Στις 4 του Ιούλη, ημέρα Σάββατο, η ΟΙΕΛΕ ανήγγειλε ότι κλήθηκε από την Κεραμέως αιφνιδιαστικά να προσέλθει εντός 24 ωρών σε «διάλογο» και «χωρίς καμιά γνώση των απόψεων του Υπουργείου Παιδείας» για το νομοσχέδιο για την ιδιωτική εκπαίδευση, το οποίο «είναι έτοιμο, σύμφωνα με την Υπουργό, να κατατεθεί την Τρίτη στον Πρωθυπουργό».
Η Ομοσπονδία κατήγγειλε ότι ο «διάλογος» έτσι όπως διεξάγεται είναι «προσχηματικός» και ζήτησε από την υπουργό Παιδείας «να αποστείλει μέχρι αύριο (σ.σ. Κυριακή) στην Ομοσπονδία σημεία διαβούλευσης, έτσι ώστε να προσέλθουμε την Τρίτη, 7/7 και ώρα 12 σε διάλογο, αφού προηγηθεί τη Δευτέρα επεξεργασία θέσεων και προτάσεων σε νέα συνεδρίαση του ΔΣ τη Δευτέρα».
Η Κεραμέως αντί για συγκεκριμένα σημεία διαβούλευσης έστειλε «τίτλους θεμάτων».
Η συνάντηση-φιάσκο πραγματοποιήθηκε τελικά μόνο με συμμετοχή των ιδιοκτητών όλων των μορφών ιδιωτικής εκπαίδευσης (Συντονιστική Επιτροπή Συλλόγων Γονέων Ιδιωτικών Σχολείων, Σύνδεσμος Ιδιωτικών Σχολείων, Σύλλογος Ιδιωτικών Μεγάλων και Μικρών Παιδικών Σταθμών και Νηπιαγωγείων Ελλάδος και Πανελλήνιος Σύλλογος Ιδιωτικών Παιδικών Σταθμών), ενώ οι εκπρόσωποι της ΟΙΕΛΕ «αφού τόνισαν στην Υπουργό πως σήμερα γράφεται η πιο μελανή σελίδα στην ιστορία της εκπαίδευσης, καθώς η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου προτίμησε να πορευτεί με το συμφέρον 100 επιχειρηματιών και όχι με το δημόσιο και κοινωνικό συμφέρον και με το αγαθό της εκπαίδευσης, κατήγγειλαν τον προσχηματικό διάλογο και αποχώρησαν χαρακτηρίζοντας την Υπουργό ως άνθρωπο τακτοποίησης επιχειρηματικών ρουσφετιών και ως ‘’δεύτερο Αρβανιτόπουλο’’».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΟΙΕΛΕ, οι εκπρόσωποί της αποχώρησαν «διότι ετίθετο πλέον ζήτημα αξιοπρέπειας», «μόλις η Υπουργός μας γνωστοποίησε ότι διασφαλίζει την εργασία μας με …ελεύθερες απολύσεις και παραδέχθηκε κυνικά ότι οι αορίστου χρόνου συμβάσεις θα καταγγέλλονται με βάση το κοινό εργατικό δίκαιο (δηλ. ότι οι εργασιακές μας σχέσεις μεταφέρονται στο Υπουργείο Εργασίας)».
Ο συμβολισμός των παραπάνω ενεργειών είναι εξόχως αποκαλυπτικός. Καταδεικνύει το απύθμενο θράσος της κυβέρνησης Μητσοτάκη να προωθήσει ένα εξόχως αντιδραστικό και άκρως επιβλαβές για τα συμφέροντα των εργαζόμενων εκπαιδευτικών στα ιδιωτικά σχολεία νομοσχέδιο, εν μέσω πανδημίας και ενώ τα σχολεία είναι κλειστά λόγω των θερινών διακοπών. Αλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά. Με τον ίδιο εγκληματικό τρόπο, που φανερώνει μίσος για την εκπαίδευση και τους ανθρώπους της (εκπαιδευτικούς-μαθητές-φοιτητές), προωθήθηκε με διαδικασίες fast-track και το πολυνομοσχέδιο Κεραμέως που ισοπεδώνει εκπαιδευτικούς και μαθητές, θεσμοθετώντας την αξιολόγηση, την Τράπεζα Θεμάτων, τον εξεταστικό μαραθώνιο, κ.λπ.
Ο δε «διάλογος», που προηγείται όλων αυτών των ενεργειών, ακόμη κι αν δεν έχει τη μορφή τελεσίγραφου (όπως στην περίπτωση της ΟΙΕΛΕ), είναι πάντα προσχηματικός. Γίνεται για να νομιμοποιήσει στη συνέχεια τα προαποφασισμένα από την κυβέρνηση του κεφαλαίου. Γι’ αυτό όταν ομνύει κανείς σε αυτόν -όπως καλή ώρα οι συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες των εκπαιδευτικών που εκλιπαρούν για «διάλογο»- το λιγότερο που κάνει είναι να διασκορπίζει αυταπάτες και φρούδες ελπίδες στους εκπαιδευτικούς ότι μπορεί να εισακουστούν και να προασπίσουν τα δίκια και τα συμφέροντά τους μέσα από τη «συζήτηση» και τη συνδιαλλαγή με την κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας. Ειδικά δε, όταν αυτή (η κυβέρνηση Μητσοτάκη) έχει διατρανώσει σε όλους τους τόνους την πίστη της στην «ιδιωτική πρωτοβουλία» και την «επιχειρηματικότητα».
Οι προθέσεις Κεραμέως
Τα όσα σχεδιάζονται για τα ιδιωτικά σχολεία, που θα ανοίξουν το δρόμο για ένα ατέλειωτο ξεσάλωμα των σχολαρχών σε βάρος των εργαζόμενων εκπαιδευτικών στις επιχειρήσεις τους, μπορεί να τα αντιληφθεί κανείς διαβάζοντας πίσω από τις γραμμές όσων σύντομα ανακοίνωσε με δελτίο Τύπου η Κεραμέως: το νομοσχέδιο «στοχεύει στην αντιμετώπιση υφιστάμενων παθογενειών και αγκυλώσεων και στην ευελιξία και την αυτονομία στην Ιδιωτική Εκπαίδευση.
Ανάμεσα στις παθογένειες και τις αγκυλώσεις του ισχύοντος καθεστώτος συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το ασφυκτικό και συγκεντρωτικό πλαίσιο λειτουργίας, η έλλειψη ευελιξίας στα εβδομαδιαία ωρολόγια προγράμματα και σε πρόσθετες εκπαιδευτικές και άλλες δραστηριότητες, η αδυναμία αποτελεσματικής διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού της εκπαίδευσης με τη διασφάλιση πάντοτε της απαρέγκλιτης τήρησης της εργατικής νομοθεσίας, ο περιορισμός της χρήσης εγκαταστάσεων των σχολικών μονάδων» (οι εμφάσεις δικές μας).
Κοντολογίς, προαναγγέλλονται οι ελεύθερες απολύσεις των εκπαιδευτικών (διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού), η παραπέρα μπαχαλοποίηση των εργασιακών τους σχέσεων (ωράρια-λάστιχο, υπερωριακή απασχόληση χωρίς αμοιβή), το δικαίωμα των σχολαρχών να χρησιμοποιούν απεριόριστα τα «μαγαζιά» τους για επικερδείς δραστηριότητες και σε βάρος των εκπαιδευτικών που θα απασχολούνται (με το μαστίγιο και υπό τον φόβο της απόλυσης) σε αυτές, χωρίς την υποχρέωση της δήλωσής τους στις αρμόδιες Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, με ό,τι συνεπάγεται αυτό (έλεγχος, κατ’ επέκταση απόκρυψη εσόδων, κ.λπ.).
Η Κεραμέως βάλθηκε να ξηλώσει το γνωστό νόμο Φίλη (νόμος 4415/2016) για τα ιδιωτικά σχολεία, που προσέφερε μια κουτσουρεμένη «ασφάλεια» στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς, νόμο που οι ίδιοι οι συριζαίοι, πιεζόμενοι από τους ιμπεριαλιστές δανειστές και τους σχολάρχες που είχαν «ανεβεί στα κάγκελα», προκειμένου να υπογράψουν το Μνημόνιο-4, είχαν φροντίσει να πετσοκόψουν.
Προκειμένου να αντιληφθούμε τι περιείχε αυτός ο νόμος, πώς άλλαξαν βασικές διατάξεις του από την τότε συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, προκειμένου να γίνει το χατίρι των αφεντικών, ξένων και ντόπιων, παραθέτουμε τα όσα γράφαμε στην Κόντρα, αρ. φύλ. 916, 20 Μαΐου 2017.
Μεγάλο δώρο στους σχολάρχες
Ανατροπή στον νόμο Φίλη (νόμος 4415/2016) για την ιδιωτική εκπαίδευση φέρνει το Μνημόνιο-4 που οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κατέθεσαν προς ψήφιση στη Βουλή. Μετά την απαίτηση των ιμπεριαλιστών δανειστών και ειδικά του ΔΝΤ και τις αντιδράσεις των σχολαρχών, που «είχαν ανεβεί στα κάγκελα», η συγκυβέρνηση πέταξε στα σκουπίδια και τις διατάξεις του νόμου Φίλη για τα ιδιωτικά σχολεία. Στις διατάξεις αυτές, οι συριζαίοι, είχαν επενδύσει πολύ στη δημαγωγική τους προπαγάνδα, αξιοποιώντας και τις κομματικές και φιλικές σχέσεις που έχουν με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΟΙΕΛΕ…
Για να μπορέσουμε να διαπιστώσουμε τις ανατροπές στον νόμο Φίλη για την ιδιωτική εκπαίδευση, θα αναφέρουμε πρώτα τις βασικές συνιστώσες του:
Νόμος Φίλη (άρθρο 28 του νόμου «Ρυθμίσεις για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, τη διαπολιτισμική εκπαίδευση και άλλες διατάξεις»: Ν. 4415/2016)
Οταν το εν λόγω νομοσχέδιο συζητιόταν στη Βουλή στα τέλη του Αυγούστου του 2016 σημειώναμε ότι αυτό επιχειρεί να βάλει μια στοιχειώδη, κουτσουρεμένη τάξη στο χάος που επικρατεί στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, έπειτα από το γενικό ξεσάλωμα των σχολαρχών που ακολούθησε τις σχετικές ρυθμίσεις Αρβανιτόπουλου με τη μεταφορά των ιδιωτικών εκπαιδευτικών στο υπουργείο Εργασίας και την παύση ουσιαστικά κάθε ελέγχου στη λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων από το υπουργείο Παιδείας. Δεν επρόκειτο δηλαδή, για κάποια άκρως επαναστατική ενέργεια των συριζαίων, γι’ αυτό και λέγαμε πως οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί δεν πρέπει να τρέφουν ψευδαισθήσεις, ούτε να επαναπαύονται.
Στην Κόντρα (αρ. φύλ: 881) αναφέραμε τις βασικές διατάξεις του νόμου Φίλη και τις σχολιάζαμε ως εξής:
♦ Συγκεκριμενοποιείται το καθεστώς των συμβάσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Η αρχική σύμβαση είναι διετής, ορισμένου χρόνου, και αν αυτή δεν καταγγελθεί στο τέλος της διετίας, τότε μετατρέπεται αυτοδικαίως σε αορίστου χρόνου.
Μπαίνει, λοιπόν, περιορισμός στο καθεστώς των συμβάσεων, ώστε να αποτραπεί το γιγαντωμένο φαινόμενο, μετά τις ρυθμίσεις Αρβανιτόπουλου, των ολιγόμηνων συμβάσεων, που είχαν ως αποτέλεσμα ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί να απολύονται το καλοκαίρι -και επομένως να μην πληρώνονται- και να ξαναπροσλαμβάνονται τον Σεπτέμβρη.
♦ Η σύμβαση αορίστου χρόνου μπορεί να καταγγελθεί, πέραν όλων των άλλων περιπτώσεων που ισχύουν και για τους δημόσιους υπαλλήλους, «εάν ο εργοδότης επικαλείται και αποδεικνύει επαρκώς αιτιολογημένη διαταραχή του εκπαιδευτικού κλίματος στο σχολείο λόγω αδυναμίας συνεργασίας εργοδότη-εκπαιδευτικού».
Επίσης, στην περίπτωση κατάργησης τάξεων και τμημάτων τάξεων, καθώς και «ανεπάρκειας ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων τους (σ.σ. των εκπαιδευτικών)».
Η «διαταραχή του εκπαιδευτικού κλίματος», η «αδυναμία συνεργασίας εργοδότη-εκπαιδευτικού», που διαπιστώνονται από τον σχολάρχη, αν και «επαρκώς αιτιολογημένες» και η «ανεπάρκεια ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων», είναι διατυπώσεις που φανερά δίνουν το δικαίωμα στους εμπόρους της γνώσης να απολύουν τελικά τους «ανεπιθύμητους» εκπαιδευτικούς, ειδικά αυτούς που τους «μπαίνουν στη μύτη», επειδή δε δέχονται να γίνουν «πρόβατα» και να υπακούουν τυφλά στις ορέξεις τους.
Βέβαια, σύμφωνα με τον νόμο, οι απολύσεις αυτές συναντούν τώρα κάποια εμπόδια, αφού περνούν από τον έλεγχο του αντίστοιχου Υπηρεσιακού Συμβούλιου, που «επιβεβαιώνει εάν η σύμβαση εργασίας καταγγέλθηκε νομίμως, διαπιστώνει εάν η καταγγελία είναι καταχρηστική ή μη και εισηγείται σχετικά με την απόλυση στον αρμόδιο Διευθυντή Εκπαίδευσης, ο οποίος έχει δέσμια αρμοδιότητα να εκδώσει διαπιστωτική πράξη».
Μπορεί οι σχολάρχες να μην επιθυμούν με τίποτε ούτε αυτά τα ελάχιστα εμπόδια, που οι συριζαίοι βάζουν για να δώσουν σάρκα και οστά στην «υγιή επιχειρηματικότητα», στην οποία ομνύουν, όμως είναι γνωστό ότι τα Υπηρεσιακά Συμβούλια είναι και αυτά κρατικά όργανα και γι’ αυτό φροντίζουν να διαφυλάττουν σε κάθε περίπτωση τα συμφέροντα του συστήματος, ειδικά σε περιπτώσεις που οξύνεται η ταξική πάλη. Το σύστημα φροντίζει να θωρακίζεται, βλέποντας μακριά, στην ανάπτυξη των ταξικών αγώνων του μέλλοντος, που μπορεί να μην είναι και τόσο μακρινοί.
Είναι χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε το υπουργείο Παιδείας στο θόρυβο που ξεσήκωσαν ο Σύνδεσμος Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Σχολείων, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τα φιλικά τους προσκείμενα ΜΜΕ: «το άρθρο δεν αφαιρεί τη δυνατότητα στους ιδιοκτήτες να απολύουν εκπαιδευτικούς με μία προϋπόθεση που ισχύει σε όλα τα πολιτισμένα κράτη: Να αιτιολογούν επαρκώς την απόλυση».
♦ Σε περίπτωση που καταγγελθεί η σύμβαση αορίστου χρόνου του εκπαιδευτικού σε ένα σχολείο, καταβάλλεται σ’ αυτόν αποζημίωση ενός (1) μηνός για κάθε έτος προσφοράς των υπηρεσιών του σε αυτό το σχολείο. Στην αποζημίωση υπολογίζεται και η υπηρεσία του με σύμβαση ορισμένου χρόνου (η σύμβαση της πρώτης διετίας).
♦ Το διδακτικό ωράριο των ιδιωτικών εκπαιδευτικών παραμένει ως έχει, σύμφωνα με όσα προβλέπει το διοριστήριό τους, ανεξάρτητα από το αν καταργηθούν τάξεις ή τμήματα, ή οι ώρες διδασκαλίας ενός μαθήματος δεν επαρκούν για την κάλυψή του. Στους εκπαιδευτικούς αυτούς ανατίθενται άλλες σχολικές δράσεις και δραστηριότητες (ενισχυτική διδασκαλία, πρόσθετη διδακτική στήριξη, ενίσχυση της γλωσσομάθειας, διοικητικό έργο, κ.λπ.) προκειμένου να συμπληρώσουν το υποχρεωτικό τους ωράριο.
♦ Τα ιδιωτικά σχολεία μπορούν να πραγματοποιούν οποιαδήποτε εκπαιδευτική δράση πέραν του υποχρεωτικού ωρολόγιου προγράμματος (ενισχυτική διδασκαλία, πρόσθετη διδακτική στήριξη, ενίσχυση γλωσσομάθειας) με την προϋπόθεση να τη δηλώνουν και οι εκπαιδευτικοί να έχουν τα απαραίτητα τυπικά προσόντα.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, φραγμός στις δράσεις, με τις οποίες οι σχολάρχες προσπαθούν να δελεάσουν τους πελάτες τους (ασφαλώς αυτούς που διαθέτουν και τα οικονομικά μέσα).
Απλά τώρα το υπουργείο Παιδείας επιχειρεί να ελέγξει στοιχειωδώς αυτές τις δράσεις, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα να περιοριστεί η μαύρη εργασία, η φοροδιαφυγή και να τηρούνται τα τυπικά προσόντα των διδασκόντων και οι όροι εργασίας τους.
Στην πραγματικότητα οι έμποροι της γνώσης έχουν πολλούς υπόγειους τρόπους για να διαφεύγουν τον έλεγχο. Αλλα δηλώνουν στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και άλλα κάνουν και όταν έρχεται ο αρμόδιος υπάλληλος να κάνει τον έλεγχο, αυτοί έχουν όλο το χρόνο να καλύψουν την παρανομία (τα ιδιωτικά σχολεία είναι «φρούρια» και δεν μπορεί ο καθένας να μπει ανεξέλεγκτα στους χώρους τους). Ας αφήσουμε δε, το γεγονός ότι πολλές Διευθύνσεις Εκπαίδευσης κάνουν συνειδητά «τα στραβά μάτια» στις παρανομίες των σχολαρχών, αφού το αστικό κράτος και οι μηχανισμοί του είναι συνδεδεμένοι σαν το νύχι με το κρέας με το κεφάλαιο και την επιχειρηματική του δράση.
Επίσης, είναι γνωστό ότι οι εκβιασμοί στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς δίνουν και παίρνουν. Με τις ουρές των ανέργων να «καραδοκούν» να πάρουν τη θέση των «τυχερών εργαζόμενων», την απουσία ταξικού διεκδικητικού κινήματος και συλλογικής ταξικής συνείδησης, την απουσία ουσιαστικής προστασίας από τις ξεπουλημένες συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, οι εργαζόμενοι είναι πολύ εύκολο να πέσουν θύματα του εργοδότη τους. Οι σχολάρχες άλλους μισθούς φαίνεται να καταβάλλουν τυπικά στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς και άλλους τελικά αυτοί να παίρνουν με συμφωνίες «κάτω από το τραπέζι».
Τι αλλάζει με το Μνημόνιο-4
Τα κυριότερα σημεία του νόμου Φίλη που τροποποιεί προς το χειρότερο το Μνημόνιο-4 είναι τα εξής:
♦ Διευκρινίζεται η έννοια της «ανεπάρκειας ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων» των ιδιωτικών εκπαιδευτικών σε «ανεπάρκεια διδακτική, παιδαγωγική» και προστίθεται και ως λόγος απόλυσης και η «επαγγελματική ασυνέπεια».
Το τελευταίο δίνει ένα ακόμα όπλο-αόριστο επιχείρημα στους σχολάρχες να πετάξουν από τις επιχειρήσεις τους, τους εκπαιδευτικούς. Τον ιδιωτικό εκπαιδευτικό θα ακολουθεί η ρετσινιά όχι μόνο του παιδαγωγικά και διδακτικά ανεπαρκούς, αλλά και αυτή του επαγγελματικά ασυνεπούς.
♦ Τη διδακτική, παιδαγωγική ανεπάρκεια ή την επαγγελματική ασυνέπεια διαπιστώνει ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας, ο οποίος υποβάλλει δύο τουλάχιστον εκθέσεις που αφορούν δύο τουλάχιστον συνεχόμενα διδακτικά έτη, ενώ στο νόμο Φίλη, η «ανεπάρκεια» στηρίζεται σε δύο τουλάχιστον υπηρεσιακές εκθέσεις που συντάσσονται από τον αρμόδιο Διευθυντή Εκπαίδευσης.
Η εν λόγω διάταξη, πέραν του ότι εισάγει από το παράθυρο την αξιολόγηση, που δεν ισχύει ακόμη ούτε για τα ιδιωτικά σχολεία, είναι φωτογραφική της αξιολόγησης που θα επιχειρηθεί να εφαρμοστεί και στο δημόσιο σχολείο το επόμενο διάστημα. Η αξιολόγηση ξεκινάει από τη βάση της διοικητικής πυραμίδας (Διευθυντής του σχολείου) και προχωράει προς τα πάνω.
Σημειώνουμε ότι ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας, στην περίπτωση των ιδιωτικών σχολείων, είναι της απόλυτης επιλογής του σχολάρχη. Είναι δηλαδή τσιράκι του σχολάρχη και επομένως την έκθεση αξιολόγησης του εκπαιδευτικού την κάνει στην ουσία ο ίδιος ο ιδιοκτήτης του ιδιωτικού σχολείου.
Για ξεκάρφωμα, το υπουργείο συμπεριέλαβε στη διάταξη την αναφορά ότι οι εκθέσεις θα συντάσσονται επί τη βάσει των «κριτηρίων» που θα καθορίζει το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής για τη διαπίστωση της «διδακτικής, παιδαγωγικής ανεπάρκειας» και της «επαγγελματικής ασυνέπειας». Γεύση τέτοιων «κριτηρίων» μπορούμε να πάρουμε από τους νόμους Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου για την αξιολόγηση.
♦ Τις εκθέσεις αυτές ο Διευθυντής του σχολείου τις κοινοποιεί στον Σχολικό Σύμβουλο, ο οποίος τη δεύτερη φορά «εφόσον το κρίνει σκόπιμο» «προσθέτει συμπληρωματική έκθεση». Είναι δηλαδή, στη διακριτική ευχέρεια του Σχολικού Συμβούλου να συντάξει δική του έκθεση.
Το Μνημόνιο-4 τα δίνει όλα στους σχολάρχες. Στην πραγματικότητα, ο Σχολικός Σύμβουλος, που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί το υπουργείο Παιδείας και είναι θεσμικό όργανο της Πολιτείας, έχει διακοσμητικό ρόλο σε αυτήν την αξιολογική διαδικασία, αφού σε αυτόν απλώς «κοινοποιείται» η έκθεση του Διευθυντή της σχολικής μονάδας (λέγε με σχολάρχη) και έχει το δικαίωμα, «εφόσον το κρίνει σκόπιμο» να συντάξει και δική του έκθεση τη δεύτερη φορά.
♦ Η νομιμότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας κρίνεται από «ανεξάρτητη Επιτροπή», η οποία εξετάζει αν η σύμβαση εργασίας καταγγέλθηκε νομίμως και αν η καταγγελία είναι καταχρηστική ή μη και αποφαίνεται σχετικά.
Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του υπουργού Παιδείας και αποτελείται από τρεις (3) Πρωτοδίκες -ο ένας εξ αυτών είναι Πρόεδρος της Επιτροπής-, που υπηρετούν στο Τμήμα Εργατικών Διαφορών του Πρωτοδικείου Αθηνών. Οι Πρωτοδίκες υποδεικνύονται από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου.
Στην Επιτροπή συμμετέχουν ένας εκπρόσωπος της ΟΙΕΛΕ και ένας του συνδέσμου των σχολαρχών ως παρατηρητές, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Το πόσο «ανεξάρτητη» θα είναι αυτή η Επιτροπή το καταλαβαίνουμε, αφού είναι γνωστή η διαπλοκή της εκτελεστικής με τη δικαστική εξουσία.
Οι ιμπεριαλιστές δανειστές απαίτησαν και έφυγαν από τη μέση τα Υπηρεσιακά Συμβούλια, στα οποία μετέχουν με δικαίωμα ψήφου και δύο αιρετοί εκπρόσωποι των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Θέλουν σε κάθε περίπτωση να έχουν «δεμένο τον γάιδαρό» τους, βλέποντας μακριά, σε περιόδους ανάπτυξης του ταξικού κινήματος, τότε που τα Υπηρεσιακά Συμβούλια θα δέχονται μεγάλες πιέσεις από το κίνημα και ίσως εξαναγκαστούν σε κάποιες περιπτώσεις να κάνουν πίσω και να μη δεχθούν τις απολύσεις των εκπαιδευτικών.
Την αντικατάσταση των Υπηρεσιακών Συμβουλίων από την «ανεξάρτητη» Επιτροπή των δικαστών την έκανε «γαργάρα» η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΟΙΕΛΕ από τότε που άρχισε ήδη να ψιθυρίζεται η εν λόγω αλλαγή. Μάλιστα τότε σχεδόν πανηγύριζε, διαλαλώντας ότι «δεν πέρασε των σχολαρχών», που ήθελαν τις μαζικές αναιτιολόγητες απολύσεις. Βάφτισε, λοιπόν, «το κρέας ψάρι» στο πλαίσιο του παζαριού με το υπουργείο Παιδείας και την κυβέρνηση.
♦ Η Επιτροπή συνεδριάζει και αποφαίνεται υποχρεωτικά εντός εξήντα (60) ημερολογιακών ημερών από την καταγγελία και υποβάλλει την πρότασή της στον αρμόδιο Διευθυντή Εκπαίδευσης, στην οποία διατυπώνεται η κρίση της σχετικά με τη νομιμότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας. Ο Διευθυντής Εκπαίδευσης έχει δέσμια αρμοδιότητα να εκδώσει σχετική απόφαση περί απόλυσης ή μη του εκπαιδευτικού, σύμφωνη με το περιεχόμενο της πρότασης της Επιτροπής εντός τριών (3) ημερών από την υποβολή σε αυτόν της πρότασης.
«Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της εν λόγω προθεσμίας τεκμαίρεται η νομιμότητα και μη καταχρηστικότητα της καταγγελίας».
Η διάταξη αυτή είναι η επιτομή της αντιδραστικότητας και της καταπάτησης κάθε εργασιακού δικαιώματος. Το περίφημο «τεκμήριο αθωότητας» πετιέται στα σκουπίδια και ο ιδιωτικός εκπαιδευτικός απολύεται στιγματισμένος γιατί η Επιτροπή δεν «κατάφερε» να συνεδριάσει. Πρόκειται για ένα ακόμη «παράθυρο», για ένα επιπλέον δώρο στους σχολάρχες, που με υπόγειες διαδρομές θα πετυχαίνουν τη μη πραγματοποίηση των συνεδριάσεων της Επιτροπής και έτσι θα απολύουν, χωρίς το παραμικρό εμπόδιο, τους εκπαιδευτικούς που τους είναι ανεπιθύμητοι.
♦ Οπως και ο νόμος Φίλη έτσι και το Μνημόνιο-4 αφήνει ανοικτό τον δρόμο και για απολύσεις κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, αφού δεν υπάρχει δεσμευτικός χρόνος για την καταγγελία των συμβάσεων αορίστου χρόνου.
♦ Το εβδομαδιαίο ωρολόγιο πρόγραμμα διδασκαλίας αποφασίζεται το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου από τον Διευθυντή του σχολείου και τον υπεύθυνο Σχολικό Σύμβουλο, ενώ ο νόμος Φίλη προϋπέθετε τη συνεργασία του Διευθυντή με τον Σύλλογο Διδασκόντων.
Οι συριζαίοι, που τάχα κόπτονται για τη δημοκρατία στο σχολείο, ξηλώνουν και την ελάχιστη αρμοδιότητα του Συλλόγου Διδασκόντων να έχει λόγο στη διαμόρφωση του ωρολόγιου προγράμματος. Και τυπικά ο σχολάρχης έχει τη δυνατότητα να μετατρέψει το σχολείο του σε κανονικό φροντιστήριο.
♦ Η αποζημίωση που δίνεται «στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, των οποίων η σύμβαση καταγγέλλεται, καθώς και στους αποχωρούντες ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς λόγω συμπληρώσεως του συντάξιμου χρόνου ή του 70ού έτους της ηλικίας τους», καταβάλλεται «σύμφωνα με τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας».
Σημειώνουμε ότι το Μνημόνιο-3 εισήγαγε νέες ρυθμίσεις που μείωσαν δραματικά την αποζημίωση. Ετσι, προ Μνημονίων, ένας ιδιωτικός εκπαιδευτικός που απολυόταν ενώ είχε π.χ. 28 έτη υπηρεσίας στο ίδιο σχολείο θα λάμβανε αποζημίωση ίση με 28 μηνιαίους μισθούς (έναν μισθό για κάθε έτος υπηρεσίας στο ίδιο σχολείο). Τώρα, μετά το Μνημόνιο-3, εφόσον δεν έχει προειδοποιηθεί από τον εργοδότη ο ίδιος θα λάβει 24 μισθούς, ενώ αν προειδοποιηθεί τέσσερις (4) μήνες πριν την απόλυση θα λάβει τους μισούς, δηλαδή 12 μισθούς.
Η διάταξη αυτή, είναι φανερό, ότι χαρίζει εκατομμύρια ευρώ στους σχολάρχες.
Γιούλα Γκεσούλη