Συνεχίζοντας την κριτική του νομοσχεδίου «Δασικά οικοσυστήματα: Ορισμοί, μέτρα προστασίας, ανάπτυξης και διαχείρισης», θυμίζουμε ότι από τις αρχές του περασμένου Μάρτη έχουμε ανοίξει μέτωπο εναντίον εκείνων που έβαλαν στο μάτι 14,5 εκατ. στρέμματα χορτολιβαδικών εκτάσεων, με στόχο να οικοδομήσουν πολυτελείς βίλες, πετρελαϊκές και άλλου είδους εγκαταστάσεις, εμφανιζόμενοι ως ιδιοκτήτες τους.
Σύμφωνα με το δασοκτόνο νόμο 3208/2003 οι εκτάσεις αυτές χαρακτηρίστηκαν μεν ως μη δασικές, όμως η διαχείρισή τους ανατέθηκε στις Διευθύνσεις Δασών. Οποιος διεκδικεί εμπράγματο δικαίωμα επ’ αυτών των εκτάσεων οφείλει να προσφύγει είτε στο Συμβούλιο Ιδιοκτησίας Δασών (ΣΙΔ) είτε άμεσα στα πολιτικά δικαστήρια, διεκδικώντας τίτλο κυριότητας.
Επειδή αυτή η διαδικασία βάζει εμπόδια στους μεγαλοκαπιταλιστές που εποφθαλμιούν τις χορτολιβαδικές εκτάσεις, πίεζαν την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ να ζητήσει από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους να γνωμοδοτήσει για το αν είναι δυνατό να εκδοθεί οικοδομική άδεια στις χορτολιβαδικές εκτάσεις. Το ερώτημα στάλθηκε επί υπουργίας Τ. Μπιρμπίλη. Το ΝΣΚ εξέδωσε τη Γνωμοδότηση 331 (27.6.2011), την οποία έκανε αποδεκτή ο διάδοχός της στο υπουργείο Γ. Παπακωνσταντίνου στις 4 Μάη του 2012. Κάνοντας αποδεκτή αυτή τη Γνωμοδότηση, ο Γ. Παπακωνσταντίνου άνοιγε το δρόμο στους καταπατητές να υλοποιήσουν τα σχέδιά τους.
Συνοπτικά, για να μην πλατειάσουμε και ξεφύγουμε από το θέμα μας, θυμίζουμε ότι στην αρχή αντέδρασαν οι υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου, με εφαρμοστική εγκύκλιο που μπλοκάριζε τη Γνωμοδότηση του ΝΣΚ. Οι υπηρεσιακοί παράγοντες απειλήθηκαν από υψηλόβαθμους υπηρεσιακούς παράγοντες του ΥΠΕΚΑ και αναγκάστηκαν να πάρουν πίσω τη συγκεκριμένη εφαρμοστική εγκύκλιο. Αυτά έγιναν το τελευταίο δεκαήμερο του περασμένου Φλεβάρη. Από τις αρχές Μάρτη αρχίσαμε να παρεμβαίνουμε εμείς, αλλά και υπηρεσιακοί παράγοντες των δασικών υπηρεσιών της περιφέρειας, με δική τους πρωτοβουλία. Θεωρούμε ότι η αρθρογραφία μας συνέβαλε στο να εγείρουν θέμα και οι υπηρεσιακοί παράγοντες, στην κατεύθυνση της κατάργησης αυτής της κατάπτυστης Γνωμοδότησης του ΝΣΚ.
Μετά την πίεση αυτή, αναγκάστηκαν οι ίδιοι παράγοντες να εκδώσουν απόφαση με την οποία καλούσαν τον Ειδικό Γραμματέα Δασών να εκδώσει εφαρμοστική εγκύκλιο, με την οποία ένας ιδιώτης μπορεί να βγάλει οικοδομική άδεια μόνο στην περίπτωση που έχει τελεσίδικη δικαστική απόφαση, σύμφωνα με την οποία η επίδικη χορτολιβαδική έκταση του ανήκει. Από την άλλη, οι υπηρεσιακοί παράγοντες της Διεύθυνσης Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος που θα εξέδιδαν αυτή την εφαρμοστική εγκύκλιο (σύμφωνα με τις υποδείξεις των παραγόντων της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΚΑ), όφειλαν να εξετάζουν με άλλο τρόπο τα στοιχεία που προσκόμιζαν οι ιδιοκτήτες που διεκδικούσαν εμπράγματα δικαιώματα σε περιοχές όπου δεν ίσχυε το τεκμήριο κυριότητας. Το αναφέρουμε γιατί αυτές τις χορτολιβαδικές εκτάσεις τις συσχέτιζαν και με το ζήτημα των κοινοτικών επιδοτήσεων των κτηνοτρόφων.
Την απόφαση αυτή υπέγραφε η τότε Γενική Γραμματέας του ΥΠΕΚΑ Μ. Ευαγγελίδου (βασικά ως «λαγός» του Γενικού Γραμματέα Χωροταξίας και Αστικού Περιβάλλοντος Σωκ. Αλεξιάδη) και απευθυνόταν στον Ειδικό Γραμματέα Δασών Γ. Αμοργιανιώτη. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπαμα, από το οποίο εμμέσως πλην σαφώς προκύπτει, ότι επιδιώκουν να παραδώσουν στους καταπατητές τουλάχιστον τις χορτολιβαδικές εκτάσεις των περιοχών όπου δεν ισχύει το τεκμήριο του δημοσίου, με το πρόσχημα ότι θέλουν να στηρίξουν τις κοινοτικές επιδοτήσεις των κτηνοτρόφων:
«Παράλληλα όμως, (όπως εξετάστηκε και σε πρόσφατη σύσκεψη με τον Γενικό Γραμματέα Αγροτικής Ανάπτυξης κο Κορασίδη και τον Γενικό Γραμματέα Χωροταξίας και Αστικού Περιβάλλοντος κο Αλεξιάδη) στο βαθμό που δεν ισχύει το τεκμήριο της κυριότητας υπέρ του δημοσίου σε ορισμένες περιφέρειες της χώρας, η αναγνώριση της κυριότητας των φερομένων ως ιδιωτικών χορτολιβαδικών εκτάσεων θα μπορούσε να γίνει, από τις δασικές υπηρεσίες, με απλούστερο τρόπο εξέτασης των αποδεικτικών στοιχείων, από ότι με την κρίση του Συμβουλίου Ιδιοκτησίας Δασών του ΑΝ 1539/38. Επιπροσθέτως το θέμα συνδέεται με την προστασία της γεωργικής γης και των χορτολιβαδικών εκτάσεων, όπως επίσης και με το θέμα των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων για την κτηνοτροφία και της σχετικής υποχρέωσης της χώρας να αποσαφηνίσει το καθεστώς των εκτάσεων όπου επιτρέπεται η βόσκηση» (οι εμφάσεις δικές μας).
Η Διεύθυνση Προστασίας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος δεν ήταν δυνατόν να δεχτεί τις παραινέσεις των δύο Γενικών Γραμματέων (Κορασίδη και Αλεξιάδη) για μια πιο χαλαρή εξέταση των στοιχείων για τα εμπράγματα δικαιώματα στις περιοχές που δεν ισχύει το τεκμήριο του δημοσίου, γιατί θα διέπραττε σκαστή παρανομία, εφόσον κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Δεν προβλέπεται διαφοροποίηση εξέτασης των εμπράγματων δικαιωμάτων, ανάλογα με την περιοχή που βρίσκεται η χορτολιβαδική έκταση. Ετσι εξέδωσε την εφαρμοστική εγκύκλιο με αριθμό πρωτοκόλλου οικ. 133340/ 3030/5-7-2013 (υπογράφεται από τον Ειδικό Γραμματέα Δασών), με την οποία μπαίνει φραγμός στις απόπειρες των καταπατητών των χορτολιβαδικών εκτάσεων.
Εκείνη τη χρονική στιγμή η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος δεν τόλμησε να εγείρει θέμα, γιατί η ΔΠΔΦΠ (μαζί και ο Ειδικός Γραμματέας Δασών) αγνόησε τις παραινέσεις των δύο γενικών γραμματέων. Ας σχολιάσουμε αυτές τις παραινέσεις.
Πρώτον, επιτρέπεται η βόσκηση στα δάση και στις δασικές εκτάσεις, κάτω από συγκεκριμένους όρους που καθορίζονται από τις δασικές υπηρεσίες. Η αρμοδιότητα έχει ανατεθεί στους δήμους, επομένως εξασφαλίζεται εδώ και χρόνια η απρόσκοπτη βόσκηση των ζώων, μικρών και μεγάλων. Οπως θα δούμε στη συνέχεια, επί της ουσίας οι δύο γενικοί γραμματείς εγείρουν ιδιοκτησιακό ζήτημα στα δάση, τις δασικές και τις χορτολιβαδικές εκτάσεις.
Δεύτερον, ανακινείται το θέμα των κοινοτικών ενισχύσεων των κτηνοτρόφων όχι άμεσα αλλά έμμεσα, με τη φράση «όπως επίσης και με το θέμα των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων για την κτηνοτροφία». Αν το ζήτημα ήταν πράγματι η διασφάλιση των κοινοτικών ενισχύσεων, τότε θα έλεγαν ευθέως, ότι από το ισχύον νομικό καθεστώς δεν διασφαλίζεται η βόσκηση (κάτι που δεν ισχύει, όπως προαναφέραμε και όπως πολύ καλά γνωρίζουν οι έχοντες σχέση με την ασκούμενη δασική πολιτική).
Τρίτον, δεν είναι τυχαίο ότι θέτουν ιδιοκτησιακό ζήτημα για τις χορτολιβαδικές εκτάσεις που βρίσκονται σε περιοχές όπου δεν ισχύει το τεκμήριο του δημοσίου. Μ’ αυτή τη διαφοροποίηση καρφώνονται.Αποκαλύπτονται οι πραγματικοί στόχοι τους που δεν είναι άλλοι από την ιδιωτικοποίηση των χορτολιβαδικών εκτάσεων (και όχι μόνο) σε όλη την Ελλάδα, χωρίς την παραμικρή καταβολή αντίτιμου.
Το λέμε αυτό, γιατί σε όλη την Ελλάδα, όπου υπάρχουν χορτολιβαδικές εκτάσεις (και όχι μόνο) βόσκουν τόσο τα μικρά όσο και τα μεγάλα ζώα. Αν δεν τους ενδιέφερε το ιδιοκτησιακό καθεστώς των βοσκήσιμων εκτάσεων στην Ελλάδα, δε θα κατέληγαν στην εντολή προς τον Ειδικό Γραμματέα Δασών, ότι το θέμα επιπροσθέτως συνδέεται και με τη σχετική υποχρέωση της χώρας να αποσαφηνίσει το καθεστώς των εκτάσεων όπου επιτρέπεται η βόσκηση. Δεδομένου ότι η χώρα, δηλαδή οι κυβερνήσεις, έχει αποσαφηνίσει ότι η βόσκηση επιτρέπεται στα δάση, τις δασικές και τις χορτολιβαδικές εκτάσεις, εκείνο που θέλουν οι δύο γενικοί γραμματείς είναι να αλλάξει το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δασών, δασικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων στις οποίες θα επιτραπεί η βόσκηση.
Οπως αναφέραμε, οι χορτολιβαδικές εκτάσεις στην Ελλάδα είναι περίπου 14,5 εκατ. στρέμματα. Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης Μ. Κορασίδης ανεβάζει σε 25 εκατ. στρέμματα τις εκτάσεις που πρέπει όχι μόνο να βόσκονται, αλλά και να είναι ιδιωτικές, προκειμένου να μη χαθούν οι κοινοτικές επιδοτήσεις. Παρόλο που οι παραινέσεις τους δεν εισακούστηκαν, οι Μ. Κορασίδης και Σ. Αλεξιάδης δεν παραιτήθηκαν από την επιδίωξη να υφαρπαγούν 25 εκατ. στρεμμάτων δάσους, δασικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων, με σκοπό στην αρχή δήθεν για να βόσκουν τα μικρά και τα μεγάλα ζώα και στη συνέχεια να παραδοθούν στους καταπατητές για βίλες, πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και άλλες επεμβάσεις προς όφελος του μεγάλου κεφαλαίου.
Στο νομοσχέδιο για τα «Δασικά οικοσυστήματα» άλλαξαν ριζικά το άρθρο 103 του Δασικού Κώδικα. Το άρθρο αυτό ανέφερε: «Βοσκή εντός δασών – Παραχώρησις δικαιώματος βοσκής εντός δημοσίων δασών στους δήμους και στις κοινότητες». Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η βοσκή επιτρεπόταν στα δημόσια δάση, κατ’ επέκταση και στις δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις. Αρα, δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα ως προς τη βόσκηση των ζώων στην Ελλάδα. Αν οι Κομισάριοι έθεταν ζήτημα ότι οι βοσκότοποι πρέπει να είναι ιδιόκτητοι, οι υπουργοί Γεωργίας όφειλαν να τους ενημερώσουν, ότι όλα τα σχετικά άρθρα του νόμου 1734/1987, που ρύθμιζαν το ζήτημα της οριοθέτησης των βοσκότοπων στην Ελλάδα, κρίθηκαν αντισυνταγματικά και έτσι τα δάση, οι δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις δεν μπορούσαν να οριοθετηθούν ως βοσκότοποι αποκλειστικά, γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στον αποχαρακτηρισμό τους και στην αλλαγή χρήσης. Επρεπε ακόμη να τους ενημερώσουν ότι η βόσκηση στην Ελλάδα διεξαγόταν κανονικά και χωρίς προβλήματα.
Τι αλλάζουν στο άρθρο 103 του Δασικού Κώδικα; Παραθέτουμε ένα απόσπασμα:
«Αρθρο 103 – Δημόσιοι βοσκότοποι. Ρύθμιση βοσκής.
1. Δημόσιοι βοσκότοποι είναι οι δημόσιες βοσκήσιμες γαίες, στις οποίες αναπτύσσεται αυτοφυής ή μη βλάστηση ποώδης, φρυγανική ή ξυλώδης με θαμνώδη ή αραιά δενδρώδη μορφή ή μεικτή… Κατασκευές ή εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν τη λειτουργία του βοσκότοπου και την καλύτερη διαβίωση ανθρώπων και ζώων είναι επιτρεπτές».
Είναι φανερή η στόχευση των Μ. Κορασίδη και Σ. Αλεξιάδη να επαναφέρουν αρχικά σε μερική ισχύ καταργημένες διατάξεις του νόμου 1734/1987. Διατάξεις που όπως είπαμε κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές με τις αποφάσεις 664/1990 και 370/1997 του ΣτΕ. Μάλιστα το ΣτΕ είχε υποχρεώσει στις 20 Νοέμβρη του 2003 τον υπουργό Γεωργίας να ορίσει τον προϊστάμενο του Τμήματος Ορεινών Βοσκοτόπων ως τον αρμόδιο που θα συνεργαζόταν με την επιτροπή του ΣτΕ που είναι αρμόδια για τον έλεγχο της εφαρμογής των αποφάσεων.
Ο Μ. Κορασίδης, ως γενικός γραμματέας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ήταν υποχρεωμένος να εφαρμόζει τις αποφάσεις του ΣτΕ και κατά συνέπεια να μην πιέζει άλλους υπουργούς και γενικούς γραμματείς να οριοθετήσουν ως βοσκότοπους στην Ελλάδα δάση, δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις. Αυτός όμως αγνόησε τις νομικές δεσμεύσεις και απαγορεύσεις και προχώρησε σε μερική οριοθέτηση εισάγοντας σε πρώτη φάση δύο πολύ σημαντικά στοιχεία: Πρώτον, άλλαξε τον τίτλο του άρθρου 103 από «Βοσκή εντός δασών-Παραχώρισις δικαιώματος βοσκής εντός δημοσίων δασών» σε «Δημόσιοι βοσκότοποι. Ρύθμιση βοσκής». Δεύτερον,εισήγαγε στην παράγραφο 1 του νέου άρθρου 103 μια μεγάλη παράγραφο του άρθρου 1 του νόμου 1734/1987, που κρίθηκε αντισυνταγματική. Εισήγαγε ακόμη διάταξη σύμφωνα με την οποία είναι επιτρεπτή στους βοσκότοπους η κατασκευή εγκαταστάσεων για την καλύτερη διαβίωση και των ανθρώπων!
Ετσι, όχι μόνο οριοθετούν τους βοσκότοπους σε δάση, δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις, αλλά και επιτρέπουν στους μεγαλοκτηνοτρόφους να κατασκευάζουν βιλάρες για την… καλύτερη διαβίωσή τους. Οι κύριοι γενικοί γραμματείς δεν πρωτοτυπούν με την εισαγωγή αυτών των φαινομενικά αθώων διατάξεων. Είναι γνωστή από παλιά η μέθοδος διάφορων τύπων να κατασκευάζουν στην αρχή ένα εκκλησάκι σε δάσος και στη συνέχεια να ξεκινά η παράνομη δόμηση. Κάπως έτσι το πάνε και οι κύριοι αυτοί, που συλλαμβάνονται επ’ αυτοφόρω.
Δεν υπήρχε κανένας άλλος λόγος να εισάγουν διάταξη για τη δυνατότητα επεμβάσεων στα δάση και δασικές εκτάσεις για την κατασκευή εγκαταστάσεων για τα ζώα, γιατί αυτό προβλέπεται στο ίδιο νομοσχέδιο με το άρθρο 47α και με τίτλο «Κτηνοτροφική εκμετάλλευση». Και βέβαια, αυτή η δυνατότητα δεν εισάγεται για πρώτη φορά τώρα. Ο μόνος λόγος για την εισαγωγή αυτής της διάταξης είναι για ν’ ανοίξει ο δρόμος για την αλλαγή χρήσης δασών και δασικών εκτάσεων που οριοθετούνται ως βοσκότοποι.Ας μην αυταπατώνται, όμως. Αυτές οι πονηρές διατάξεις, και αν ακόμη ψηφιστούν, δε θα μπορέσουν να περάσουν.
Θα επανέλθουμε, όμως, στην κριτική αυτού του δασοκτόνου νομοσχεδίου, γιατί έχουμε να πούμε πολλά ακόμη.
Γεράσιμος Λιόντος