Το «Προσχέδιο Πρότασης» για την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου της δομής και λειτουργίας των ΑΕΙ, όπως υποκριτικά εμμένει να το εμφανίζει η κυβέρνηση, είναι ένα πλήρες νομοτεχνικά επεξεργασμένο κείμενο, ένα κανονικό νομοσχέδιο δηλαδή. Τούτο υποδηλώνει και τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης να προχωρήσει στο αμέσως επόμενο διάστημα στην ψήφισή του, με ελάχιστες ίσως επουσιώδεις αλλαγές στα σημεία, που θα εμφανιστούν ως προϊόντα του νέου γύρου του προκατασκευασμένου «διαλόγου», του οποίου τη χρονική διάρκεια αρνείται ακόμη και σήμερα να προσδιορίσει, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να ψηφιστεί το νομοσχέδιο και μέσα στο καλοκαίρι, με παράταση της ολομέλειας της βουλής.
Το στοιχείο αυτό, όπως και οι ρυθμίσεις του ίδιου του νομοσχέδιου, που επί της ουσίας είναι ίδιες με αυτές που ως τώρα τεχνηέντως διέρρεαν, αποδεικνύουν ότι όσα σκοπίμως ή μη διαδίδονται περί νίκης του φοιτητικού κινήματος δεν έχουν καμιά βάση αλήθειας και ενισχύουν την πρόταση προς τους φοιτητές ότι τώρα είναι η ώρα να τα «δώσουν όλα».
Τα «ατού» του νομοσχέδιου
Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση δεν έχει στα χέρια της παρά ελάχιστα «ατού» για να παίξει το επικοινωνιακό της παιχνίδι. Θέλησε να εμφανιστεί ότι έστησε ευήκοο ους στις καταλήψεις των φοιτητών όλο αυτό το διάστημα και ότι πήρε υπόψη της τις αντιρρήσεις τους, όμως το νομοσχέδιο τη διαψεύδει οικτρά. Το μόνο σημείο στο οποίο «υποχώρησε» η κυβέρνηση, σε σχέση με αυτά που αρχικά διέρρεε, και το οποίο θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί προπαγανδιστικά, είναι ότι δίνει το δικαίωμα στους φοιτητές να διακόψουν με έγγραφη αίτησή τους τις σπουδές για όσα εξάμηνα επιθυμούν, ενώ η αρχική διατύπωση προέβλεπε τέσσερα το πολύ εξάμηνα. Οπως επίσης ότι απάλειψε τελείως την παράγραφο που αναγνώριζε ως εργαζόμενο μόνο το φοιτητή που καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών του είχε αθροιστικά ένα τουλάχιστον έτος πλήρη απασχόληση με ασφαλιστική κάλυψη (πράγμα φυσικά αδύνατον για τη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, όπως γνωρίζετε). Ομως και αυτά έχουν ελάχιστη πραγματικά σημασία, αφού ακόμη και οι εργαζόμενοι φοιτητές, που θα θέλουν ταυτόχρονα να σπουδάζουν, έχουν δικαίωμα να παρατείνουν τις σπουδές τους για ένα μόνο έτος, ενώ το «δικαίωμα» αυτό σε κάθε περίπτωση θα κριθεί ατομικά για τον καθένα με απόφαση της Συγκλήτου και πλήρως αιτιολογημένη σχετική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος, ενώ και αυτοί εμπίπτουν στις γενικές διατάξεις για το ανώτατο όριο σπουδών, που δεν αφήνει απέξω καμιά κατηγορία φοιτητών, ούτε τους νεοεισερχόμενους στα ΑΕΙ ούτε τους ήδη φοιτούντες.
Ακόμη και η ρύθμιση για τα «δωρεάν συγγράμματα», με την οποία προσπάθησε να παίξει επικοινωνιακά η κυβέρνηση, λοιδορώντας αυτούς που διέδιδαν την κατάργησή τους, αποδεικνύεται ότι δεν είναι και τόσο αγνή και καθαρή, ενώ, όπως θα δούμε παρακάτω, ανοίγει διάπλατα τα πορτοπαράθυρα στην κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων.
Τα της συμμετοχής του συνόλου των φοιτητών στις εκλογές των πρυτανικών αρχών συγκινούν μόνο εκείνους που χάφτουν το παιχνίδι της «άμεσης δημοκρατίας» σε ένα στημένο από πριν και από άλλους σκηνικό, που έχει στόχο, όπως και πριν, να καταστήσει τους φοιτητές συνυπεύθυνους στο έργο που υφαίνεται εναντίον τους.
Σε αντίθεση με τα ελάχιστα στρογγυλέματα που επεχείρησε η κυβέρνηση, το νομοσχέδιο εισάγει στοιχεία, που αλλάζουν τελείως το τοπίο στην ανώτατη εκπαίδευση και προκαταλαμβάνουν την προϊούσα αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος
Ας δούμε λοιπόν το νομοσχέδιο βήμα, βήμα, ακολουθώντας τη ροή των διατάξεών του.
Αποστολή των ΑΕΙ
Στο άρθρο αυτό (άρθρο 1) μπαίνουν οι βάσεις για την εξισορρόπηση των διατάξεων μεταξύ των νόμων που ρυθμίζουν τη δομή και λειτουργία των ΑΕΙ με την επικείμενη αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος.
Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του παλιού νόμου 1268 (νόμος πλαίσιο), που όριζε ότι «το κράτος έχει την υποχρέωση να παρέχει την ανώτατη εκπαίδευση σε κάθε έλληνα πολίτη που το επιθυμεί» απαλείφθηκε, ενώ υπάρχει μόνο η συνέχεια της ξερής αναφοράς ότι «η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται από τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα». Η απάλειψη της υποχρέωσης του κράτους γίνεται σκόπιμα, για να συνδεθεί στη συνέχεια με τη δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση.
Στο άρθρο αυτό δίνεται το στίγμα του Πανεπιστήμιου που επιθυμεί να επιβάλλει η θατσερικής έμπνευσης νεοευρωπαϊκή πολιτική. Υποβαθμίζεται η κοινωνική διάσταση στην αποστολή των ΑΕΙ να διαμορφώνουν υπεύθυνους ανθρώπους με επιστημονική, πολιτιστική και πολιτική συνείδηση (απαλείφεται τελείως ο σχετικός όρος), ενώ και η υποχρέωση της προσφοράς «άρτιας κατάρτισης» πάει περίπατο, αφού το νέο τοπίο που διαμορφώνει η Μπολόνια είναι οι τριετείς σπουδές με ημερομηνία λήξης και η μεταφορά βασικής γνώσης στα μεταπτυχιακά, στα οποία θα έχουν πρόσβαση ελάχιστοι φοιτητές.
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι προστίθεται στην αποστολή των ΑΕΙ η «προσήλωση στις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης». Και μόνο η αναφορά του σχετικού όρου, που παραπέμπει ευθέως στις επιχειρήσεις, μαρτυρά το πώς νοεί η κυβέρνηση το νέο Πανεπιστήμιο. Οι εργαζόμενοι πλήρωσαν σκληρά την παραπλάνησή τους από αφεντικά και συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που τους ωθούσαν να προβάλλουν ως λόγο διατήρησης της θέσης εργασίας τους τη «βιωσιμότητα» της επιχείρησής «τους». Το αποτέλεσμα ήταν να πεταχτούν στο καναβάτσο της ανεργίας. Σηματοδοτεί, λοιπόν, αυτή η αναφορά την ανάλογη αντιμετώπιση των ΑΕΙ που δεν θα κατορθώνουν να επιβιώσουν, μετά την ατυχή έκβαση των τετραετών ακαδημαϊκών-αναπτυξιακών προγραμμάτων, όπως θα δούμε παρακάτω, και την αξιολόγησή τους.
Διάρθρωση των ΑΕΙ
Στο άρθρο αυτό προαναγγέλλεται επίσης η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος και προβλέπεται -χωρίς φυσικά να αναφέρεται- η κατάργηση της παραγράφου 7 του άρθρου 16. Η παράγραφος αυτή, που περιείχε τη διάκριση ανάμεσα σε ανώτατη και ανώτερη εκπαίδευση, καθόριζε ότι τα ανώτερα ιδρύματα (εν προκειμένω τα ΤΕΙ) δε μπορούν να έχουν διάρκεια σπουδών πάνω από 3 χρόνια.
Το άρθρο το νομοσχεδίου της Γιαννάκου αναφέρει ότι «τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 5 του Συντάγματος, είναι τα ιδρύματα της ανώτατης εκπαίδευσης, η οποία αποτελείται από δύο παράλληλους τομείς : α) τον πανεπιστημιακό τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει τα Πανεπιστήμια, τα Πολυτεχνεία και την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και β) τον τεχνολογικό τομέα, ο οποίος περιλαμβάνει τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Ευθυγραμμίζεται δηλαδή το νομοσχέδιο με τον νόμο 2916 για την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ, μόνο που τώρα δρα ως προπομπός και για το Σύνταγμα, αφού φροντίζει να επικαλεστεί και «την έννοια του άρθρου 16». Οι σπουδαστές των ΤΕΙ και οι οπαδοί της «ανωτατοποίησής» τους ας μην επιχαίρουν γι’ αυτό, γιατί η διάταξη αυτή, όπως και η αναφορά στο Σύνταγμα και η απάλειψη της παραγράφου 7 του Συντάγματος για μέγιστο όριο σπουδών στα ανώτερα ιδρύματα στα τρία χρόνια, θα ανοίξουν το δρόμο στη Μπολόνια και τους δυο κύκλους της (τον πρώτο, τον προπτυχιακό 3ετούς διάρκειας) και συνεπώς τη συνολική υποβάθμιση των ανώτατων σπουδών.
Πανεπιστημιακό άσυλο
Η κυβέρνηση δεν τόλμησε να αναφέρει ρητά στη διάταξη του νόμου την επέμβαση των δυνάμεων καταστολής, χωρίς την άδεια του αρμόδιου οργάνου, για απλό πλημμέλημα. Ομως, φρόντισε να το επιτρέψει στην ουσία στην πράξη, με τη μετάθεση της αρμοδιότητας για το άσυλο στο Πρυτανικό Συμβούλιο (πενταμελές όργανο), όπου η απόφαση παίρνεται με απλή πλειοψηφία και με την ενίσχυση της επιχειρηματολογίας της με αναφορές όπως: «στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα κατοχυρώνεται η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και διδασκαλία καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών με σεβασμό στις ανθρώπινες αξίες» (σ.σ. ο σεβασμός στις ανθρώπινες αξίες αποτελεί προσθήκη) ή «το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει». Η προσθήκη της παρουσίας εκπροσώπου της δικαστικής αρχής κατά την άρση του ασύλου είναι μόνο προπέτασμα καπνού, καθώς όλοι γνωρίζουμε ότι το ξύλο πέφτει στις διαδηλώσεις παρουσία εισαγγελέα, ότι στην εισβολή των ΜΑΤ στο Πολυτεχνείο το ’95 παρίστατο εισαγγελέας, ενώ πολλά εγκλήματα της «τυφλής δικαιοσύνης» γίνονται με τη συνδρομή των δικαστικών αρχών. Στο μυαλό μας υπάρχουν πάντα τα «επιχειρήματα» της εξουσίας, όταν διάφοροι σέρνονται στα δικαστήρια και καταδικάζονται με βαριές ποινές, γιατί οι μπάτσοι τους φόρτωσαν το πέταγμα μιας πέτρας ή μιας μολότοφ (όλα αυτά βαφτίζονται όπλα που μπορούν να στοιχειοθετήσουν εγκλήματα κατά της ζωής). Και υπό την «ευρεία έννοια», που τα χωράει όλα μέσα, και η διακοπή με δυναμικό τρόπο μιας συνεδρίασης Συγκλήτου ή η κατάληψη δημόσιου κτιρίου μπορεί να θεωρηθεί «μη σεβασμός στις ανθρώπινες αξίες».
Πού βρίσκεται η ουσία; Στη φράση «έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει». Μέχρι τώρα, η προπαγάνδα υποστήριζε ότι κάτι πρέπει ν’ αλλάξει στο άσυλο, επειδή αυτό παραβιάζεται από «εξωπανεπιστημιακά στοιχεία», που προβαίνουν σε «έκνομες πράξεις». Τώρα, το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στην ίδια την ακαδημαϊκή κοινότητα, στους αγώνες και τις δραστηριότητές της. Μια κατάληψη είναι μια «έκνομη πράξη». Αρα, ένα μικρό κογκλάβιο ανθρώπων θα μπορεί να μπάζει τα ΜΑΤ για να τη σπάσουν, με το πρόσχημα ότι «παρεμποδίζει την ομαλή λειτουργία των πανεπιστημίων». Μια απεργία που τα δικαστήρια την κηρύσσουν «παράνομη και καταχρηστική» θα μπορεί επίσης να επιφέρει την εισβολή των ΜΑΤ «προς αποκατάσταση της τάξης». Είναι τόσο γενική αυτή η διατύπωση που χωράει τα πάντα. Τα εμπόδια που έως τώρα έφερνε η ύπαρξη του ασύλου στην καταστολή φεύγουν από τη μέση και -όπως εύστοχα σημείωσε ένας πανεπιστημιακός- το άσυλο γίνεται μπαμπούλας για τους φοιτητές.
Αλλωστε, το πώς αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση την περιφρούρηση των ανώτατων ιδρυμάτων φαίνεται και από το επόμενο άρθρο (άρθρο 4), όπου η κατάρτιση του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας κάθε ιδρύματος περιλαμβάνει και «τη φύλαξη του ιδρύματος και της περιουσίας του με τον προσφορότερο τρόπο» (security κ.λπ.).
Τετραετές ακαδημαϊκό-αναπτυξιακό πρόγραμμα
Καθυποταγμένο στη σταθερή πολιτική της υποχρηματοδότησης, η οποία θα βαίνει μειούμενη, όσον αφορά την κρατική οικονομική ενίσχυση των ΑΕΙ, και τη δαμόκλειο σπάθη της αξιολόγησης θα είναι το δημόσιο πανεπιστήμιο. Αυτή τη σημασία έχει η κατάρτιση τετραετούς ακαδημαϊκού-αναπτυξιακού προγράμματος από κάθε ακαδημαϊκή μονάδα, το οποίο θα υποβάλλεται στο υπουργείο Παιδείας. Η συμφωνία αυτή μεταξύ ΑΕΙ και κυβέρνησης είναι «δεσμευτική», όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο για τα δύο μέρη, όμως εμάς μας ενδιαφέρει η πλευρά της εξουσίας, που έχει και το πεπόνι και το μαχαίρι. Ορίζει, προφανώς, άξονες δράσης και λειτουργίας του Πανεπιστήμιου, πάνω στους οποίους πρέπει να συμφωνεί και η κυβέρνηση και τα μεγάλα αφεντικά της ΕΕ, που χαράζουν τις κατευθύνσεις πάνω στις οποίες πρέπει να κινηθούν τα Πανεπιστήμια (βλέπε Μπολόνια, Βερολίνο, Πράγα, Μπέργκεν και πάει λέγοντας) και τα κριτήρια αξιολόγησης των πανεπιστημίων, σύμφωνα με το βαθμό ικανοποίησης των αναγκών της αγοράς. Και ορίζει και τις ποινές που θα υφίσταται το Ιδρυμα αν δεν κατορθώσει μέσα σ’ αυτά τα τέσσερα χρόνια να τηρήσει και διεκπεραιώσει τα συμπεφωνημένα με το κράτος. Αυτό δεν ομολογείται καθαρά στο άρθρο αυτό, όμως η αναφορά σε επόμενο άρθρο (άρθρο 7) ότι «τα ΑΕΙ επιχορηγούνται από το Κράτος για την εκπλήρωση της αποστολής τους με βάση γενικές αρχές που καθορίζονται σε συνεργασία μεταξύ Κράτους και ιδρυμάτων, λαμβανομένων υπόψη και των τετραετών ακαδημαϊκών-αναπτυξιακών προγραμμάτων τους και των συναφθεισών προγραμματικών συμφωνιών» καταστεί σαφές ότι η χρηματοδότηση θα συναρτάται από το αποτέλεσμα της διεκπεραίωσης του τετραετούς προγράμματος. Και από δω και μπρος ανοίγει ο δρόμος για την κατηγοριοποίηση των Ιδρυμάτων.
Η διάταξη αυτή του νομοσχέδιου κάνει σκόνη και τις διακηρύξεις περί «ενίσχυσης της αυτοτέλειας» των ΑΕΙ και αποδεικνύει ότι αυτή είναι ψευδεπίγραφη και η επίκλησή της διαβατήριο για την ώθηση των Πανεπιστημίων σε αναζήτηση πόρων εκτός κράτους, από κεφάλαιο, επιχειρήσεις, ιδιώτες και άλλους «ευγενικούς χορηγούς».
Μάνατζερ στα Πανεπιστήμια
Για να μην προγκίξουν οι αναγνώστες του νομοσχέδιου, η κυρία Γιαννάκου εφηύρε την κομψή ορολογία του «εκτελεστικού διευθυντή οικονομικών και διοικητικών υποθέσεων». Ο οποίος, και πάλι για να μην προκαλεί, θα λογοδοτεί στη Σύγκλητο και θα εποπτεύεται από τον Πρύτανη. Θα είναι όμως τόση η εξουσία του Πρύτανη επάνω του, που για να τον απολύσει απαιτείται «αιτιολογημένη απόφαση της Συγκλήτου για σπουδαίο λόγο». Ο μάνατζερ είναι απαραίτητος, όταν το Πανεπιστήμιο θεωρείται πια Επιχείρηση που λειτουργεί με τα κριτήρια μιας καπιταλιστικής επιχείρησης, οι φοιτητές «πελάτες» και η μόρφωση εμπόρευμα που πουλιέται και αγοράζεται από τους έχοντες και κατέχοντες.
Τη διάσταση αυτή εισάγει και το επόμενο άρθρο 12 για τις ανταποδοτικές υποτροφίες και τα δάνεια προς τους φοιτητές με οικονομικά προβλήματα.
Ανταποδοτικές υποτροφίες – Εκπαιδευτικά δάνεια
Η μέριμνα του κράτους προς τα φτωχά παιδιά, που είχαν την «τύχη» να σπουδάσουν, εξαντλείται στις ανταποδοτικές υποτροφίες και τα δάνεια. Η αξία που θεωρούσε την Πανεπιστημιακή Παιδεία δωρεάν θεωρείται παρωχημένη. Η διάταξη αυτή υπογραμμίζει από τη σκοπιά της την εμμονή στη σταθερή κρατική υποχρηματοδότηση των ΑΕΙ και μαζί με όλες τις ρυθμίσεις για τη φοιτητική μέριμνα (συγγράμματα, μετακινήσεις, σίτιση, στέγαση) λειτουργεί στο δίπολο ιδιωτικοποιημένα δημόσια πανεπιστήμια και ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Οι φτωχοί φοιτητές αντιμετωπίζονται ως προϊόντα από τα οποία και πάλι το κράτος μπορεί να αποκομίσει κέρδη. Η χειρονομία της «υποτροφίας» συνοδεύεται με την υποχρέωση για ανταπόδοση της προσφοράς με τσάμπα εργασία (και των προπτυχιακών φοιτητών, κάτι που τώρα γίνονταν στους μεταπτυχιακούς φοιτητές) σε διάφορες υπηρεσίες του Πανεπιστήμιου έως και 40 ώρες μηνιαίως. Τα δε άτοκα δάνεια θα καταβάλλονται από τον «ευεργετηθέντα» 5 χρόνια μετά την άσκηση επαγγέλματος και σε κάθε περίπτωση μέσα σε 15 χρόνια από τη λήψη του δανείου. Αλλά και πάλι τούτα τα δάνεια, που θα κρατούν σκλάβο το νεαρό εργαζόμενο, δεν θα του δίνονται στη διάρκεια της φοιτητικής του ιδιότητας αν δεν έχει εξεταστεί με επιτυχία σε όλα τα υποχρεωτικά μαθήματα του προηγούμενου από το εξάμηνο στο οποίο φοιτά και δεν έχει υπερβεί τον ανώτατο χρόνο σπουδών. Αλλά και η τμηματική καταβολή του δανείου θα εξαρτάται από την επιτυχή πρόοδο των σπουδών του ανά εξάμηνο.
Ανώτατη διάρκεια φοίτησης
Το άρθρο αυτό είναι ένα από αυτά που συνιστούν το βαρύ πυροβολικό της κυβέρνησης. Σκοπός του είναι να πετάξει έξω απ’ τα Πανεπιστήμια χιλιάδες φοιτητές, να χτυπήσει την ιστορικά διαμορφωμένη τάση της ελληνικής εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακές σπουδές. Η τάση αυτή επιχειρείται να ανακοπεί ταυτόχρονα και από «κάτω», με τη ρύθμιση για το βαθμολογικό πλαφόν (βάση 10) για την είσοδο στα ΑΕΙ-ΤΕΙ και τον «ανώτατο αριθμό εισακτέων». Σκοπός του είναι να στείλει μήνυμα στα φτωχολαϊκά στρώματα ότι η πανεπιστημιακή Παιδεία αφορά μόνο μια προνομιούχα ελίτ και ότι όλοι οι φτωχοί και καταφρονεμένοι καιρός είναι να διαγράψουν μια και καλή τα όνειρά τους να σπουδάσουν και να ξεφύγουν (;) από τη μοίρα τους. Σκοπός του είναι να κατοχυρώσει στην πράξη την κατεύθυνση της Μπολόνια ότι ο πρώτος κύκλος σπουδών, που θα αφορά τη συντριπτική πλειοψηφία, θα προσφέρει γνώσεις ευέλικτες, με ορίζοντα λήξης, που γρήγορα θα αποχτιούνται και γρήγορα θα χάνονται, που θα προσαρμόζονται στις εκάστοτε απαιτήσεις της αγοράς εργασίας, και επομένως η παραμονή σ’ αυτόν τον κύκλο, πέραν του προβλεπόμενου χρόνου, δεν έχει νόημα. Σκοπός του είναι να μειώσει περαιτέρω την κρατική χρηματοδότηση προς τα ΑΕΙ, με κριτήριο και τον αριθμό των «ενεργώς φοιτούντων φοιτητών», κάτι που τώρα δεν ομολογείται ανοιχτά, πλην όμως αναγράφεται στο προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ για την Παιδεία.
Η ρύθμιση για το ανώτατο όριο σπουδών πρέπει να «διαβαστεί» σε συνδυασμό με τις ρυθμίσεις για τα υποχρεωτικά και προαπαιτούμενα μαθήματα, γιατί έτσι γίνεται φανερό ότι ό,τι δίνεται δήθεν ως χάρισμα με το ένα χέρι, παίρνεται βίαια πίσω με το άλλο.
Η κυβέρνηση δεν έκανε πίσω ούτε ως προς τη ρύθμιση ανώτατου ορίου σπουδών και για τους ήδη φοιτούντες στα Πανεπιστήμια (παρά τη μεταλλαγμένη διαρροή του άρθρου, που όριζε ότι η σχετική ρύθμιση αφορά μόνο τους νεοεισερχόμενους στα Πανεπιστήμια), γεγονός που δείχνει και τη μεγάλη σημασία που της αποδίδει και ότι θέλει από τώρα να τελειώνει με χιλιάδες φοιτητές που «λιμνάζουν» στα ΑΕΙ.
Συγκεκριμένα το άρθρο 13 ορίζει ότι το ανώτατο όριο σπουδών, για τους φοιτητές που θα εγγραφούν στα ΑΕΙ μετά την ψήφιση του νόμου, είναι 1,5ν έτη (όπου ν τα κανονικά χρόνια σπουδών που απαιτούνται από κάθε σχολή). Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, και μετά από απόφαση της Συγκλήτου, ύστερα από πλήρως αιτιολογημένη εισήγηση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος, μπορεί να δίνεται παράταση στο φοιτητή για ένα μόνο έτος. Η συμπλήρωση αυτή μπήκε για καθαρά προπαγανδιστικούς λόγους, όπως σημειώσαμε στην εισαγωγή, και είναι το τυρί για να μη δουν οι φοιτητές τη φάκα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η απόφαση αυτή της Συγκλήτου έχει καθαρά προσωπικό χαρακτήρα και δεν έχει γενικευμένη εφαρμογή. Μετά την πάροδο της ανώτατης διάρκειας των σπουδών, ο φοιτητής διαγράφεται από το Πανεπιστήμιο και δεν επιτρέπεται η συμμετοχή του στις εξετάσεις.
Για τους φοιτητές που βρίσκονται τώρα στα Πανεπιστήμια και έχουν συμπληρώσει τον ελάχιστο αριθμό εξαμήνων που απαιτούνται για τη λήψη του πτυχίου δίνεται η δυνατότητα 5 ακόμη ετών σπουδών. Οι φοιτητές που δεν έχουν συμπληρώσει ακόμη τον ελάχιστο αριθμό εξαμήνων που απαιτούνται για τη λήψη του πτυχίου, μπορούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους μέχρι τη συμπλήρωση του ελάχιστου αυτού αριθμού εξαμήνων και για ακόμη 5 έτη. Στην ουσία η κυβέρνηση κάνει «δώρο» στους φοιτητές που ήδη φοιτούν, σε σχέση με τους νεοεισερχόμενους, 3 χρόνια εάν φοιτούν στις σχολές τετραετούς φοίτησης, 2,5 χρόνια στους φοιτητές του Πολυτεχνείου και της Γεωπονικής και 2 χρόνια στους φοιτητές της Ιατρικής.
Οι «παροχές» αυτές της κυβέρνησης, προς τους νεοεισερχόμενους, πρέπει να συνδυαστούν με τις αμέσως επόμενες ρυθμίσεις για τα προαπαιτούμενα και υποχρεωτικά μαθήματα, που θα δημιουργήσουν στρατιές «λιμναζόντων» φοιτητών στα μικρότερα έτη, με αποτέλεσμα να παρέρχεται ο χρόνος των υποχρεωτικών εξαμήνων και να τους πιάνει το ανώτατο χρονικό όριο σπουδών.
Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο προβλέπει πως οι φοιτητές δεν επιτρέπεται να επιλέξουν υποχρεωτικό μάθημα ανωτέρου εξαμήνου εάν δεν έχουν περάσει τα υποχρεωτικά μαθήματα κατωτέρων εξαμήνων, των οποίων η γνώση θεωρείται απαραίτητη σύμφωνα με την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος. Μάλιστα, το υπουργείο επείγεται να γίνει ο καθορισμός των υποχρεωτικών μαθημάτων από τη ΓΣ μέχρι το τέλος Απριλίου του τρέχοντος ακαδημαϊκού έτους και η απόφαση αυτή θα ισχύει για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος μετά την έναρξη ισχύος του νόμου. Σε διαφορετική περίπτωση (εάν η ΓΣ δεν ορίσει τα προαπαιτούμενα) ορίζονται ως προαπαιτούμενα μαθήματα τα υποχρεωτικά μαθήματα των τεσσάρων πρώτων εξαμήνων του ενδεικτικού προγράμματος σπουδών.
Μετά από τρεις τουλάχιστον αποτυχημένες εξετάσεις σε υποχρεωτικό μάθημα, ο φοιτητής μπορεί να ζητήσει να εξεταστεί από τριμελή επιτροπή. Εάν και πάλι αποτύχει μπορεί να συνεχίσει να εξετάζεται σύμφωνα με το ισχύον εξεταστικό σύστημα του τμήματος.
Στους ήδη φοιτούντες φοιτητές δεν υπάρχει ρύθμιση για προαπαιτούμενα μαθήματα (που σε κάποιες σχολές ήδη υπάρχουν, όπως και οι αλυσίδες μαθημάτων). Υπάρχει όμως ο ανώτατος χρόνος σπουδών και έτσι δεν αλλάζει η ουσία.
Διανομή συγγραμμάτων
Καταργείται σταδιακά η δωρεάν παροχή συγγραμμάτων. Το δωρεάν που ήταν υποχρεωτικό γίνεται πια δυνητικό και τα συγγράμματα διαχωρίζονται σε «διανεμόμενα» και «προμηθευόμενα». Δηλαδή, κάποιοι θα τα παίρνουν δωρεάν και κάποιοι θα τα αγοράζουν. Καταρτίζεται εθνικός κατάλογος πανεπιστημιακών συγγραμμάτων, από τον οποίο ο φοιτητής θα έχει «τη δυνατότητα» να προμηθεύεται αριθμό συγγραμμάτων ίσο με τον αριθμό των υποχρεωτικών και επιλεγόμενων μαθημάτων. Εάν ο καθηγητής συνιστά περισσότερα συγγράμματα για το μάθημά του, τότε ο φοιτητής πρέπει προφανώς να τα αγοράσει. Επιπλέον «ο τρόπος» με τον οποίο θα «διανέμονται» ή «προμηθεύονται» τα συγγράμματα θα καθοριστεί με Προεδρικό Διάταγμα. Τούτο «λέει πολλά». Το προεδρικό διάταγμα είναι λευκή επιταγή στα χέρια του υπουργού, για να ρυθμίσει όπως θέλει τα κριτήρια βάσει των οποίων άλλοι θα δικαιούνται το ένα έστω σύγγραμμα δωρεάν και άλλοι θα το αγοράζουν και αυτό (ας μην ξεχνάμε, ότι το προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ δεν προβλέπει δωρεάν συγγράμματα για τους «εύπορους» φοιτητές).
Διάρκεια εξαμήνων και εξεταστικών περιόδων
Η ρύθμιση αυτή είναι τελειωτικό χτύπημα για τις καταλήψεις και τις φοιτητικές διαμαρτυρίες, που παρεμποδίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία.
Η πρόβλεψη ότι το εξάμηνο «δε μπορεί να αναπληρωθεί με κανένα τρόπο» εάν δε συμπληρωθεί ο ελάχιστος αριθμός διδακτικών εβδομάδων (13 τουλάχιστον), όπως και η πρόβλεψη ότι «διπλή εξεταστική στην ίδια εξεταστική περίοδο απαγορεύεται απολύτως» οδηγούν στο παραπάνω συμπέρασμα. Τα δυο αυτά σημεία θα λειτουργούν αποτρεπτικά για τους ταλαντευόμενους φοιτητές στο ξεκίνημα μακροχρόνιων και μαχητικών φοιτητικών αγώνων. Αυτό τουλάχιστον προσδοκά η κυβέρνηση, γι’ αυτό και έβαλε την ανωτέρω ρύθμιση.
Γιούλα Γκεσούλη