. Κατ΄ αρχήν γι’ αυτό που λέτε, κύριε πρόεδρε, για τη δήλωση του αδερφού μου Σάββα, που θα έρθουμε και σε αυτό κάποια στιγμή…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να το διαβάσουμε.
Χ. ΞΗΡΟΣ: Οχι τώρα, όταν έρθει η ώρα. Δεν είναι αυτό η ουσία της υπόθεσης, διότι όταν γινόταν η ανάκριση από τον εφέτη ανακριτή δεν υπήρχε αυτή η δήλωση. Παραλαυτά, μας είπε ο μάρτυρας πεντακάθαρα, ότι υπήρχε μια βεβαιότητα στη Δικαστική Αρχή που μεταφέρθηκε και σε αυτόν ότι “αυτός είναι, υπόγραψε”. Κι εμείς μεν αυτή την κατάσταση τη ζήσαμε οι ίδιοι, δε χρειάζεται να μας την πει κανένας μάρτυρας, την έχουμε ζήσει. Εσείς που κάνετε πως δεν τη βλέπετε, παρότι ξέρετε πολύ καλά ότι έτσι έγινε, διότι αλλιώς δε θα λέγατε με αγωνία “εκθέτετε ανακριτές”. Οταν λέτε “εκθέτει ανακριτές”, δεν τον εκθέτει τον ανακριτή ο κύριος μάρτυρας που είπε τι έγινε, εκθέτει τον εαυτό του μόνος του ο ανακριτής που έκανε αυτά που έκανε. Αυτά που σας λέγαμε από την πρώτη στιγμή, ότι τη στήσανε την ιστορία. Στήσανε τις ομολογίες, στήσανε το κατηγορητήριο, στήσανε την πρώτη δίκη. Αυτά σας λέμε από την πρώτη στιγμή και αυτά αποδεικνύονται με τους δικούς σας μάρτυρες, με τους μάρτυρες κατηγορίας. Ερχονται εδώ, διότι το κλίμα του 2002 απεβίωσε και λένε την αλήθεια οι άνθρωποι, λένε “μου είπε, μωρέ αυτός είναι, υπόγραψε”. Ερχεται ο Λουδάρος και λέει “μου είπε ο ανακριτής, αυτός είναι μωρέ, τι θέλεις”; Το είπε μόνος του, τα ομολόγησε. Ερχεται ο Σπυριδάκης, λέει “τέσσερις φωτογραφίες μου έδειξε”. Τέσσερις, όχι δέκα. Δεν είναι το θέμα αν του έδειξε δέκα ή είκοσι, το θέμα είναι ότι τη στήσανε την ιστορία και το ξέρετε και εσείς και το ξέρουμε και εμείς. Το θέμα είναι τι θα κάνετε, όχι αν ήταν δέκα οι φωτογραφίες ή είκοσι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν διακόπτουμε για τη Δευτέρα, ώρα 09:00 το πρωί.