Οι αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής συνεχίστηκαν με τον Στ. Γεωργίου, που εκπροσωπεί την οικογένεια Μάτη. Η αγόρευσή του είχε δύο σκέλη: το ένα αφορούσε γενικά την υπόθεση και το άλλο το σκέλος της ληστείας στην ΕΤΕ Πετραλώνων, όπου σκοτώθηκε ο αστυφύλακας Μάτης.
Ο Γεωργίου είναι δεξιός και μάλιστα της λεγόμενης «λαϊκής Δεξιάς». Συνεργάτης του Απ. Ανδρεουλάκου, μπήκαν μαζί σ’ αυτή την υπόθεση, αλλά ο Ανδρεουλάκος δεν παρέστη στο ακροατήριο, λόγω του ασυμβίβαστου των βουλευτών (τώρα πια είναι και υφυπουργός). Εχει, λοιπόν, μια εμμονή την οποία στηρίζει στα γνωστά σενάρια συνωμοσίας που εδώ και χρόνια πλασάρει ειδικά αυτή η μερίδα της Δεξιάς: πίσω από τη 17Ν βρισκόταν το ΠΑΣΟΚ (αυτό δεν το λένε όλοι στα ίσια, αλλά το υπαινίσσονται)! Βρίσκονταν υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, που κάποια στιγμή έστησαν και την ιστορία της εξάρθρωσης, για να μείνει στο απυρόβλητο η αφανής ηγεσία της 17Ν! Δεν θα καθήσουμε, βέβαια, να ασχοληθούμε με αυτές τις επιεικώς γελοίες φαντασιοπληξίες. Απλώς, τις αναφέρουμε, γιατί έτσι εξηγείται η θέση του συγκεκριμένου δικηγόρου, ότι ο Γιωτόπουλος δεν είναι αρχηγός της 17Ν και κλατά συνέπεια κακώς καταδικάστηκε ως ηθικός αυτουργός. Κατά τον Γεωργίου, οι αρχηγοί είναι άλλοι και η καταδίκη του Γιωτόπουλου έγινε για να καλύψει αυτούς τους άλλους, που είναι –το ξαναλέμε- υψηλά ιστάμενοι.
«Οποιος πει ότι έχει εξαρθρωθεί πλήρως η τρομοκρατία στον τόπο μας με το ότι οδηγήθηκαν ενώπιον της Δικαιοσύνης οι συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι, πλανάται πλάνην οικτράν και ήδη έχουν αρχίσει να το βλέπουν ότι δε μπορεί να είναι έτσι… Γιατί σαν πολύ γρήγορα ανδρώθηκε η νέα τρομοκρατία. Σαν πολύ γρήγορα και πολύ εκπαιδευμένα χτυπάει άριστα φυλασσόμενους στόχους στο κέντρο της Αθήνας. Πολύ γρήγορα για να είναι νέα παιδιά. Πάρα πολύ γρήγορα… Γι’ αυτό έχω αυτή τη διαφοροποίηση, διότι η ανάγκη της ηθικής αυτουργίας για όλες τις πράξεις στον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο έχει σαν μοναδικό στόχο να πείσει ότι εξαρθρώθηκε η οργάνωση, ότι αυτός είναι ο αρχηγός, ότι αυτός ήταν η πηγή των πάντων και επομένως τελειώσαμε… Είχα πει και κάτι άλλο πρωτόδικα, ότι εν πάση περιπτώσει ένας άνθρωπος ο οποίος φέρεται σαν ηγέτης μιας τέτοιας οργάνωσης και βαρύνεται με τέτοια δράση έχει κι ένα άλλο prestige, βρε αδερφέ. Εχει και μια άλλη στάση. Πώς να γίνει; Δηλαδή βαλθήκαμε να κάνουμε εμείς ηγέτη τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο και ο ίδιος δεν έχει τίποτα το ηγετικό μέσα του, αλλά εμείς πρέπει να τον κάνουμε ηγέτη διότι αυτό εξυπηρετεί; Δεν έχει την ηγετική στόφα. Αν την είχε, πρωτόδικα και τώρα θα την είχε δείξει. Δεν είναι από ηγετική στόφα, πώς δηλαδή θα τον κάνουμε ηγέτη; Για να εξυπηρετήσουμε το σενάριο της Αντιτρομοκρατικής και για να εμφανίζεται ο κύριος Χρυσοχοΐδης ως αυτός που εξάρθρωση την τρομοκρατία στον τόπο;»!!!
Το δεύτερο σκέλος της αγόρευσης Γεωργίου αφορούσε την υπόθεση Μάτη και εδώ πρέπει να του δώσουμε δίκιο σε πάρα πολλά. Διότι από την αρχή, πριν ακόμα ξεκινήσει η δίκη, είχε τοποθετηθεί με σαφήνεια και είχε υποδείξει τον Τσελέντη ως τον άνθρωπο που πυροβόλησε τον Μάτη, στηριζόμενος κυρίως στις περιγραφές των μαρτύρων. Σ’ αυτή του την άποψη έμεινε σταθερός, ζητώντας να μην καταδικαστεί ο Κουφοντίνας ως αυτουργός και ο Χριστόδουλος ως άμεσος συνεργός (έχουν από μια ισόβια), μολονότι ο Τσελέντης δεν μπορεί να καταδικαστεί ως αυτουργός (ουδέποτε κατηγορήθηκε γι’ αυτό). Συνεπής σ’ αυτή του τη θέση ο Γεωργίου τα ‘σουρε στην εισαγγελέα, παραθέτοντας όλο το πλούσιο υλικό που προέκυψε από τις καταθέσεις των μαρτύρων.
Μετά το διάλειμμα και ενώ ο Γεωργίου απουσίαζε από την αίθουσα, ζήτησε το λόγο ο Α. Γιωτόπουλος και ακολούθησε ο εξής διάλογος:
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε πρόεδρε, έχω μια δήλωση: Επειδή στο σκεπτικό της απόφασης υπάρχει μια αναφορά σε βάρος μου για την οποία πληροφορήθηκα κάτι την προηγούμενη Παρασκευή, στις 16/2, θέλω να πω ακριβώς αυτό που μου είπε ο συνήγορος της πολιτικής αγωγής που είναι εδώ, και αν διαφωνεί να με διαψεύσει, αλλά δεν τον βλέπω τώρα, οπότε…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για ποια υπόθεση μιλάτε;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μου είπε επί λέξει το εξής…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κ. Γεωργίου. Μου είπε το εξής: Οτι στη πρώτη δίκη, στη διάρκεια της δίκης, πλησίασε τον Τσελέντη και του είπε το εξής: «Σε απειλεί ο Γιωτόπουλος και ο Τζωρτζάτος;» και αυτός του λέει «όχι, από πού το βγάζεις αυτό;». Λέει «το διάβασα στην εφημερίδα». Λέει «φέρε μου τη». Του πήγε την εφημερίδα, η οποία ήταν η «Απογευματινή» και μετά από μερικές μέρες άρχισε να διαδίδει ότι εγώ τον απειλώ, μέχρι εκείνο το επεισόδιο το οποίο διηγήθηκε. Αυτά τα πράγματα μου τα είπε την Παρασκευή και θέλω να καταγραφούν, διότι έτσι κατασκευάζονται γεγονότα, τα οποία γίνονται γεγονότα μ’ αυτό το σκεπτικό.
Π. ΤΣΕΛΕΝΤΗΣ: Βεβαιώνω ότι δεν έχει γίνει ποτέ αυτό και σε σχέση με το επεισόδιο μπορείτε να διαβάσετε τα πρακτικά της πρώτης δίκης να δείτε ότι και άλλοι το επιβεβαιώνουν.
Ακολούθησε ο Ευστ. Ποταμίτης (Μομφεράτου), η αγόρευση του οποίου, στηριγμένη κυρίως στις καταθέσεις του Τσελέντη, προκάλεσαν την οξεία φραστική αντίδραση των Γιωτόπουλου-Τζωρτζάτου και την αποχώρησή τους τελικά από την αίθουσα. «Αυτό είναι απόδειξη; Να μου αποδείξει ότι έγραφα εγώ», φώναξε ο Γιωτόπουλος, όταν ο δικηγόρος αναφερόταν σε γραφολογικές εξετάσεις. «Ντροπή σου που είσαι δικηγόρος και λες αυτά τα ψέματα, καραγκιόζη… Ντροπή σου! Ντροπή σου! Ξέρεις ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα…Ξεφτιλισμένο υποκείμενο», φώναξε αποχωρώντας ο Τζωρτζάτος.
Ο Β. Δημακόπουλος (Ανδρουλιδάκη) με την ευπρέπεια που τον διακρίνει και τη βαθιά νομική κατάρτιση, απέφυγε κάθε απαξιωτικό χαρακτηρισμό για τους κατηγορούμενους και στάθηκε αυστηρά στα νομικά ζητήματα που σχετίζονται με την υπόθεση, υποστηρίζοντας ότι η πράξη πρέπει να χαρακτηριστεί ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο, μολονότι ο Ανδρουλιδάκης πέθανε στο νοσοκομείο από τραγικά λάθη των γιατρών, διότι υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στους πυροβολισμούς της 17Ν στα πόδια και στο θάνατο του εισαγγελέα, καιρό αργότερα στο νοσοκομείο.
Ο συνήγορος διαφοροποιήθηκε από την εισαγγελική πρόταση σε δύο σημεία. Πρώτο, ζήτησε την καταδίκη Τέλιου για απλή συνέργεια και όχι την αθώωσή του, όπως πρότεινε η εισαγγελέας. Δεύτερο, είχε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση στο ζήτημα της ηθικής αυτουργίας. Δεν προσπάθησε να τη στηρίξει στο γενικό «πατρόν», όπως η εισαγγελική έδρα («ο Γιωτόπουλος ήταν αρχηγός, άρα ηθικός αυτουργός στα πάντα»), αλλά ξεκίνησε από την προανακριτική του Τζωρτζάτου, που αναφέρει ότι «ύστερα από πρότασή τους (του Λουκά και του Λάμπρου) αποφασίσαμε να τραυματίσουμε τον εισαγγελέα Ανδρουλιδάκη στα πόδια γιατί ήταν στυγνός εισαγγελέας και για παραδειγματισμό των υπολοίπων». Κατά τον συνήγορο, «αυτή η επιλογή του στόχου και η προτροπή γενομένη τόσο από τον κύριο Γιωτόπουλο όσο και από τον κύριο Κουφοντίνα θεμελιώνει αποδεικτικώς τον ρόλο του ηθικού αυτουργού στην πράξη». Πρότεινε, δηλαδή, καταδίκη Γιωτόπουλου και Κουφοντίνα ως ηθικών αυτουργών. Ανεξάρτητα από το ότι η πρότασή του στηρίζεται σε ένα παράνομο αποδεικτικό μέσο (προανακριτική Τζωρτζάτου), μεθοδολογικά βρίσκεται στον αντίποδα της εισαγγελικής πρότασης. Γιατί αναζητά αποδεικτικά μέσα για την ηθική αυτουργία σε κάθε περίπτωση και δεν κόβει ένα αυθαίρετο «πατρόν» που εξίσου αυθαίρετα ταιριάζεται σε κάθε περίπτωση. Με τον έμμεσο αυτό τρόπο ο έμπειρος νομικός κατέδειξε ουσιαστικά μια από τις μεγαλύτερες αυθαιρεσίες αυτής της δίκης.
Τέλος, όπως και στην πρώτη δίκη, ο Β. Δημακόπουλος δεν παρέλειψε να σημειώσει καταληκτικά, ότι στην πραγματικότητα δικάζεται ένα φαινόμενο της Ιστορίας και όχι ένα ποινικό φαινόμενο:
«Κύριε πρόεδρε, είχα υποστηρίξει και πρωτοδίκως, καταληκτικώς, σε σχέση με την άποψη που εξέφρασα για την ευθύνη καθενός εκ των κ.κ. κατηγορούμενων κατά τις απόψεις της πολιτικής αγωγής, ότι είναι αλήθεια πως μετέχουμε όλοι μας σε μια διαδικασία που θέτει υπό διερεύνηση τη μακροχρόνια δράση μιας Οργάνωσης, της οποίας η λεπτομερής και ακριβής ιστορική καταγραφή θα γίνει υπό ψύχραιμο βλέμμα και νηφάλιο, από άποψη κοινωνικο-πολιτική και όχι δικαστική, στο μέλλον. Συνέβη στην Ιταλία, συνέβη στη Γερμανία. Ειπώθηκαν τα γεγονότα σε ένα μεταγενέστερο στάδιο, με τη συμμετοχή στην ιστορική ανάλυση και την κοινωνική ανάλυση και εκείνων που μετείχαν στην Οργάνωση και που έδωσαν στοιχεία, επιχειρήματα και σκεπτικό για να συναξιολογηθεί με τις απόψεις όλων των άλλων. Δεν δικαιούμαι να είμαι ένας εκ των καταγραφέων αυτής της κοινωνικο-πολιτικής σημασίας και δράσης αυτής της Οργάνωσης σε αυτή τη δίκη. Αυτή η δίκη περιορίζεται στη διερεύνηση της ποινικά αξιόλογης συμπεριφοράς καθενός εκ των κρινομένων κ.κ. κατηγορούμενων. Βέβαιο είναι, όμως, ότι όπως η δική τους συμπεριφορά αξιολογείται από το Δικαστήριο και έχει αξιολογηθεί και εξακολουθεί να αξιολογείται από το κοινωνικό σύνολο, εξίσου αξιολογείται και η δική μας συμβολή στην εκτίμηση αυτών των πράξεών τους».