Τα πράγματα σχετικά με το άνοιγμα των σχολείων ανέλαβε να διορθώσει ο Τσιόδρας, προφυλάσσοντας ταυτόχρονα τον εαυτό του από ενδεχόμενες μελλοντικές κακοτοπιές, λόγω της πολιτικής που επέλεξε το υπουργείο Παιδείας για το επόμενο διάστημα, πάντα «με τη σύμφωνη γνώμη των ειδικών» (για να μην ξεχνιόμαστε), όπως υπενθυμίζει η Κεραμέως.
Ο Τσιόδρας επέλεξε για την περίσταση το ύφος του παιδαγωγού, διανθισμένο με συναισθηματικές εξάρσεις, και όχι του τιμωρού, σε αντίθεση με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Πέτσα και τις Κεραμέως – Ζαχαράκη, που κρατούσαν το μαστίγιο.
Θυμίζουμε τα λεγόμενα όλων:
Πέτσας: «Θα υπάρχει πλέγμα κυρώσεων που θα ανακοινωθεί τις επόμενες ημέρες».
Κεραμέως: Οι μαθητές που δεν θα φορούν μάσκα «δεν θα συμμετέχουν στο μάθημα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται».
Ζαχαράκη: «Το σχολείο θα έχει κανόνες που θα ισχύουν για όλους». Αλλωστε «η χρήση μάσκας είναι απαραίτητη σε όλους τους κλειστούς χώρους στην καθημερινότητα όλων μας».
Τσιόδρας: «Φυσικά και στα μικρά παιδιά, ιδιαίτερα στα νήπια, στα παιδιά των πρώτων τάξεων του Δημοτικού, η χρήση της έχει πολλαπλά εφαρμοστικά προβλήματα. Και θα έχει περισσότερο εκπαιδευτικό χαρακτήρα…
Στα μικρά παιδιά θα χρησιμοποιήσουμε το παιχνίδι. Στα μεγαλύτερα θα τα ωθήσουμε στην αναζήτηση της σωστής πληροφορίας…
Τα παιδιά βασίζονται στην επιβράβευση. Με την επιβράβευση είναι πιο εύκολο για αυτά να υιοθετήσουν μια συμπεριφορά. Οφείλουμε να τους τη δώσουμε όταν χρησιμοποιούν τη μάσκα, αντί για την τιμωρία ή την απουσία αν δεν τη χρησιμοποιούν. Είναι μία άλλη αντίληψη, την οποία καλλιεργεί κανείς ελεύθερα…
Θεωρώ ότι όση περισσότερη επικοινωνία έχουμε με ένα νέο άνθρωπο ακούγοντάς τον, παρά καθοδηγώντας τον ή συμβουλεύοντάς τον, περισσότερο να ακούμε παρά να μιλάμε, τόσο καλύτερο είναι το αποτέλεσμα. Αυτή είναι η δική μου φτωχή εμπειρία.
Τώρα, όσον αφορά στο πώς θα γίνει στην πράξη αυτό στο σχολείο, χωρίς αντιδράσεις και χωρίς να τονίζεται το τιμωρητικό, αλλά να τονίζεται η ασφάλεια όλων, αυτό είναι ένα γενικότερο θέμα της κοινωνίας μας»].
Ο Τσιόδρας το έπραξε αυτό κατόπιν των αντιδράσεων που ξεσηκώθηκαν ακόμα και από τα αστικά ΜΜΕ για το ύφος και τα απειλητικά μηνύματα προς μαθητές και γονείς από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και τον Πέτσα. Διότι αντιλαμβάνεται ότι η τακτική του μαστίγιου μπορεί να επιφέρει αντίθετα αποτελέσματα, ειδικά στις νεαρές ηλικίες, όπου το «αίμα βράζει».
Και αυτό θα προστεθεί στις ήδη κάκιστες συνθήκες κάτω από τις οποίες επιλέχθηκε να ανοίξουν τα σχολεία. Ειδικά στα ζητήματα της λειτουργίας με πλήρη σύνθεση των τμημάτων (25, 26, 27 μαθητές στα μεγάλα αστικά κέντρα), για να μη μιλήσουμε για τις ανεπαρκέστατες κτιριακές εγκαταστάσεις, το προσωπικό και τις συνθήκες καθαριότητας, τις συνθήκες προφύλαξης του γερασμένου εκπαιδευτικού προσωπικού και του προσωπικού με υποκείμενα νοσήματα κ.λπ.
Ο Τσιόδρας -που σε αυτήν τη φάση έχει επιλέξει μια προς τα έξω «αποστασιοποίηση» από την κυβερνητική πολιτική (έχει παραδεχτεί ο ίδιος ότι τρεις φορές την εβδομάδα συμμετέχει σε τηλεδιάσκεψη με τον Μητσοτάκη), αφού παραεξευτελίστηκε μετατρέποντας την επιστήμη σε ασπίδα της κυβερνητικής πολιτικής στο ζήτημα της πανδημίας, «άδειασε» και τον Μαγιορκίνη.
Ιδού ο χαρακτηριστικός διάλογος με δημοσιογράφο, κατά την ενημέρωση της 1ης του Σεπτέμβρη:
Ι. ΑΛΕΙΦΕΡΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε Καθηγητά, παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς να εκφράζουν τις ενστάσεις τους για το θέμα των αποστάσεων, του συνωστισμού μέσα στις σχολικές αίθουσες. Πριν από λίγες μέρες ακούσαμε τον καλό σας συνάδελφο, τον κ. Μαγιορκίνη, να λέει ότι από μελέτη που έχει γίνει δεν φαίνεται να παίζει τόσο μεγάλο ρόλο η απόσταση το να έχουμε λιγότερους μαθητές μέσα σε μια τάξη. Ωστόσο άλλοι συνάδελφοί σας διατυπώνουν διαφορετικές απόψεις και την ίδια ώρα βλέπουμε πως και σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στην Ιταλία, αναφέρεται ότι εάν τηρούνται οι αποστάσεις πιθανώς ακόμα να μην χρειάζονται και οι μάσκες. Τελικά τι από όλα ισχύει; Γιατί και οι γονείς είναι μπερδεμένοι αυτή την στιγμή. Τι πρέπει να πούμε απέναντι στους γονείς που αγωνιούν;
Σ. ΤΣΙΟΔΡΑΣ: Είναι πολύ καλή η ερώτησή σας και τονίζει αυτό που είπα. Οτι όλα τα μέτρα δρουν συνεργικά το ένα με το άλλο. Και ότι μια μάσκα από μόνη της, δεν καταργεί την ανάγκη της απόστασης. Και ότι όπου είναι εφικτό να εφαρμόζεται αυτή η απόσταση, πρέπει να εφαρμόζεται, ανεξάρτητα αν κάποιες μαθηματικές εκτιμήσεις δείχνουν το ένα ή το άλλο αποτέλεσμα.
Εγώ είπα ότι κάθε μέτρο κρίνεται από την εφαρμοσιμότητά του. Και φυσικά, αν μπορεί να διατηρηθεί αυτή η απόσταση του ενός μέτρου μεταξύ του θρανίου ή 1,5 προς 2 μέτρα μεταξύ των μαθητών που κάθονται στα διπλανά θρανία, είναι πάρα πολύ σημαντικό μέτρο.
Και φυσικά, όπου μπορεί να εφαρμοστεί πρέπει να εφαρμοστεί, και όπου μπορεί να γίνει κάτι ακόμα καλύτερο, και εκεί τοπικά, να ανευρεθεί αυτή η λύση και να γίνει αυτό το καλύτερο βήμα.
Θα εκμεταλλευτούμε τις οδηγίες, όχι για να βρούμε προβλήματα, αλλά για να βρούμε λύσεις. Και νομίζω και ο κ. Μαγιορκίνης αυτό το αποδέχεται και πρέπει να τον ρωτήσετε, την Παρασκευή νομίζω θα είναι εδώ.
Αλλά όταν τον ρωτήσετε, δεν νομίζω ότι μια μαθηματική εκτίμηση, ένα μαθηματικό μοντέλο αναιρεί την προσπάθεια όλων μας να βρούμε την λύση, την καλύτερη δυνατή λύση η οποία περιλαμβάνει φυσικά την απόσταση και τα άλλα μέτρα, τους κανόνες υγιεινής, ακόμα και το πόσες φορές πλένουν τα χεράκια τους τα παιδάκια στο σχολείο, έχει αρχίσει να καθορίζεται από κάποιες οδηγίες» (όλες οι εμφάσεις δικές μας).
Ο Τσιόδρας διάλεξε και πάλι τη γραμμή «και με τον αστυφύλαξ και με τον χωροφύλαξ». Από τη μια δεν καταφέρεται ευθέως και κάθετα κατά της κυβερνητικής πολιτικής που ανοίγει τα σχολεία με τμήματα σε πλήρη σύνθεση, αυξάνοντας πολλαπλά τους κινδύνους, προσφέρει και κάλυψη σ’ αυτή την πολιτική, μιλάει για συνδυασμό των προστατευτικών μέτρων (αποστάσεις, μάσκα, κανόνες υγιεινής-χεριών, κ.ά-) και από την άλλη καταρρίπτει «ευγενικά» τα έωλα επιχειρήματα Μαγιορκίνη, που στηρίζονται δήθεν σε «μαθηματικά μοντέλα».
Τελικά αποδεικνύεται πιο πονηρός, παίρνοντας μαθήματα από το πρόσφατο παρελθόν και τη διαχείριση που έκανε προσωπικά στο θέμα.
ΥΓ. Σύμφωνα με τα στοιχεία του αιρετού στο ΚΥΣΔΕ Νεκτάριου Κορδή, «το 90% των μαθητών Γυμνασίου και Λυκείου (1.000.000 μαθητές) βρίσκονται σε τάξεις με αριθμό μαθητών άνω του ‘’μέσου όρου’’ της κας Κεραμέως».
Γιούλα Γκεσούλη